Σουηδικής καταγωγής, με επιρροές από Αγκάθα Κρίστι, Άστριντ Λίντγκρεν και Ρέιμοντ Τσάντλερ, ο Σ. Λάρσον είναι ο συγγραφέας των πιο επιτυχημένων αστυνομικών μυθιστορημάτων των τελευταίων ετών.
Από το 2005, που εκδόθηκε το πρώτο βιβλίο (μετά το θάνατό του) μέχρι σήμερα, πουλήθηκαν πάνω από 27 εκατ. αντίτυπα σε 40 χώρες. Το εκδοτικό φαινόμενο ακολούθησαν ταινίες σουηδικής παραγωγής, ενώ το Χόλιγουντ ετοιμάζει τις δικές του εκδοχές της τριλογίας.
Στην περίπτωση των εν λόγω ταινιών, δεν θυμάται σχεδόν κανείς το σκηνοθέτη, όλοι λένε: Το Κορίτσι με το Τατουάζ του Δράκου, Το Κορίτσι που Έπαιζε με τη Φωτιά, Το Κορίτσι στη Φωλιά της Σφήκας του Στιγκ Λάρσον.
Συγκρινόμενη από πολλούς κριτικούς του σινεμά με τη θρυλική φιγούρα του Τζέιμς Μποντ, η Λίζμπεθ Σαλάντερ, η βασική ηρωίδα της τριλογίας, φέρει ανατρεπτικά στοιχεία όπως πανκ εμφάνιση με piercing και tattoo, ιστορικό ψυχικής ασθένειας λόγω ενδοοικογενειακής βίας, γνώσεις χάκινγκ. Στη σουηδική εκδοχή των ταινιών δεν υπάρχουν εντυπωσιακά εφέ, ούτε αδικαιολόγητο αίμα ή βία, καθώς μια δημοσιογραφικού τύπου έρευνα κινεί την πλοκή και δίνει λύσεις. Για αυτό και είναι εξαιρετικές οι σκηνές όπου ο συμπρωταγωνιστής, Μίκαελ Μπλούμκβιστ, ακτιβιστής – δημοσιογράφος, υπερνικά την εσωστρέφεια της Λίζμπεθ, κυρίως στο πρώτο φιλμ. Μέσα από τους δύο σύγχρονους μοχλούς της εξουσίας, την ηγεμονία του κυβερνοχώρου και τον έλεγχο των πληροφοριών από το δημοσιογραφικό κόσμο, ο Λάρσον κατορθώνει να σκιαγραφεί τα κακώς κείμενα μιας από τις πιο αξιοζήλευτες κοινωνίες πρόνοιας.
Ο ρατσισμός, ο πατριαρχικός μισογυνισμός, η παγκοσμιοποίηση, η ενδοοικογενειακή βία και η επίμονη αναζήτηση του δικαίου είναι θέματα – εμμονές στην τριλογία. Τα στοιχεία αυτά τονίζουν στις ταινίες, αφενός η επιλογή καίριων σημείων της Στοκχόλμης για το στήσιμο του suspense, αφετέρου τα καλά καδραρισμένα πλάνα των ανθρωποκυνηγητών και οι ρεαλιστικές λήψεις –ετεροφυλοφιλικών και ομοφυλοφιλικών– σεξουαλικών συμπεριφορών. Ακόμα και αν η δημοσιογραφική ίντριγκα των βιβλίων περιορίζεται στην κινηματογραφική τριλογία και οι δευτερεύοντες ήρωες χάνουν εν μέρει τη γοητεία τους, η φωτογραφία των σουηδικών σπιτιών της επαρχίας, η εξαιρετική Ν. Ράπας στον ρόλο της Λίζμπεθ και η ίδια η σουηδική γλώσσα συνεισφέρουν στην ιδιαίτερη ατμόσφαιρα των φιλμ, περιορίζοντας αισθητά την προσμονή για την αμερικάνικη εκδοχή.
Φαινόμενα των καιρών, που συνωστίζονται σαν προϊόντα στις βιτρίνες και τις αίθουσες και σκιαγραφούν επιτυχημένα κοινωνίες όπου όλα είναι ανεκτά (αρκεί να μην αφορούν το στενό μας περιβάλλον), καθιστούν τη φράση της Λίζμπεθ Σαλάντερ διαχρονική: «Δεν υπάρχουν αθώοι… υπάρχουν μόνο διαφορετικά επίπεδα ευθύνης.»
Γκανάσου Τζούλια