του Γιάννη Σχίζα
Ο Βαρόνος ντε Κουμπερτέν (1863-1937) ανήκε στους πρωτοπόρους του Ολυμπισμού, που πίστευε ότι «αιφνιδίως οι Έλληνες, από τη μια νύχτα στην άλλη, απέκτησαν συνείδηση της (ιστορικής) κληρονομιάς τους» – αν και επρόκειτο να διαψευσθεί από την προϊστορία των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ελλάδα, από το 1837. Ταυτόχρονα ήταν ο αποδέκτης διαφόρων προτάσεων, που άγγιζαν τη φυσιογνωμία αυτών των αγώνων: π.χ. ο Αλφρέντ Πικάρ, γνωστός από την υπόθεση Ντρέιφους, έλεγε στον ντε Κουμπερτέν κατά τη διάρκεια της Παρισινής Ολυμπιάδας του 1900: «Δεν με ενδιαφέρουν οι ερασιτέχνες αθλητές σας, μόνον επαγγελματίες είναι αληθινοί αθλητές, και αυτούς θέλουμε».
Οι απόψεις του ντε Κουμπερτέν είχαν μια χροιά ρατσιστική, που έμελλε να διατηρηθεί μέχρι τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1928. Έλεγε ο Κουμπερτέν: «Ο αληθής ολυμπιακός ήρως πρέπει να είναι το ενήλικο άρρεν άτομο», ενώ δεν έτρεφε καμιά εκτίμηση για τα ομαδικά αθλήματα, και επίσης απέκλειε από τα αγωνίσματα εκείνα των γυναικών (1). Παρ’ όλα αυτά ήταν εξέχουσα προσωπικότητα του Διεθνούς Ολυμπισμού, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξή του κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα.
Αξίζει να σημειώσουμε τις κάποιες προσπάθειες που έγιναν για την αναβίωση των Ολυμπιάδων εκείνη την εποχή: Ήταν το Μάρτιο του 1837, όπου ο γειτονικός προς την Αρχαία Ολυμπία δήμος Λετρίνων αποφάσισε το έτος 1838 να ανασυστήσει τους αγώνες. Το έτος 1858, όταν ο Βασιλιάς Όθων θεσπίζει με το Β.Δ. της 15/8/1858 «γενικούς διαγωνισμούς κατά τετραετίαν, καλούμενους υπό την επωνυμίαν Ολύμπια». Το 1859 γίνεται τέλεση Ολυμπιακών αγώνων στην πλατεία Λουδοβίκου, ενώ το 1870 οι Β΄ Ολυμπιακοί αγώνες περιλαμβάνουν αγωνίσματα στίβου, λεμβοδρομία και λεμβομαχία! Το 1875 τελείται η Γ΄ Ολυμπιάδα, παρουσία 15.000 θεατών στο στάδιο, ενώ το 1894 τα πράγματα σοβαρεύουν: Λαμβάνει χώρα το Διεθνές Αθλητικό Συνέδριο στο Παρίσι. Εκεί ο Δημήτρης Βικέλας ορίζεται Πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, και αποφασίζεται η τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων το 1896.
Μόνιμοι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Ελλάδα!
Μερικές ημέρες μετά την τέλεση των αγώνων του 1896, εκδηλώνεται ελληνική προσπάθεια για τη μόνιμη τέλεση της Ολυμπιάδος στην Ελλάδα. Η προσπάθεια είχε τη συμπάθεια της εφημερίδας Times του Λονδίνου, που σημειώνει: «Η επικρατήσασα στο στάδιο άποψη ότι η ιδέα της ειρήνης προάγεται με την επανάληψη των αγώνων σε διάφορες πρωτεύουσες είναι βέβαια αξιέπαινη και άξια προσοχής, όμως η Αθήνα έχει ιδιαίτερα θέλγητρα». Παρ’ όλες τις αποτυχίες αυτής της κίνησης, οι προσπάθειες για αναβίωση των αγώνων στην Ελλάδα θα συνεχιστούν. Προηγείται επιστολή του Καραμανλή (2) το 1976 προς τον πρόεδρο της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής Λόρδο Κιλάνιν, για τη μόνιμη τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ελλάδα. Επακολουθεί ημερίδα με το ίδιο θέμα, οργανωμένη από την Ελληνική Εταιρεία, το 1980. Στην ημερίδα εκφράζονται σοβαρές αντιρρήσεις από τον δημοσιογράφο Γιάννη Μαρίνο και από τον καθηγητή Άγγελο Χωρέμη: Ο πρώτος θέτει υπόψη των συνέδρων τον συντελεστή Olympic Factor, σύμφωνα με τον οποίο όταν τελούνται έργα μεγάλης κλίμακας γίνεται υπέρβαση των προγραμματισμένων ποσών κατά 60%! Ο Άγγελος Χωρέμης υποστηρίζει τον θρησκευτικό χαρακτήρα που είχαν οι Ολυμπιάδες, πράγμα που αποκλείεται να προσλάβουν στη σύγχρονη εποχή έστω και με τη διαμόρφωση μιας «Ολυμπιακής Ιδεολογίας».
Ομόφωνα η Βουλή!
Στην Αθήνα, στις 14/4/1986, ομόφωνα η ελληνική βουλή εξουσιοδοτεί τον Πρόεδρο του Σώματος να κάνει γνωστή την απόφασή της στη ΔΟΕ για διεκδίκηση της Ολυμπιάδας του 1996. Η Φάνη Πάλλη-Πετραλιά, βουλευτής, έχει υπάρξει υφυπουργός, αναπληρωτής υπουργός και υπουργός, είναι σημαίνον μέλος του Διεθνούς Ολυμπιακού Κινήματος (3). Στην πορεία της διεκδίκησης της Ολυμπιάδας του 1896 από την Αθήνα, λέει: «Το 565 π.Χ. ο Ανάχαρσις επισκέφθηκε την Ολυμπία και εξέφρασε την απορία του πώς είναι δυνατόν άνδρες που ασχολούνται με τους Ολυμπιακούς αγώνες να παίρνουν στο τέλος ως βραβείο της νίκης ένα κλαδί ελιάς. Ο Σόλων, που παρακολουθούσε την προσπάθεια του Ανάχαρση να γελοιοποιήσει τους αγώνες, παρενέβη λέγοντας: Μόνο ο πρώτος παίρνει τον κότινο, το στεφάνι της ελιάς. Οι άλλοι απλά μετέχουν! Για να προσθέσει: Ανάμεσα στα κλαδιά της ελιάς όμως είναι μπλεγμένα η Δημοκρατία, η Ελευθερία, η Αξιοπρέπεια, η Ισοπολιτεία».
Η διεκδίκηση της Ολυμπιάδας του1996 γίνεται σε αγγλικά με ελληνικές λέξεις, στο στυλ που δίδαξε πρώτος ο Ξενοφών Ζολώτας. Λέει μεταξύ άλλων η Φάνη Πετραλιά προς τους κριτές της Ολυμπιακής Επιτροπής στο Τόκιο:
«We theorize that it is logical and ethical the 100th anamnessis of the genesis of the Olympics in the synchronal epoch, to be phased at the Panathenian Stadium, where in 1896, the Olympic phos was proto-illuminated».
Πάντως οι αντιρρήσεις κατά της ανάληψης της Ολυμπιάδας του 1996 γνωρίζουν μια κορύφωση, ιδίως μάλιστα με την «ανακάλυψη» ενός άρθρου γραμμένου από τον Αντώνη Τρίτση το Φλεβάρη του 1980. Σ’ αυτό το άρθρο ο Τρίτσης, με την ιδιότητα του παλιού πρωταθλητή αλλά και του σύγχρονου πολεοδόμου, αντιτάσσεται στους αγώνες, μιλώντας για οικονομική τραγωδία και για «γκαρσονοποίηση» της Ελλάδας: «Ελλάδα, όμορφο οικόπεδο με ευσταλείς νέες και νέους όπου εξυπηρετείται, εξυπηρετεί και αλωνίζει το μονοπωλιακό κεφάλαιο» (Σχολιαστής, 4/3/1988). Πριν από τον Τρίτση ο Γιώργος Κατσιμπάρδης, βουλευτής του ΠΑΣΟΚ και πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ, υποστηρίζει πιθανό μποϊκοτάζ εναντίον των αγώνων στη Σεούλ εξαιτίας του δικτατορικού καθεστώτος που κυριαρχεί στη χώρα (Σχολιαστής, Ιούλιος 1987).
Σύντομη ιστορία των αγώνων
Η ιστορία των ομαδικών και πλουραλιστικών αγώνων ξεκινάει από τον 10ο αιώνα, με την καθιέρωση της γιορτής των Ολυμπίων από Κρήτες, της περιοχής της Ίδης. Το 884 π.Χ. οι ηγεμόνες Ίφιτος (Ήλις), Λυκούργος (Σπάρτη) και Κλεισθένης (Πίσα) συνάπτουν ανακωχή κατά την Ιερομηνία, δηλαδή την περίοδο τέλεσης των αγώνων. Το 776 π.Χ. αρχίζει η καταγραφή και φύλαξη των ονομάτων των Ολυμπιονικών από τους Ηλείους, ενώ το 460 π.Χ. ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αλέξανδρος ο Α΄ γίνεται δεκτός στους Ολυμπιακούς. Τον 2ο αιώνα π.Χ. οι Ολυμπιακοί Αγώνες γίνονται πολυεθνικό γεγονός, καθώς η Ελλάδα έχει υποταχθεί στους Ρωμαίους. Την περίοδο 160-180 μ.Χ. ο ιστορικός Παυσανίας επισκέπτεται την Ολυμπία και δίνει εκτενείς περιγραφές των μνημείων, ενώ το 393 μ.Χ. ο Θεοδόσιος ο Α΄ καταργεί τους αγώνες εν ονόματι του χριστιανικού πνεύματος.
Φτάνουμε πλέον το 1896, όπου στην Ολυμπιάδα συμμετέχουν 13 χώρες σε 44 αγωνίσματα, με 285 αθλητές. Εφημερίδα της εποχής σε ρεπορτάζ για τον Μαραθώνιο δρόμο αναφέρει: «Ο Αμαρουσιώτης Λούης διερχόμενος εκ του παρά το Πικέρμι Χανίου, ζητεί και ροφά ποτήριον πλήρες οίνου, ερωτά περί των προτρεχόντων και μετά πεποιθήσεως δηλοί ότι θα τους καταφθάση και θα τους περάση». Ο χρόνος του είναι 2 ώρες, 56 λεπτά και 50 δεύτερα, ανώτερος του χρόνου του Αθηναίου Μπελόκα, ο οποίος καταλήγει τρίτος: Ποιος όμως δίνει σημασία στον δεύτερο; – αναρωτιέται σε ένα ρεπορτάζ του 1992 ο Τάκης Λαγοπόδης (4)…
Το 1908 στο Λονδίνο έχουμε ρεκόρ συμμετοχής αθλητών –22 χώρες, αθλητές 2.056, ανά ημέρα θεατές 90.000– στη δε Στοκχόλμη του 1912 ο Κουμπερτέν λέει ότι θα προτιμούσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες πιο αθλητικούς, πιο αξιοπρεπείς, πιο σύμφωνους με τις κλασικές και καλλιτεχνικές απαιτήσεις, καθώς και λιγότερο ακριβούς. Στην Αμβέρσα του 1920 εμφανίζεται για πρώτη φορά το σύνθημα CITIUS, ALTIUS, FORTIUS (γρηγορότερα, ψηλότερα, δυνατότερα), ενώ στο Άμστερνταμ το 1928 ο Ταρζάν (Τζόνυ Βαϊσμύλερ) κερδίζει 2 χρυσά στην κολύμβηση και για πρώτη φορά γίνεται δεκτή η γυναικεία συμμετοχή! Στο Λος Άντζελες, το 1932, το στάδιο όπου διεξάγονται οι αγώνες έχει χωρητικότητα 100.000 θεατών, παίρνει το όνομα «Κολοσσαίο» και έχει 1,5 εκατομμύριο θεατές: Οικονομική επιτυχία μεγάλη, που ισοφαρίζει το χάλι της αμερικανικής Ολυμπιάδας του 1904 στον Άγιο Φραγκίσκο.
Οι Ολυμπιακοί του Βερολίνου
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο Βερολίνο (1936) κατέχουν μια ειδική σχέση μέσα στο Ολυμπιακή ιστορία. Ο αντισιωνισμός της διοργάνωσης είναι σαφής, μόνο που την περίοδο των αγώνων οι Ναζί απομακρύνουν όλα τα σύμβολα της υστερικής πολιτικής τους. Για πρώτη φορά, ειδική εγκατάσταση τηλεόρασης κλειστού κυκλώματος έφερε το γεγονός στη διάθεση του κοινού και δημιουργούσε μια ευρεία εορταστική ατμόσφαιρα. Η Λένι Ρίφενσταλ, γυναίκα σκηνοθέτης που εκτιμούσε αφάνταστα τη μυώδη ανδρική ομορφιά, είχε κάνει τα δυο ντοκιμαντέρ για τους αγώνες του 36, «Ολύμπια – Γιορτή των Λαών» και «Ολύμπια – Γιορτή της Ομορφιάς». Γράφει γι’ αυτήν ο Νίκος Χειλάς: «Τα τελευταία χρόνια (της ζωής της) περιβαλλόταν από ένα μικρό αλλά σταθερό κύκλο θαυμαστών, μεταξύ των οποίων και ο διάσημος ορειβάτης και ευρωβουλευτής των Πρασίνων Ράινχολτ Μέσνερ» (5). Από την άλλη πλευρά αγνοείται το σάλπισμα του συνδικαλιστή των Εργατικών Μακ Λένον, που έγραψε τη μπροσούρα «Κάτω από τη φτέρνα του Χίτλερ. Η δικτατορία επί του αθλητισμού στη Ναζιστική Γερμανία».
Το καθεστώς προκαλούσε με κάθε τρόπο τη διασύνδεση της γερμανικής κουλτούρας με την ελληνική αθλητική γλυπτική, όπως αποδεικνύουν οι φωτογραφημένες τοιχογραφίες της αρχαίας Ολυμπίας – σύμφωνα με έκθεση που διοργανώθηκε τον Φεβρουάριο του 1935. Σ’ αυτές τις συνθήκες ο Πιερ ντε Κουμπερτέν, σε μήνυμά του προς την διοργάνωση λέει: «Υπό την αιγίδα του αιώνιου Ελληνισμού που δεν έχει πάψει να φωτίζει το διάβα των αιώνων και του οποίου οι αρχαίες λύσεις εξακολουθούν να είναι σήμερα το ίδιο εφαρμόσιμες όπως ήταν ανέκαθεν» (6).
Να πώς περιγράφει ο Μαντέλ την τελετή έναρξης της Ολυμπιάδας του 1936, ύστερα από την προσφώνηση του Χίτλερ:
«Το τεράστιο στάδιο έφτασε στο αποκορύφωμα της έξαψης, μια έξαψη που έφερνε κόμπο στο λαιμό και προκαλούσε ανατριχίλα. Θαυμαστά πράγματα κάθε λογής άρχισαν να διαδέχονται το ένα το άλλο, σε μια αδυσώπητη, σχεδόν ηδονική συσσώρευση διεγερτικών συμβολισμών και αισθησιακής δόξας… Μια μακρόσυρτη φανφάρα ακούστηκε από όλες μαζί τις σάλπιγγες του σταδίου, ενώ πυροβολαρχίες από μακριά έριξαν μια χαιρετιστήρια ομοβροντία 21 όπλων. Πιο χαμηλά, γύρω από τις πλευρές του κεντρικού στίβου, μέλη της Χιτλερικής Νεολαίας άνοιξαν τα κλουβιά και μόλις δόθηκε το σύνθημα, 20.000 περιστέρια άρχισαν να φτερουγίζουν και να πετούν μακριά, κάνοντας κύκλους πάνω από τα πλήθη, σε ένα σπειροειδές νεφέλωμα που ανέβαινε και χανόταν αργά. Από κάτω, τα 3.000 λευκοντυμένα μέλη της χορωδίας και η ορχήστρα παρουσίαζαν μιαν εκτέλεση του νέου επίσημου ύμνου του Ολυμπισμού, υπό τη διεύθυνση, γι’ άλλη μια φορά, του Γερμανού συνθέτη».
«Το σπορ, υποκατάστατο της Θρησκείας», γράφει στο ΑΝΤΙ ο Στέλιος Κούλογλου, σε συνέντευξη που παίρνει από το Γάλλο καθηγητή της Κοινωνιολογίας Ζαν Λουί Μπρομ, χαρακτηρίζοντας την Ολυμπιάδα του Βερολίνου (7). Πάντως αυτές οι φανφάρες δεν θα εμποδίσουν τον έγχρωμο σουπερ-αθλητή Τζέσε Όουενς να δρέψει νίκες και να κακοκαρδίσει τον Χίτλερ και όλους τους οπαδούς της λευκής-φυλετικής υπεροχής…
Η συνέχεια
Το Λονδίνο θα παραλάβει τη σκυτάλη των αγώνων του 1948, συγκεντρώνοντας 59 χώρες και 4.468 αθλητές. Στη Μελβούρνη το 1956 ο Avery Brundage, πρόεδρος της ΔΟΕ, προσπαθεί να θεσμοθετήσει τον αγνό και εκτός πολιτικής αθλητισμό, λέγοντας ότι «δεν επιτρέπεται να συγχέεται ο ευγενής ανταγωνισμός των ατόμων με τις αντιθέσεις των κρατών». Το 1960 ο Πάπας Ιωάννης ο 3ος προβαίνει σε ευλογία των αθλητών, ενώ το 1968 στο Μεξικό η διαμαρτυρία των νεγραμερικανών αθλητών πάνω στο βάθρο καταστέλλεται δεόντως, με τη διά βίου αποβολή τους από τους αγώνες. Στο Μόναχο το 1972 11 Ισραηλινοί αθλητές δολοφονούνται από Παλαιστίνιους εξτρεμιστές, ενώ το 1980 81 χώρες με 5.363 αθλητές μποϋκοτάρουν τη σοβιετική διοργάνωση λόγω Αφγανιστάν. Στο Λος Άντζελες το 1984 επανάληψη του ίδιου έργου – μόνο που το μποϊκοτάζ προέρχεται από τους Σοβιετικούς! Πάντως η Ολυμπιακή Φλόγα πουλιέται με 3.000 δολάρια το χιλιόμετρο, ενώ το 2008 στο Πεκίνο, μαζί με τους περίπου 11.000 αθλητές, ξεκινούν στις 8 Αυγούστου 2008, λόγω του ότι ο αριθμός 8 για τους Κινέζους συμβολίζει την ευημερία! Το Λονδίνο για τρίτη φορά οργανώνει τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2012, ενώ το 2016 το Ρίο Ντε Τζανέιρο αναλαμβάνει τη σκυτάλη περισσότερων από 11.000 αθλητές, με νεοεισερχόμενους το Κόσοβο και το Νότιο Σουδάν. Τέλος, το 2021 οι αγώνες γίνονται στο Τόκιο –και όχι το 2020, λόγω πανδημίας–, διανέμονται 340 χρυσά μετάλλια και εισάγονται νέα αθλήματα.
Οι αντιρρήσεις και οι αντιρρησίες
Σε μια εποχή των Ολυμπιακών η «Διεθνής Συμμαχία κατά της Βίαιης Ψυχαγωγίας» ζητά την απαγόρευση του μποξ από τα Ολυμπιακά Αγωνίσματα! (8) Το 1968 οι αγώνες στο Μεξικό βάφτηκαν με αίμα όταν η κυβέρνηση πυροβόλησε διαδηλωτές που διαμαρτύρονταν για τις τεράστιες δαπάνες που δεν συμβάδιζαν με το χαμηλό βιοτικό επίπεδο της χώρας. Ο Τάκης Κωσταβέλης, σύζυγος της Σακοράφα, λέει: «Αν δε θέλετε φάρμακα, μη θέλετε και ρεκόρ».
Τα οικονομικά των Ολυμπιάδων είναι πάντα σε πρώτο πλάνο: Εξάλλου αυτός είναι ο λόγος που μια ελληνική ομάδα (Μιχάλης Παπαγιαννάκης, Μαρίνα Δίζη και ο υποφαινόμενος) επισκέπτονται την έδρα της ΔΟΕ και εκθέτουν τις αντιρρήσεις για την ανάληψη της Ολυμπιάδας του 2004 από την Αθήνα. O Jacky Pruneddu, άνθρωπος αδικοχαμένος σε πολύ νεανική ηλικία, εκθέτει τις απόψεις του:
«Το θέαμα των μονομάχων που αλληλοσκοτώνονταν παρείχε στους θεατές της Ρώμης την απόλαυση “να βλέπουν το πρόσωπο που πεθαίνει” (Paul Veynne)…. Η σύγχρονη αντίληψη του αθλήματος δεν έχει πια καμιά σχέση με τη σωματική έγερση, τη μαθητεία του αυτοελέγχου, την ανάπτυξη των σωματικών δυνατοτήτων, με σκοπό μια καλύτερη απόλαυσή τους, ούτε πια καμιά σχέση με το παιχνίδι. Έχει γίνει, τα τελευταία αυτά 50 χρόνια, μια επιλογή στην πολιτική της αθλητικής παιδείας, η οποία αυξάνει τις αποστερήσεις και την εν δυνάμει βία. Οι αθλητικές δραστηριότητες, το παιχνίδι, έχουν παραμεληθεί σε όφελος του ανταγωνιστικού αθλήματος και του σχηματισμού μιας αθλητικής ελίτ, την οποία επιφορτίζουν, όταν έλθει η ώρα, να υπερασπισθεί τα χρώματα της σημαίας της. Το μόνο πρόβλημα είναι πια η αναζήτηση πρωταθλητών, η εγκαθίδρυση ενός ελιτισμού, που να επιτρέπει την νικηφόρα έκβαση σε διακρατικές αντιπαραθέσεις… Πράγμα που σημαίνει τη διοχέτευση της μεγάλης μάζας των παιδιών και των εφήβων στην αθλητική αποχή, στην αποστέρηση, σημαίνει την περιχαράκωσή τους στον ακρωτηριαστικό ρόλο του θεατή…» (9)
Τέλος, υπάρχει η έκκληση «για έναν οικο-ολυμπισμό» (10), βγαλμένη στην εποχή της διεκδίκησης της Ολυμπιάδας του 2004, δημιουργημένη από Πρασίνους που αντιτίθενται στον ευρωκεντρισμό, τα κυριότερα στοιχεία της οποίας είναι:
– Μέσα σε 40 χρόνια οι Ολυμπιακοί Αγώνες έγιναν 150 φορές πιο ακριβοί!
– Οι θερινοί και οι χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών ως το 2000, τελέσθηκαν επανειλημμένα στην Ευρώπη, στη Βόρεια Αμερική, στην Ασία και στην Αυστραλία, αλλά ουδέποτε στην Αφρική ή στη Λατινική Αμερική!
Βέβαια, το Ρίο Ντε Τζανέιρο υπάγεται στη Λατινική Αμερική, αλλά αυτό δεν ισοφαρίζει διάφορους τόπους που στέκονται μακριά από τους Ολυμπιακούς Αγώνες, κυρίως λόγω πόρων: Είναι μια πλευρά που έχει τη σημασία της σε ένα κόσμο συγκεντρωτικά παγκοσμιοποιημένο…
Παραπομπές
- B. Gillet, « Ιστορία του αθλητισμού», Ι.Γ. Ζαχαρόπουλος
- Προοπτικές για τη μόνιμη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ελλάδα, δημόσια συζήτηση, Αθήνα 1980
- Φάνη Πάλλη-Πετραλιά, «Αθήναζε», Ταχυδρόμος, 19/9/1990, Θ. Μιχόπουλος
- Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 27/9/1992
- Εποχή, 28/9/2003, «Πέθανε η μούσα του ναζισμού»
- Richard Mandell, «Oι Ολυμπιακοί αγώνες των Ναζί», μετάφραση Βαγγέλης Κούταλης, Ιωάννινα 2004, Ισνάφι
- ΑΝΤΙ, «Λος Άντζελες: Η “Ολυμπιακή αυτοκρατορία” αντεπιτίθεται»
- International Coalition Against Violent Entertainment
- Η αναπόφευκτη βία των γηπέδων, Νέα Οικολογία, Μάιος 1990
- Πράσινοι, «Έκκληση για έναν Οικο-ολυμπισμό»