Της Νόρας Ράλλη.

Μια βραδιά τρελής αποκριάς, τότε που πηγαίναμε στον Άδωνι για καφέ, που πηγαίναν τεκνά και φρικιά και αράζανε και αθλητές και που πηγαίνει και μία κοπέλα ξανθομαλλούσα που φοράει μπλε γοβάκι με κόκκινο τακουνάκι και που νιάου-νιάου η γατούλα, έβαλε τη ροζ μυτούλα της εκεί που δεν την σπέρνουν και από το Ζάππειο, τσουπ πέρασε δίπλα στη Βουλή, είδε φως και μπήκε και από τότε μπερδευτήκαμε αλλοδαποί και ντόπιοι, ποια είναι αυτή η αψηλή, ποια είναι αυτή η νέα με την περικεφαλαία, που Αθηνά την έλεγαν και από κεφάλι βγήκε και στην πόλη μπαστακώθηκε και που βρε καλή μου, βρε χρυσή μου, τίποτε αυτή, κουβέντα δεν εσήκωνε και να που καθιέρωσε αυτό που όλοι συζητούν και που χωρίς αυτό δεν κάνουνε και χώρια δεν μπορούνε, μα ποτέ δεν το ονομάζουμε γιατί σου λέει, αν πεις τρεις φορές το όνομά του, ειδικά μια βραδιά τρελής αποκριάς, θα εμφανιστεί τσουπ μπροστά σου και άντε μετά να δίνεις εξηγήσεις, μα τι και πώς και το γιατί και χαιρέτα μας τα δυο παιδιά που πάμε για τα ξένα. Και τον πλάτανο μαζί.
Και το όνομα αυτής: Δημοκρατία. (Σιγά το όνομα εδώ που τα λέμε. Τι να πει και η Lady Gaga!)
Για να μην γίνουν λοιπόν παρόμοια λάθη μια τρελή βραδιά καρναβαλιού, για να μην τολμήσω καν να ψελλίσω το όνομά της, μην τύχει και κάνει καμιά εμφάνιση guest και μετά ποιος την είδε και δεν τη φοβήθηκε (μπροστά της τα δεινά από τον ξεσκισμένο ασκό του Αιόλου και την ανοιγμένη κούτα της Πανδώρας θα φαίνονται απλές… λαχανίδες!), για να μην γίνουν λοιπόν παρόμοια λάθη και έρθει και εγκατασταθεί καμιά δημοκρατία στα καλά καθούμενα, εγώ φέτος θα ντυθώ Βορίδης. Και θα ‘χω το κεφάλι μου ήσυχο.
Μια βραδιά τρελού καρναβαλιού, τότε που αφεντικά και δούλοι, μια απ’ αυτά είχαμε γίνει ούλοι, στου Μανώλη την ταβέρνα έπεσε μια τουφεκιά και ανοίξαν τα βαρέλια και χυθήκαν τα κρασιά. Και από τότε τσίρι-τσίρι, ετρωγόπιναν οι φίλοι και μετά από δυο χρόνια φόρεσες και παντελόνια και μου μπήκες στη Βουλή, με κομοδινί μαλλί και μου είπες «μη φοβού! Θα στους φέρω απ’ αλλού!». Και μας ήρθαν αφεντικά τροϊκάνοι και μεις γινήκαμ’ δούλοι και για να μην είναι μόνοι, δώσαμε και μεις Αντώνη, Φώτη και Βαγγέλη, όλοι στο πλευρό μας και για το καλό μας.
Γι’ αυτό σου λέω Στέλλα, άσε τις ξένες αγκαλιές και στη δικιά μου έλα, στη σιγουριά της τρόικας, στην αγκαλιά της Μέρκελ με τον Αντώνη σύμμαχο και τον Βαγγέλη βράχο και τον Φωτάκη το καλό, αμούστακο αγόρι, έτσι να ψιλοβρίσκεται, να ψιλοσιγοντάρει, απλά για να υπάρχει.
Γι’ αυτό και γω θα ντυθώ Βορίδης φέτος. Με τα όλα μου. Τα τούτα και τα κείνα μου. Και με τη δική μου ιστορία – μακριά από δημοκρατίες και λοιπές αηδ-ίες. Τσεκουρομαζέματα, αριστεροσκορπίσματα.
Σ έναν τοίχο -από αυτούς που έχουν ακόμη δική τους ιστορία και όχι νοικιασμένη από τα αυθαίρετα της Ρεπούση- είδα γραμμένο: «Το γκολ του Χαριστέα, ο κώλος του Ρουβά… θρίαμβος για το εγώ του κάθε Ελληναρά!». Και τότε ήταν η καθοριστική στιγμή! Τότε, το αποφάσισα πως πάει και τέλειωσε… θα ντυθώ Βορίδης! Ω ναι! Βο-ρι-δής! Μπορεί να μην έχει τα δύο πρώτα, αλλά ήταν, είναι και θα είναι θρίαμβος για το εγώ του κάθε ψευταρά. Και αυτό μου φτάνει… Το παρελθόν μασκαρεμένο σε μέλλον.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!