Τα γεγονότα της 14ης Οκτωβρίου στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο δεν προκαλούν δυστυχώς έκπληξη σε κανέναν, καθώς ο αυταρχικός κατήφορος της κυβέρνησης μοιάζει να έχει γίνει κανόνας ‒ ειδικά απέναντι στη νεολαία και τους αγωνιζόμενους φοιτητές. Ξημερώματα, αστυνομικές δυνάμεις εισέβαλαν στον χώρο της Αρχιτεκτονικής Σχολής έπειτα από αίτημα των πρυτανικών αρχών (που για ακόμη μια φορά ντροπιάζουν το ρόλο τους), προχώρησαν σε συλλήψεις φοιτητών που συμμετείχαν σε κατάληψη και απομάκρυναν βίαια δεκάδες άτομα. Η κατάληψη είχε αποφασιστεί από τη Γενική Συνέλευση του Συλλόγου Φοιτητών, στο πλαίσιο κινητοποίησης για το νέο μέτρο των διαγραφών, αλλά και σε ένδειξη αλληλεγγύης στην πανεργατική απεργία της ίδιας ημέρας.

Οι εικόνες των κουκουλοφόρων ΜΑΤ μέσα στο ιστορικό κτίριο της Πατησίων θα έπρεπε να προκαλούν σοκ και την άμεση αντίδραση όχι μόνο της πανεπιστημιακής κοινότητας αλλά και όλης της κοινωνίας. Η βία με την οποία αντιμετωπίστηκαν οι φοιτητές –νέοι άνθρωποι που υπερασπίζονταν το δικαίωμα στη δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση– έδειξε ότι η κυβέρνηση αντιμετωπίζει πλέον τη διαμαρτυρία ως «απειλή» και όχι ως στοιχείο της δημοκρατικής ζωής. Ακόμα πιο ανησυχητικό ήταν ότι το αίτημα για επέμβαση προήλθε από τις ίδιες τις πρυτανικές αρχές του ΕΜΠ, σηματοδοτώντας έναν νέο τύπο «συνδιοίκησης» ανάμεσα στην ακαδημαϊκή εξουσία και τον κρατικό μηχανισμό καταστολής, μετατρέποντας μερίδα των πανεπιστημιακών δασκάλων (όσων συμμετέχουν χωρίς φωνή στα όργανα διοίκησης) σε απλά εκτελεστικά όργανα (και καμιά φορά «βασιλικότερα του βασιλέως») της κυβερνητικής πολιτικής.

Η επίσημη δικαιολογία ήταν γνωστή: «εφαρμογή του νόμου» και «αποκατάσταση της τάξης». Όμως το νόημα πίσω από τις λέξεις είναι σαφές: Η κυβέρνηση επιδιώκει να εξαλείψει κάθε μορφή συλλογικής δράσης μέσα στα πανεπιστήμια – καταλήψεις, συνελεύσεις, ακόμη και ειρηνικές διαμαρτυρίες. Ο φοιτητής πρέπει να είναι πειθαρχημένος, ατομικιστής και σιωπηλός. Όποιος σηκώνει κεφάλι στοχοποιείται, με την όποια συζήτηση να εκτρέπεται διαρκώς στο δίπολο βίας-καταστολής ακριβώς για να αποπροσανατολιστεί κάθε ουσιαστική συζήτηση για τις πραγματικές ανάγκες των φοιτητών και του Πανεπιστημίου.

Πρόκειται για το ίδιο μοτίβο που διαπερνά συνολικά την εκπαιδευτική πολιτική της τελευταίας τετραετίας: Αυταρχισμός αντί διαλόγου, ποινικοποίηση αντί συμμετοχής, επιβολή αντί συνεννόησης. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αντί να αντιμετωπίζει τα υπαρκτά προβλήματα των πανεπιστημίων –υποχρηματοδότηση, ελλείψεις προσωπικού, ανεπαρκή φοιτητική μέριμνα– επιλέγει τη σύγκρουση. Στο όνομα της «ασφάλειας» οικοδομεί ένα πανεπιστήμιο-εργαστήριο πειθαρχίας, όπου η Αστυνομία αντικαθιστά τη δημοκρατία και οι φοιτητές αντιμετωπίζονται ως ύποπτοι.

Η εικόνα φοιτητών να συλλαμβάνονται μέσα στο ΕΜΠ, χώρο υψηλού συμβολισμού με ιστορικά φορτία που δεν γίνεται να σβηστούν, δεν είναι μόνο ντροπιαστική· είναι πολιτικά αποκαλυπτική. Όταν το πανεπιστήμιο μετατρέπεται σε πεδίο αστυνομικών επιχειρήσεων, η κοινωνία ολόκληρη κάνει ένα βήμα πίσω.

Πριν μερικά χρόνια φοιτητές ήρθαν αντιμέτωποι με ΜΑΤ και συλλήψεις όταν κινητοποιήθηκαν ενάντια στην πανεπιστημιακή αστυνομία· τώρα η πανεπιστημιακή αστυνομία έχει εγκαταλειφθεί από τους εμπνευστές της και οι φοιτητές δικαιώθηκαν. Αργότερα φοιτητές αλλά και καθηγητές συκοφαντήθηκαν και κυνηγήθηκαν γιατί διαμαρτύρονταν για τα «ιδιωτικά πανεπιστήμια»· τώρα τα «πανεπιστήμια-σουπερ μάρκετ» αυτά μοιάζουν με καρικατούρες, ενώ μια σειρά τμημάτων τους (όπως οι νομικές) δεν παίρνει αδειοδότηση, αφήνοντας ξεκρέμαστους τους «πελάτες» και έκθετους όσους υποστήριζαν, και συνεχίζουν να υποστηρίζουν, το μέτρο ως αναβάθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τώρα πάλι στοχοποιούν αγωνιζόμενους φοιτητές που διαμαρτύρονται για το μέτρο των διαγραφών, γιατί η μόνη πολιτική που έχουν να προτάξουν για το δημόσιο πανεπιστήμιο είναι η αυταρχικοποίηση, χωρίς όραμα, σχέδιο και πολιτική αξιοποίησής του.

Ν.Τ.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!