Σκέψεις με αφορμή το πρόσφατο άρθρο Να αφήσουμε την αριστερή μελαγχολία (Κώστας Δουζίνας, Αυγή 09/12/2012)

Στην Ψυχανάλυση, η μελαγχολία είναι η προσκόλληση του ψυχισμού του ατόμου σε ένα αντικείμενο (πρόσωπο ή άλλο) που δεν υπάρχει πια. Δεν πρέπει να συγχέεται με το πένθος που είναι φυσικό επακόλουθο της απώλειας και μάλιστα αναγκαίο για τη «μετάβαση» στην επόμενη φάση, η οποία είναι η συναισθηματική επένδυση σε νέο αντικείμενο.
Αν σας φαίνονται πολύ μπερδεμένα όλα αυτά, ας τα κάνουμε συγκεκριμένα στη δικιά μας περίπτωση. Τον προηγούμενο αιώνα η Αριστερά έχασε, μέσα από διάφορες διαδικασίες, συγκρούσεις σε πραγματικό και σε ιδεολογικό επίπεδο, πάντως, έχασε. Ακολούθησε σπαραγμός: να μην μπορεί να πει κανείς τη λέξη κομμουνισμός, να έχει τελειώσει η ιστορία, να διαλύονται τα κόμματα της Αριστεράς, να ξεπουλιούνται και λοιπά και λοιπά.
Αφενός με τις ερμηνείες – ψυχαναλυτικές (και μη)- για την κατάσταση μας και αφετέρου με τις απειλές, είναι κοινός παρονομαστής ότι αν δεν ανταποκριθούμε θα μας ξεράσει η ιστορία, θα συνθλιβούμε και ενδεχομένως να βρεθούμε υπό νεοναζιστικά καθεστώτα. Ακριβώς, όπως οι αυτοκαταστροφικοί ασθενείς προσπαθούν να κάνουν κάτι αυτο-σαμποταριζόμενοι και μετά βυθίζονται βαθύτερα στη μελαγχολία επειδή απέτυχαν. Παρ’ όλο που πιστεύω πως η ερμηνευτική δύναμη της ψυχανάλυσης δεν είναι τόσο μεγάλη σε κοινωνικό επίπεδο όσο σε ατομικό, ας κάνουμε έναν παραλληλισμό. Στη θεραπεία από τη μελαγχολία, η λύση έρχεται όταν αναδυθεί στην επιφάνεια η ασυνείδητη εσωτερική σύγκρουση. Ο βαθύτερος λόγος, δηλαδή, για τον οποίο το άτομο προσκολλάται στο χαμένο αντικείμενο. Ο λόγος είναι, συνήθως, ότι το άτομο ταυτιζόταν με αυτό το αντικείμενο, άρα αν το αφήσει θα χαθεί και το ίδιο. Συγκρούεται λοιπόν η ταύτιση με το παλιό-χαμένο αντικείμενο με τη νέα πραγματικότητα.
Κατά συνέπεια, η Αριστερά ταυτίζει τον εαυτό της με την παλιά Αριστερά και δεν μπορεί να επενδύσει στη νέα κατάσταση. Στην περίπτωση μας, ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι ένα ενιαίο πράγμα: έχει τη βάση του, που κατά κοινή ομολογία έχει τη θέληση και σε ένα μεγάλο βαθμό αποτελείται από καινούργιο κόσμο, και έχει και τους μηχανισμούς που φέρουν τις παλιές αντιλήψεις. Ας πούμε, ότι αυτά ισχύουν σε γενικές γραμμές, αναγνωρίζοντας ότι δεν είναι ολόκληρη η βάση του ΣΥΡΙΖΑ πρωτοπορία των κινημάτων των 2 τελευταίων χρόνων, ούτε όλη η ηγεσία με αντιλήψεις των δεκαετιών ’80-’90.
Στη θεραπεία, η κρίση είναι ευκαιρία γιατί βγάζει τις συγκρούσεις στη φόρα. Αν υποθέσουμε ότι ώς εδώ, έχουμε περιγράψει την πραγματικότητα καλά, τότε η πρόβλεψη είναι ότι επίκειται σύγκρουση. Τα 25.000 νέα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ δεν έγιναν μέλη για να χάσκουν μπροστά σε ηγεσίες που παίζουν παιχνίδια. Και επίσης, δεν είναι η μελαγχολική Αριστερά. (Ειλικρινά, με εκνευρίζει η διαρκής υποτίμηση). Δεν θα κάτσουν να κοιτάνε τον ΣΥΡΙΖΑ να το πάει δεξιά, όπως και δεν πείθονται ότι οι πολύ αριστερές θέσεις στα χαρτιά διασφαλίζουν τη ριζοσπαστικότητα του εγχειρήματος στην πράξη.
Οπότε, αν ήμουν στη θέση κάποιου που φαντάζεται απλή διαχείριση της κατάστασης μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία ή υιοθέτηση 60 θέσεων a priori θεωρημένων από τις παλιές καραβάνες του ριζοσπαστισμού ή οτιδήποτε άλλο που, τελοσπάντων, δεν είναι στη θέληση των μελών του και του κόσμου που ελπίζει σε αυτόν, θα φοβόμουν πολύ τους 25.000 ανθρώπους αυτούς, γιατί απλούστατα δεν είναι διαχειρίσιμοι.
Επειδή, όμως, η ερμηνευτική δύναμη της ψυχανάλυσης δεν είναι τόσο μεγάλη σε κοινωνικό επίπεδο όσο σε ατομικό, υπάρχει και μια σειρά από άλλους παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν αυτή την κατάσταση. Πάντως, πιστεύω ότι αν θέλουμε να διασφαλίσουμε τη ριζοσπαστικότητα του εγχειρήματος, πρέπει να δουλέψουμε με λύσσα για να είναι οι οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ μαζικές, μαχητικές, απαιτητικές προς την ηγεσία, αυτόνομες στη σκέψη, ενωτικές στη λειτουργία και όλο και πιο απειλητικές απέναντι στην αριστερή μελαγχολία.

Δανάη Κοκορίκου

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!