Ο Τραμπ είναι διαρκώς υπόδικος, μία γι’ αυτό και μία για τ’ άλλο, όμως ο Μπάιντεν οξυγόνο δεν βρίσκει. Το ρήγμα στο εσωτερικό της βορειοαμερικάνικης ελίτ είναι βαθύ, και ο Τραμπ δεν είναι η αιτία του, αλλά μάλλον η έκφρασή του. Οι ριζικά διαφορετικές στρατηγικές που προκρίνει κάθε πτέρυγα της ελίτ των ΗΠΑ για να ανακόψει την πτωτική πορεία της πάλαι ποτέ Αυτοκρατορίας μετατρέπονται σε αντιθέσεις που δεν μπορούν να συμβιβαστούν. Η αυτοκτονική υποταγή της Ευρώπης στον πολεμικό παροξυσμό της Ουάσιγκτον, αλλά κι αυτή καθαυτή η φυγή σε τυχοδιωκτικές ένοπλες αντιπαραθέσεις, δεν αρκεί για να δώσει ανάσες, ούτε βέβαια για να απαλύνει τις επιπτώσεις της πολύπλευρης κρίσης που πλήττει το Δυτικό μπλοκ. Κι έτσι ο Τραμπ όλο κηρύσσεται πολιτικά νεκρός από τα ΜΜΕ της Γουόλ Στριτ, κι όλο ανασταίνεται.
Στις δημοσκοπήσεις για την οικονομία, ο Μπάιντεν καταγράφει τα χειρότερα ποσοστά σε σχέση με οποιονδήποτε άλλο πρόεδρο, Δημοκρατικό ή Ρεπουμπλικάνο, εδώ και σχεδόν σαράντα χρόνια: μόλις το 30% των Αμερικανών φέρεται να έχει θετική γνώμη για την οικονομική πολιτική της αμερικανικής προεδρίας. Και το συνολικό έργο του ως τώρα αποτιμάται θετικά από μόλις 37% των Αμερικανών. Ακόμη χειρότερα, η πλειοψηφία δηλώνει τώρα ότι, κάνοντας εκ των υστέρων μια σύγκριση με την προεδρία Μπάιντεν, αποτιμά θετικά πλέον την εποχή Τραμπ. Στις δε δημοσκοπήσεις για την επερχόμενη προεδρική εκλογή του 2024, στην υποθετική (μια και μόλις ξεκίνησαν οι εσωκομματικές διαδικασίες για το χρίσμα) ερώτηση για επιλογή μεταξύ Μπάιντεν και Τραμπ, ο δεύτερος επικρατεί καθαρά, διευρύνοντας σταθερά τη διαφορά του από τον νυν πρόεδρο – η οποία πλέον έχει φτάσει το 10%.
Δεν τραβάει
Αλλά και στο εσωκομματικό μέτωπο ο Τραμπ τα πάει πολύ καλύτερα από τον Μπάιντεν: μεταξύ των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων μια σαφής απόλυτη πλειοψηφία τον προτιμά για υποψήφιο έναντι οιουδήποτε άλλου. Η πουσαρισμένη από όλα τα ΜΜΕ υποψηφιότητα του ακροδεξιού Ρον ΝτεΣάντις, ο οποίος πλασαρίστηκε ως το νέο πρόσωπο που θα απαλλάξει το αμερικανικό πολιτικό σύστημα από τον «μοχθηρό Τραμπ», έχει πλέον ξεφουσκώσει εντελώς. Αντίθετα, στους Δημοκρατικούς επιτείνεται η ανησυχία. Όσο βλέπουν τον Μπάιντεν να κατρακυλά, τόσο πιο ανοιχτά αρχίζουν να αναρωτιούνται μήπως πρέπει να αλλάξουν άλογο…
Σύμφωνα με δημοσκόπηση του ABC, το 62% των δυνητικών ψηφοφόρων των Δημοκρατικών θα προτιμούσε κάποιον άλλον υποψήφιο. Έτσι επανέρχεται ο εφιάλτης –για το βαθύ κράτος των Δημοκρατικών– του «πολιτικά μη ορθού» Κένεντι, γιου του δολοφονημένου γερουσιαστή Ρόμπερτ Κένεντι και ανιψιού του επίσης δολοφονημένου Αμερικανού προέδρου Τζον Κένεντι, που επίσημα πλέον διεκδικεί το προεδρικό χρίσμα των Δημοκρατικών. Και μάλιστα αποσπά υποστήριξη ίδιου επιπέδου με αυτήν του πάλαι ποτέ ριζοσπάστη Σάντερς – ο οποίος, μετά από τόσους συμβιβασμούς που έκανε, δεν ξεσηκώνει πια και μεγάλο ενθουσιασμό.
Ο… απεργός πρόεδρος
Ο πανικός οδηγεί σε σπασμωδικές κινήσεις και, ενίοτε, σε γελοιοποίηση. Αυτό συνέβη (πάλι) στον Μπάιντεν, που θέλησε να εμφανιστεί ως ο πρώτος εν ενεργεία πρόεδρος που παίρνει μέρος σε… απεργιακή κινητοποίηση. Έτσι πήγε στους απεργούς εργάτες της αυτοκινητοβιομηχανίας Φορντ, πήρε μια ντουντούκα κι άρχισε να τους λέει ότι υποστηρίζει τα αιτήματά τους. Η επικοινωνιακή φαεινή γύρισε μπούμερανγκ, καθώς οι περισσότεροι εργάτες άρχισαν να του φωνάζουν να φύγει, φοβούμενοι ότι η παρουσία του θα έχει αρνητική επίπτωση στις διαπραγματεύσεις με την εργοδοσία! Στο τέλος έμεινε να μιλάει σε μια ντουζίνα ανθρώπους… Ίσως αυτή η σκηνή να αρκεί για να καταδείξει το βάθος του προβλήματος που αντιμετωπίζει ο πολιτικός κόσμος των ΗΠΑ, και δη το «προοδευτικό» τμήμα του. Η ενδόρρηξη εντός των ελίτ εύκολα περνά και στην πολυδιασπασμένη και όλο και πιο ταλαιπωρημένη κοινωνία της «ισχυρότερης και πλουσιότερης χώρας στον κόσμο».