Η «Λουκουμόσκονη» της Τέσης Παπαθανασίου που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Κύφαντα είναι ένα συναρπαστικό αστυνομικό μυθιστόρημα γεμάτο ανατροπές που διαδραματίζεται κυρίως στη Σύρο, όπως ίσως «προδίδει» και ο τίτλος του.
Κεντρικός πρωταγωνιστής ο καπετάνιος Ανδρέας Αναγνώστου που αναζητά τις απαντήσεις θέλοντας να προστατεύσει τη γυναίκα που αγαπά, καθώς αυτός που δολοφονείται στην αρχή του μυθιστορήματος είναι ο βίαιος και άστατος σύζυγός της, που εμπλέκεται και σε ύποπτες δοσοληψίες…
Ο Ανδρέας θα φτάσει μέχρι το Ντουμπάι ερευνώντας την υπόθεση καθώς υποψίες υπάρχουν και εναντίον του.
Πάνω από την ιστορία πέφτει και η σκιά της «Μεγάλης Χίμαιρας» του Καραγάτση. Μπορεί άραγε ένα βιβλίο να επηρεάσει τόσο τις ζωές κάποιων ανθρώπων έστω και έμμεσα;
Το γλυκό σύννεφο της λουκουμόσκονης μπορεί να σκεπάζει ακόμη και εγκλήματα;
Συνέντευξη στον Κώστα Στοφόρο
Πώς προέκυψε ο τίτλος «λουκουμόσκονη»;
Ο τίτλος ήταν σαν να ξεπήδησε μόνος του από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου, δεν μου άφησε περιθώρια να σκεφτώ και πολύ. Η Λουκουμόσκονη σκόρπισε στον αέρα μέσα από την ιστορία, έχοντας διπλή σημασία. Κυριολεκτική αφού το θύμα και η οικογένειά του διατηρούν την επιχείρηση παραγωγής λουκουμιών στο νησί, και αλληγορική καθώς ένα από τα θέματα που μας απασχολούν είναι το λαθρεμπόριο ναρκωτικών. Θα μπορούσα να πω ότι υπάρχει και μια τρίτη υπόσταση, συναισθηματική, με την έννοια του παιχνιδιού που παίζει με τα λουκούμια η μικρή Δανάη, η κόρη του θύματος. Η λέξη Λουκουμόσκονη μου άρεσε πάρα πολύ από την αρχή και την ήθελα οπωσδήποτε στον τίτλο. Η μόνη στιγμή που ανησύχησα λίγο ήταν όταν ήρθε η ώρα να φτιάξουμε το εξώφυλλο. Εκεί κατάλαβα ότι με μια λάθος επιλογή μπορεί να μη φανεί το βιβλίο ως αστυνομικό. Ευτυχώς όμως ήρθε αυτό το υπέροχο εξώφυλλο, και ευχαριστώ πολύ τις εκδόσεις Κύφαντα γι’ αυτό, που του έδωσε τη σωστή διάσταση.
Γιατί διαλέξατε τη Σύρο ως τον τόπο όπου διαδραματίζεται η ιστορία σας;
Η Σύρος είναι πολυαγαπημένο νησί και πραγματικά δεν θα μπορούσα να ζητήσω καλύτερο σκηνικό για την ιστορία μου. Ο πρωταγωνιστής μας είναι Συριανός ναυτικός που βρίσκεται ύποπτος δολοφονίας και υποκινούμενος από έναν μεγάλο έρωτα κάνει τα πάντα για να διαλευκάνει την υπόθεση. Η ατμόσφαιρα του νησιού έχει μια μαγεία που την εισπνέεις στον αέρα. Την επισκέφτηκα πολλά χρόνια πριν, μα αμέσως με τύλιξε με τέτοια θέρμη που θα την κουβαλώ μέσα μου για πάντα. Με συναρπάζει η πολυπολιτισμικότητά της και η κουλτούρα που είναι διάχυτη στο νησί. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι μας έχει δώσει τόσους ξεχωριστούς καλλιτέχνες. Με συγκινούν η ιδιαίτερη αρχιτεκτονική και η αμφιθεατρική δόμηση της Ερμούπολης. Υπάρχουν κτίρια-αριστουργήματα όπως το Δημαρχείο, το θέατρο Απόλλων, πολλά από τα αρχοντικά της, ακόμα και το νεκροταφείο είναι ένα κομψοτέχνημα. Η Σύρος είναι ένα πετράδι που στέκεται στη μέση των Κυκλάδων ξεφεύγοντας από το άσπρο-μπλε του Αιγαίου, καθώς μέσα από το πρίσμα του ιριδίζει η ώχρα σε όλες τις αποχρώσεις της. Οι μαγευτικές της εικόνες, που προσπάθησα να αποδώσω όσο πιο ζωντανά μπορούσα, σε συνδυασμό με τη γρήγορη δράση βοήθησαν να δημιουργηθεί μια κινηματογραφική πλοκή. Ο αναγνώστης θα κυνηγήσει τους ενόχους στα στενά της Ερμούπολης και στην παραλία του Γαλησσά, θα γευτεί τα λουκούμια και θα χορτάσει τη θάλασσα. Όταν διαβάζω ένα βιβλίο θέλω να με παρασύρει και να με ταξιδεύει. Αυτή είναι και μία από τις βασικές επιδιώξεις μου στη γραφή. Χαίρομαι απερίγραπτα που συχνά όταν τελειώνει κάποιος το βιβλίο μου ακούω να λέει «τώρα θέλω να πάω στη Σύρο».
Μέσα από την προσπάθεια να ανακαλύψουμε τον ένοχο, το κίνητρο και τον τρόπο δράσης, ο συγγραφέας σχεδόν αλληλεπιδρά με τον αναγνώστη
Σχετίζεται η επιλογή σας και με τη «Μεγάλη Χίμαιρα» για την οποία υπάρχουν αρκετές αναφορές;
Όταν ξεκίνησα να γράφω για τη Σύρο, ο Καραγάτσης τρύπωσε στο μυαλό μου και δεν έλεγε να φύγει. Ήταν αδύνατον να μην τον αναφέρω, του έχω ιδιαίτερη αδυναμία, οπότε έβαλα αυτό το στοιχείο μου και στην πρωταγωνίστρια. Η «Μεγάλη Χίμαιρα» εμφανίζεται μέσω μιας εμμονής της Αντιγόνης με το αριστούργημα του Καραγάτση, και ενός παραλληλισμού που κάνει με τις ζωές των ηρώων. Η ίδια επισκέπτεται το εγκαταλελειμμένο Κοκκινόσπιτο στο Πισκοπιό, που λέγεται ότι ήταν το πραγματικό σπίτι της οικογένειας από την οποία εμπνεύστηκε την ιστορία του ο Καραγάτσης και ο αστικός μύθος το θέλει στοιχειωμένο. Εκεί πηγαίνει για να σκεφτεί όταν είναι προβληματισμένη, ο χώρος την ηρεμεί. Ακόμα και το όνομα που διάλεξα για την οικογένεια, λίγο διαφέρει από αυτό των πρωταγωνιστών στη «Χίμαιρα». Η «Μεγάλη Χίμαιρα» είναι ένα βιβλίο που είχα διαβάσει μικρή και χαράχτηκε βαθιά μέσα μου. Θυμάμαι ακόμα τη δυνατή του ιστορία που θύμιζε αρχαία τραγωδία, τους χαρακτήρες που έχω κυριολεκτικά ολοζώντανους στη μνήμη μου, τον έντονο λυρισμό, την αντιστοίχιση της διάθεσης των ανθρώπων με τις διαθέσεις της φύσης, τις ναυτικές αναφορές, το παιχνίδισμα στο τέλος του βιβλίου που με είχε εντυπωσιάσει, και την απέραντη θάλασσα. Νομίζω μέσα μου η Σύρος θα είναι πάντα συνυφασμένη με τη «Χίμαιρα».
Τι είναι αυτό που σας τράβηξε στο αστυνομικό μυθιστόρημα;
Το αστυνομικό ήταν για μένα φυσική κατάληξη. Είναι στις αναγνωστικές μου προτιμήσεις, μου είναι οικείο, μου αρέσει η ατμόσφαιρα μυστηρίου που το διακατέχει, η αγωνία, η συλλογιστική που ακολουθείται για την εξιχνίαση του εγκλήματος και η τελική ή όχι απόδοση της δικαιοσύνης. Συγχρόνως όμως πιστεύω πως η αστυνομική λογοτεχνία αποτελεί έναν κοινωνικό δείκτη, μπορεί δηλαδή κάποιος να βγάλει πολλά συμπεράσματα για τους ανθρώπους και την εποχή τους, ακόμα και για έναν ολόκληρο λαό, μέσα από αυτήν. Το αστυνομικό μυθιστόρημα έχει μία δυναμική προϋπόθεση, το έγκλημα. Μέσα από την προσπάθεια να ανακαλύψουμε τον ένοχο, το κίνητρο και τον τρόπο δράσης, ο συγγραφέας σχεδόν αλληλεπιδρά με τον αναγνώστη. Αυτό το θεωρώ μεγάλο προνόμιο. Ένα δεύτερο πλεονέκτημα είναι ότι επειδή κάθε έγκλημα έχει τις ρίζες του σε ένα ή περισσότερα κοινωνικά προβλήματα ο συγγραφέας έχει αυτόματα τη δυνατότητα να τα καταδείξει. Η βασικότερη επιδίωξή μου, λοιπόν, είναι να θίξω τα γεγονότα που με απασχολούν έτσι ώστε ο αναγνώστης να προβληματιστεί.
Πιστεύετε πως υπάρχει πραγματική άνθηση του είδους στην Ελλάδα και για ποιους λόγους συμβαίνει αυτό;
Το αστυνομικό τα τελευταία χρόνια νομίζω έχει γίνει της μόδας. Υπάρχει μία στροφή των αναγνωστών προς αυτό παγκοσμίως, έχουν μάλιστα δημιουργηθεί και διαφορετικές σχολές. Κάπου διάβασα ότι αυτό συμβαίνει γιατί οι άνθρωποι στη σύγχρονη κοινωνία είναι πολύ θυμωμένοι. Θα μπορούσε να είναι μία κάποια εξήγηση, αν το αναλύαμε. Νομίζω όμως ότι συμβάλλει η περίοδος κρίσης που διανύουμε, από οικονομική μέχρι κρίση αξιών, όπου ο κόσμος έχει ανάγκη από κάπου να πιαστεί. Μία μερίδα λοιπόν είναι φυσικό να αναζητήσει καταφύγιο στη λογοτεχνία, ως τη μόνη ελπίδα να δει τα προβλήματα να λύνονται, τις δομές της κοινωνίας να λειτουργούν και τελικά να αποδίδεται η όποια δικαιοσύνη. Τοποθετημένα όμως όχι σε ουτοπικό, αλλά σε πραγματικό πλαίσιο. Μια άλλη μερίδα, αντίθετα, μπορεί να ψάχνει επιβεβαίωση για τη φθορά και την παρακμή που υπάρχει. Κάθε εποχή έχει και τους ήρωές της.
INFO
Την Κυριακή 21 Μαρτίου στις 6 το απόγευμα η Τέση Παπαθανασίου θα είναι μεταξύ των «ξεναγών» που θα μας ταξιδέψουν στη Σύρο σε έναν διαδικτυακό περίπατο που οργανώνει το Μουσείο Σχολικής Ζωής και Εκπαίδευσης.