Της Αριάδνης Αλαβάνου
Διαβάζω με ενδιαφέρον το άρθρο του Α. Μπαλτά στην Αυγή (3/10) περί ανόδου και πτώσης του «φαινομένου Αλαβάνου». Σαν την άνοδο και την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας – και διεκδίκηση δαφνών επιστημονικών, δίκην νέου Γίββωνος.
Όμως, ο Α. Μπαλτάς ξεχνά αυτό ακριβώς το τελευταίο, το επιστημονικό, το οποίο θα όφειλε, ως καθηγητής που είναι, να θυμάται και να προτάσσει. Επιστημονικό υπό την έννοια ότι ο παρατηρητής, έχοντας πάντα κατά νου ότι δεν είναι ποτέ «αντικειμενικός», φροντίζει να παίρνει όλα τα μέτρα ώστε να μειώνει τη δεδομένη υποκειμενικότητά του. Και ένα μέτρο είναι το να δηλώνει ότι είναι φορέας προκαταλήψεων και να προειδοποιεί το αναγνωστικό του κοινό ότι πρέπει να τις συνυπολογίζει. Πολλώ δε μάλλον που ο Α. Μπαλτάς ανήκει στο κορυφαίο πολιτικό όργανο του Συνασπισμού, εν μέσω προεκλογικής περιόδου, σε μια μάχη πολιτικής επιβίωσης, πράγμα που μειώνει ακόμη περαιτέρω την όποια «αντικειμενική ανάλυση», η οποία επιδέχεται ερμηνείες περί σκοπιμότητας.
Απευθύνει ο Α. Μπαλτάς σωρεία κατηγοριών στον Α. Αλαβάνο -αυτοεξυπηρετούμενος, αντισυλλογικός, εκμεταλλευτής του ονόματός του, εκβιαστής της συναίνεσης της υποψηφιότητάς του στις εκλογές του 2004, τελών εν πολιτική συγχύσει. Απορία: αυτόν τον ηγέτη υποστήριζε αδιαμαρτύρητα προ της «πτώσης» από τον Παράδεισο; (Διότι αυτό το ρόλο του αποδίδει του Εωσφόρου.) Ισχυρίζεται επίσης ότι αναδείχθηκε στην ηγεσία του ΣΥΝ κατόπιν εκβιασμών και πειθαναγκασμών που άσκησαν «κάποιοι». Απορία δεύτερη: μιλά για τον Συνασπισμό ή για κάποια σικελική μαφία; Μιλά για συντρόφους του ή για πολιτικούς προαγωγούς;
Αν ο ΣΥΝ είναι τέτοιο κόμμα και αν ο Α. Μπαλτάς ήταν συνεπής με τον εαυτό του, θα έπρεπε να έχει παραιτηθεί προ καιρού, για να έχει το ηθικό ανάστημα να μιλά. Αντιστρόφως, αν όντως ισχύουν όλα αυτά, ο Α. Αλαβάνος πολύ καλώς έπραξε όπως έχει πράξει μέχρι τώρα. Καλώς δεν έθεσε στις συμπληγάδες αυτού του κομματικού μηχανισμού τις πολιτικές πρωτοβουλίες για τη διαμόρφωση της Ριζοσπαστικής Αριστεράς ως αντικαπιταλιστικής και μαχητικής, καλώς επιχείρησε να αναβαπτιστεί ο ΣΥΝ μέσα στη δοκιμασία ενός δημοκρατικά ανασυγκροτημένου ΣΥΡΙΖΑ, καλώς δεν πήρε την ευθύνη μιας αλλοπρόσαλλης και απολίτικης εκλογικής τακτικής προς τις ευρωεκλογές, καλώς αποστασιοποιήθηκε στις κοινοβουλευτικές εκλογές, καλώς αμφισβήτησε τη «λατρεία του κόμματος» και μιας ψευδεπίγραφης συλλογικότητας, καλώς πήρε την πρωτοβουλία να θέσει το πολιτικό πλαίσιο κατά την έναρξη της κρίσης χρέους, καλώς προχώρησε με άλλες δυνάμεις στη συγκρότηση του Μετώπου…
Οι εφορμήσεις στο χώρο της πολιτικής κοινωνιολογίας, τις οποίες επιχειρεί ο Α. Μπαλτάς για να εξηγήσει το «φαινόμενο», δεν θα μπορούσαν να είναι λιγότερο πειστικές. Αν ο οποιοσδήποτε πολιτικός ηγέτης της Αριστεράς μπορεί να χειρίζεται κατά το δοκούν το «πολιτικό κεφάλαιο» που του παρέχει η δημοσιότητα και το αξίωμά του και αν αυτό γινόταν στον ΣΥΝ, υποθέτουμε όχι μόνο, ούτε κυρίως, επί ηγεσίας Αλαβάνου και όχι μόνο από τον πρόεδρο, αλλά από ποικίλους παράγοντες, (είναι δε αξιοσημείωτο το ότι ο Α.Μ. δεν έχει το θάρρος ή την ειλικρίνεια να τους κατονομάσει), θα έπρεπε ο Α. Μπαλτάς να ήταν ο πρώτος που θα χαιρέτιζε την αποστασιοποίηση του Α. Αλαβάνου, που θα σήκωνε κι αυτός «κόκκινη κάρτα» και θα δήλωνε απλό μέλος ΣΥΡΙΖΑ και δεν θα νομιμοποιούσε τις τακτικές που ακολούθησε η ηγετική ομάδα έναντι του «φαινομένου». Χειραγώγηση των ΜΜΕ, κατευθυνόμενες συκοφαντικές διαρροές, ένα είδος πογκρόμ σε όσους δεν πείθονται ότι πρέπει να εξοβελιστεί και μια μορφή πολιτικής δίωξης για τον ίδιο τον Α. Αλαβάνο, για να μην αναφερθούμε σε διοχετευόμενα υβρεολόγια.
Τα ειρωνικά περί «απελευθέρωσης της Αττικής από τον ξένο ζυγό» -όταν αναφέρεται στο ψηφοδέλτιο του Μετώπου- δεν μπορούν να καλύψουν την επιδίωξη, διά της καρικατούρας μιας πολιτικής, να κρυφτεί η απουσία πολιτικής. Δεν ενοχλείται ο κ. καθηγητής που η ηγετική ομάδα στην οποία μετέχει ζει εδώ και πολύ καιρό με πολιτικά δάνεια. Η αμηχανία και η εχθρότητα, έναντι κάθε πολιτικής πρωτοβουλίας του Α. Αλαβάνου και αργότερα του Μετώπου, μετατρεπόταν σε κακή απομίμηση μετά από λίγο διάστημα. Από τη κατάργηση του Συμφώνου Σταθερότητας μέχρι το αίτημα να φύγει η κυβέρνηση και τη διαμόρφωση μιας αριστερής πολιτικής συμμαχιών με τα λαϊκά στρώματα και οπαδούς του κυβερνώντος κόμματος, όλα τα άλεθε ο μύλος, παράγοντας έναν άμορφο χυλό που καταστάλαξε στη συγκρότηση ενός ψηφοδελτίου, το οποίο καταγράφεται στην κοινή γνώμη ως ανήκον στον ευρύτερο κυβερνητικό χώρο. Και ως επί το πλείστον εντάσσεται στη στρατηγική των πολλών παραπλανητικών ψηφοδελτίων ή αυτών που επιδιώκουν να «διορθώσουν» την τρόικα. Αλλά γι’ αυτά δεν μιλά ο κ. καθηγητής. Ούτε μιλά για το πόσο «δημοκρατικά» χειρίστηκε η ηγετική ομάδα στην οποία μετέχει το όλο θέμα, ούτε για πώς διαίρεσε τον ΣΥΡΙΖΑ (και το ίδιο της το κόμμα), ούτε τη μυστική διπλωματία των συνεννοήσεων, των ανταλλαγμάτων κοκ. Και ούτε πρόκειται να μιλήσει — διότι «μη θίγεις τα κακώς κείμενα» ιδίως όταν αφορούν το πρόσωπό σου. Τον απασχολεί, όμως, το να διεμβολίσει το Μέτωπο και να βάλει σφήνα ανάμεσα στον Α. Αλαβάνο και στις δυνάμεις που το έχουν συμπτύξει. Οι οποίες στον κόσμο του κ. Μπαλτά είναι ή τυφλές ή ιδιοτελείς. Ή είναι «κουμπούρες» ή «πονηροί». Ως γνωστόν, την ηθική ακεραιότητα και τη χάρη του ανοιχτομάτη τις κατέχουν μόνο ορισμένοι. Ή, αλλιώς, διαίρει και βασίλευε, σε ένα φθηνό επίπεδο, σε μια αγορά πολιτικής που απευθύνεται σε καταναλωτές πολιτικής και όχι σε δρώντα υποκείμενα.
Τέλος, ο Α. Μπαλτάς αφιερώνει το άρθρο στη μνήμη ενός συντρόφου του.
Ο νεκρός δεδικαίωται και μαζί μ’ αυτόν δεδικαίωται και η άποψη του κ. Μπαλτά;
Πώς κρίνεται ηθικά και πολιτικά μια τέτοια ενέργεια;
* Ολόκληρο το άρθρο του Αριστείδη Μπαλτά μπορείτε να το βρείτε στο https://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=570800