Ο Στέφανος Στεφάνου γεννήθηκε στο Σουφλί το 1926 και στρατεύθηκε στο αριστερό κίνημα από την εφηβεία του, το 1941 ως μέλος της ΟΚΝΕ, της ΕΠΟΝ και του ΕΛΑΣ. Το 1946 καταδικάστηκε με το Γ΄ Ψήφισμα, φυλακίστηκε και κατόπιν εκτοπίστηκε ως το 1962. Από εκείνη την περίοδο ως τη δικτατορία ήταν ενταγμένος στην ΕΔΑ ως μέλος των κεντρικών οργάνων της Νεολαίας ΕΔΑ και της Νεολαίας Λαμπράκη. Την περίοδο των Ιουλιανών ήταν μέλος του προεδρείου και της Γραμματείας της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη. Στη διάρκεια της δικτατορίας κρατήθηκε για 4 χρόνια στους τόπους εξορίας. Είναι συγγραφέας και επιμελητής (με τον Ζήσιμο Συνοδινό) του τόμου, Τα Αρχεία της ΕΜΙΑΝ – Γενικό Ευρετήριο, Αθήνα, ΕΜΙΑΝ, 2010.

Πώς προέκυψαν τα γεγονότα που έμειναν γνωστά ως Ιουλιανά;

Για να κατανοήσουμε την έκρηξη των Ιουλιανών, διότι νομίζω ότι επρόκειτο για μια έκρηξη, πρέπει να πούμε δυο λόγια για το ποια ήταν η κατάσταση τότε. Μετά τον εμφύλιο υπήρχε στην Ελλάδα μια πολιτική μοναδικότητα για την Ευρώπη. Δηλαδή υπήρχε ένα καθεστώς που είχε μια επιφάνεια κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης του λαού και από κάτω ως υπόβαθρο ένα πλέγμα εμφυλιοπολεμικών νόμων, που όχι μόνο διατηρούνταν η ισχύς τους αλλά συγχρόνως στο διάστημα αυτό συμπληρώνονταν με ερμηνευτικές εγκυκλίους, με νέες παρατάσεις, με προσθήκες νέων περιπτώσεων στις διάφορες απαγορεύσεις που ίσχυαν. Ένα πλέγμα νόμων από τη μία μεριά και ένα παρακράτος από την άλλη, το οποίο ξεπερνούσε και αυτούς τους νόμους.
Μια σειρά νεοφασιστικές οργανώσεις, που δρούσαν σε συνεργασία με την αστυνομία, ήταν μέρος των δυνάμεων καταστολής και αυτό βέβαια ορισμένες φορές έφερνε σε αδιέξοδο. Διότι εκτός από την Αριστερά, που τότε εκφράζονταν νόμιμα με το κόμμα της ΕΔΑ και παράνομα με το ΚΚΕ, το οποίο όμως δεν είχε μετά το 1958 οργανώσεις, υπήρχαν και άλλες δυνάμεις οι οποίες ως ένα βαθμό θίγονταν από το καθεστώς αυτό αλλά επιθυμούσαν και να το αλλάξουν στα όρια που έκριναν οι πολιτικές τους προτεραιότητες. Αυτό που ονομάζουμε συνήθως στην Ελλάδα «Κέντρο» με γενέτειρά του το Κόμμα των Φιλελευθέρων, ως ένα βαθμό ασφυκτιούσε μέσα σε αυτό το καθεστώς. Και όταν πια το καθεστώς, μετά από διάφορα πειράματα, στη διάρκεια κυρίως του δεύτερου μισού της δεκαετίας του ’50, αποκάλυψε το πρόσωπό του με τις εκλογές βίας και νοθείας του ’61, η προοπτική της ανάληψης από αστικές φιλελεύθερες δυνάμεις της εξουσίας είχε εξανεμιστεί. Είχαν καταλάβει και αυτοί πια ότι από δω και πέρα η Δεξιά θα ανοίγει και θα κλείνει τα πράγματα όπως το ’61 όπου η τρομοκρατία είχε αρχίσει εις βάρος της Αριστεράς και επεκτάθηκε μετά και στους οπαδούς τους Κέντρου.
Ήταν οι εκλογές, στις οποίες η νεολαία της ΕΔΑ έδωσε δύο θύματα. Τον Στέφανο Βελδεμίρη, μέλος της επιτροπής πόλης της νεολαίας της ΕΔΑ Θεσσαλονίκης και τον Διονύση Κερπινιώτη, στέλεχος της νεολαίας της Πάτρας ο οποίος, φαντάρος ων, την μέρα των εκλογών στην Τρίπολη βρέθηκε «αυτοκτονημένος».
Γι’ αυτό μετά το ’61 υπήρξε ένα κίνημα αμφισβήτησης της ανεξέλεγκτης εξουσίας της Δεξιάς  το οποίο βεβαίως το Κέντρο προσπαθούσε να το κρατήσει στα μέτρα του  για να αποτελέσει εφαλτήριο προς την εξουσία, η Αριστερά όμως ήθελε να το προχωρήσει  προς μια δημοκρατική στροφή, όπως έλεγε τότε.
Σε αυτήν την ιστορία, από το τέλος του ’61 και ως το ’63 αναπτύχθηκε ένα νεολαιίστικο κίνημα ευρύτατο, ενωτικό από άποψη πολιτικών συμμαχιών. Δεν ήταν δηλαδή μόνο η Νεολαία ΕΔΑ αλλά και η ΟΝΕΚ, η νεολαία του Κέντρου, η ΠΕΝ του κόμματος των Προοδευτικών του Μαρκεζίνη ιδιαίτερα, που ποτέ δεν διέσπασε τη συμμαχία της με τις δυνάμεις της νεολαίας της Αριστεράς. Σε αυτό το κίνημα το παρακράτος απάντησε με τη δολοφονία του Λαμπράκη που είχε ως αποτέλεσμα να τεθεί τέρμα στη μονοκρατορία της Δεξιάς και να αναλάβει το Κέντρο την εξουσία.
Αυτή η ιστορία της εξουσίας του Κέντρου είναι μια ιστορία… δακρύων. Το Κέντρο και ιδιαίτερα ο Παπανδρέου προσπαθούσαν να κρατήσουν τα πράγματα σε ένα επίπεδο, η μάζα όμως των οπαδών του Κέντρου συμφωνούσε με τις επιδιώξεις της Αριστεράς για έναν ουσιαστικό δημοκρατικό μετασχηματισμό και αυτό υποχρέωνε τον Παπανδρέου να παίρνει μερικά μέτρα, για τα οποία το Παλάτι, το οποίο ήταν ένα ανεξέλεγκτο στοιχείο της πολιτικής ζωής της χώρας, άρχισε να ανησυχεί.
Αυτό έφερε τη σύγκρουση του Παπανδρέου με το βασιλιά, η οποία έγινε για ένα θέμα που για μια αστική δημοκρατία είναι αφάνταστο. Ένας πρωθυπουργός εκλεγμένος από το λαό να μη μπορεί να παύσει ή να διορίσει έναν υπουργό. Θέλησε να αλλάξει ο Παπανδρέου τον Γαρουφαλιά, ο οποίος ήταν γνωστό μέλος της παλατιανής καμαρίλας, και να τον αντικαταστήσει με τον εαυτό του, να αναλάβει αυτός το υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Υπήρχε τότε και η υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ, και επειδή ήταν αναμεμειγμένο το όνομα του γιού του Αντρέα Παπαντρέου, ο βασιλιάς επέμενε να μην αναλάβει για να μην κατηγορηθεί ότι πάει να καλύψει το γιό του.
Αντηλλάγησαν τρεις επιστολές και στο τέλος ο Παπανδρέου κατέθεσε την παραίτησή του η οποία όχι μόνο έγινε δεκτή αλλά ο βασιλιάς είχε ήδη σχηματίσει την κυβέρνηση που ήταν από τα σπλάχνα της Ένωσης Κέντρου με επικεφαλής τον πρόεδρο της Βουλής Νόβα και στελέχη της κυβέρνησης όπως ο Μητσοτάκης που είχε το κρίσιμο υπουργείο του Συντονισμού.

Ποια ήταν η αντίδραση σε αυτήν τη μεθόδευση;

Αυτό προκάλεσε την άμεση αντίδραση του κόσμου. Το ίδιο βράδι γέμισε η Αθήνα διαδηλωτές. Κινητοποιήθηκε και η ΕΔΑ αλλά και οι οπαδοί του Κέντρου. Αυτή η ιστορία ώθησε σε μια κατά μέτωπον σύγκρουση με την αστυνομία, με τις δυνάμεις καταστολής. Και είχε το αποτέλεσμα αυτό που ξέρουμε στις 21 Ιουλίου να σκοτωθεί ο Σωτήρης Πέτρουλας, να έχουμε 100 τραυματίες, κ.λπ.
Επί 70 μέρες έγιναν εκατοντάδες συγκεντρώσεις σε όλη την Ελλάδα μεγάλες και μαζικές. Η Αθήνα επί 70 μέρες δονούνταν από καθημερινά συλλαλητήρια τα οποία στην αρχή έφταναν μέχρι την Παλιά Βουλή και μετά μέχρι το Σύνταγμα. Ιδιαίτερα όταν γίνονταν οι επανειλημμένες ψηφοφορίες των διαδοχικών κυβερνήσεων, που είχαν όλες επικεφαλής στελέχη της Ένωσης Κέντρου (Νόβας, Τσιριμώκος, Στεφανόπουλος) που πριν ήταν με τον Παπανδρέου.
Οι κινητοποιήσεις συνδυάζονταν με εργατικούς αγώνες, με αγροτικά συλλαλητήρια όπου χωριά κατέβαιναν στις πόλεις για να διαδηλώσουν κατά της αυλικής εκτροπής όπως είχαμε και μεγάλες απεργίες. Υπάρχει μια εικόνα της Πανεπιστημίου πιο άδειας από ποτέ. Μεγάλες απεργίες με συμμετοχή των σωματείων που έπαιρναν πρωτοβουλίες, διάφοροι φορείς  που συγκροτούνταν ad hoc, νομικοί, κ.λπ. Επίσης κυριαρχούσαν οι φοιτητές που ήταν τρία χρόνια στο δρόμο.
Υπήρχε τότε ένα εκπαιδευτικό κίνημα συνεχές, οξύτατο και αιχμή του δόρατος. Πάντα οι φοιτητές παίρνουν πρωτοβουλίες και για αντικειμενικούς λόγους αλλά αυτή η συνέχεια που κράτησε μέχρι τη δικτατορία είναι κάτι που δεν έχει απασχολήσει πολύ τους αναλυτές της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας.

Ποια ήταν τα αιτήματα του κινήματος;

Μέσα σε αυτές τις ημέρες που το βασικό ήταν το πολιτικό αίτημα να αποκατασταθεί η «συνταγματική τάξη», υπήρχαν και άλλα αιτήματα, τα οποία προηγουμένως είχαν πολιτικοποιήσει τις μάζες των φοιτητών από δύο πλευρές. Αποκαλύπτοντας την έλλειψη βούλησης της πολιτικής ελίτ που κυβερνούσε, της Δεξιάς, να λύσει το πρόβλημά τους και από την άλλη διότι κατά τη διάρκεια της διεκδίκησης έπεφτε ξύλο. Η καταστολή οδηγεί σε μια πολιτικοποίηση διότι δίπλα στο «να καταργηθεί το έβδομο έτος» αρχίζεις να φωνάζεις «κάτω οι μπάτσοι», «κάτω η τρομοκρατία». Αυτή είναι μια διαδικασία που έγινε το 1962. Όλα αυτά τα αιτήματα που διατυπώθηκαν τότε, 1-1-4, 15%, πορείες ειρήνης κ.λπ. ξεκίνησαν από τη διεκδίκηση φοιτητικού εισιτηρίου, της μείωσης του κόστους των συγγραμμάτων, των διδάκτρων κ.λπ. Απέναντι σε αυτά είχε απαντήσει ο Παπανδρέου με το φάντασμα της δωρεάν παιδείας, που δεν υπήρξε ποτέ δωρεάν, απλώς καταργήθηκαν τα δίδακτρα.
Αξιοπρόσεχτο στοιχείο των «Ιουλιανών» υπήρξε η έφεση της νεολαίας και το πολιτικό της κριτήριο το οποίο πάντα προχώρησε πέρα από την κόκκινη γραμμή, όπως λέμε τώρα, των κομμάτων των αντιμοναρχικών και των αντιδεξιών, της ΕΔΑ και του Κέντρου, τα οποία κατά καιρούς θύμιζαν ότι δεν έθεταν πολιτειακό ζήτημα ενώ οι μάζες έθεταν σαφώς πολιτειακό ζήτημα όταν φώναζαν αντιμοναρχικά συνθήματα όπως «δεν σε θέλει ο λαός, παρ’ τη μάνα σου και μπρος», «η Αυλή οικόπεδο» και άλλα τέτοια που κυριαρχούσαν.

Ποια ήταν η δράση της νεολαίας κατά τη διάρκεια των Ιουλιανών;

Η κυρίαρχη παρουσία της νεολαίας στα πολιτικά πράγματα κορυφώθηκε αυτές τις 70 μέρες. Και σε αυτήν την ιστορία η αριστερή νεολαία μπορεί να καυχηθεί ότι έδειξε πρώτη το δρόμο. Και δεν ήταν μόνο η κύρια πλευρά της, ο μεγάλος όγκος της που ακολουθούσε τη γραμμή του κόμματος, του «έξω» και «εδώ». Ήταν και οι «αποκλίσεις», οι οποίες έπαιξαν το ρόλο τους σε αυτήν την ιστορία των αντιαυλικών συνθημάτων που έθεταν στην ουσία καθεστωτικό ζήτημα.
Δεν ήταν μόνο το ότι οι ίδιοι οι νεολαίοι της ΕΔΑ, οι Λαμπράκηδες κ.λπ. το ήθελε η καρδούλα τους να το πούνε, ήταν και το ότι υφίσταντο και μια πίεση από τα πλάγιά τους. Και αυτή η περίοδος είναι αξιοσημείωτη και για αυτό το πράγμα, το ότι ποτέ δεν διασπάστηκε μια διαδήλωση.
Η μάχη δόθηκε από όλον τον κόσμο, μαζί με τους κεντρώους αλλά προπαντός στον πυρήνα ήταν ενωμένοι οι αριστεροί. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν ο Πέτρουλας που ήταν έτοιμος να φύγει από τη νεολαία της ΕΔΑ, είχε δεχτεί μομφή κ.λπ., σκοτώθηκε, δίπλα του έπαθε ρήξη σπληνός ο Αντρέας ο Λεντάκης που ήταν μέλος της ηγεσίας των Λαμπράκηδων. Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό το οποίο θέλω να το τονίσω, γιατί ίσως κάτι λέει για σήμερα.
Μετά τη δολοφονία του Πέτρουλα δημιουργήθηκε η ΠΑΝΔΗΚ (Πανσπουδαστική Δημοκρατική Κίνηση) η οποία ήταν μια πολιτική κίνηση, που είχε και συνδικαλιστικό χαρακτήρα, μιας αποκλίνουσας μερίδας που ως ένα βαθμό εμπνέονταν από το παράδειγμα της Κίνας αλλά δεν συνδέθηκε ποτέ οργανικά με τους ανθρώπους που εξέφραζαν εδώ ως ένα βαθμό αυτήν την άποψη.
Μια συσπείρωση που ζητούσε αποφασιστικότερη δράση, αριστερότερη πολιτική. Ήταν κυρίως ζήτημα ψυχοσύνθεσης, αντίληψης, παραπάνω διάθεσης από τους υπόλοιπους που ακολουθούσαν το κόμμα. Ήταν μαζική ιδιαίτερα σε ορισμένες σχολές όπως η Ανωτάτη Εμπορική, απ’ όπου ήταν ο Πέτρουλας και ο Μάκης ο Παπούλιας και η Ανωτάτη Βιομηχανική. Οι άλλες αριστερίστικες, όπως τις λέγαμε τότε, αποκλίσεις από τη γραμμή της ΕΔΑ κυρίως συγκεντρώνονταν γύρω από την κίνηση της Αναγέννησης ή τους Φίλους Νέων Χωρών. Πρέπει όμως να τονιστεί ότι αυτά τα παιδιά κατέβαιναν πάντα όλα μαζί. Μάλωναν, τσακώνονταν αλλά στο δρόμο ήταν μαζί πάντα.

Είχε συνειδητοποιηθεί τότε ο βαρύνων ρόλος της νεολαίας;

Ο Ζαν Μεϋνώ, γνωστός γάλλος διανοούμενος, είδε μερικά πράγματα που δεν τα είδε ίσως κανένας στην Ελλάδα τότε. Μπορεί να τα είδαν οι Αμερικάνοι. Μπορεί να τα είδαν οι αυλικοί. Μπορεί να τα είδαν αυτοί που κέρδισαν το πραξικόπημα και προπαντός αυτοί που οργάνωσαν τη δικτατορία.
Όταν έγινε η δικτατορία πολλοί είπαν ότι έγινε από το φόβο της ανασύνταξης των κομμουνιστικών δυνάμεων, άλλοι έλεγαν για τον Ανδρέα Παπανδρέου κ.λπ. Ο Μεϋνώ χτύπησε στο κέντρο. Έγραψε το παρακάτω απόσπασμα στο βιβλίο του Οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα (Α΄ τόμος, σ. 564-565):
«Τον μεγαλύτερο ωστόσο νεωτερισμό στην πολιτική ζωή της χώρας αποτελεί η συμμετοχή της νεολαίας στις λαϊκές αυτές εκδηλώσεις κατά τρόπο μάλιστα που φαίνεται να αποκλείει την επιβίωση των παλαιών ταμπού που είχε κληροδοτήσει ο εμφύλιος πόλεμος […] οι νέοι της Ελλάδος θα επιδιώξουν να αποσπάσουν από τα χέρια των ξένων τις τύχες της πατρίδας τους και να τις πάρουν στα δικά τους. Και από τη σκοπιά αυτή οι εύθραυστοι και συγκεχυμένοι ακόμη δεσμοί, που σφυρηλατήθηκαν κατά τη διάρκεια των καθημερινών σχεδόν εκδηλώσεων των τελευταίων μηνών, μπορούν τελικά να αποτελέσουν το προζύμι για ένα φωτεινότερο εθνικό μέλλον. Η απίστευτη χυδαιότητα των επιθέσεων που εξαπολύουν σήμερα οι κύκλοι του κοινωνικού συντηρητισμού κατά της νεολαίας αυτής δίνει μια ένδειξη του φόβου που τους προκαλεί με την ψυχική της ανάταση και την αγωνιστικότητά της».
Ήθελε να δείξει ότι η δημοκρατική νεολαία είχε πάρει άλλες αποφάσεις από τους παλιούς. Είχε αποφασίσει και με μια ενωτική δράση να τελειώνει με αυτήν την ιστορία, να γίνει αφεντικό της χώρας της. Και ήταν φυσικό να έχει και λιγότερες φοβίες, λιγότερες αναστολές διότι η προηγούμενη γενιά είχε υποστεί τον εμφύλιο πόλεμο, δύσκολα πράγματα. Αυτό είναι αποτέλεσμα και κάποιων αντικειμενικών αλλαγών. Από το 1962-1963 έχουμε μια μαζικοποίηση των πανεπιστημίων με αλματώδη ρυθμό. Και αυτή η αύξηση οφείλεται κυρίως από επαρχιώτες που είναι σε μεγάλο ποσοστό τους παιδιά αριστερών οικογενειών που θέλουν να τα διώξουν από το χωριό για να μην υφίστανται εκεί την ιστορία των περιχαρακώσεων και των διωγμών.
Το ότι μετά το ’62-’63 κυριαρχεί το φοιτητικό στοιχείο δεν είναι άμοιρο και του αριθμού του. Είναι πολλαπλάσιος αριθμός συγκριτικά με 8-10 χρόνια νωρίτερα. Έγιναν νέα πανεπιστήμια, στην Πάτρα, στα Γιάννενα, νέες σχολές.
Ένα από τα συνθήματα στην περίοδο του 1-1-4 και του 15% ήταν «δεν μας χωρούν τα καφενεία». Δεν τους χωρούσαν οι αίθουσες διδασκαλίας και πήγαιναν στα καφενεία. Ή το σύνθημα «μάθημα στο Μον Παρνές», το οποίο ήταν και αιχμή στην πολιτική του Καραμανλή που έφτιαχνε καζίνα αλλά και αναδείκνυε το πρόβλημα του χώρου. Νοικιάζονταν δωμάτια, σάλες, δεν χωρούσαν στις αίθουσες.

Ποιο ήταν το κλίμα των ημερών και οι μορφές κινητοποίησης; Υπήρξαν νέα πράγματα που γεννήθηκαν σε εκείνες τις 70 ημέρες;

Υπήρξε το ξενύχτι έξω από τη Βουλή. Αυτό δεν είχε γίνει ποτέ ως τότε. Μετά την ιστορία με τον Πέτρουλα, κάναν και αυτοί πίσω. Πριν δεν φτάναμε στη Βουλή. Με μάχες μεταφέραμε τη διαδήλωση δρόμο-δρόμο. Φεύγαμε, πίναμε έναν καφέ και επιστρέφαμε. Ήταν μια συνεχής κινητοποίηση με τις εξάρσεις της και τις καμπές της βέβαια. Μια συνεχής κινητοποίηση από διάφορες δυνάμεις, συνδικαλιστικές, φοιτητικές, εκπαιδευτικές, καλλιτεχνικές. Γίνονταν απεργίες κ.λπ. Οι κοινωνικές δυνάμεις που κινητοποιούνταν ήταν ποικίλες. Κυριαρχεί όμως νομίζω ο ρόλος της νεολαίας. Είναι εμφανής η παρουσία της και ο ρόλος της. Και όχι μόνο ως πλειονότητα ή μια συμπαγής μάζα που βάζει τη σφραγίδα της σε αυτά τα πράγματα αλλά και ως νοοτροπία. Άλλου είδους νοοτροπία από τις παλιότερες κινητοποιήσεις. Ήταν περισσότερο ελεγχόμενες οι άλλες, ξέρεις τα κόμματα κουράζονται καμιά φορά, πρέπει να κοιμηθούν τα στελέχη τους, ενώ οι νεολαίοι ανάβουν και κανένα βαρέλι.
Υπήρξαν και τέτοια πράγματα τον Αύγουστο κάποια νύχτα, στα Χαυτεία και στην Πατησίων, υπήρξαν κάδοι με φωτιά. Και έγινε ζήτημα φοβερό: Νά τι θέλουν να κάνουν! Θα κάψουν την Αθήνα!
Για τις δυνάμεις της εξουσίας τότε αυτά τα πράγματα είχαν μεγάλη σημασία. Βρίσκονταν σε καινούργια πράγματα μπροστά που δεν ήξεραν πώς να τα χειριστούν. Η Ελένη Βλάχου εκτέθηκε. Στην Καθημερινή έγραψε ένα σημείωμα όπου αποκαλούσε τους νεολαίους «αρουραίους της Ομόνοιας» και καλούσε να ανοίξουν τα σφαιριστήρια, για να τελειώσουν οι διαδηλώσεις. Μυαλό που είχε τότε! Μετά, στη δικτατορία όμως κράτησε συνεπή στάση.

Πάντως μέσα στην περίοδο των Ιουλιανών ξαναπαίρνει φόρα το πρώτο σύνθημα, το 1-1-4 το οποίο ήταν η υπόσχεση ότι θα τηρηθεί το ακροτελεύτιο άρθρο του Συντάγματος που αφιερώνει την τήρηση αυτή στους Έλληνες πολίτες. Από αίτημα προς την εξουσία γίνεται σύνθημα αυτοπραγμάτωσης. Μπορεί να μην ήταν φανερό αυτό τότε, όμως υπάρχουν ορισμένες διεργασίες που γίνονται στο μυαλό του ανθρώπου χωρίς να το συνειδητοποιεί πλήρως. Όπως το 15%. Δεν είναι ένα απλό αίτημα να αυξηθούν τα κονδύλια. Είναι ένας υπερδιπλασιασμός των κονδυλίων που σημαίνει ανατροπή του τρόπου κατάρτισης του προϋπολογισμού. Από πού θα τα πάρουν αυτά; Από τα ντουφέκια, από την καταστολή, από το πελατειακό κράτος.

Όλα αυτά συγκλίνουν σε ένα άλλο πολιτιστικό αίτημα. Μια ζωή άλλου επιπέδου πια. Με ευρύτερη μόρφωση, άλλου είδους σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων και προπάντων άλλου είδους σχέσεις με τους άλλους λαούς.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!