Σίγουρα πάντως ο πόλεμος ήταν γνωστό μέσο επίλυσης διαφορών πολύ πριν εμφανιστούν τα έθνη κράτη

Του Απόστολου Αποστολόπουλου

 

Απορίες μού άφησε το άρθρο του Φ. Τερζάκη στον Δρόμο του περασμένου Σαββάτου (3-9) με τίτλο Διεθνισμός και Κρατική Κυριαρχία. Το ευχάριστο είναι ότι κάποιος γράφει για θέματα που ξεφεύγουν από την τρέχουσα επικαιρότητα και θέτουν γενικότερα ζητήματα. Χωρίς τέτοια συζήτηση, άλλωστε, δεν πρόκειται να αντιμετωπίσουμε ποτέ τα φαινομενικώς μικρά προβλήματά μας.

Η πρώτη απορία είναι η θέση του Φ.Τ. ότι «πρέπει να πάψουμε να σκεφτόμαστε τα έθνη-κράτη ως έσχατα συγκροτητικά υποκείμενα της διεθνούς κοινότητας». Μπορούμε, ασφαλώς, να πάψουμε να τα σκεφτόμαστε έτσι, αλλά μόνο με τον ίδιο τρόπο που μπορούμε να σκεφτούμε ότι μετά θάνατον γινόμαστε πχ άγγελοι ή ότι άλλο επιτρέπει η φαντασία μας. Στην πράξη σκεφτόμαστε υποχρεωτικά στο πλαίσιο της ιστορικής πραγματικότητας που ζούμε (τα έθνη-κράτη), όπως άλλωστε σημειώνει και ο ίδιος ο Φ.Τ. Γνωρίζουμε ότι τα έθνη-κράτη δεν είναι προαιώνια και κάποτε, ως ιστορικές παρουσίες, θα πάψουν να υπάρχουν.  Αλλά «σήμερα» είναι η πιο πρόσφορη οντότητα που επιτρέπει σε μια ομάδα ανθρώπων να αυτο- αναγνωρίζονται ως ομάδα και να δρουν συλλογικά. Δεν μπορούμε να τα «καταργήσουμε», δηλαδή δεν μπορούμε να παράγουμε «γεγονότα», να διαμορφώνουμε πραγματικότητες άλλες από αυτές που επιβάλλει η ύπαρξή τους σήμερα.

Επαναστατικό αίτημα, λέει ο Φ.Τ., είναι… να πάψει να θεωρείται ο πόλεμος πιθανό όργανο κρατικής πολιτικής. Το πρόβλημα είναι ότι ο πόλεμος όπως και τόσα άλλα στη ζωή δεν προκύπτει από τις διαθέσεις, επιθυμίες και σκέψεις, δηλαδή από υποκειμενικούς λόγους, αλλά από άλλους που φαίνονται αναγκαίοι στους ανθρώπους. Και επειδή ο Κλαούζεβιτς φαίνεται είχε δίκιο, ότι ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα, μάλλον καταλήγουμε ότι ο τερματισμός των πολέμων ταυτίζεται με την κατάργηση της πολιτικής, αν και αυτό απαιτεί κάποια σκέψη. Σίγουρα, πάντως, δεν φταίει η ύπαρξη των εθνών-κρατών για τους πολέμους αφού ο πόλεμος ήταν γνωστό μέσο επίλυσης διαφορών πολύ πριν εμφανιστούν τα έθνη-κράτη.

Ο Φ.Τ. μιλώντας για τους ταξικούς αγώνες προσθέτει ότι άλλο είναι «αν αυτοί γίνονται στο όνομα των εθνών-κρατών» και άλλο «αν γίνονται στο όνομα του συμφέροντος της πάσχουσας ανθρωπότητας» και «του πλανήτη», συμπληρώνει. Αυτή η διάκριση, λέει, «δίνει το ακριβές ταξικό περιεχόμενο (στους αγώνες) και χωρίζει αμετάκλητα τον εθνικισμό από το σοσιαλισμό.

Πρώτη παρατήρηση: Η αγάπη στο έθνος και στην πατρίδα ή σε ό,τι αντιστοιχούσε σε κάθε ιστορική εποχή, δεν εμπόδισε, αντιθέτως ενίσχυσε, όχι πάντα αλλά συχνά, τη δημιουργία έργων λαμπρών και την ανάπτυξη υψηλού Πολιτισμού. Π.χ. η Αθηναϊκή Δημοκρατία ήταν αποτέλεσμα μακρών συνεχών και πολύ σκληρών ταξικών αγώνων καθώς βεβαίως και του αγώνα όλων των Αθηναίων εναντίον των Περσών.

Δεύτερη παρατήρηση: Είναι μάλλον απροσδόκητη η αναφορά στην «πάσχουσα ανθρωπότητα» σε αντιπαράθεση με το έθνος-κράτος και τους ταξικούς αγώνες. Πρώτον επειδή η «ανθρωπότητα», πάσχουσα και μη, δεν περικλείει και δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα απλό αριθμητικό άθροισμα, των ζώντων. Δεύτερον, η «ανθρωπότητα», ως «ποιοτική» έννοια και όχι ως ποσοτική πραγματικότητα, εφευρέθηκε και χρησιμοποιείται από τους ιμπεριαλιστές, ίσα-ίσα για να καθίζουν στο σκαμνί όλους όσοι τους ενοχλούν κατηγορώντας τους ότι διαπράττουν τα βαφτισμένα από αυτούς «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας». Οπότε η ανθρωπότητα είναι πάσχουσα στο σύνολό της, δηλαδή και τους ιμπεριαλιστές. Κάπως έτσι ο Μιλόσεβιτς πέθανε στη φυλακή ως εγκληματίας για να αθωωθεί, προσφάτως, μετά θάνατον προς δόξαν της αντικειμενικότητας της (ταξικής, δυτικής, ιμπεριαλιστικής, κατά τον Φ.Τ.) Δικαιοσύνης. Είναι ακατανόητο πώς ένας θιασώτης των ταξικών αγώνων αναφέρεται και υιοθετεί εννοιολογικά εργαλεία των αντιπάλων.

Τρίτον, δεν γνωρίζω να έχουν παραχθεί αποτελέσματα διανοητικά, στρατιωτικά, καλλιτεχνικά και ότι άλλο, από ανθρώπους με μόνο αυτή την ιδιότητα, την ανθρώπινη. Κάτι που θα έδινε σε όλους το δικαίωμα να μιλάνε περί ανθρωπότητας εν γένει. Αντίθετα, γνωρίζω, όπως ο καθένας, ακόμα και αυτοί που δεν αναγνωρίζουν τάξεις και ταξικούς αγώνες, ότι χωρίς εξαίρεση, καλλιτέχνες, φιλόσοφοι, επιστήμονες, ήρωες, δημιούργησαν το καλό ή το κακό με την ιδιότητά τους ως Έλληνες, Κινέζοι, Αμερικάνοι κ.λπ. Αυτό που προσδιορίζει είναι η (εθνική) ομάδα εντός της οποίας διαμορφώθηκαν. Είπαν ότι είχαν να πουν με βάση την εποχή τους. Το ότι κάποιοι ελάχιστοι ξεπέρασαν χρόνο και τόπο είναι γεγονός αλλά και πάλι αυτό δεν είναι έργο της ανθρωπότητας.

Δεν γνωρίζω πού και πότε ο εθνοπατριωτισμός έχει ευθύνες για «τις τραγικότερες αποτυχίες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στο παρελθόν». Διότι δεν γνωρίζω τις απόπειρες οικοδόμησης κάποιου είδους σοσιαλισμού. Δεν πιστεύω ότι ο Φ.Τ. αναφέρεται στον «υπαρκτό», οπότε θα περνούσαμε στο χώρο των θλιβερών ανεκδότων. Ούτε γνωρίζω πότε ο διεθνισμός λειτούργησε ως πραγματική κινητήρια δύναμη του κόσμου, πότε δηλαδή ένας οποιοσδήποτε λαός ξεσηκώθηκε ο ίδιος για να απελευθερώσει κάποιο άλλο λαό. Όποτε αυτό συνέβη ήταν απλώς εισβολή (με πρόσχημα την απελευθέρωση) έτσι ώστε π.χ. οι Ισπανοί απέναντι στους «απελευθερωτές» τους, τον στρατό του Ναπολέοντα, να πέφτουν φωνάζοντας «ζήτω ο θάνατος».

Τέλος, πράγματι, «η διεκδίκηση ανεξαρτησίας για  το δικό μας έθνος» σημαίνει «επιδίωξη ισχύος» στον ανταγωνιστικό διεθνή στίβο. Αλλά δεν κατανοώ τι σημαίνει «επιζητώ» την ανεξαρτησία μου ως «καθολικά δεσμευτική αρχή» και γιατί αυτό συνιστά επαναστατική Αρχή. Αν έχουν σημασία οι λέξεις τότε το «επιζητώ» σημαίνει τελικά επεμβαίνω. Αλλά ας  καταλογισθεί ως γλωσσικό ολίσθημα. Εννοείται ότι δεν αρκεί όλοι οι λαοί (δηλαδή οι κυβερνήτες…) να υιοθετήσουν τις αρχές που περιγράφει ο Φ.Τ. Και άλλοι είχαν αποφασίσει (το 1928) να καταργήσουν τον πόλεμο. Πλην όμως…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!