Νέο κάλεσμα από την Κίνηση Ανεξάρτητων Πολιτών και τον Μίκη Θεοδωράκη.
Ο Μίκης Θεοδωράκης, τη Δευτέρα 17/1, μίλησε σε ένα κατάμεστο από κόσμο θέατρο της Αθήνας. Τοποθετήθηκε καθολικά και συγκροτημένα για τα πολιτικά πράγματα. Η ομιλία ήταν συνέχεια στην ίδρυση Κίνησης Ανεξάρτητων Πολιτών που έγινε πριν από ένα μήνα. Μέχρι σήμερα, 10 χιλιάδες πολίτες έχουν δηλώσει διαθεσιμότητα, αρκετοί, μάλιστα, συμμετείχαν στις πρώτες οργανωμένες συναντήσεις της Κίνησης. Διαμορφώνεται σταδιακά μια πρωτοβουλία – προσπάθεια που διαθέτει χαρακτηριστικά στοιχεία ενός σχεδίου για την δημιουργία μετώπου.
Ο Μίκης διακήρυξε αξίες, ιδεολογικές, ορίζουσες προτάγματα, που εκτός των άλλων στοχεύουν να θέσουν σε κίνηση την ίδια τη Κίνηση Ανεξάρτητων Πολιτών, να την προσανατολίσουν εσωτερικά, να αποτελέσουν πλαίσιο λειτουργίας. Δεν διατύπωσε μανιφέστο. Σειρά δηλαδή τελεσίδικων θέσεων, επαρκώς ιεραρχημένων, που υποτίθεται ότι το μόνο που απομένει είναι η μαζική αναπαραγωγή τους. Το μοντέλο, αν υπάρχει τέτοιο, είναι διαφορετικό. Οι θέσεις, η ουσία, η ταυτότητα της προσπάθειας είναι υπό κατασκευή, παραπέμπονται στην εξέλιξή της. Όχι τυχαία, αυθαίρετα, όπως προκύψουν, αλλά στα πλαίσια αφετηριακών ιδεολογικών, αξιακών επιλογών, οι οποίες μπορούν να δρομολογήσουν την επιδιωκόμενη προοπτική. Ο Μίκης, σε ένα πρώτο βήμα, μοιάζει να μην εξαντλείται στο εγερτήριο σάλπισμα, αλλά να επιζητεί κάτι παραπάνω.
Κεντρική έννοια στην ανάλυση του Μίκη είναι η εξάρτηση. Σαν κακοδαιμονία, εσωτερική διαίρεση, σαν εποικοδόμημα, σαν ολάκερη διαμόρφωση, συνοδεύει την Ελλάδα από το 1821. Ελέγχοντας τους κρίσιμους τομείς, υποστασιοποιημένη σ’ ένα καθολικό εσωτερικό σύστημα εξουσίας, η εξάρτηση μάς ταπεινώνει, μας στερεί το μέλλον. Είναι ο κύριος στόχος της αντίστασης. Μόνο στον αγώνα ενάντια στην εξάρτηση ο άνθρωπος γίνεται ελεύθερος. Αργότερα, η ελευθερία του εμπεδώνεται όταν γίνει υπεύθυνος. Όταν, δηλαδή, ορίζει ο ίδιος τη μοίρα του στα πλαίσια της θεσμοθετημένης άμεσης δημοκρατίας. Θέσεις μισοξεχασμένες που ο Μίκης επαναφέρει δίνοντάς τους καινούργια λάμψη.
Στη σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης, συνεχίζει ο Θεοδωράκης, υπάρχει παντοκρατορία των ΗΠΑ, με σχέδιο για παντοτινή κυριαρχία, που περιλαμβάνει υποταγή ακόμη και για τα κράτη συμμάχους της. Παρ’ όλα αυτά, σ’ ένα τέτοιο παγκόσμιο τοπίο, υπάρχει για την Ελλάδα εναλλακτικός δρόμος. Απαιτούνται ανοίγματα σε Κίνα, Ρωσία. Κυρίως όμως απαιτείται στροφή στις δικές μας δυνάμεις. Οικονομικές, πολιτικές, πολιτισμικές. Μια κοινωνική πανστρατιά. Ο αγώνας είναι δύσκολος, χρειάζεται να ερωτηθεί ο λαός.
Στη παρούσα στιγμή ο αγώνας είναι ενάντια στο Μνημόνιο. Μέσα απ’ αυτόν, η πατρίδα είναι ο βασικός στόχος. Ξεκαθαρίζεται έτσι, η ιδιαίτερη οπτική γωνία μέσα από την οποία συμμετέχει ο ίδιος στον αντιμνημονιακό αγώνα. Επ’ ευκαιρία διακηρύσσει πως ό,τι εθνικό, δεν είναι εθνικιστικό. Οριοθετείται τόσο από τους εθνοκάπηλους, (τους ελληναράδες ίσως, που έσπευσαν να προσεταιριστούν την κίνησή του), όσο και από τμήμα της Αριστεράς που εγκατέλειψε το εθνικό, στα χέρια της συντήρησης.
Η τρέχουσα πάλη, όμως, ορίζεται και από άλλα χαρακτηριστικά, που εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι για το Μίκη αποτελούν προτεραιότητα. Σήμερα η αντίσταση δε φτάνει, χρειάζεται πρόταση, η οποία, μάλιστα, να αποτελέσει τη βάση της σκέψης και της λειτουργίας της Κίνησης Ανεξάρτητων Πολιτών. Αποκαλύπτει έτσι, τι θεωρεί ως άγουσα πλευρά για όλο το κίνημα. Συνεχίζει μάλιστα, ότι στα πλαίσια μιας τέτοιας λειτουργίας θα διαμορφωθεί η ιδεολογία της κίνησης, που θα πρέπει να στοχεύει να γίνει η δεσπόζουσα ιδεολογία της πλειοψηφίας.
Όπως φαίνεται, ο Μίκης έχει επίγνωση ότι το εγχείρημα προχωρά όχι μέσα από γενικές αναλύσεις, αλλά μέσα από αιχμές. Αιχμές που δεν απορρέουν από το γενικό πλάνο, αλλά από τις ανάγκες της κατάστασης, έτσι όπως αυτή μορφοποιείται. Από προτεραιότητες που πρέπει κανείς να διαπιστώνει και να υπηρετεί ορίζοντας συγκεκριμένα βήματα προόδου.
Ενδιαφέρον είχαν ακόμα οι αντιφάσεις στα λεγόμενά του, κυρίως γιατί ο ίδιος έχει επίγνωση. Για παράδειγμα, η θέση για τον Παπανδρέου, όπου αφού του τα ψέλνει επί μακρόν, καταλήγει ότι «δεν είμαστε εχθροί σου, ούτε αντίπαλοί σου». Τι μπορεί να υποθέσει κανείς; Πρόκειται για καθωσπρεπισμό; Τακτική; Ότι είναι δευτερεύον και στην πορεία θα στοιχειοθετηθεί αυστηρότερη θέση; Ή ότι αποκαλύπτονται εξαρχής τα όρια της προσπάθειας;
Ο Μίκης δεν κάνει καμιά αναφορά στην Αριστερά. Σιωπά. Στην πράξη ο ίδιος με τις διακηρύξεις του φαίνεται ότι καλύπτει ένα κενό που η Αριστερά για διάφορους λόγους δεν θέλει να θίξει. Το εθνικό. Την διαπλοκή του εθνικού και του ταξικού στοιχείου μέσα στην κρίση, στην εποχή μεγάλων γεωπολιτικών ανακατατάξεων. Είναι, όμως, δυνατόν στην Ελλάδα να οικοδομηθεί ένα μέτωπο πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων χωρίς τη συμμετοχή της πολιτικής και κοινωνικής Αριστεράς;
Όπως και να ’χει, στο εγχείρημα Θεοδωράκη, οι αντιφάσεις είναι παρούσες, οι δυσκολίες υπέρτερες. Παραπέμπονται να κριθούν στα επόμενα βήματα, στα οποία θα διαμορφωθεί η φυσιογνωμία της Κίνησης, όχι μόνο από τις διακηρύξεις…