Πριν προλάβει η κυβέρνηση να ανακοινώσει σε πανηγυρικό τόνο την προσπάθεια συμφωνίας με την Τουρκία για έλεγχο των μεταναστευτικών ροών μετά τη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στη Ν. Υόρκη και η πίεση στα σύνορα της χώρας μας δείχνει τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος. Λίγο πάνω από τις 30 χιλιάδες είναι οι καταγεγραμμένες αφίξεις στο Αιγαίο και τον Έβρο, με τις 7 χιλιάδες από αυτές να καταγράφονται τον Αύγουστο (3 φορές πάνω από τις 2,1 χιλιάδες τον Αύγουστο του 2022) και 11 χιλιάδες τον Σεπτέμβριο (5 φορές πάνω από τις 2,6 χιλιάδες των Σεπτέμβριο του 2022).

Στα hot-spot των νησιών του Αν. Αιγαίου η κατάσταση αρχίζει να γίνεται οριακή. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Μεταναστευτική Πολιτικής, στα τέλη Σεπτεμβρίου, στη νέα κλειστή δομή στη Σάμο διαμένουν 4.021 άτομα, διπλάσια από την ονομαστική δυναμικότητα των 2.040 ατόμων ενώ και στη Λέσβο βρίσκονται πάνω από 5.000 άτομα σε μια δομή με συνολική χωρητικότητα 8.000 − 4.000 σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία του υπουργείου καθώς στις 8.000 προβλέπονται και διαμένοντες προσωρινά σε σκηνές. Αντίστοιχη η εικόνα και στα άλλα νησιά, με τη δομή στη Λέρο να φιλοξενεί 2.046 άτομα με χωρητικότητα 1.780, τη δομή στην Κω όπου διαμένουν 2.252 άτομα ενώ η συνολική της χωρητικότητα φτάνει τα 2.356 άτομα και τη Χίο όπου παραμένουν 830 αιτούντες άσυλο με χωρητικότητα δομής 1.014 ατόμων.

Μεσάζοντας της Τουρκίας

Άρα για ποια θετική προοπτική στη συνεργασία με την Τουρκία κάνει λόγο η κυβέρνηση, όταν δεν βλέπουμε καμία απτή αλλαγή στάσης πέρα από γενικόλογες υποσχέσεις και κούφιες ανακοινώσεις για ενεργοποίηση ενός «κόκκινου τηλεφώνου» άμεσης επικοινωνίας των αρχηγών των Λιμενικών Σωμάτων των δύο χωρών; Στην πράξη η Ελλάδα, για μια ακόμη φορά, έγινε ο μεσάζοντας της Τουρκίας με την Ε.Ε. πιέζοντάς την να εγκρίνει επιπλέον κονδύλια προς την Τουρκία ώστε αυτή να κρατά σε «ελεγχόμενα επίπεδα» τη στρόφιγγα των ροών. Η ελληνική κυβέρνηση πιέζει για ανανέωση της συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας για το μεταναστευτικό, μην αναγνωρίζοντας πως στην πράξη η συμφωνία αυτή είναι που έχει μετατρέψει τη χώρα μας σε φράκτη και αποθήκη των απορριπτόμενων μεταναστευτικών πληθυσμών της Ε.Ε.

Μπροστά στον κίνδυνο η Τουρκία να κάνει πράξη το τελεσίγραφο που έχει επιδώσει προς τους περίπου μισό εκατομμύριο μετανάστες που βρίσκονται στην Κωνσταντινούπολη να εγκαταλείψουν την χώρα, πιέζοντας τόσο προς την επέκταση της ουδέτερης ζώνης στα σύνορα με την Συρία όσο και την Ελλάδα και την Ε.Ε. προς τα δυτικά, η χώρα μας μοιάζει έτοιμη για περισσότερες υποχωρήσεις. Πράγματι ο κίνδυνος να βρεθούμε μόνοι μας απέναντι σε μια νέα όξυνση της μεταναστευτικής/προσφυγικής κρίσης είναι μεγάλος. Αν δούμε μάλιστα τις αργόσυρτες ευρωπαϊκές διαβουλεύσεις για το θέμα, με τελευταία αυτή που διεξάγεται τις μέρες αυτές στη Γρανάδα, αποκαλύπτοντας για μια ακόμη φορά το αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ των χωρών του ευρωπαϊκού κέντρου και αυτών της περιφέρειας, που αποτελούν ταυτόχρονα και χώρες εισόδου των μεταναστών, γίνεται φανερό ότι η πολυδιαφημισμένη Ευρωπαϊκή αλληλεγγύη είναι ένα ψέμα που το βιώνουν με δραματικές συνέπιες οι κάτοικοι των ακριτικών περιοχών που μετατρέπονται σε ανοιχτές φυλακές, παρά την θέληση τους. Αυτή η πραγματικότητα θα έπρεπε να μας οδηγεί σε μια στάση ανάδειξης, καταδίκης και θωράκισης απέναντι στη γενεσιουργό δύναμη αυτής της απειλής, την Τουρκία δηλαδή, και όχι σε μια πολιτική που παζαρεύει με το θηρίο ελπίζοντας στον εξευμενισμό του.

Η ελληνική κυβέρνηση πιέζει για ανανέωση της συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας για το μεταναστευτικό, μην αναγνωρίζοντας πως στην πράξη η συμφωνία αυτή είναι που έχει μετατρέψει τη χώρα μας σε φράκτη και αποθήκη των απορριπτόμενων μεταναστευτικών πληθυσμών της Ε.Ε.

Σενάρια μαζικών νομιμοποιήσεων

Πλάι στα παραπάνω, άνοιξε με κυβερνητική πρωτοβουλία και η συζήτηση περί νομιμοποίησης μεγάλου αριθμού μεταναστών που βρίσκονται ήδη στη χώρα μας σαν απάντηση στις ελλείψεις που εμφανίζονται σε διαθέσιμα εργατικά χέρια σε μια σειρά κλάδους αιχμής της ελληνικής οικονομίας όπως ο τουρισμός, η αγροτική παραγωγή και οι κατασκευές, συνέπεια της δημογραφικής κατάρρευσης της χώρας μας. Μπορεί η κυβέρνηση δια του κυβερνητικού της εκπροσώπου να βάζει προς το παρόν στον πάγο τα εν λόγω σενάρια όμως οι αντίστοιχες τοποθετήσεις των αρμόδιων υπουργών μένουν, δείχνοντας τις προθέσεις και την ατζέντα που προωθείται.

Πιο συγκεκριμένα σε ομιλία του στο συνέδριο TUI − Field to fork, στην Κρήτη, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Λευτέρης Αυγενάκης, ανάφερε, πως η χώρα μας «σε ετήσια βάση χρειάζεται 180.000 εργάτες γης», συνεχίζοντας πως η κυβέρνηση εξετάζει να ξεπεράσει τις γραφειοκρατικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η οδός των διακρατικών συμφωνιών με χώρες όπως η Αίγυπτος και το Μπαγκλαντές (που λειτούργησαν αναποτελεσματικά την περσινή χρονιά) εξετάζοντας την αξιοποίηση όσων «βρίσκονται παράνομα στη χώρα μας και εργάζονται εδώ». Δημοσίευμα των Financial Times, επικαλούμενο την ενημέρωση του υπουργού Μετανάστευσης, Δ. Καιρίδη, στην πρόσφατη σύσκεψη του ΚΥΣΕΑ, ανεβάζει το νούμερο των υπό εξέταση νομιμοποιήσεων στις 300 χιλιάδες.

Η κυβέρνηση με τη συμφωνία του πολιτικού συστήματος και τις πλάτες των εργοδοτών (ειδικά όσων συνδέονται με κλάδους έντασης εργασίας) σχεδιάζουν να νομιμοποιήσουν τον εγκλωβισμό εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων στην χώρα μας στο όνομα της «τακτοποίησης» στο εργασιακό τοπίο, που αυτή την στιγμή μένει αρρύθμιστο, στα όρια της νομιμότητας. Κανείς προφανώς δεν περιμένει αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας για τους ανθρώπους αυτούς. Οι εργοδότες στους κλάδους αυτούς (τουρισμός, μαζική αγροτική παραγωγή, κατασκευές) έχουν δείξει άλλωστε πως δεν είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν αξιοπρεπείς μισθούς και συνθήκες εργασίας. Στην πράξη η κυβέρνηση εξαγγέλλει τη νομιμοποίηση των κάτεργων τύπου Μανωλάδας, ή τις γαλέρες των ξενοδοχειακών μονάδων και των κατασκευαστικών έργων, βαφτίζοντας τις κανονικότητα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!