Τις τελευταίες μέρες, μόλις ο Ερντογάν ανήγγειλε τις εκλογές, το ελληνικό πολιτικό σύστημα και τα ΜΜΕ έκαναν άλλη μια προσπάθεια επιστροφής στην «κανονικότητα»: οικονομία, ΔΝΤ, χρέος, φορολογικές δηλώσεις, έξοδος από τα μνημόνια, μνημονιακή παρακολούθηση και άλλα αυτού του μήκους κύματος. Η αλήθεια είναι ότι από την ημέρα που ο Τσίπρας μίλησε για «παράθυρο ευκαιρίας» ώστε να προωθήσει την αμερικάνικη «παραγγελιά» για την ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ με συνοπτικές διαδικασίες, δηλαδή από τις γιορτές των Χριστουγέννων μέχρι σήμερα, δεν έχει περάσει ούτε μία μέρα που τα εθνικά ζητήματα να μην προκαλούσαν αμηχανία, πονοκεφάλους, προβλήματα σε ολόκληρο τον πολιτικό κόσμο. Το πεδίο της «εξόδου» ή της «μεταμνημονιακής παρακολούθησης» (κυβέρνηση) και της «τήρησης των δεσμεύσεων της χώρας» με άλλη πολιτική (αξιωματική αντιπολίτευση) είναι ιδιαιτέρως βολικό, ιδίως όταν είναι «χωρίς πεζοδρόμιο».
Παρ’ όλα αυτά, δηλαδή τη συστηματική και ιδιαίτερα πιεστική παρεμβολή των εθνικών και γεωπολιτικών ζητημάτων, έχουν διαφανεί στο ορίζοντα του κακόμοιρου πολιτικού σκηνικού ορισμένες τάσεις. Αυτές οι τάσεις δεν έχουν αφ εαυτού τους τίποτα προωθητικό και καινούριο, δεν συνιστούν ουδεμία υπέρβαση, αφού στοχεύουν σε έναν πόλεμο φθοράς (του αντιπάλου) και άμυνας (του κάθε οργανισμού). Σημειώνουν όμως μια μετακίνηση σε πολιτικό επίπεδο και θα δημιουργηθεί ένα διαφορετικό πλαίσιο διεξαγωγής της αντιπαράθεσης, αφού στην ατζέντα υπάρχουν τρεις εκλογικές αναμετρήσεις και δεν αποκλείεται η προσφυγή και σε δημοψήφισμα ή δημοψηφίσματα. Κι όλα αυτά σε ένα χρονικό ορίζοντα περίπου ενός χρόνου και κάτι…
Εγκλωβισμός στις κάλπες
Η παρένθεση του μεγαλύτερου σκανδάλου όλων των εποχών με την ενοχοποίηση 2 πρωθυπουργών και 10 περίπου υπουργών, γραμματέων κ.λπ., που επιστρατεύτηκε για να αντιμετωπιστούν τα συλλαλητήρια και η φθορά που επέφεραν στην κυβέρνηση, οδηγήθηκε σε μερική εκτόνωση λόγω της κλιμακούμενης τουρκικής απειλής που εξανάγκασε σε χαμήλωμα των τόνων. Πλην όμως ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ και των φίλων του θα συγκρουστεί με τον κόσμο της ΝΔ, η οποία φιλοδοξεί να κληρονομήσει την… καμένη γη που θα της παραδώσει ο ΣΥΡΙΖΑ, επανερχόμενη στην διακυβέρνηση. Το πόσο κόσμο θα εγκλωβίσει αυτή η αντιπαράθεση των «δύο κόσμων» και ποια θα είναι η ποσοτική τους διαφορά θα κρίνουν πολλά επόμενα επεισόδια.
Η μεν ΝΔ θα προσπαθήσει να φθάσει στην αυτοδυναμία, επειδή κινδυνεύει να μην έχει πρόθυμους συμμάχους και έτσι να αναδειχθεί η επικράτησή της μια σύντομη παρένθεση. Ο δε ΣΥΡΙΖΑ θα επιχειρήσει να μικρύνει την ήττα και να παραμείνει στο παιχνίδι έχοντας κεντρικό λόγο στις εξελίξεις μετά τις εκλογές. Με μια έννοια, έχει ακόμα μια ορισμένη πρωτοβουλία κινήσεων για να επιβραδύνει την φθορά του και να είναι δεύτερο κόμμα με ποσοστό που θα συγκρατεί δυνάμεις: τον χρόνο των εκλογών (ποιες θα συμπέσουν και πότε θα γίνουν οι βουλευτικές) και το αν θα εκτονώσει καταστάσεις με τυχόν δημοψήφισμα για το Σύνταγμα.
Οι ευρωεκλογές θα διεξαχθούν τον Μάιο του 2019, και θα ακολουθήσουν οι αυτοδιοικητικές το φθινόπωρο. Το ερώτημα είναι, πού θα «πέσουν» οι εθνικές εκλογές; Η ιδέα γενικά διπλών καλπών «έπαιζε» στους υπολογισμούς του ΣΥΡΙΖΑ ώστε στην μεν μία να εκφραστεί η δυσαρέσκεια προς την κυβερνητική πολιτική και στην άλλη, τη «σημαντική» κάλπη, να εκφραστεί η υπευθυνότητα και ο ρεαλισμός κι όχι η τιμωρία (περίπτωση να συνέπιπταν με ευρωεκλογές). Αλλά και αν συνέπιπταν με αυτοδιοικητικές, που μάλιστα θα γίνουν με απλή αναλογική, μεγάλο μέρος του κομματικού μηχανισμού π.χ. της ΝΔ θα ασχολείται με τις αυτοδιοικητικές, και αυτό μπορεί να επιτρέψει μια καλύτερη διαφορά για τον ΣΥΡΙΖΑ στις εθνικές εκλογές. Δεν πρέπει να υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι θα χρησιμοποιηθούν όλα τα όπλα: Ό,τι φθείρει τον ένα ή τον άλλο από τους δύο θα πριμοδοτηθεί από κάθε στρατόπεδο.
Στη μέση και η νύφη
Η νύφη αυτή τη στιγμή είναι αντικειμενικά το «Κίνημα Αλλαγής», όποιο ποσοστό κι αν πετύχει. Ο βασικά πασοκικός –αλλά και ετερογενής– σχηματισμός βρίσκεται προ διλήμματος για την πολιτική που πρέπει να επιλέξει: Με ποιον να συνεργαστεί στρατηγικά και τακτικά; Προεκλογικά και μετεκλογικά; Επειδή ακόμα και το πώς θα συγκεντρώσει δύναμη απαιτεί μια τακτική και μια ορισμένη στάση τόσο στις εκκλήσεις της ΝΔ, που μπορεί να προσφέρει σίγουρη διακυβέρνηση, όσο και στις γέφυρες που κτίζει αυτή την στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ για μια πιο στρατηγική συνεργασία του ενιαίου πλέον κεντροαριστερού χώρου. Η στρατηγική που προτείνει ο Λαλιώτης είναι αυτή της συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά το τυράκι της διακυβέρνησης είναι ισχυρό δέλεαρ για πολλούς μνηστήρες.
Η ρηγμάτωση αυτού του χώρου είναι πιθανή, την ίδια στιγμή που είναι ένα αναγκαίο ασανσέρ για άνοδο η έκφραση εντός της επόμενης βουλής που, το πιθανότερο, θα αποτελείται από λιγότερα κόμματα. Από την πλευρά της ΝΔ τίθεται ζήτημα να εμποδίσει την προσέγγιση Κινήματος Αλλαγής και ΣΥΡΙΖΑ και να αντιμετωπίσει όλες τις καταστάσεις από τα δεξιά της. Οι Καμίνης-Θεοδωράκης θα παίξουν το ρόλο τους, αλλά πάντα μετρά το ποιο είναι το ειδικό τους βάρος στη νέα κατάσταση. Όπως πρόβλημα είναι για την Φώφη Γεννηματά το πώς θα απαλλαγεί από Βενιζέλο και Λοβέρδο.
Η μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ
Πολλοί διερωτώνται ως πού θα προχωρήσει η συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Η απάντηση είναι όσο χρειάζεται, αλλά είναι καθαρό ότι το κεφάλαιο αυτό έχει τελειώσει. Ο Καμμένος δεν μπορεί να στηριχθεί και να βρεθεί στην επόμενη Βουλή με αντιμνημονιακό λόγο. Αν πρέπει να βρεθεί, οφείλει να διαφοροποιηθεί στα εθνικά ζητήματα και να συνενωθεί με ό,τι βρει ώστε να φθάσει το 3%. Ξέρει όμως πως από δω και μπρος θα πορευτεί χώρια από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ από τη μεριά του έχει μετατοπίσει την πολιτική του προς την Κεντροαριστερά. Η απόφαση έχει παρθεί και τώρα βρισκόμαστε στην υλοποίησή της. Το ζήτημα του Συντάγματος είναι μια γενική πρόβα προς την κατεύθυνση αυτή και θα ακολουθήσουν πολλά ανοίγματα. Μέσω αυτής της πολιτικής επιλογής ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να προωθήσει έναν διπολισμό, όπου από την μια θα είναι οι προοδευτικές αντιδεξιές δυνάμεις και από την άλλη η επάρατη Δεξιά που θέλει να παλινορθώσει τον «νεοφιλελευθερισμό», τις απολύσεις, το γκρέμισμα όλων των δικαιωμάτων κ.λπ.
Αυτός ο διπολισμός θα γίνεται με τρόπο που δεν θα αναγνωρίζεται μόνο στο ΣΥΡΙΖΑ η αποκλειστικότητα του προοδευτικού πόλου. Πάνω σε αυτήν τη γραμμή θα επιχειρούνται ανοίγματα και συμμαχίες και, κυρίως, θα συσπειρώνονται δυνάμεις, και θα μικραίνει η διαφορά του κυβερνώντος κόμματος. Η πλήρης πασοκοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ περνά και μέσα από μια τέτοια διεργασία που θα την επικροτήσουν πολλές από τις παλιές κατεστημένες πασοκικές δυνάμεις (μέχρι και σημιτικές). Ο διπολισμός αυτός δημιουργεί κι άλλους όρους: επανασυσπείρωσης όλων των τάσεων του υπαρκτού ΣΥΡΙΖΑ, επιστροφής πολλών απογοητευμένων αφού αυτή θα μοιάζει ως η μόνη ρεαλιστική επιλογή, που επιπλέον θα εμποδίζει τη «νύφη» να συμπαραταχθεί με την ΝΔ σε κυβερνητικό επίπεδο.
Τα κρίσιμα μεγέθη και παράγοντες
Για την αποτελεσματικότητα των σχεδιασμών θα παίξουν ρόλο τόσο η πειστικότητα του νέου διπολισμού που στήνεται (γιατί η αηδία και η αποχή μπορούν να δυναμώσουν), όσο και κυρίως η πορεία των εξελίξεων στα γεωπολιτικά και εθνικά θέματα. Γιατί κανείς δεν μπορεί να επιβεβαιώσει ή εκ των προτέρων να μιλήσει για το κλίμα που θα δημιουργηθεί από μια περαιτέρω κλιμάκωση της τουρκικής απειλής, από το «κλείσιμο» ή μη του μακεδονικού και τα πονταρίσματα που θα κάνουν οι «θεσμοί» που γνωρίζουμε.
Ο αδύναμος και ατελής διπολισμός που θα σκαρωθεί μπορεί να υποχρεωθεί –κάτω από την δύναμη των περιστάσεων– ακόμα και σε συγκυβερνήσεις κάτω από προϋποθέσεις και όρους. Έτσι κι αλλιώς κανείς δεν τους παίρνει τοις μετρητοίς, κι αυτό δεν είναι και τόσο κακό.
Από το γενικό σκηνικό λείπει μια σημαντική και ενδιαφέρουσα πολιτική ελπίδα. Αυτό είναι το σοβαρότερο πρόβλημα. Αλλά δεν λύνεται με τα συστατικά και τις συνταγές του παρελθόντος.