27 Ιουλίου 2012. Στις 3 μ.μ. περίπου η Αγροτική Τράπεζα έκλεισε κανονικά, όπως κάθε Παρασκευή. Το απόγευμα ανακοινώθηκε από τα δελτία ειδήσεων η εξαγορά της από την Τράπεζα Πειραιώς.

Στη συνέλευση του σωματείου που είχε γίνει την προηγούμενη μέρα υπήρξε εφησυχασμός. Δεν θα προχωρούσαν -λέει- τα πράγματα τόσο γρήγορα. Κάποιοι κυβερνητικοί μάλιστα υποστήριξαν ότι θα γίνει ο κρατικός πυλώνας των τραπεζών κι έτσι η Αγροτική θα παραμείνει ως έχει. Τη Δευτέρα ήταν η πρώτη μέρα απεργίας. Ήδη είχαν αρχίσει να έρχονται τα ραβασάκια που καλωσόριζαν τους εργαζόμενους στην Τράπεζα Πειραιώς. Από την Παρασκευή κιόλας, είχε τυπωθεί το Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβέρνησης που ανέλυε τους όρους της πώλησης της Αγροτικής. Χωρίς να αναγράφεται καν το αντίτιμο, χωρίς διαδικασία προσφορών, με αναφορές σε κάποιες άτυπες διαδικασίες, μέσα σε ένα βράδυ έγιναν όλα όσα ήταν έτοιμα από καιρό.
Η απεργία κράτησε δύο βδομάδες. Αν ήταν στο χέρι του Δ.Σ. του σωματείου, θα έληγε από τις πρώτες μέρες. Όμως η μαζικότητα των διαδηλώσεων και των απεργιακών φρουρών, η διάθεση των συναδέλφων να παλέψουν για την ανάκληση της «δωροπωλησίας» της ΑΤΕ, τα σχεδόν καθημερινά ταξίδια που πραγματοποιούσαν πολλοί από την επαρχία στην Αθήνα για να είναι εδώ τις κρίσιμες ώρες, αλλά και στα καταστήματα της επαρχίας για να εμψυχώσουν τους συναδέλφους -όλα αυτά με μεγάλο προσωπικό κόστος και χωρίς εμπειρία-, οι συνελεύσεις που γίνονταν σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, ανάγκασαν και τη διοίκηση του σωματείου να συνεχίσει.
Συνέχισε, μεθοδεύοντας παράλληλα το ξεδόντιασμα της απεργίας, τονίζοντας διαρκώς ότι είμαστε πολύ λίγοι για να καταφέρουμε την ακύρωση της πώλησης, ότι θα σωθούμε μόνο αν γίνουν εκλογές και αλλάξει η κυβέρνηση και ότι πρέπει να πάμε στη διοίκηση της Πειραιώς να διαπραγματευτούμε τα εργασιακά μας. Σε απόλυτο συγχρονισμό, στις αρχές της 2ης βδομάδας απεργίας, μας έφτασε η Σύμβαση Εργασίας που μας «πρόσφερε» η Τράπεζα Πειραιώς. Ήταν η πλήρης ανατροπή όσων γνωρίζαμε μέχρι τότε για τις συνθήκες εργασίας των τραπεζικών. Για πολλούς, η κατάρρευση ενός ολόκληρου κόσμου δεδομένων και σταθερών. Το απόλυτο διευθυντικό δικαίωμα σε όλα τα πεδία, για αυτό και λέγαμε ότι είναι μια «σύμβαση απόλυσης».
Η απώλεια είναι τεράστια. Από την πρώτη σελίδα αναφέρεται ότι δεν αναγνωρίζεται καμιά προϋπηρεσία και η συγχωνευμένη τράπεζα δεν αποτελεί διάδοχο σχήμα της ΑΤΕ. Οι αποζημιώσεις για την απόλυση από την πρώην ΑΤΕ θα δοθούν εφόσον τελειώσει η εκκαθάριση. Χρόνια εργασίας και εμπειρίας στον κάλαθο των αχρήστων. Ο Σάλλας έδωσε(;) μόλις 95 εκατ. ευρώ για να πάρει μια κρατική τράπεζα που κατέχει το 40% των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, το 70% των αγροτικών δανείων, τεράστια ακίνητη περιουσία, τεχνογνωσία κι ένα προσωπικό με μεγάλη εμπειρία. Και πήρε επιπλέον δώρο 13 δισ. ευρώ…
Η λεγόμενη διαπραγμάτευση του σωματείου με τον Σάλλα ήταν απλώς ένα εργαλείο πίεσης προς την απεργία. Δεν άλλαξε ούτε μια γραμμή στη Σύμβαση Εργασίας. Αλλά ακόμα κι αν αυτό γινόταν, η συμπαιγνία των τραπεζιτών είχε κερδίσει, γιατί το θέμα του μεγαλύτερου σκανδάλου των τελευταίων δεκαετιών πήγαινε σιγά-σιγά στην άκρη. Μας ανακοινώθηκε ότι οι (ατομικές) συμβάσεις πρόσληψης έπρεπε να υπογραφούν ώς τις 10 Αυγούστου γιατί πέραν αυτής της ημερομηνίας θα θεωρούνταν ότι δεν θέλαμε να προσληφθούμε. Μια μέρα πριν, η γενική συνέλευση των εργαζόμενων στην Αθήνα ανέτρεψε την απόφαση του Δ.Σ. του σωματείου που έλεγε να υπογράψουμε τις συμβάσεις. Σε μια συγκινητική συνέλευση 500 ανθρώπων αποφασίσαμε να μην υπογράψουμε. Ήταν σε εξέλιξη και η κατάληψη του μηχανογραφικού κέντρου της ΑΤΕ που παρακώλυε την ανακοινωμένη συγχώνευση του δικτύου καταστημάτων των 2 τραπεζών.
Υπήρχε δυνατότητα να συνεχίσουμε. Να κρατήσουμε ανοιχτό το θέμα και να μην υποκύψουμε στον εκβιασμό της πρόσληψης και στην αποδοχή της «συγχώνευσης». Να βγούμε στην κοινωνία, μιλώντας παντού για το έγκλημα που συντελείται και είναι ακόμα στην αρχή. Να μην κλείσουμε τον αγώνα, για να υπάρξουν όροι ενότητας, συμμαχιών και ανατροπής. Οι όροι αυτής της συνέχειας σαμποταρίστηκαν. Το ίδιο βράδυ της συνέλευσης τα τηλέφωνα πήραν φωτιά, προς όλες τις κατευθύνσεις. Οι νουθεσίες, ο φόβος και ο εκβιασμός κυριάρχησαν τελικά και η παντελής έλλειψη υποστήριξης από το σωματείο οδήγησε στο να υποκύψει ένα μεγάλο κομμάτι εργαζόμενων. Ήταν πάλι, αρκετοί αυτοί που δεν υπέγραψαν. Η μαζική υπογραφή των συμβάσεων σήμαινε και το κλείσιμο του αγώνα.
Το βράδυ εκείνης της Παρασκευής, στις 10 Αυγούστου, η συναδέλφισσα, η Τ., έστειλε σε κάποιους, το παρακάτω μήνυμα : «Απόψε νιώθω την πίκρα να με πνίγει και μια μοναξιά που είχα ξεχάσει μέρες τώρα. Νιώθω όμως και την ανάγκη να σας ευχαριστήσω βαθιά για την πορεία που μοιραστήκαμε μοναδικά, για τις υπέροχες και γεμάτες νόημα στιγμές μας, για τον αγώνα και τις υπερβάσεις που πετύχαμε. Θα είστε για μένα πάντα σημείο αναφοράς. Η δικιά μας αγνή και πιστή μειοψηφία θα είναι η παρηγοριά μου στη νέα, άγνωστη και αγχωτική εποχή».
Δύο βδομάδες μέσα στον Αύγουστο είναι πολύς χρόνος. Ειδικά όταν είσαι μόνος και σε χτυπάνε από παντού. Τα παπαγαλάκια της κυβέρνησης περιφέρονταν στην επαρχία και έλεγαν στους αγρότες ότι ο Σάλλας θα τους διαγράψει τα δάνεια και τις υποθήκες. Η Βουλή έκλεισε στις 3 Αυγούστου. Εμείς συνεχίσαμε μέχρι και λίγες μέρες πριν από τον Δεκαπενταύγουστο. Η συζήτηση για όσους νιώθουν την καταστροφή που έρχεται έχει περάσει στην υπόθεση της επανακρατικοποίσης. Σε αυτούς που αντιλαμβάνονται ότι χρειάζεται μια μεγάλη ανατροπή προστέθηκαν αρκετές ακόμα εκατοντάδες. Αυτό κερδίσαμε…                 
Μ.Γ.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!