Βρισκόμαστε σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή, πιθανά με συνέπειες για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Άλλος ένας μεγάλος πόλεμος εξελίσσεται στη Μέση Ανατολή, τη στιγμή που συνεχίζεται ο ουκρανικός πόλεμος στην καρδιά της Ευρώπης με αντιμέτωπους τη ΝΑΤΟϊκή Δύση και τη Ρωσία. Ο «λεκές» του πολέμου, ως βασική τάση της περιόδου, απλώνεται και σε Αρμενία, Κουρδιστάν-Βόρεια Συρία, Λιβύη και Κόσοβο. Όλα πολύ κοντά στη γειτονιά μας. Το casus belli και οι απειλές της μεγάλης πλέον Τουρκίας ενάντια στην Ελλάδα συνυπάρχουν με την «πρόταση» δορυφοροποίησής μας από αυτήν, υπό τις ευλογίες ΗΠΑ, Γερμανίας, ΝΑΤΟ και Ε.Ε. Ο νέος μεγάλος πόλεμος στη Μέση Ανατολή θα αναδιατάξει πολλούς σχεδιασμούς. Και η Ελλάδα είναι ένα ορμητήριο των ΗΠΑ ή και αυτοανακηρύσσεται «χώρα στρατηγικού βάθους για το Ισραήλ»! Η δε Βουλή μας ντύνεται τα χρώματα της σημαίας του Ισραήλ, ενώ λίγο πριν είχε φιλοξενήσει Ζελένσκι και Αζόφ…

Στο άρθρο αυτό θα επιχειρήσουμε λοιπόν να παρουσιάσουμε μια θέση ουσίας και προοπτικής, με γνώμονα πάντα την εθνική και κοινωνική συνοχή της χώρας απέναντι σε κλιμακούμενες απειλές. Μια θέση ουσίας, ρεαλισμού, διερεύνησης δυνατοτήτων και αποτροπής απειλών που φέρνει η υποβάθμιση, η μη άσκηση κυριαρχίας, η συνεχιζόμενη αποικιοποίηση και διάλυση υποδομών και υπηρεσιών, η γενική αδιαφορία του πολιτικού συστήματος για το μέλλον της χώρας, και φυσικά η προϊούσα πολιτική συντηρητικοποίηση που έχει καταγραφεί σαν κυρίαρχη εκδήλωση του Πολιτικού τα τελευταία χρόνια (μετά την υποχώρηση του αντιμνημονιακού κινήματος και την επικράτηση της «προσαρμογής»).

Υπάρχουν δύο τεράστια, κρίσιμα ερωτήματα που ζητούν απάντηση. Το πρώτο: γιατί απλώνεται και γενικεύεται η τάση του πολέμου, και πού μπορεί να οδηγήσει; Το δεύτερο: προς τα πού σπρώχνουν την Ελλάδα οι δυνάμεις που τη δυναστεύουν, δηλαδή ΗΠΑ-Ε.Ε., συστημικός πολιτικός κόσμος και 5-6 ελίτ της χώρας; Και τα δύο ερωτήματα είναι καίρια. Δηλαδή δεν μπορούν να αγνοηθούν από κανέναν που ενδιαφέρεται πραγματικά για την ίδια την υπόσταση και ύπαρξη της Ελλάδας.

Ας ξεκινήσουμε από τον Θουκυδίδη…

Στο μεγάλο έργο του Θουκυδίδη «Ιστορία του Πελοποννησιακού πολέμου», που διδάσκεται ακόμα σε πολλές στρατιωτικές και πολιτικές ακαδημίες, περιγράφεται ένας μεγάλος πόλεμος της εποχής ανάμεσα κυρίως στην Αθήνα και τη Σπάρτη (και τους συμμάχους καθεμιάς), που κράτησε 27 χρόνια. Ο πόλεμος αυτός είχε αιτίες, διακυμάνσεις, φάσεις, εσωτερικές εξελίξεις σε όλες τις πόλεις και συμμάχους, αλλαγές στις συμμαχίες, σφαγές, εμφύλιους, μάχες, πολιορκίες, μορφές μεσολαβητών, διαπραγματεύσεις, δημηγορίες, κάποιους κανόνες για νεκρούς και τρόπαια, όρους αποζημιώσεων για όσους έχαναν, προδοσίες, ανατροπές, λιμούς-επιδημίες που καθόρισαν εξελίξεις κ.ο.κ. Σπουδαίο έργο, κλασικό.

Ο Θουκυδίδης, Αθηναίος, γενικά υποστηρικτής της τότε δημοκρατίας, που πήρε μέρος στον πόλεμο αλλά από ένα σημείο και ύστερα έζησε εξόριστος και έγραψε την Ιστορία, είναι κατηγορηματικός για τις αιτίες του πολέμου: Η ενδυνάμωση της Αθήνας εκείνη την εποχή ανησύχησε άλλες δυνάμεις, και ιδιαίτερα την Σπάρτη. Ο 27χρονος πόλεμος απαίτησε να πολλαπλασιαστούν τα απάνθρωπα μέσα για να πετύχουν τους στόχους οι κύριες εμπόλεμες δυνάμεις: ο εμφύλιος στην Κέρκυρα, η σφαγή της Μήλου ή της Μυτιλήνης, η Σικελική εκστρατεία, δείχνουν πως η πόλη-κράτος δεν χώραγε στα όρια της πόλης και των περιχώρων της. Δια του πολέμου, σε νέες διαστάσεις, προσπαθούσαν να δώσουν διέξοδο στα περιορισμένα πλαίσια της πόλης-κράτους. Τελικά νίκησαν μεν οι Σπαρτιάτες, αλλά ο ελληνικός κόσμος άνοιξε τις πύλες σε μια «μετάβαση» στη Μακεδονική κυριαρχία, που όρισε μια νέα εποχή στην τότε ελληνική και «παγκόσμια» κατάσταση, για να τους διαδεχθεί σχετικά σύντομα (ιστορικά μιλώντας) η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία…

Αυτή η παρέκβαση μας βοηθά να σκεφτούμε τις αιτίες του πολέμου σήμερα, τον 21ο αιώνα, και μάλιστα στην τρίτη του δεκαετία. Δεν ξεχνούμε καθόλου ούτε τον Κλαούζεβιτς και το έργο του για τον πόλεμο, ούτε τους Ναπολεόντειους πολέμους που άλλαξαν όλη την Ευρώπη, ούτε τους πολέμους στον 20ό αιώνα (παγκόσμιους και καταστροφικούς, αλλά και πολέμους απελευθερωτικούς-ανεξαρτησίας), ούτε τους ανταρτοπολέμους και τις επαναστάσεις που ακολουθούν. Ο πόλεμος στις σύγχρονες συνθήκες έχει αλλάξει μορφές και μέσα: τα κύρια θύματα είναι άμαχοι και υποδομές, με σχεδιασμένο, «υποδειγματικό» τρόπο. Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο πόλεμος έχει πάντα τη θηριωδία και το μίσος σαν στοιχείο του (αλλιώς δεν μπορούν να διεξαχθεί). Αλλά τα μεγαλύτερα εγκλήματα-θηριωδίες από τον 20ό αιώνα και πέρα –για να μην μιλήσουμε για την αποικιοκρατία περασμένων αιώνων– παραμένουν το Ολοκαύτωμα και η Χιροσίμα-Ναγκασάκι. Και τα δύο έχουν κοιτίδα τη «Δύση»…

Τι φέρνουν οι σπασμοί της «μετάβασης» για χώρες σαν τη δική μας;

Σήμερα ζούμε την κλιμάκωση της τάσης προς τον πόλεμο, επειδή η υπό αμερικανική ηγεμονία Δύση βλέπει μια ιστορική υποχώρηση και αμφισβήτηση από άλλα κέντρα που αναδύονται, και θέλει πάση θυσία να μην χάσει την πρωτοκαθεδρία της. Ακόμα κι αν αυτό προκαλέσει χαοτικές καταστάσεις και μεγάλους πολέμους. Η ολοφάνερη «δύση της Δύσης» είναι μια ιστορική –κι ίσως αναπόφευκτη– τάση. Επομένως οδηγούμαστε σε μια «μετάβαση» που θα γίνεται όχι μόνο με οικονομικά νεοφιλελεύθερα μέσα και παγκοσμιοποίηση του καπιταλιστικού μοντέλου, αλλά με σπασμούς και τριγμούς που ανατινάζουν περιοχές, χώρες, ηπείρους, αλυσίδες τροφοδοσίας κ.ο.κ. «Μετάβαση» με σχηματισμό νέων μπλοκ, με αλλαγές και μεγάλους τροπισμούς συμμάχων και δυνάμεων, με ανάδυση νέων κέντρων ισχύος, με στρατηγικά «τόξα» και νέες περιφερειακές δυνάμεις που δεν ελέγχονται από τη Δύση όπως παλιά (τώρα έχουν δικές τους φιλοδοξίες και ισχύ). «Μετάβαση» χωρίς να χωρίζει τεχνολογική άβυσσος τη Δύση από άλλα κέντρα, και μέσα από εκτίναξη της ασυμμετρίας σε πολλά επίπεδα. Αυτή η «μετάβαση» δεν είναι σκέτη «4η βιομηχανική επανάσταση», «άλμα στο άυλο» (υπάρχουν κι αυτά και παίζουν ρόλο), αλλά γίνεται και μέσα από μπλοκ, πολέμους, αλλαγές συνόρων, και πιθανά μέσα από μια παγκόσμια σύγκρουση με αβέβαιο αποτέλεσμα – και με γιγάντωση προβλημάτων που δεν μπορούν να λυθούν «από μια χώρα» μόνη, όσο μεγάλη και δυνατή κι αν είναι.

Μεταβαίνουμε σε έναν πολυπολικό κόσμο με ισχυρά στοιχεία χαοτικά, αστάθειας, ρευστότητας και αντιπαράθεσης, ανταγωνισμού, πολέμου, μεγάλων στρατοπεδεύσεων. Το ερώτημα γενικεύεται: τι θα σημάνει αυτή η «μετάβαση» για την ανθρωπότητα, για τους λαούς, για τις χώρες; Ιδιαίτερα για τις μικρές ή μεσαίες χώρες, και πιο ειδικά για τις οριακές χώρες ή τις χώρες που βρίσκονται μέσα ή πολύ κοντά στα επίκεντρα των αντιπαραθέσεων και πολέμων; Τα ερωτήματα αυτά δεν μπορούμε εκ των προτέρων να τα απαντήσουμε. Επείγει όμως να συναισθανθούμε σε τι εποχή έχουμε μπει, τι «παίζεται» γενικά. Αυτό πριν πάρουμε μια θέση, ακόμα και κυνική ή κάπως ρεαλιστική για το ποιο είναι το συμφέρον μας ετούτη τη στιγμή. Επειδή οι ελίτ μας και ο πολιτικός μας κόσμος λένε «είμαστε η Δύση», «είμαστε χώρα πρώτης γραμμής για τις ΗΠΑ», «είμαστε το στρατηγικό βάθος του περικυκλωμένου Ισραήλ, και αυτό θα μας προστατέψει» και άλλα τέτοια επιχειρήματα. Και στοιχεία ρεαλισμού να έχουν αυτές οι φράσεις, δεν βλέπουν τη μεγάλη εικόνα. Και κυρίως το προς τα πού σπρώχνουν τη χώρα μας ακριβώς οι «σύμμαχοί μας», που είναι και δυνάστες μας (στην κάπως αποικία που είμαστε).

Πρώτιστο καθήκον είναι να μπλοκαριστεί ο νέος μεγάλος πόλεμος που απεργάζονται και προωθούν Δύση και Ισραήλ. Η συμπόρευση με το «δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα» πυροδοτεί τον πόλεμο, είναι η κύρια εμπρηστική δύναμη

Υπάρχει όμως και ένα ηθικοπολιτικό ζήτημα

Υπάρχει και το δίκιο των καταπιεσμένων. Ή πρόκειται για ασήμαντο ζήτημα; Οι κυνικοί μπορεί να το προσπεράσουν και να μιλήσουν σκέτα για την ισχύ. Ισχύς, τελεία και παύλα, έτσι προχώρησε η ιστορία. Λάθος! Η ιστορία προχώρησε κι αλλιώτικα, όχι μόνο με την ισχύ. Ακόμα και η ιστορία του Δαβίδ με τον Γολιάθ λέει άλλα. Όπως και ο Μαραθώνας, οι Θερμοπύλες, το 1821, το 1940, το ΕΑΜ κ.ο.κ. Η ελευθερία, η ανάγκη αποτίναξης ζυγών και καταπίεσης παίζουν τεράστιο ρόλο στην Ιστορία, πολλές φορές τον κύριο. Μεγάλες σιδερένιες δυνάμεις και πολεμικές μηχανές φαινομενικά ανίκητες, συντρίφτηκαν από την ψυχή, το σθένος, την εξυπνάδα, το δίκιο λαών και εθνών ή μπλοκ που σχηματίστηκαν.

Στην περίπτωση του παλαιστινιακού λαού, υπάρχει ένα ζήτημα δίκιου; Ή θα προσχωρήσουμε σε μια ρατσιστική άποψη για την κατωτερότητα και αγριότητα του αραβικού και μουσουλμανικού στοιχείου γενικώς, και στο «δικαίωμα αυτοάμυνας του Ισραήλ» με όλα τα μέσα, κλείνοντας τα μάτια στην επί δεκαετίες πολλαπλάσια αγριότητα και κτηνωδία σε βάρος των Παλαιστινίων; Θα αποδεχτούμε τον ισχυρότατο πόλεμο προπαγάνδας Δύσης-Ισραήλ ότι γενικά η Χαμάς σφάζει, όταν δεν βλέπουμε τι γίνεται για 16 χρόνια στη μεγαλύτερη ανοιχτή φυλακή του κόσμου, τη Γάζα; Τι σημαίνει «θα κάνουμε πάρκινγκ την Γάζα», τι σημαίνει «τελική λύση», τι σημαίνει να αποκαλούνται οι κάτοικοι της Γάζας γενικά «ζώα»; Κι αυτά να τα χειροκροτούμε επειδή έγιναν θηριωδίες;

Το περίφημο «Μεθύστε με τ’ αθάνατο κρασί του Εικοσιένα!» που γράφτηκε από τον Κωστή Παλαμά την 1η Νοεμβρίου 1940, τρεις μέρες μετά την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, το ξεχνάμε; Ξεχνάμε το Εικοσιένα; Που και τι δεν είχε το Εικοσιένα: Κούγκι (ανατίναξη), Ζάλογγος («χορός»), Άλωση Τριπολιτσάς, Μεσολόγγι και Έξοδος, «φωτιά και τσεκούρι» (Κολοκοτρώνης), καταστροφή των Ψαρών, σφαγή της Χίου, Ύμνο στην Ελευθερία και πολλά άλλα – όχι πολύ «ρεαλιστικά», και χωρίς ψυχρό υπολογισμό του συσχετισμού. Τι πρέπει να κάνει ο Παλαιστινιακός λαός, που δεκαετίες αντιστέκεται στην κατοχή και γνωρίζει κτηνώδη καταπίεση και εγκλήματα; Και τους Έλληνες επαναστάτες αποκαλούσαν «κατσαπλιάδες» και τους αντιμετώπιζαν σαν άγριους και απολίτιστους. Πώς θα κέρδιζαν την ανεξαρτησία τους; Με φλόγα, πάθος, ψυχή, τεχνάσματα, υποχωρήσεις, προδοσίες, μικροεμφύλιους, επαφές με πολλές εμπλεκόμενες δυνάμεις, αλλά και με το κλέφτικο τραγούδι, τους οπλαρχηγούς, τα σύμβολα, τον Σταυρό, τη Φιλική Εταιρία, τον Ρήγα και τον Θούριο του «Καλύτερα μιας ώρας»! Αλήθεια, πόσα ξεχνάμε μέσα στην επέκταση της αποδόμησης και την επικράτηση μιας πολιτικής συντηρητικοποίησης…

Η κύρια πλευρά και το πρώτιστο καθήκον

Ας παραδεχτούμε πως ναι, έχουν δίκιο οι Παλαιστίνοι, το Ισραήλ δεν είναι καλό, αλλά έχουν εισχωρήσει άλλες δυνάμεις και κέντρα και χρησιμοποιούν αυτήν την αντίσταση, και μάλιστα ο ισλαμισμός έχει την αγριάδα μέσα του, εξ ου και οι θηριωδίες. Ότι πίσω από τη Χαμάς είναι η Τουρκία, το Κατάρ, ίσως το Ιράν, και ποιος ξέρει ποιοι άλλοι. Τα μετράμε όλα αυτά. Αλλά δεν μπορεί να αποκοπούν όλα αυτά από το δίκιο, την αυτενέργεια και θυσία του Παλαιστινιακού λαού, ενός μαχόμενου έθνους χωρίς πατρίδα. Υπάρχουν πολλά ακόμα έθνη χωρίς πατρίδα (π.χ. Κούρδοι), και να προσέχουμε, επειδή πολλά έθνη που έχουν πατρίδα μπορεί να τη χάσουν (βλέπε Κύπρο, Αρμενία και ποιος ξέρει ποιοι άλλοι έχουν σειρά… και για εμάς μιλά κάπως ο «μύθος»).

Πολύ απλά και ρητά: Οι Παλαιστίνοι έχουν δίκιο, ακόμα κι αν κάποιος θεωρεί –από μακριά– λαθεμένο τον τρόπο που αγωνίζονται. Αυτή είναι η κύρια πλευρά. Το δεύτερο, όχι τόσο απλό και ρητό, είναι ότι ο πόλεμος αυτός έχει σημασία για όλη την ανθρωπότητα, με την έννοια του πού μπορεί να οδηγήσει. Αλλά γι’ αυτό δεν φταίνε οι Παλαιστίνιοι. Φταίνε άλλες δυνάμεις, και κυρίως η Δύση που πατρονάρει το Ισραήλ.

Επομένως «τα ζύγια» πρέπει να είναι όσο το δυνατό σωστά, δίκαια, ουσιαστικά, και να βλέπουν αυτό που έρχεται για την ανθρωπότητα, για την περιοχή, και φυσικά για την Ελλάδα. Το να σταματήσει και να μπλοκαριστεί ο νέος μεγάλος πόλεμος που απεργάζονται και προωθούν Δύση και Ισραήλ είναι πρώτιστο καθήκον. Η συμπόρευση με το «δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα» πυροδοτεί τον πόλεμο, είναι η κύρια εμπρηστική δύναμη. Η αυτοσυγκράτηση όλων και η αναζήτηση μιας λύσης πιο λογικής και δίκαιης –όσο δύσκολο κι αν φαίνεται– είναι ο μόνος δρόμος. Η εθνική και κρατική υπόσταση των Παλαιστινίων δεν μπορεί να αγνοηθεί, με οποιοδήποτε πρόσχημα.

Προς τα πού σπρώχνεται η Ελλάδα;

Ο Κυρ. Μητσοτάκης και ό,τι εκφράζει (ελίτ εγχώριες και πρεσβείες) δήλωσε, αφού άρχισε ο πόλεμος στην Ουκρανία, ότι «δεν ανήκουμε στη Δύση, είμαστε η Δύση». Πρόκειται για μια κλιμάκωση της ΝΑΤΟφροσύνης και της επιστροφής της Ελλάδας σε μια περίοδο παλιάς αμερικανοκρατίας. Τώρα μετατρέπουμε τη χώρα σε ορμητήριο με αναβάθμιση Σούδας και κυρίως Αλεξανδρούπολης, στέλνουμε οπλισμό στην Ουκρανία αποστρατιωτικοποιώντας τα ελληνικά νησιά, θα εκπαιδεύσουμε Ουκρανούς πιλότους, στέλνουμε τη φρεγάτα Ψαρά κοντά στη Γάζα, κι όπου αλλού μας ζητηθεί «βοηθάμε». Π.χ. στέλνουμε συστοιχία Πάτριοτ στη Σ. Αραβία, προβαίνουμε κατ’ απαίτηση ΗΠΑ-ΝΑΤΟ στη συμφωνία των Πρεσπών, υποχωρούμε απέναντι στην Τουρκία για να γίνουμε μεζές ώστε αυτή να ρυμουλκηθεί προς τη Δύση, στηρίζουμε το Ισραήλ με τρόπο που κόβουμε σχέσεις με αραβικό κόσμο, αποδεχθήκαμε τις συμφωνίες Ε.Ε.-Τουρκίας για το μεταναστευτικό, στη Θράκη παριστάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε τι κάνει το Τουρκικό προξενείο, σιωπούμε για το δράμα των Αρμενίων (σύμπραξη Τουρκίας-Αζερμπαϊτζάν-Ισραήλ), δεν λέμε τίποτα σχεδόν για όσα διαπράττει ο Ράμα ενάντια στην ελληνική εθνική μειονότητα…

Με το «είμαστε Δύση» δεν αποκτούμε φτερούγα προστασίας. Οι «σύμμαχοι» έδειξαν τον κυνισμό τους το 1922, και το 1974 στην Κύπρο. Κανακεύουν την Τουρκία, μας βλέπουν μόνο ως ορμητήριο και διαμετακομιστικό κόμβο. Τίποτα άλλο δεν τους νοιάζει. Μας σπρώχνουν να συμμετέχουμε στις πολεμικές «σταυροφορίες» του ΝΑΤΟ, αδιαφορούν επιδεικτικά για την εθνική κυριαρχία μας, μας φέρνουν πιο κοντά στον πόλεμο (με πολλαπλούς τρόπους και σχέδια-σενάρια). Μας βάζουν να πολλαπλασιάζουμε τους εχθρούς της χώρας μας χωρίς να έχουμε κάποιο ιδιαίτερο λόγο (π.χ. Ρωσία, και τώρα τον αραβικό κόσμο). Ακόμα, μας σπρώχνουν να πουλήσουμε εντελώς την Κύπρο και να κάνουμε σημαντικές παραχωρήσεις προς την Τουρκία αν αυτό είναι προς το συμφέρον της «Συμμαχίας». Προς τα εκεί σπρωχνόμαστε, και πρέπει να το αντιληφθούμε. Η εθνική μας υπόσταση κινδυνεύει πολλαπλά, και αυτό το «σπρώξιμο» δεν βοηθά καθόλου να αντιμετωπίσουμε το υπαρξιακό πρόβλημα της χώρας και της κοινωνίας.

Με ρεαλισμό (και όνειρο;)

Και τι θα μπορούσαμε να κάνουμε, θα αναρωτηθούν πολλοί. Πρώτα να δούμε καθαρά κι όχι με τα μάτια της Πρεσβείας, ή μιας παρηκμασμένης και διχασμένης, βαθιά άρρωστης Ευρώπης, που έχει γίνει κολαούζος των ΗΠΑ και ολοένα κατρακυλά σε μορφές φασιστικοποίησης και τύφλωσης. Ούτε με τα μάτια της εθελοδουλίας (με το αζημίωτο) του μυωπικού πολιτικού κόσμου και των αεριτζίδικων εγχώριων ελίτ.

Δεύτερο, να απαιτήσουμε να αποκτηθούν βαθμοί κυριαρχίας της χώρας. Ήτοι, η εθνική κυριαρχία να τεθεί στο κέντρο κάθε κίνησης στην εξωτερική πολιτική: δεν μπορούμε να «πληρώνουμε τη συνδρομή μας» στο ΝΑΤΟ κι αυτό να μην λέει κουβέντα για τα σύνορά μας και τις επιβουλές της Τουρκίας. Να δυναμώσουμε τις σχέσεις με Κύπρο, να μην εγκαταλείψουμε την Αρμενία, να μην στείλουμε πολεμικό πλοίο υπέρ του Ισραήλ, να μην ψηφίζουμε κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία, να μην αποστρατιωτικοποιήσουμε τα νησιά. Να δούμε πως η χώρα το καλοκαίρι κόπηκε στα δύο και η ζημιά είναι πολλαπλή, αντί να κτίζουμε ουρανοξύστη και καζίνο στο Ελληνικό ή να δίνουμε άδεια για ιδιωτικό κυπριακό πανεπιστήμιο στην ίδια περιοχή. Να κάνουμε κάτι ουσιαστικό για το δημογραφικό, να αξιοποιήσουμε ουσιαστικά τον απόδημο ελληνισμό (κι όχι να τον βλέπουμε σαν εκλογικό κολπάκι), και τόσα άλλα που αφορούν την παραγωγική ανασυγκρότηση, τον πολιτισμό, την παιδεία κ.ο.κ.

Υπάρχει, είναι δεδομένη μια πολιτική συντηρητικοποίηση στη χώρα. Κι αυτή πρέπει να αντιμετωπιστεί. Παγωμένο φρόνημα δεν μπορεί να δώσει απαντήσεις. Η αποικιοποίηση του μυαλού και της ψυχής με τα σύγχρονα μέσα χειραγώγησης είναι τεράστιο πρόβλημα. Η κατάργηση της σκέψης και της κριτικής είναι επιστημονικο-τεχνολογικά κεντρικός στόχος σήμερα.

Πρέπει να εφεύρουμε έναν στίχο με τη δύναμη του Παλαμικού που προαναφέραμε. Κι αν δεν μπορούμε, ας επαναλάβουμε τουλάχιστον αυτόν που έχουμε, και ας οργανώσουμε τα σύγχρονα «ταμπούρια» σκέψης και πράξης που χρειαζόμαστε. Η παγωμένη ψυχή είναι ασθένεια. Κι εμείς, οι σύγχρονοι άνθρωποι αυτής της χώρας, χρειαζόμαστε μια νέα Έξοδο. Αυτός είναι ο πιο πραγματικός ρεαλισμός απέναντι στον κυνισμό των σύγχρονων τυράννων!

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!