Ο ΣΥΡΙΖΑ μας ναυάγησε. Τελικά, δεν ανταποκρίθηκε στις αναγεννημένες από τη στάχτη τους προσδοκίες της Αριστεράς ούτε στις πολύ μικρότερες και πιο προσγειωμένες της κοινωνίας. Δεν μπόρεσε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων ούτε να υπερβεί το πεδίο και τη στάθμη που ορίζονται από τις πολιτικές, τις αντιλήψεις και τα συμφέροντα των αντιπάλων του. Έγινε μια προσπάθεια, σε κάποια σημεία της αξιοζήλευτη και εντυπωσιακή, αλλά στο σύνολό της ανολοκλήρωτη. Ο ΣΥΡΙΖΑ αποδείχτηκε ότι είχε συσσωρεύσει εφόδια για να την ξεκινήσει, είχε πιάσει το νήμα στην άκρη του, αλλά δεν του έφταναν για ένα αγώνα επίπονο, άγνωστο και μακράς διαρκείας. Έμεινε στάσιμος, δεν αναδιοργανώθηκε και δεν αξιοποίησε τις εφεδρείες του. Και, το εξίσου βασικό, υποτίμησε τον αντίπαλο νομίζοντας ότι μπορεί να τον πείσει με επιχειρήματα, ότι μπορεί να προσεταιριστεί μερίδα του, ότι κάποιοι από το εχθρικό στρατόπεδο θα κινηθούν ακόμα και κόντρα στην ιδεολογία και τα συμφέροντά τους. Αυτό δεν λέγεται καν ουτοπία.
Στο εσωτερικό του, λειτούργησε ο αυτόματος πιλότος. Επικράτησε η βολική αντίληψη ότι ο χρόνος δουλεύει υπέρ του. Ότι τα πράγματα πηγαίνουν από μόνα τους κατ’ ευχήν. Που έτσι συνέβαινε για κάποιο διάστημα, αλλά αυτό δεν ήταν εξασφαλισμένο σε βάθος χρόνου. Η θεά της Αριστεράς δεν έφτανε από μόνη της. Έπρεπε και ο ΣΥΡΙΖΑ να κουνήσει τα χέρια του. Η κρισιμότητα, η ταχύτητα, η πυκνότητα των εξελίξεων και οι επιδιωκόμενοι στόχοι ανέβαζαν συνεχώς τον πήχη. Έπρεπε και ο ΣΥΡΙΖΑ να αναπτύσσεται διαρκώς, να βελτιώνεται αδιάκοπα και να κάνει συνεχή ποιοτικά άλματα. Αυτό δεν έγινε. Γι’ αυτό, η ήττα δεν έπεσε από τον ουρανό τον περασμένο Ιούλιο.
Αντί να αποκτήσουμε ένα φορέα σύγχρονο, ευέλικτο, ελκυστικό, μαχητικό και αποτελεσματικό, ανεχόμασταν τη στασιμότητα και τη φθορά. Η έκρηξη εγγραφής νέων μελών, από το 2012, δεν αξιοποιήθηκε. Συνέβη ακριβώς το αντίθετο και οι οργανώσεις μελών ξεφούσκωσαν και υπολειτούργησαν. Χιλιάδες πολίτες που θέλησαν να συμμετέχουν σε μια προσπάθεια αναγέννησης, αποθαρρύνθηκαν και το πιο απαραίτητο και ζωοποιό στοιχείο της κοινωνίας, άνευ του οποίου δεν, η νεολαία, δεν εντάχθηκε μαζικά στις οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Έδωσε την ψήφο της, αλλά δεν βρήκε καθόλου φιλόξενο και δημιουργικό το μοντέλο που επικρατούσε και επιβαλλόταν από τους υπαρκτούς μηχανισμούς που διαφέντευαν τον ΣΥΡΙΖΑ. Όλος ο τρόπος σκέψης και λειτουργίας του απέπνεε τη βαριά οσμή του παλιού, του ξεπερασμένου. Από τα γραφεία της Κουμουνδούρου που σαν περιβάλλον δεν διέφεραν και πολύ από την εφορία της Νέας Ιωνίας μέχρι τον τρόπο έκφρασης του πολιτικού λόγου, γραπτού και προφορικού, τηλεοπτικού και ηλεκτρονικού, από τους εκπροσώπους της Αριστεράς, βουλευτές, δημοσιογράφους και κομματικά στελέχη.
Το χειρότερο απ’ όλα ήταν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τα πήγε ποτέ καλά με τη δημοκρατία. Υποτάχθηκε στην κακή παράδοση της Αριστεράς, σε μια φραστική δημοκρατία που δεν έχει καμία ουσιαστική σχέση με την πραγματική δημοκρατία. Μία δημοκρατία που όσο περισσότερο την επικαλούνταν τα στελέχη του τόσο λιγότερο ίσχυε στην πράξη. Εάν, όμως, αυτό το καθεστώς ήταν εμπεδωμένο στον Συνασπισμό, ήταν εντελώς ακατάλληλο για να λειτουργήσει εποικοδομητικά ο νέος φορέας στη βάση της συνένωσης πολλών δυνάμεων διαφορετικής προέλευσης και με τη συμμετοχή ενεργών πολιτών, για πολλά χρόνια ανένταχτων, που δεν ήταν διατεθειμένοι να υπαχθούν σε ένα καθεστώς εικονικής δημοκρατίας το οποίο τους καθιστούσε απλούς νεροκουβαλητές της κυρίαρχης άποψης των όποιων κέντρων εξουσίας.
Προς τα πίσω
Εν ολίγοις, ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε να γίνει ένα πρότυπο αριστερό κόμμα. Κάποιες φωνές και κάποιες απόπειρες έμειναν μετέωρες. Αντιθέτως, όλος ο παλιός μηχανισμός, όλη η δομή του παλιού Συνασπισμού, του με το ζόρι 3%, επιβλήθηκε στο νέο φορέα και εμπόδισε τη μετεξέλιξή του. Όμως, και οι συνιστώσες, που έβαλαν πολύ νερό στο κρασί τους για να συμπλεύσουν, σταδιακά προσκολλήθηκαν στις κύριες «τάσεις» χάνοντας τον ισότιμο ρόλο τους. Κι αυτό θα ήταν θετικό εάν οδηγούσε στον ΣΥΡΙΖΑ των μελών. Αντιθέτως επέσπευσε τη συσπείρωση όλων σε δύο μπλοκ, το «προεδρικό» και της Αριστερής Πλατφόρμας. Ουσιαστικά, ο ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών εξελίχθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ των μπλοκ. Και ο ΣΥΡΙΖΑ των μελών έμεινε ως απλή ανεκπλήρωτη εξαγγελία.
Ο ίδιος ο πρόεδρος ζήτησε τη διάλυση των συνιστωσών στο τελευταίο συνέδριο, αλλά όχι και των τάσεων που προέρχονταν από τον Συνασπισμό. Ο ΣΥΡΙΖΑ μεταλλασσόταν σε Συνασπισμό επιδιώκοντας και την βίαιη αφομοίωση των συνιστωσών που τον είχαν συνιδρύσει. Πήγαινε πίσω αντί να πάει μπροστά σε κάτι καινούργιο. Και στη βάση αυτή, οι παλιές ομαδοποιήσεις, ενισχυμένες από τις συνιστώσες, διαμόρφωναν την κομματική ανακατανομή της εξουσίας με αντιλήψεις και μέσα κάθε άλλο παρά δημοκρατικά. Έτσι, η εσωτερική γραφειοκρατία κυριάρχησε πλήρως, αλά παλαιά. Σε άλλα σημειώματα, έχω αναφερθεί στους μηχανισμούς εκλογής των μελών της Κεντρικής Επιτροπής, με λίστες, εκλογικά μέτρα, ποσοστώσεις και άλλα εφευρήματα με τα οποία όχι μόνο συντηρούνταν οι συσχετισμοί μεταξύ των μπλοκ, αλλά αποκλείονταν «νόμιμα» οι εκτός «τάσεων» και οι ανένταχτοι, εμποδίζοντας κάθε ανανέωση για να μην διαταραχτεί το κατεστημένο. Κάθε «τάση» και «υπο-τάση» είχε αποκτήσει μέσα στα χρόνια τους εκλογομάγειρές της, που είναι γνωστοί στα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής. Κι αυτή η κατάσταση απλώνεται μέσα στον κομματικό μηχανισμό καθορίζοντας σε μεγάλο βαθμό με αδιαφανή τρόπο τις εκλογές στις νομαρχιακές επιτροπές και σε άλλα όργανα του κόμματος, φτάνοντας μέχρι τις πιο χαλαρά συγκροτημένες οργανώσεις μελών.
Κι αυτή δεν είναι η μόνη αδιαφανής πτυχή του ΣΥΡΙΖΑ. Για παράδειγμα, κανένας, απλό μέλος ή στέλεχος, δεν γνωρίζει, πέρα από μια πολύ μικρή ομάδα στην κορυφή, πόσα και ποια είναι τα επαγγελματικά μέλη του κόμματος. Αυτοί, δηλαδή, που, πέρα από τους διοικητικούς υπαλλήλους, πληρώνονται για να κάνουν πολιτική δουλειά δίπλα στα μέλη του κόμματος που πληρώνουν από την τσέπη τους για να κάνουν πολιτική δουλειά. Πώς επιλέγονται, πόσα χρήματα παίρνουν, τι δουλειά κάνουν και ποιοι απ’ αυτούς προωθούνται για βουλευτές ενώ συμμετέχουν στην κομματική δουλειά επ’ αμοιβή, είναι άγνωστο. Επίσης, ένα δεύτερο παράδειγμα ασυνέπειας, ανισότητας και αδιαφάνειας, είναι η περίπτωση των βουλευτών που δεν κατέβαλαν, όπως είχαν συμφωνήσει προκαταβολικά και δεσμευτικά, το 20% της βουλευτικής τους αμοιβής στο κόμμα. Ο πρώην γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ είχε καταγγείλει το γεγονός σε συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής, αλλά χωρίς να δώσει ονόματα. Έγινε, μάλιστα, γνωστό ότι αυτή η δυστροπία δεν αποτέλεσε λόγο να εξαιρεθούν οι περί ου από τα ψηφοδέλτια της τελευταίας εκλογικής αναμέτρησης.
Επίσης, δεν έγινε σεβαστός, χωρίς καμία συνέπεια, ο περιορισμός των δύο τηλεοπτικών εμφανίσεων σε κανάλια εθνικής εμβέλειας ανά εβδομάδα για κάθε υποψήφιο. Γεγονός που σε συνδυασμό με την προνομιακή προβολή ορισμένων υποψηφίων από τα κανάλια των εργολάβων, σίγουρα δεν άφηνε ανεπηρέαστο το εκλογικό σώμα, σε βάρος των υποψηφίων που ήταν αποκλεισμένοι επειδή δεν είναι αρεστοί στους ιδιοκτήτες των καναλιών ή δεν προωθήθηκαν από τις «τάσεις». Ένας από τους πυρήνες της κεντρικής εξουσίας, λίγο πριν από τις εκλογές, μου εξομολογήθηκε ότι είχε σίγουρη την εκλογή του έχοντας αλλάξει περιφέρεια (πώς, άραγε;) και έχοντας κάνει 200 εμφανίσεις στην τηλεόραση (επίσης, πώς, άραγε;)! Γεγονός που εύλογα δημιουργεί την υπόνοια ότι το ποιος εκλέγεται και πώς εκλέγεται δεν είναι τόσο αθώο, ούτε απαλλαγμένο κάποιων «βαρών», εσωκομματικών και εξωκομματικών.
Ενός κακού…
Ακόμα και το νέο καταστατικό του ΣΥΡΙΖΑ προσαρμόστηκε στις ανάγκες των στελεχών που κατέχουν θέσεις. Ο προϋπάρχων περιορισμός για μέχρι δύο θητείες των βουλευτών καταστρατηγήθηκε. Το τελευταίο συνέδριο βαφτίστηκε ιδρυτικό, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ιδρυθεί de facto και de jure εδώ και πολλά χρόνια, με ηθελημένη συνέπεια ο υπολογισμός των θητειών να αρχίσει ξανά από το μηδέν! Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι αυτή η τροπολογία είναι φωτογραφική.
Κι αυτό συνδέεται με την έλλειψη κριτικής αποτίμησης και λογοδοσίας που είναι καθεστώς μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Όλοι επιλέγονται και προωθούνται βάση των εσωτερικών συσχετισμών δυνάμεων. Με τις πλάτες που διαθέτουν. Στις περισσότερες απ’ αυτές τις επιλογές δεν υπάρχει ούτε ίχνος αξιοκρατίας. Γι’ αυτό παρατηρείται και το κυρίαρχο φαινόμενο, όλες οι θέσεις να κατέχονται από τα ίδια, κάποιας ηλικίας πλέον, πρόσωπα, που επί δεκαετίες ανακυκλώνονται ελέω μηχανισμού. Ισοβίως.
Οι περισσότερες επιτροπές του ΣΥΡΙΖΑ, που υποτίθεται ότι επεξεργάζονται την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ στους επιμέρους τομείς (πολιτισμού, μέσων μαζικής ενημέρωσης, διασποράς κ.λπ.) φυτοζωούν και σέρνονται. Στο τμήμα πολιτισμού που παρακολουθούσα τις εργασίες του χωρίς να είμαι μέλος του Συνασπισμού ή, αργότερα, του ΣΥΡΙΖΑ, υπεύθυνοι ήταν κατά καιρούς πέντε μέλη της Πολιτικής Γραμματείας, οι οποίοι ποτέ δεν λογοδότησαν σε κανένα για το έργο που (δεν) επιτέλεσαν. Και τα ίδια περίπου συμβαίνουν στα περισσότερα τμήματα από τα οποία έπρεπε να παράγεται γραμμή και να οργανώνονται άτομα και δράσεις. Μόνο στις εκλογές γινόταν μια συρραφή από «θέσεις» για να συμπεριληφθούν στο γενικό πρόγραμμα του κόμματος.
Κι αυτή η έλλειψη κριτικής και λογοδοσίας ισχύει σε όλα τα επίπεδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο οργανωτικός υπεύθυνος του κόμματος, μετά από μία σχεδόν καθολική παραδοχή στην Κεντρική Επιτροπή ότι οι οργανώσεις μελών του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι σε καλή κατάσταση, για να χρησιμοποιήσω την πιο επιεική έκφραση που ακούστηκε από όλες τις μεριές, αναβαθμίστηκε σε Γενικό Γραμματέα του κόμματος. Επίσης, ο κεντρικός υπεύθυνος για το από μέτριο έως κακό αποτέλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της τοπικής αυτοδιοίκησης, αναβαθμίστηκε σε Γενικό Γραμματέα υπουργείου. Ακόμα και το φιάσκο της Καισαριανής, που μέσα από τα χέρια μας χάσαμε τον Δήμο που είχαμε κερδίσει, από ανεπαρκή κινητοποίηση στις επαναληπτικές εκλογές, πέρασε ασχολίαστο, για να μη θιχτούν κάποια στελέχη.
Η πολύ πρόσφατη απόφαση για τη διενέργεια συνεδρίου τον Σεπτέμβριο δεν είναι η πρώτη απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής που δεν εφαρμόζεται, χωρίς αιτιολογία, χωρίς αυτοκριτική, χωρίς συνέπεια. Ούτε η υπογραφή του τρίτου Μνημονίου έλαβε υπόψη της τα μέλη του κόμματος που επί χρόνια πάλευαν για την κατάργησή τους. Ούτε κανείς εξήγησε γιατί τόσοι δεξιοί μπήκαν στην αριστερή κυβέρνηση…
Ευθύνες, οριζοντίως και καθέτως
Όλες αυτές οι αντιλήψεις και οι πρακτικές, και πολλές άλλες, που θέλουν βιβλίο για να εκτεθούν, συνέβαλαν καθοριστικά στη δημιουργία των παρενεργειών που εκτροχίασαν τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο μαρασμός των οργανώσεων μελών, η υποβάθμιση της Κεντρικής Επιτροπής και η υπερσυγκέντρωση της εξουσίας σε μια μικρή ομάδα που αυτονομήθηκε πλήρως και αυτοτοποθετήθηκε υπεράνω κάθε ελέγχου και λογοδοσίας, είναι φαινόμενα αλληλένδετα και αλληλοεξαρτώμενα.
Όταν, μετά το συνέδριο, ρώτησα ένα σύντροφο και φίλο από την «Εποχή», γιατί εσείς που υποστηρίζετε ότι είσθε ευαίσθητοι στα θέματα των δικαιωμάτων και της δημοκρατίας, δεν στηλιτεύετε την καταπάτηση κάθε δημοκρατικής διαδικασίας; απλά κούνησε το κεφάλι του περίλυπα. Κι όταν, στην προτελευταία Κεντρική Επιτροπή, είπα σε στέλεχος και υπουργό ότι πρέπει κάτι να κάνουμε γιατί το κόμμα είναι αδρανές, κατακερματισμένο και έρμαιο των μηχανισμών, η απάντησή του ήταν ότι έτσι ήταν πάντα η Αριστερά και δεν αλλάζει. Και ο πρόεδρος συμφωνούσε για την κακή κατάσταση του κόμματος σε μία συνάντησή μας στο γραφείο του τον περασμένο Νοέμβριο. Οι πολλές μικρές μου προσπάθειες δεν βρήκαν ανταπόκριση ούτε μεταξύ αυτών που είχαν την ίδια άποψη. Όλοι, ακόμα κι αυτοί που το αναγνώριζαν ως πολύ σοβαρό πρόβλημα, συνήθισαν να ζουν με αυτό. Έγραψα άρθρα στο Δρόμο της Αριστεράς, απευθύνθηκα με έντονο τρόπο ατομικά σε πολλά μέλη της Κ.Ε., όλων των τάσεων και συνιστωσών, και από το βήμα των συνεδριάσεων σε όλους, στις λίγες ευκαιρίες που είχα να πάρω το λόγο, ο οποίος δίνεται πάντα σε όσους έχουν εξουσία ή ρόλο σε ώρα που η αίθουσα έχει κόσμο, ακόμα κι όταν η επιλογή των ομιλητών γίνεται με «κλήρωση»!
Ευθύνη έχουν όλοι οι μηχανισμοί και ομάδες εξουσίας, που ανέχτηκαν και στήριξαν αυτή την κατάσταση. Που θεώρησαν τη δημοκρατική λειτουργία εμπόδιο και αντ’ αυτής καλλιέργησαν την «φραξιοκρατία» και τη γραφειοκρατία και όχι την αξιοκρατία, για να διασφαλίσουν την ισοβιότητά τους στην ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ.
Και βέβαια, παρ’ όλες τις διαβαθμίσεις, δεν απαλλάσσονται της ευθύνης ούτε κάποια μέλη του ΣΥΡΙΖΑ που δεν ενοχλούνταν από όλα αυτά ή τα εξωράιζαν. Κι αυτό, σήμερα, το πληρώνουμε πάρα πολύ ακριβά.
Όταν, την άνοιξη, σε μία ανοιχτή εκδήλωση με τη συμμετοχή 150 ατόμων ειπώθηκε από μέλος της Πολιτικής Γραμματείας ότι δεν υπήρξε καμία ουσιαστική προετοιμασία στον ΣΥΡΙΖΑ για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, κάτι που είχε γίνει καραμέλα στο στόμα αρκετών στελεχών, μερικοί πολίτες, μέλη του κόμματος, αποχώρησαν θυμωμένα, λέγοντας ότι τέτοια πράγματα δεν μπορεί να είναι αληθινά και, εν πάση περιπτώσει, δεν πρέπει να λέγονται δημόσια. Αρνούνταν να ξέρουν.
Γι’ αυτό, έχει μεγάλη σημασία, τώρα, που στραπατσαριστήκαμε όχι μόνο από τους ξένους κηδεμόνες, αλλά και από τους ίδιους τους εαυτούς μας, να δούμε πώς θα ανασυγκροτηθούμε και πώς θα προχωρήσουμε. Μια ριζική αλλαγή αντιλήψεων είναι αναγκαία μέσα την Αριστερά. Γιατί μία από τα ίδια σε μία από τα ίδια θα οδηγήσει.
Υπάρχει ακόμα ελπίδα;
Άμα έχεις σκοπό να φτιάξεις κάτι σωστό, κάτι εναλλακτικό, κάτι πολύ διαφορετικό από το υπαρκτό, το ξεπερασμένο και χρεοκοπημένο, αντλείς μέσα από την κοινωνία ό,τι καλύτερο διαθέτει. Δεν διαλέγεις το ρατσισμό που ενυπάρχει ούτε τον αυταρχισμό. Δεν καλλιεργείς τον εγωισμό, την αλαζονεία και την ιδιοτέλεια, την υποκρισία και το ψέμα. Δεν αναπαράγεις το πελατειακό σύστημα κολακεύοντας και εκβιάζοντας. Γιατί κι αυτή η αρνητική πλευρά της κοινωνίας είναι ισχυρή και παρούσα. Αντιθέτως, ενθαρρύνεις, καλλιεργείς και αναπτύσσεις τη συλλογικότητα, την αλληλεγγύη, την πολυφωνία, τη διαφάνεια, την αυτοθυσία, την ανεξαρτησία, τον πατριωτισμό, την ισότητα, την ελευθερία, την κριτική και, βεβαίως, τη συμμετοχή, σε όλο και μεγαλύτερη κλίμακα, σε όλο και μεγαλύτερο βάθος, του κάθε πολίτη. Δεν ξαναζωντανεύεις τα ζόμπι του παρελθόντος. Η άμεση δημοκρατία είναι μακρινός στόχος, ουτοπία ίσως, αλλά σίγουρα ένας εξαιρετικός οδηγός για μια κοινωνία που θα επιδιώκει και θα γίνεται συνεχώς καλύτερη, δικαιότερη και ωραιότερη.
Ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας αγκάλιασε το εγχείρημα. Έκανε μια εντυπωσιακή στροφή στην Αριστερά. Ένα ακόμα μεγαλύτερο κομμάτι, πλειοψηφικό, με διαφορά 24 μονάδων, υπερπήδησε τις ενστάσεις, τις αμφιβολίες και τους φόβους του, ακόμα και τα άμεσα μικροσυμφέροντά του, λέγοντας «όχι», κόντρα σε θεούς και δαίμονες. Κι αυτό είναι το μόνο μετρήσιμο γεγονός, η μόνη απόδειξη που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, όσες στρεβλώσεις κι αν επιχειρηθούν. Κι αυτό το μαζικό, συμπαγές «όχι» έβαζε την κοινωνία στην πρώτη γραμμή του αγώνα για μια μεγάλη αλλαγή, για ένα άλλο δρόμο, όχι χωρίς εμπόδια και κινδύνους, για μια επαναχάραξη πορείας, με θυσίες και αξιοπρέπεια. Και σ’ αυτό το πρωτοφανές σημείο, το ιστορικά σπάνιο, ο ΣΥΡΙΖΑ… κώλωσε και αρνήθηκε το λόγο ύπαρξής του. Η εσωτερική απουσία δημοκρατίας εκδηλώθηκε ακόμα πιο απαξιωτικά προς τα έξω, προς την κοινωνία. Η πανηγυρικά εκφρασμένη βούλησή της διαστρεβλώθηκε και αγνοήθηκε.
Δεν είμαι τόσο αφελής για να υποστηρίξω ότι η δημοκρατία είναι κάτι εύκολο. Ότι η κοινωνία σκέφτεται και λειτουργεί δημοκρατικά. Ειδικά όταν κυβερνιέται και διαπαιδαγωγείται συστηματικά από δυνάμεις εχθρικές στη δημοκρατία. Γι’ αυτό, εξάλλου, μπορείς να την κερδίσεις εκλογικά είτε ενεργοποιώντας τα αρνητικά της είτε ενεργοποιώντας τα θετικά της στοιχεία. Κι εδώ είναι η διαφορά ανάμεσα στην αριστερή πολιτική και τη δεξιά πολιτική. Στους ίδιους ανθρώπους απευθυνόμαστε, αλλά προτάσσοντας αντίθετες αξίες. Κι αυτό διαχωρίζει τον πραγματικό αριστερό από τον πραγματικό δεξιό. Από το ποια πλευρά της κοινωνίας επιλέγει, ενισχύει και αναδεικνύει.
Δεν είναι καθόλου εύκολο να είσαι δημοκράτης, αλλά ξέρουμε από την ιστορία ότι η δημοκρατία είναι το καλύτερο σύστημα συνύπαρξης των ανθρώπων. Κι ότι ασκεί ευεργετική γοητεία στην κοινωνία. Κι όταν εφαρμοστεί αποδίδει. Η δημοκρατία, όμως, θέλει συνειδητή καλλιέργεια, θέλει επιμονή, θέλει αγώνες και θυσίες. Και δεν θέλει επανάπαυση. Θέλει την κατάλληλη παιδεία και ένα φωτισμένο κομμάτι της κοινωνίας που θα σύρει το χορό. Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε ένα μικρό αλλά σημαντικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, η επιρροή όμως του παλιού αποδείχτηκε πολύ πιο ισχυρή απ’ όσο υπολογίζαμε. Και γι’ αυτό ηττηθήκαμε. Και γίναμε σμπαράλια.
Είναι κρίμα που δεν καταφέραμε να σφυρηλατήσουμε εγκαίρως έναν ΣΥΡΙΖΑ μαχητικό, ευέλικτο, ανθεκτικό, σύγχρονο, αριστερό και δημοκρατικό. Από τον οποίο θα προέκυπτε και μια ανάλογη κυβέρνηση. Είναι τραγικό που απογοητεύσαμε τόσο κόσμο. Αριστερούς και συνοδοιπόρους. Τόσοι άνθρωποι ορθώθηκαν, συγκρούστηκαν, διακινδύνευσαν. Ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε σαν μια εκπληκτική ιδέα, βασίστηκε σε μια πλατιά ενότητα, συντονίστηκε με τα κινήματα, υποστηρίχτηκε από τον κόσμο, έκανε διεθνή αίσθηση, δημιούργησε μεγάλες ελπίδες και μετά… φράκαρε από εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες. Σπουδαίο εγχείρημα, από τα πιο σημαντικά στη νεότερη ιστορία μας, αλλά με εγγενείς αδυναμίες που τον κατέστησαν ευάλωτο στη γενετική τροποποίηση.
Αφήνει, όμως, μια σπάνια κληρονομιά. Ένα μοντέλο που για να πετύχει, την επόμενη φορά, θέλει πιο ανυπότακτες συνειδήσεις, μεγαλύτερη λαϊκή συμμετοχή, πιο σοβαρή προετοιμασία και περισσότερη αληθινή δημοκρατία και αξιοκρατία για να τελειοποιηθεί, να βλαστήσει και να εδραιωθεί.
Σ’ αυτό το σημείο, ας κρατήσουμε τα σπέρματα απ’ αυτή την προσπάθεια και ας θεωρήσουμε ότι η εγκυμοσύνη κρατάει ακόμα. Γιατί, μάλλον, ήταν λάθος που προς στιγμήν πιστέψαμε ότι η γέννηση της Νέας Αριστεράς θα ήταν μια τόσο εύκολη και γρήγορη υπόθεση, χωρίς παγίδες, πισωγυρίσματα και αυτομολίες.
Η στεναχώρια είναι αναπόφευκτη, αλλά δεν δίνει λύσεις.
Προσωπικά, εφ’ όσον η κοινωνία έδειξε, σε κρίσιμες στιγμές, ότι διαθέτει αποθέματα μυαλού, κουράγιου και μαχητικότητας, έχοντας σκοπό να ζήσω τουλάχιστον άλλα 35 χρόνια, συνεχίζω να ελπίζω…