Του Σταύρου Γεωργά*
Στα Έργα και Hμέρες συναντάμε τους ακόλουθους στίχους: «Δως αγαθή, Άρπαξ δε κακή, θανάτοιο δότειρα. / Oς μεν γάρ κεν ανήρ εθέλων, ό γε και μέγα, δώη, / χαίρει τω δώρω και τέρπεται ον κατά θυμόν. / Oς δέ κεν αυτός έληται αναιδείηφι πιθήσας, / καί τε σμικρόν εόν, τό γ’ επάχνωσεν φίλον ήτορ» (356 – 360). O Λεκατσάς μεταφράζει ως εξής: «Tο δόσιμο είναι καλό, το άρπαγμα είναι κακό και το θάνατο δίνει. O άνθρωπος μάλιστα που τ’ αρέσει να δώσει, και πολύ τ’ αρέσει, χαίρεται δίνοντας αυτός κι αναγαλλιάζει με το δόσιμο η ψυχή του. M’ αυτός που με το έτσι θέλω αρπάζει κάτι παραβλέποντας το νόμιμο, όσο μικρό κι αν είναι εκείνο π’ άρπαξε, παγώνει την καρδιά του». Aντιθέτως, στη σχολιασμένη οξφορδιανή έκδοση που υπογράφει, ο M. L. West λέει πως ο Hσίοδος μιλάει για την καρδιά του θύματος, του ανθρώπου που κάτι του άρπαξαν: «Tο νόημα» (γράφει) «είναι πως χαίρεσαι να δίνεις κάτι με τη θέλησή σου, [να δίνεις] ακόμη και πολλά, δεν σου αρέσει όμως όταν ο άλλος σου παίρνει κάτι, έστω και το παραμικρό, με το έτσι θέλω». Kι ίσως να έχει δίκιο ο West, ίσως ο Hσίοδος σ’ αυτό το στιχουργημένο Λεξικό Kοινοτοπιών να φτιάχνει απλώς κάτι σαν τον παλιό πίνακα, αν θυμάστε: «O πωλών επί πιστώσει, ο πωλών τοις μετρητοίς»… Όμως εμένα μου φαίνεται σωστή η ιδέα πως, αν αρπάξεις, παγώνει η καρδιά σου – κι άλλωστε έχω πειστεί πια πως τα προβλήματα μετάφρασης λύνονται, από ένα σημείο και πέρα, βάσει της άποψης που έχουμε για τον κόσμο.
Τότε λοιπόν – γιατί πάγωσε η καρδιά των ανθρώπων που η ζωή τους λεηλατήθηκε; Πώς γίνεται, λόγου χάριν, να αναδύεται η πιο ζοφερή όψη της πάλαι ποτέ Βαϊμάρης, να αναγγέλλονται χωματερές για ανθρώπινα απορρίμματα, να στήνονται στρατόπεδα συγκέντρωσης εν ψυχρώ, και να μην κουνιέται, στην πραγματικότητα, φύλλο; Προφανώς περιμέναμε ν’ αντιδράσει, και όντως αντέδρασε αποτελεσματικότατα, εκτυλίσσοντας μιαν ακόμη διακήρυξη αρχών, η Αριστερά. Στατιστικά θα βρισκόταν, και πράγματι βρέθηκε, ένας ιεράρχης να ξεχωρίσει από τον συρφετό εκτυλίσσοντας την ίδια διακήρυξη πειστικότερα. Αλλά μην ξεγελιόμαστε: το βουβό, λεηλατημένο πλήθος επιχαίρει, συναινεί και ελπίζει πως ο οργανωμένος εξευτελισμός ανθρώπων θα μεταφραστεί σε θέσεις εργασίας… Πώς πάγωσε η καρδιά κάποιου που ονειρεύεται να γίνει δεσμοφύλακας για τον επιούσιο;
Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι το πιστεύουμε τελικά, ανομολόγητα, μέσα μας, πως «όλοι τα φάγαμε», όλοι αρπάξαμε – αφού εκπαιδευτήκαμε επαρκώς να συγχέουμε την εικονική με την όντως πραγματικότητα. Το life style ενδοβλήθηκε ως τύψη, θέλω να πω – και μέσα μας απέκτησε υλική, επιτέλους, υπόσταση. Οι μικρο-κομπίνες, η φορο-διαφυγή (που θα πατάξει η ΔΗΜΑΡ) δεν αρκούν. Πρέπει, μες στη μιζέρια σου, να έζησες μια κατά φαντασίαν πολύ γαμάτη ζωή: φράγκα, μοντέλα, κότερα – τύφλα να ‘χουν οι μεγαλομαφιόζοι, οι προεδράρες κι οι τηλε-σταρ. Κι έπειτα – όλ’ αυτά κάποιος σ’ τ’ άρπαξε. Γιατί πώς να παραδεχτείς ότι ποτέ δεν υπήρξαν – αφού αυτά μόνο έχεις, μια και κατέφαγαν ό,τι άλλο υπήρξες ποτέ;