Τη νύχτα της προηγούμενης Παρασκευής άφησε την τελευταία του πνοή στο δημόσιο νοσοκομείο της Μπουμπάνεσβαρ, πρωτεύουσας της πολιτείας Οντίσα στην ανατολική Ινδία, μία από τις αγαπητότερες μορφές του ινδικού επαναστατικού κινήματος. Θύμα κι αυτός της πανδημίας του Covid-19, όπως εκατοντάδες χιλιάδες συμπατριώτες του, ο 48χρονος Σιβαράμ ήταν γνωστός μέσα κι έξω από τη χώρα του για τους αγώνες του, αλλά και για την «ακραία» συνέπειά του με την κοσμοθεωρία του. Ο Σιβαράμ ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τον μαρξισμό όταν ήταν μαθητής και έπεσαν στα χέρια του «ανατρεπτικά» έντυπα. Σύντομα οργανώθηκε στους Ναξαλίτες, την ινδική εκδοχή του μαρξιστικού λενινιστικού κινήματος, και αναδείχθηκε γρήγορα ως χαρισματικός οργανωτής μαζικών κοινωνικών κινημάτων.
Όταν τελείωσε τις σπουδές του εγκαταστάθηκε επί τούτου στην τεράστια παραγκούπολη της Μπουμπάνεσβαρ, η φτωχολογιά της οποίας σύντομα τον θεώρησε φυσικό ηγέτη της. Τα τελευταία χρόνια ήταν επικεφαλής της Παν-Ινδικής Συντονιστικής Επιτροπής Κατοίκων Παραγκουπόλεων. Ο Σιβαράμ πήρε μέρος σε πολλά ακόμη κινήματα, μεταξύ των οποίων για τη δημόσια εκπαίδευση, για το νερό και το περιβάλλον, για την υπεράσπιση της γης των αυτοχθόνων από την μεταλλευτική πολυεθνική POSCO (στη διάρκεια του οποίου συνελήφθη και φυλακίστηκε), για τα δικαιώματα των εργατών γης κ.ο.κ. Ήταν επίσης πολιτειακός γραμματέας του TUCI (Συνδικαλιστικό Κέντρο Ινδίας), συνιδρυτής του CAM (Κίνημα για την Εξάλειψη των Καστών) και ηγετικό στέλεχος του Κ.Κ. Ινδίας (μλ) Red Star, ενώ ενδιαφερόταν πάντα και για τις διεθνείς εξελίξεις και τους αγώνες άλλων λαών. Χάρη στο κύρος που είχε κερδίσει με τη στάση του, έπαιζε δραστήριο ρόλο στη συνεργασία των αριστερών και κομμουνιστικών κομμάτων της Ινδίας.
Η προσωπική του ζωή ήταν απόλυτα εναρμονισμένη με τα πιστεύω του. Απλός και γλυκομίλητος, ζούσε λιτά στην «αυθαίρετη» παράγκα του όπως όλοι οι γείτονές του, και δεν δέχτηκε ποτέ να αποκτήσει οποιαδήποτε περιουσία ή ατομική ιδιοκτησία. Από νωρίς είχε δώσει δείγματα της «ξεροκεφαλιάς» του, όταν προκάλεσε σκάνδαλο επειδή αρνήθηκε την παραδοσιακή τελετή γάμου σύμφωνα με το σύστημα της κάστας, όπως και την καθιερωμένη προίκα, για να παντρευτεί την γυναίκα που αγάπησε, την Πραμίλα – που κι αυτή εξελίχθηκε σε στέλεχος του επαναστατικού κινήματος. Αφήνει πίσω του την σύζυγό του, τον γιο του, τη μητέρα του, και ένα κίνημα στο οποίο η απουσία του θα είναι αισθητή – αλλά θα έχει σαν κληρονομιά το παράδειγμά του…