* Απόσπασμα από την ημερολογιακή καταγραφή της Έλλης Παππά με τίτλο «Η κάθοδός μου στον Άδη». Το αντλήσαμε από την ομώνυμη έκδοση του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τράπεζας, η οποία κυκλοφόρησε εκτός εμπορίου στις αρχές του 2010.

…Το «φόβο» του θανάτου –για τον οποίο τόσος λόγος γίνεται σε κάποιες μερίδες διανοουμένων– δεν τον ένοιωσα ποτέ. Το μόνο που με απασχολούσε από όταν άρχισαν τα χρόνια να φτάνουν σε μεγάλους αριθμούς ήταν να μην έχω τη μακροβιότητα των αδελφάδων μου και τις συνέπειές της. Ωστόσο, είμαι ζωντανή κι αδυσώπητα γερνάω, κι όσο γερνάει κανείς, κάπως διαφορετικά αισθάνεται το δικαίωμά του στη ζωή. Με άλλα λόγια, η υπέρμετρη παράταση της ζωής αγγίζει το παράλογο, κι έτσι αισθάνομαι όταν βλέπω τις νεότερες γενιές. Ένα παράλογο που παίρνει πολλές όψεις. Για τη γενιά που είναι σήμερα στην ηλικία του γιου μου, δηλαδή γι’ αυτούς που πάτησαν τα πενήντα, έχει τη γεύση μιας μεγάλης αδικίας που διαπράξαμε σε βάρος τους. Τους τάξαμε έναν καλύτερο κόσμο, μια ζωή πιο φωτεινή, χαρούμενη και δημιουργική, πού γι’ αυτήν άξιζε να αγωνιστούμε και να θυσιαστούμε και να επιβάλουμε και στα παιδιά μας θυσίες, θυσίες που τις υπέμειναν όπως τις επιβάλαμε εμείς, δεν τις είχαν αποφασίσει οι ίδιοι. Και τώρα λέω, πώς θα σηκώσουν την καινούρια εποχή, εποχή των διαψεύσεων, τελείως διαφορετική από κείνη που τους είχαμε τάξει, και με ποιο μάτι μας βλέπουν σήμερα εμάς, τους επιζώντες άλλων καιρών;

Για τις γενιές των πολύ νέων, η αίσθησή μας είναι διαφορετική, κι ωστόσο δεν είμαστε έξω από τις ευθύνες για τη ζωή που τους περιμένει. Μα, εδώ, δεν είναι ο κατάλληλος χώρος για πλατιές αναλύσεις. Εδώ, το μόνο που μπορώ να πω είναι πως όταν βλέπω αυτά τα κορίτσια με τα ψηλόλιγνα κορμιά και το επιμελημένο μακιγιάρισμα, που το κύριο ανάγνωσμά τους έξω από τα βιβλία των «σπουδών» τους είναι τα περιοδικά του life style, η κύρια διασκέδασή τους είναι τα κλάμπ και ο συναισθηματικός τους κόσμος εξαντλείται στον εκστασιασμό για τον έναν ή τον άλλο τραγουδιστή της μόδας, και τα αγόρια με το σκουλαρίκι στο ένα αυτί, το επιμελημένα σκισμένο τζιν και την αλογοουρά, που πνίγουνε τα χασμουρητά τους στις καφετέριες, λέω: Αυτά τα παιδιά θα ζήσουνε στον εικοστό πρώτο αιώνα.

Τι δουλειά έχω εγώ ανάμεσά τους, εγώ που δεν θα ζήσω στον αιώνα τους τι έχω να τους πω;…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!