του Γιάννη Λιώρη*
– Μπαμπάκο, να σε ρωτήσω κάτι;
– Τι είναι πάλι ρε Κολλητήρι;… Άντε λέγε, να δούμε τι σκαρφίστηκες;
– Να… ξέρεις, έχω μπερδευτεί με αυτό που ακούω συνέχεια στην τηλεόραση.
– Ρε, δε σου ‘χω πει εκατό φορές ν’ ανοίγεις μόνο τα βιβλία και όχι το χαζοκούτι; Είσαι που είσαι, άμα ζαβλακωθείς κι άλλο καήκαμε.
– Καλά – καλά… Μπαμπάκο τι είναι Βόρεια Μακεδονία;
– Τουλάχιστον γιατί δε βλέπεις παιδικά και μπερδεύεσαι με πράγματα για μεγάλους;
– Αφού μωρέ μπαμπά από τα χελωνονιντζάκια πέφτει πιο πολύ ξύλο στην εκπομπή της κυρίας Ανακριβοπούλου. Έχει δίπλα της κι έναν κύριο που τον λένε σαν κι εμένα.
– Καλά σάλεψες τελείως, ποιον λένε σαν κι εσένα κι εγώ δεν τονε ξέρω;
– Τον κύριο Κολλητήρι.
– Ποιον Κολλητήρι βρε, άνοιξε τουλάχιστον τ’ αυτιά σου, Σωτήρη τον λένε τον άνθρωπο, όχι Κολλητήρι.
– Αχ ! ησύχασα τώρα, που δεν μου κλέψανε κι εμένα το όνομα.
Ξέρεις, η κυρία Ανακριβοπούλου λέει ότι άλλο είναι το Βόρεια Μακεδονία και άλλο το Μακεδονία σκέτο κι επειδή εγώ αυτό δεν το καταλαβαίνω φοβήθηκα πως υπάρχει κι άλλο Κολλητήρι κι αν υπάρχει κι άλλο Κολλητήρι τότε σκέφτηκα ποιος είμαι εγώ…, σκέφτηκα. Κατάλαβες τώρα;
– Αυτό που κατάλαβα εγώ είναι ότι όλα στο μυαλό σου έχουνε γίνει μια σούπα, να σαν μια φασουλάδα που βράζει στο τσουκάλι. Ωχ, Παναγίτσα μου τι τη θυμήθηκα τώρα τη φασουλάδα και παίζει ταμπούρλο η κοιλιά μου;
– Μπαμπάκο ποιες φασούλες κάνουν την καλύτερη φασουλάδα;
– Θέλει και ρώτημα, οι φασούλες των Πρεσπών.
– Α, γεια σου, αυτό λέω κι εγώ, αυτό λέει και η κυρία Ανακριβοπούλου που όλη την ώρα μιλάει για Πρέσπες και δείχνει κάτι μεγάλα τραπέζια δίπλα σε μια λίμνη, με άσπρα τραπεζομάντιλα που κάποιοι καλοντυμένοι κύριοι μάλλον πήγανε να φάνε φασουλάδα. Και μάλιστα για να μη λες ότι δεν καταλαβαίνω εκεί ήτανε κι ένας δημοσιοαγράφος που του τρέχανε τα σάλια με ένα μικρόφωνο και έλεγε πώς τρώγανε όλοι αυτοί τη φασουλάδα τους και από κάτω μάλιστα έγραφε και το όνομα αυτουνού: Φασουλάς, τον ελέγανε.
Τώρα θα μου πεις τι είναι Βόρεια Μακεδονία;
– Ώρες, ώρες, απορώ τι δεν καταλαβαίνεις, το λέει η λέξη, Βόρεια Μακεδονία είναι μια γειτονική μας χώρα που είναι πιο Βόρεια από τη Μακεδονία.
– Δηλαδή μπαμπάκο μια χώρα που είναι νότια από τη Μακεδονία είναι η χώρα Νότια Μακεδονία και μια χώρα που είναι ανατολικά από τη Μακεδονία είναι μια χώρα που είναι Ανατολική Μακεδονία και μια χώρα που είναι δυτικά από τη Μακεδονία είναι Δυτική Μακεδονία;
– Βρε τσάμπα σε στέλνω σχολείο; Ντιπ δε σκαμπάζεις; Βρε νότια από τη Μακεδονία είναι το Καρπενήσι και ανατολικά η Δυτική Θράκη και δυτικά η Νότια Ήπειρος
– Α! καλά μπαμπάκο ας πούμε πως εσύ τα ξέρεις καλύτερα. Η Βόρεια Ήπειρος πού πήγε;
Τι να σου πω βρε αγεωγράφητε, ούτε αυτό δε σας μάθανε; Η Βόρεια Ήπειρος ανήκει στην Αλβανία
– Α! Εντάξει. Η Βόρεια Μακεδονία σε ποιον είπαμε ότι ανήκει;
– Άκου λοιπόν να ξεστραβωθείς: Πιο παλιά ανήκε σε ένα κράτος που το λέγανε Γιουγκοσλαβία αλλά μετά αυτό διαλύθηκε κι αυτό το κομμάτι έμεινε μόνο του και το ονομάσανε Βόρεια Μακεδονία, κατάλαβες τώρα;
– Κατάλαβα, αλλά γιατί δεν το ονομάσανε Νότια Γιουγκοσλαβία;
-Βρε στουρνάρι αφού…, αφού τώρα δεν υπάρχει Γιουγκοσλαβία πώς θα το λέγανε Νότια κάποιου που δεν υπάρχει;
– Τι θυμώνεις καλέ μπαμπάκο μπορούσανε να το πούνε Νότια του πουθενά αλλά για να μη φωνάζεις πάλι να το λέγανε ΝΟ.ΒΟ.ΠΟ.
– Τι λες ρε, σιγά να μην το λέγανε και νοβοπάν, αλλά τι θα πει ΝΟ.ΒΟ.ΠΟ.;
– ΝΟ.ΒΟ.ΠΟ. θα πει Νότια του Βόρειου Πόλου, να τι θα πει. Πάντως να σου πω κάτι μπαμπάκο, εμείς εδώ στη χώρα μας θα πρέπει να χτίσουμε ένα τείχος σαν κι αυτό που φτιάχνει ο κύριος Τραμπ για να χτίσει τους Μεξικάνους.
– Τι λες πάλι βρε αχαΐρευτε; Πού τα’ ακούς αυτά τα φασιστικά; Ποιος τα βάζει στο κλούβιο σου κεφάλι;
– Σταμάτα καλέ να με βρίζεις, αφού ό,τι είναι Βόρεια δε μας χρειάζεται, γιατί να μη χτίσουμε ένα τείχος να ξεμπερδεύουμε μια και καλή;
– Τι εννοείς τώρα μ’ αυτό το καινούργιο, για κάντο μου λιανά.
– Εννοώ ότι τη Βόρεια Μακεδονία δεν τη θέλουμε, τη Βόρεια Ήπειρο δεν τη θέλαμε, τη Βόρεια Κύπρο δεν τη θέλαμε, ε, ας κρατήσουμε μόνο ό,τι είναι Νότια να ησυχάσουμε. Να είμαστε κράτος χωρίς καθόλου Βόρεια, αυτό λέω εγώ.
– Λοιπόν Κολλητήρι κάθε συνεννόηση μαζί σου μπουζούκι, αυτό λέω εγώ.
– Ε, αυτό το λέει και η κυρία Ανακριβοπούλου για όλο τον κόσμο που δεν καταλαβαίνει τον κύριο Αλέξη και κάνει συλλαλητήρια, αλλά να σε ρωτήσω και κάτι πράγματα ακόμα μπαμπάκο που τα εξηγείς τόσο ωραία;
Γιατί παλιά ο κύριος Αλέξης δεν ήθελε τα μνημόνια και τώρα τα θέλει, και ο κύριος Κυριάκος ήθελε τη Βόρεια Μακεδονία και τώρα δεν τη θέλει και ο κύριος χοντρός που ντύνεται ναύτης και φαντάρος παλιά ήθελε τον κύριο Αλέξη και τώρα ούτε που να τον φτύσει και ο κύριος τρελός με τα γυαλιά ήθελε τα μνημόνια αλλά δε θέλει τη Βόρεια Μακεδονία και η ξανθιά Βεζυροπούλα ήθελε και τα μνημόνια και τη Βόρεια Μακεδονία αλλά τώρα θέλει μόνο τα μνημόνια και ο κύριος Ποτάμης θέλει και τα μνημόνια και τη Βόρεια Μακεδονία;
Ε, γιατί;
– Βρε απαίδευτε γι’ αυτό έχουμε τη δημοκρατία για να έχει ο καθένας όποια γνώμη θέλει και να την αλλάζει με το αζημίωτο όποτε θέλει και να βγαίνει με όποιο κόμμα θέλει και μετά να πηγαίνει σε όποιο κόμμα τον χρειάζεται και να κάνει για τέσσερα χρόνια ό,τι θέλει αρκεί βέβαια να μαζέψει και άλλους 150 για να κάνουν αυτό που τους λένε να κάνουν γιατί είναι αυτό που θέλουν.
Γιατί αυτό είναι Δημοκρατία!
– Καλά τώρα κατάλαβα και δε θα σε ξανανευριάσω, αλλά να σε ρωτήσω και κάτι άσχετο που δεν το ξέρω και πολύ το σκέφτομαι;
Εμείς την παράστασή μας ο Μεγαλέξανδρος και το καταραμένο φίδι θα την ξαναπαίξουμε ή έχει απαγορευτεί;
– Κολλητήρι αυτή τη φορά θα σε βαρέσω. Γιατί να μην παίξουμε την παράστασή μας; Το Άρθρο 23, παράγραφος 6, σημείωση 1 της φασουλάδας των Πρεσπών το λέει πεντακάθαρα, τον Μεγαλέξανδρο τον παραχώρησαν σε μας, άρα πού είναι το πρόβλημα;
– Το πρόβλημα μπαμπάκο είναι ότι όλοι αυτοί το ζέσταναν το Φίδι και τώρα να δούμε αν ο Μεγαλέξανδρος μπορεί να το ξανασκοτώσει.
* Ο Γιάννης Λιώρης είναι φιλόλογος–συγγραφέας