Των Γιώργου Μωραΐτη, Βασίλη Γρόλλιου.
Όπως κάθε Σεπτέμβρη, έτσι και φέτος διεξήχθη στο Μητροπολιτικό Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ το γνωστό συνέδριο Εργαστήρια Πολιτικής Θεωρίας το οποίο και παρακολουθήσαμε. Δεν θα ήταν, όμως, δυνατόν να αφήσουμε αναξιοποίητη την ευκαιρία της παρουσίας μας στην πόλη και έτσι επισκεφτήκαμε το Mουσείο Κοινωνικών Αγώνων (Peoples’s Ηistory Μuseum https://www.phm.org.uk/) το οποίο κοσμεί την αγγλική μεγαλούπολη.
Το μουσείο είναι το μοναδικό που γνωρίζουμε να υπάρχει στο είδος του. Παρουσιάζει φωτογραφίες, αντικείμενα, προβάλει ντοκιμαντέρ, γύρω από τους κοινωνικούς-ταξικούς αγώνες που απαιτήθηκαν κυρίως προκειμένου να κερδηθεί το δικαίωμα ψήφου, όπως το γνωρίζουμε σήμερα. Παρά τις, εκ του αντιθέτου, σημερινές απόψεις, παντού στους τοίχους του μουσείου υπάρχει το απόφθεγμα «Πάντα υπάρχουν ιδέες για τις οποίες αξίζει να μαχόμαστε» (There are always ideas worth fighting for).
Βλέποντας το αίμα και τις θυσίες που απαιτήθηκαν, προκειμένου η εργατική τάξη να διεκδικήσει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, ένας ερευνητής στην πολιτική φιλοσοφία δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί για τα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία κρίνεται η πρόοδος του πολιτισμού, μιας κοινωνίας, για το ζήτημα της δυνατότητας του ανθρώπου να βελτιώνει τη φύση του (αυτό που συναντάμε στη βιβλιογραφία ως perfectibility) και τελικά για το ερώτημα σε ποια κοινωνικά δεδομένα θα πρέπει να εστιάζουμε την προσοχή μας, προκειμένου να διατυπώσουμε μια κανονιστική πολιτική θεωρία, η οποία θα προστατεύει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Τα προαναφερόμενα ερωτήματα αποτελούν το μέρος του φιλοσοφικού στοχασμού που ονομάζεται Φιλοσοφία της Ιστορίας.
Καθίσταται σαφές ότι κάθε πολιτική θεωρία δεν μπορεί πάρα να συγκροτείται από μια φιλοσοφία της ιστορίας. Πολλές φορές αυτή είναι συγκαλυμμένη στα κείμενα των πολιτικών στοχαστών και χρειάζεται προσεκτική έρευνα προκειμένου τα στοιχεία που τη συγκροτούν να έρθουν στην επιφάνεια.
Για την παράδοση της φιλελεύθερης πολιτικής φιλοσοφίας, προκειμένου μια κοινωνία να προοδεύσει είναι αναγκαία η υιοθέτηση από τα άτομα των αξιών που έχει ανάγκη ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής προκειμένου να λειτουργήσει. Δηλαδή του ανταγωνισμού, της επιθυμία για συσσώρευση πλούτου και κατοχής ιδιοκτησίας, της επιθυμίας αναρρίχησης στην ιεραρχία της αγοράς. Από το «αόρατο χέρι» του Σμίθ, την «αντικοινωνική κοινωνικότητα» του Κάντ, την πεποίθηση του Χέγκελ ότι η το κράτος είναι η ανώτερη μορφή που μπορεί να πάρει η κουλτούρα μιας κοινωνίας (το πνεύμα), την πίστη στα περιθώρια βελτίωσης του καπιταλισμού στον Μιλ και τη δημοκρατία των ιδιοκτητών του Ρόουλς, ο εκδημοκρατισμός της κοινωνίας δεν προϋποθέτει τη συλλογική λήψη αποφάσεων, όσον αφορά τον τρόπο παραγωγής πλούτου. Δεν είναι, φυσικά, τυχαίο ότι η λέξη εκμετάλλευση (exploitation) είναι απούσα στη φιλελεύθερη βιβλιογραφία -ακόμα και τη σύγχρονη!
Ας δούμε, όμως, τι στοιχεία φιλοσοφίας της ιστορίας μπορούμε να συναντήσουμε σε δύο κλασικούς στοχαστές που κινούνται στη σοσιαλιστική παράδοση, στον Ρουσό και τον Μαρξ. Κάνοντας ένα γενικό σχόλιο για τη Θεωρία της Ιστορίας στον Ρουσό, θα λέγαμε ότι, κατά τη γνώμη του, η ιστορική εξέλιξη ακολουθεί κατά βάση μια πορεία παρακμής. Τα αίτια αυτής της παρακμής είναι ηθικά, πολιτικά και οικονομικά.
Από ηθικής πλευράς, τα ρουσοϊκά άτομα αναπτύσσουν, σταδιακά, μια μορφή συμπεριφοράς που τα αλλοτριώνει. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι, καθώς αναπτύσσουν τις δεξιότητές τους, εγκαταλείπουν το θεμελιώδες αίτημα για αποφυγή πρόκλησης ζημιάς στους άλλους. Ως εκ τούτου, η πρόοδος κινείται ανεξέλεγκτα και ασύδοτα προς την κατεύθυνση της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης. Οι άνθρωποι, αντί να επιδιώκουν την πρόοδο συνυφασμένη με την εξέλιξη όλου του ανθρώπινου είδους, την αντιλαμβάνονται στηριγμένη στην εξαπάτηση και την προώθηση του στενού εγωιστικού συμφέροντος. Η εγωιστική αυτή συμπεριφορά δημιουργεί συμπτώματα ανισότητας και αδικίας.
Η εκμετάλλευση στον Ρουσό ποτέ δεν εμφανίζεται ουδέτερα φορτισμένη, αλλά πάντοτε ταξικά και, μάλιστα, αστικά. Η εξάρτηση είναι σαφέστατα οικονομική εξάρτηση. Η ιστορία του ανθρώπου, είναι η ιστορία της εμφάνισης και της εξέλιξης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής που θεμελιώνεται στην εξαρτημένη εργασία, στο δικαίωμα στην ατομική ιδιοκτησία και στην πρακτική του καταμερισμού της εργασίας. Στον Ρουσό, η οικονομία είναι ταυτόσημη με την πολιτική.
Όπως το θέτει ο ίδιος ο φιλόσοφος, η μετατροπή του δικαιώματος στην ατομική ιδιοκτησία σε άσκηση πολιτικής εξουσίας είναι η μετατροπή «ενός επιδέξιου σφετερισμού σε ανέκκλητο δικαίωμα» (Ρουσό, Ζαν-Ζακ. Πραγματεία περί της Καταγωγής και των Θεμελίων της Ανισότητας ανάμεσα στους Ανθρώπους, 2006, σελ. 130). Ωστόσο, η Θεωρία της Ιστορίας στον Ρουσό, παρά τον αρνητικό της χαρακτήρα, δεν είναι απαισιόδοξη. Ο φιλόσοφος είναι βέβαιος ότι ο άνθρωπος διαθέτει όλες τις κοινωνικές αρετές, ώστε να καταστήσει τον εαυτό του αυτό που, πραγματικά, οφείλει να είναι, δηλαδή το ελεύθερο ον και αποκλειστικό υποκείμενο της ζωής και της ανάπτυξής του. Το πώς θα γίνει αυτό, αναλύεται στις γραμμές του περίφημου Κοινωνικού Συμβολαίου.
Λόγω οικονομίας χώρου, αναγκαστικά θα παραλείψουμε πολλά στοιχεία της Φιλοσοφίας της Ιστορίας του Μαρξ που θα άξιζε να αναφερθούν και θα σχολιάσουμε αυτό που κάνουν οι περισσότεροι σχολιαστές του, όταν αναλύουν τη φιλοσοφία της ιστορίας του, δηλαδή ότι ανακυκλώνουν την εικόνα του ντετερμινιστή Μαρξ. Δυστυχώς, παραπέμπουν σχεδόν αποκλειστικά στην εισαγωγή της Κριτικής της πολιτικής οικονομίας, στην λεγόμενη εισαγωγή του 1859. Εκεί ο Μαρξ φαίνεται να διαχωρίζει τις οικονομικές σχέσεις από τις πολιτικές (βάση/εποικοδόμημα) και να θεωρεί ότι οι όποιες αλλαγές στις δυνάμεις παραγωγής θα οδηγήσουν σε αλλαγές στις σχέσεις παραγωγής. Σε συνδυασμό με τις απόψεις του Ένγκελς στη Διαλεκτική της Φύσης ότι η διαλεκτική ακολουθεί νόμους όμοιους με τις φυσικές επιστήμες, βγάζουν το συμπέρασμα ότι η ιστορική εξέλιξη για τους Μαρξ-Ένγκελς μπορεί να προβλεφθεί.
Εμείς, από τη μεριά μας, τονίζουμε τα εξής: Πρώτον, ο Μαρξ σκόπευε να δημοσιεύσει την Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας στην Πρωσία, γιατί εκεί μόνο υπήρχαν ομοϊδεάτες του που θα ενδιαφέρονταν να διαβάσουν το κείμενό του. Οι αρχές στην Πρωσία ασκούσαν αυστηρή λογοκρισία και όποιο κείμενο δεν είχε την αστυνομική έγκριση κατασχόταν. Μάλιστα, η προτροπή στην ταξική πάλη ήταν ποινικό αδίκημα το οποίο επέσυρε ποινή φυλάκισης έως δυο έτη. Ο Μαρξ, λοιπόν, έπρεπε να είναι πάρα πολύ προσεκτικός στην εισαγωγή, γιατί αν ανέφερε το οτιδήποτε θα θεωρούνταν προτροπή στην ταξική πάλη, η εισαγωγή θα κατασχόταν. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα το υπόλοιπο κείμενο να μην εκδιδόταν ποτέ και ο εκδότης θα φυλακιζόταν. Για αυτό το λόγο, ο βασικότερος παράγοντας αλλαγής της ιστορίας, κατά την πολιτική του θεωρία, η ταξική πάλη, οι κινητοποιήσεις των μαζών και της εργατικής τάξης, σκοπίμως απουσιάζει από το συγκεκριμένο κείμενο. (Βλ. το εξαιρετικό άρθρο του Prinz, Arthur, Background and ulterior motive of Marx’s Preface’ of 1859, Journal of the History of Ideas, v. 30, n. 3, 1969.)
Δεύτερον, οι παραγωγικές σχέσεις δεν διαχωρίζονται, πλήρως, από τις παραγωγικές δυνάμεις. Αντίθετα, η βάση διαμεσολαβείται από το εποικοδόμημα. Το πολιτικό και το οικονομικό είναι εκφράσεις της ίδιας σχέσης, αυτής με την οποία οι άνθρωποι έρχονται σε επαφή αναμεταξύ τους αλλά και με τη φύση, προκειμένου να ικανοποιήσουν τις βασικές ανάγκες τους, δηλαδή της εργασίας. Για την κριτική θεωρία την οποία ακολουθούμε, σαφώς πιο σημαντική είναι η εισαγωγή των Grundrisse, η λεγόμενη εισαγωγή του 1857.
Τρίτον, κατηγορούν τον Μαρξ ότι προσπάθησε να προβλέψει το μέλλον και έπεσε έξω, με αποτέλεσμα όλη η μέθοδός του να θεωρείται ανάξια μελέτης. Παρ’ όλο που υπάρχουν σημεία στα Άπαντα των Μαρξ- Ένγκελς που φαίνεται να επιβεβαιώνουν την κατηγορία αυτή. Ενδεικτικό αυτής της επιβεβαίωσης είναι το διάσημο γράμμα στον Weydemeyer, στις 5 Μαρτίου του 1852, στο οποίο ο Μαρξ θεωρεί μια από τις σημαντικότερες συνεισφορές του το γεγονός πως απέδειξε ότι η ταξική πάλη οδηγεί αναγκαία στη δικτατορία του προλεταριάτου· η συγκεκριμένη ερμηνεία δεν έχει βάση. Υπάρχουν, όμως, 5-6 σημεία στα Άπαντά του στα οποία, ξεκάθαρα, δηλώνει άγνοια για τις μελλοντικές εξελίξεις. Χαρακτηριστικότερο είναι αυτό της συνέντευξής του (05/01/1879) στην οποία λέει ότι «κανένας σοσιαλιστής δεν χρειάζεται να προβλέψει ότι θα γίνει μια αιματηρή επανάσταση στη Ρωσία, Γερμανία, Αυστρία ή την Ιταλία… Η Γαλλική Επανάσταση ίσως επαναληφθεί». Ο Μαρξ ήταν υπεραισιόδοξος για μια ενδεχόμενη αφύπνιση των εργατικών μαζών και τίποτα παραπάνω.
Τέλος, η κατηγορία ότι το όραμα του Μαρξ για την κομμουνιστική κοινωνία είναι ουτοπικό και για αυτό πρέπει να τον απορρίψουμε ως φιλόσοφο, είναι εντελώς ανυπόστατη για τον απλούστατο λόγο ότι οι Μαρξ-Ένγκελς δεν είχαν κανένα απολύτως συγκεκριμένο όραμα για το μέλλον! Ζήτημα να υπάρχουν 12-14 σελίδες διάσπαρτες στις 25 χιλιάδες σελίδες των Απάντων τους, οι οποίες να αναλύουν το πώς θα είναι η μελλοντική κομμουνιστική κοινωνία! Δυστυχώς, ελάχιστοι έχουν μελετήσει σοβαρά τα Άπαντά τους και τη Θεωρία της Διαλεκτικής των Μαρξ-Ένγκελς.
* Ο Γιώργος Μωραΐτης είναι υποψήφιος διδάκτωρ Πολιτικής Φιλοσοφίας.
* Ο Βασίλης Γρόλλιος ([email protected]) είναι διδάκτωρ Πολιτικής Φιλοσοφίας.