Νέες τουρκικές μεθοδεύσεις με στόχο την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας

του Σπύρου Παναγιώτου

 

Καθώς τα κύματα βίας και το καθεστώς έκτακτων μέτρων αστυνόμευσης, απλώνονται σε ολόκληρη της Ευρώπη, επισπεύδονται οι διαδικασίες που επιβάλλουν ΗΠΑ και Βρετανία για την «επίλυση» του Κυπριακού. Στην πραγματικότητα σχεδιάζεται να επιβληθεί μια «λύση» που προβλέπει διάλυση της κρατικής υπόστασης του νησιού κατ΄ αναλογία με όσα συντελέσθηκαν, με άλλα μέσα βέβαια, σε πολλές χώρες της Μ. Ανατολής και της Β. Αφρικής. Η μετατροπή της Κύπρου σε ένα, παγκοσμίως μοναδικό, υβριδικό κράτος χωρίς υπόσταση και κυριαρχία, εξάρτημα στις γεωπολιτικές επιδιώξεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και της Τουρκίας, έρχεται να συμπληρώσει το παζλ στην πολύπαθη Ανατ. Μεσόγειο. αλλά και να ανοίξει νέα επεισόδια στα κύματα αστάθειας που συγκλονίζουν την περιοχή και μεταφέρονται σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Όλα όσα αφορούν τις εξελίξεις στο κυπριακό δράμα είναι ενδεικτικά των προθέσεων σε βάρος των δικαιωμάτων και των δύο κοινοτήτων στο νησί.

Αν και απομένουν λιγότερες από τρεις βδομάδες μέχρι τη σύγκλιση της Πολυμερούς Διάσκεψης για την επίλυση του Κυπριακού, τίποτα δεν έχει ακόμα αποσαφηνισθεί,ούτε ποιοι θα πάρουν μέρος σε αυτήν ούτε ακόμα το τι ακριβώς θα συζητήσουν.

Άγνωστη παραμένει η σύνθεση της επιτροπής. Η τουρκική πλευρά επιμένει ότι λόγο έχουν μόνο οι εκπρόσωποι των δύο κοινοτήτων και τρεις εγγυήτριες δυνάμεις (Αγγλία, Τουρκία, Ελλάδα). Η τουρκική πλευρά αρνείται την παρουσία του Αναστασιάδη ως προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας καθώς δεν αναγνωρίζει τη νομιμότητά της. Είναι επιφυλακτική ακόμα και για την παρουσία εκπροσώπου της Ε.Ε -ως παρατηρητή- εκτιμώντας ότι «μεροληπτεί» υπέρ της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποκαλύπτοντας έτσι και τα υπέρμετρα όρια των διεκδικήσεών της έναντι της Κύπρου. Οι ιθύνοντες της Ε.Ε ξεκαθαρίζουν ότι επιθυμούν άμεση λύση αδιαφορώντας πλήρως στο γεγονός ότι η προτεινόμενη αντιβαίνει κάθε κανόνα του διεθνούς και ευρωπαϊκού Δικαίου. Ακόμα και η ανεπίσημη πρόταση για συμμετοχή των μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ στη διάσκεψη, δεν έχει ξεκαθαρίσει από καμία πλευρά, ενώ οι ΗΠΑ δήλωσαν την πρόθεσή τους να πάρουν μέρος αν κληθούν από τον Γ.Γ του ΟΗΕ. Στην πραγματικότητα αρκούνται στην άσκηση ασφυκτικών πιέσεων σε Λευκωσία και Αθήνα ώστε να κλείσει το θέμα στις μέρες της θητείας Ομπάμα στο Λευκό Οίκο.

Άγνωστο παραμένει και το αντικείμενο των συζητήσεων τόσο στις θεμελιώδεις διαφορές, όσο και στα λεγόμενα δευτερεύοντα θέματα (εδαφικό, περιουσίες, έποικοι) καθώς τέτοια δεν υφίστανται υπό το καθεστώς εισβολής και παράνομης κατοχής ενός σημαντικού μέρους του νησιού.

 

Βαριές ευθύνες για κυπριακή και ελληνική κυβέρνηση

Ο ένθερμος υποστηρικτής του σχεδίου Ανάν, Κύπριος πρόεδρος Αναστασιάδης επισπεύδει τις διαδικασίες πραγματοποίησης της διεθνούς συνάντησης παρά το γεγονός ότι δεν έχει επιτευχθεί πρόοδος σε κανένα θέμα που χωρίζει τις δύο πλευρές, με τον Τουρκοκύπριο εκπρόσωπο Ακιντζί. Η απόφαση αυτή του Αναστασιάδη, παρά την κατάρρευση των συνομιλιών στην Ελβετία με ευθύνη του Ακιντζί, υπαγορεύονται από τις ΗΠΑ, Βρετανία και Τουρκία που στοχεύουν να δημιουργήσουν ασφυκτικό κλίμα πιέσεων και εκβιασμών στη διεθνή συνάντηση ώστε να ξεπεραστούν όλα τα θεμελιώδη και ακανθώδη ζητήματα- προϋποθέσεις επίλυσης του Κυπριακού. Παράλληλα υπογράφει την παραχώρηση «οικοπέδων» της κυπριακής ΑΟΖ σε αμερικανικές και ευρωπαϊκές πετρελαϊκές εταιρείες είτε εκβιαζόμενος είτε προσδοκώντας καλύτερη αντιμετώπιση, καθώς γνωρίζει ότι η εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων της Κύπρου αποτελεί και το πιο ουσιαστικό ζητούμενο του σημερινού σχεδίου επίλυσης του Κυπριακού.

Η ταύτιση Αναστασιάδη με το σχέδιο ΗΠΑ και Βρετανίας φθάνει στο σημείο να μην θέτει ως όρο για την πραγματοποίηση της διεθνούς συνάντησης την παρουσία του ως πρόεδρος της Κύπρου. Πρακτικά δεν αντιδρά στην απαίτηση της Τουρκίας να παρουσιασθεί ως απλός εκπρόσωπος της ελληνοκυπριακής πλευράς. Έτσι νομιμοποιεί στην πράξη και πριν από κάθε συμφωνία, τις προβλέψεις του σχεδίου περί «εκλιπούσας Κυπριακής Δημοκρατίας» και συνεπώς αποδοχής του νέου μορφώματος εκ προοιμίου.

Η τακτική αυτή αφαιρεί από τη Κυπριακή Δημοκρατία κάθε πλεονέκτημα που έχει ως ανεξάρτητο κράτος-μέλος του ΟΗΕ και της Ε.Ε και την υποβιβάζει στο επίπεδο της κοινότητας, ευάλωτη πλέον στις μεθοδεύσεις και επιδιώξεις της Τουρκίας.

Η ελληνική κυβέρνηση από την πλευρά της κρύβεται πίσω από τη θέση ότι οι συνομιλίες που αφορούν τις πτυχές του Κυπριακού, αφορούν αποκλειστικά τις δύο κοινότητες αποφεύγοντας έτσι να διατυπώσει θέσεις για το κρατίδιο-έκτρωμα που ετοιμάζεται. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο ευλογεί και εγκρίνει τη στάση της κυπριακής ηγεσίας. Κλείνει τα μάτια μπροστά στο γεγονός ότι η τουρκοκυπριακή στάση υπαγορεύεται ευθέως από την Τουρκία και μάλιστα τη στιγμή που ο Ερντογάν αμφισβητεί τη Συνθήκη της Λωζάννης και το σημερινό status των συνόρων στο Αιγαίο. Η ελληνική πλευρά δεν θέλει να αντιληφθεί ότι η επεκτατική πολιτική της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας θα ενισχυθεί με το σημερινό πλαίσιο «επίλυσης» του Κυπριακού και κατά συνέπεια η αδράνειά της θα αποδυναμώσει τη θέση της χώρας αμέσως μετά τη συμφωνία.

Επιλέγει να θέσει σαν κόκκινη γραμμή την κατάργηση του καθεστώτος των εγγυήσεων και την αποχώρηση του στρατού κατοχής της Τουρκίας. Δεν διευκρινίζει βέβαια αν ζητά την άμεση, πριν την υπογραφή της συμφωνίας, αποχώρηση των τουρκικών δυνάμεων ή αποδέχεται την ανεπίσημη αμερικανική πρόταση για σταδιακή αποχώρηση σε βάθος (απροσδιόριστου) χρόνου. Άγνωστη παραμένει και η τύχη της διμερούς συνάντησης Τσίπρα – Ερντογάν προκειμένου να διευκρινισθούν οι διαφορές των δύο χωρών, πριν οδηγηθούν στη διεθνή συνάντηση με την τουρκική πλευρά να μην την αξιολογεί ως αναγκαία επιχειρώντας να κωλυσιεργήσει κερδίζοντας χρόνο.

Μένει να φανεί αν οι κυβερνητικές «κόκκινες γραμμές» αποδειχθούν ανάλογες με εκείνες των παραμονών της υπογραφής του τρίτου μνημονίου.

Το γεγονός ότι η κυβέρνηση διαπραγματεύεται πακέτο το σύνολο των καταναγκασμών που αφορούν τη χώρα (αξιολόγηση μνημονίου, χρέος, προσφυγικό, Αιγαίο, Κύπρος), είτε ως επιλογή είτε όχι, δεν προοιωνίζει τίποτα ελπιδοφόρο.

 

Κλιμακούμενες τουρκικές απαιτήσεις

Από την πλευρά της η Τουρκία έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν συζητά άρση του καθεστώτος των εγγυήσεων. Μάλιστα έχει διαμηνύσει, δια στόματος Ερντογάν, προς κάθε κατεύθυνση και κυρίως προς Βρετανία – ΗΠΑ, ότι η απαίτησή της αυτή δεν αφορά αποκλειστικά την «προστασία» της τουρκοκυπριακής κοινότητας στο νησί, αλλά την ασφάλεια της ίδιας της Τουρκίας. Ξεκαθαρίζει ότι πρόθεσή της είναι να διασφαλίσει συνθήκες για την ηπειρωτική Τουρκία, σε περίπτωση που διαταραχθούν οι σημερινές γεωπολιτικές ισορροπίες, διατηρώντας τον έλεγχο της Κύπρου, αλλά και στρατιωτικές δυνάμεις στο νησί. Φθάνει μάλιστα στο σημείο να προτείνει ως εναλλακτική των ελληνικών θέσεων να αναγνωρισθεί μονομερής εγγύηση από την πλευρά του για το τουρκοκυπριακό κρατίδιο της μελλοντικής «Κυπριακής Ομοσπονδίας». Η δήλωση αυτή, ευθεία προσβολή στην ανεξαρτησία και την ίδια την ασφάλεια και την υπόσταση ενός ανεξάρτητου κράτους και η εκκωφαντική σιωπή όλων των εμπλεκόμενων πλευρών, αποκαλύπτει τις προθέσεις και κυρίως το μέλλον που επιφυλάσσεται για το νησί και ολόκληρο τον κυπριακό λαό.

Κατά τον ίδιο τρόπο η Τουρκία επιμένει στην παρουσία των στρατιωτικών της δυνάμεων προτείνοντας τη δημιουργία στρατιωτικής βάσης κατά τα πρότυπα της βρετανικής βάσης που υπάρχει ήδη στο νησί. Θυμίζουμε ότι η βρετανική βάση έχει ουσιαστικά καθεστώς ανεξάρτητου κράτους στην Κύπρο με σαφή σύνορα από στεριά και θάλασσα ακόμα και δικαίωμα για χωριστή ΑΟΖ.

Οι προσβλητικές, έναντι της Κύπρου και της Ελλάδας, απαιτήσεις Ερντογάν καθορίζονται από τη βαθιά γνώση της στάσης ενδοτισμού και οπισθοχωρήσεων της ελληνικής και κυπριακής πλευράς και τη βεβαιότητα ότι οι πραγματικές διαπραγματεύσεις διεξάγονται μεταξύ της Τουρκίας και των ΗΠΑ – Βρετανίας. Οι δυνάμεις αυτές όχι μόνο θεωρούν δεδομένη την απόφαση για διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά περιφρονούν χωρίς ενδοιασμούς τα δεινά και τους νέους διχασμούς που θα επιφέρουν στις δύο κοινότητες οι σχεδιαζόμενες λύσεις.

Μέσα σε αυτό το ζοφερό τοπίο μοναδική ελπίδα είναι η στάση του κυπριακού λαού.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!