Γράφει η Μαρία Μάρκου*
Σε πρώτη ευκαιρία μας θυμίζουν ότι έχουν κι αυτοί καρδιά. Πονάνε τον ελληνικό λαό που κάνει θυσίες, δεν φταίνε όμως που τις επιβάλλουν.
Είναι, βλέπετε, το «χθες» που τους έλαχε να κληρονομήσουν. Το χθες με τα δικά μας λάθη που κάνει τη λεηλασία της ζωής μας να μοιάζει Θεία δίκη και τη δική τους αξίωση στην υποταγή μας να μοιάζει λογική. «Θέλετε να γυρίσουμε στο χθες»; Ρητορική ερώτηση με μια υποψία απειλής. Όπως το «να τα ξεχάσετε αυτά που ξέρατε» στην τελευταία κοινοβουλευτική εμφάνιση του πρωθυπουργού. Η δημιουργική καταστροφή προϋποθέτει τη συλλογική αμνησία.
Είναι και ο Προϋπολογισμός που δεν βγαίνει. Ουκ αν λάβοις… Το αυταπόδεικτο της σπάνης μας υποχρεώνει ν’ αποδεχτούμε ότι χάσαμε. Στο περιθώριο εκείνης της ιστορίας επιτυχίας, ο γνωστός Γεωργιάδης ρωτούσε πρόσφατα στην τηλεόραση «δεν προσέξατε ότι η χώρα χρεοκόπησε;» για να προτείνει τη διακοπή χρηματοδότησης του δημόσιου πανεπιστημίου, σε όφελος της λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων «που θα φέρουν εισόδημα στη χώρα». Έτσι ακριβώς. Εισόδημα για τη χώρα είναι το εισόδημα του επιχειρηματία. Ε, δεν μπορεί, κάπως θα το ξοδέψει. Ο εξίσου γνωστός Πρετεντέρης πλειοδοτούσε: «Δεν είναι καιρός να περιοριστεί το δωρεάν σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη»; Και πολύ το καθυστερήσαμε.
Είναι, προπάντων, οι διεθνείς δεσμεύσεις. Αν αυτοί που μας κυβερνούν δεν τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους, «η αγορά εκδικείται» κατά πάγια συνήθειά της. Και τότε δεν θα φταίνε αυτοί να μας επιβάλουν σκληρότερες θυσίες και να αναλάβουν ισχυρότερες δεσμεύσεις. Πάντα με κόκκινες -από το αίμα μας- γραμμές.
Οι τεχνοκράτες τους βεβαιώνουν ότι κάνουν το σωστό για τη σωτηρία μιας χώρας που δεν έχουν αντιληφθεί ότι κατοικείται. Γι’ αυτό και δεν λογαριάζουν, λένε, το πολιτικό κόστος. Προσόν και τούτο μιας δημοκρατίας του τσαμπουκά αντί για εκείνη την παλιάς κοπής λαϊκή κυριαρχία. Η μόνη επιτυχία, άλλωστε, που επικαλέστηκε ο πρωθυπουργός ζητώντας ψήφο εμπιστοσύνης ήταν ότι κατάφερε και «το πεζοδρόμιο σίγησε». Λίγες μέρες αργότερα επέβαλε στρατιωτικό νόμο στη μαθητική παρέλαση. Αν δεν το φιμώσεις, πόσο θα σιγεί και το πεζοδρόμιο;
Το ανεύθυνο κράτος δεν είναι μια ακόμα ελληνική ιδιαιτερότητα, αλλά το πιο ασφαλές μέσο εφαρμογής των πολιτικών διαρθρωτικής προσαρμογής, πάντα συμβατών με τον αυταρχισμό και τη διαφθορά, πάντα ξένων προς τη δημοκρατία. Όπως γράφει η Wendy Brown, ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι μια οικονομική πραγματικότητα, αλλά το σχέδιο κατασκευής ενός κόσμου «κορεσμένου από το κεφάλαιο» με την έννοια ότι επεκτείνεται σε όλα τα πεδία της πολιτικής και κοινωνικής ζωής ο κανόνας της αγοράς, ο ανταγωνισμός, ο υπολογισμός, η βαρβαρότητα.
Είναι μια αντι-νεωτεριστική βιοπολιτική, με εμβληματικά προϊόντα και εργαλεία της ένα νέο είδος κράτους κι ένα νέο είδος πολίτη. Παράγει ένα κράτος αμέτοχο προς την κοινωνία που δεν εγγυάται την ελευθερία της αγοράς με τον τρόπο που εγγυάται κάθε άλλη έκφραση της ελευθερίας -αν περιγράφαμε έτσι τη νομιμοποιητική βάση της φιλελεύθερης δημοκρατίας- αλλά αυτοπροσδιορίζεται ως οικονομικός «παίκτης».
Παράγει το κράτος-επιχείρηση που λειτουργεί με όρους κόστους-ωφέλειας, εκτιμά το επιχειρηματικό περιβάλλον, υπολογίζει το επιχειρηματικό ρίσκο και δρα με τρόπο που ν’ «αξίζει τα λεφτά του». Ένα βαθύτατα αντιδημοκρατικό κράτος που διευθύνει και ελέγχει τους πολίτες, χωρίς να έχει την ευθύνη τους.
Με τον ίδιο τρόπο παράγεται και ο πολίτης-επιχείρηση που οφείλει να αναλάβει την ευθύνη του εαυτού του, να καταστρώσει στρατηγικές, να υπολογίσει τα ρίσκα και τα κέρδη του μόνος εναντίον όλων. Ένας πολίτης απο-δημοκρατικοποιημένος, εγκατεστημένος μέσα στη φαντασμαγορία του οικονομικού ανταγωνισμού που εμφανίζει τα κοινωνικά προβλήματα σαν ιδιωτικά λάθη, σαν το αναπόφευκτο και αναγκαίο κόστος της ανάπτυξης. Ένα πολίτης ξετρελαμένος από φόβο, βουλιμικός για ασφάλεια, χρεωμένος, αποσυρμένος από τη δημόσια σφαίρα.
Αυτή η βιοπολιτική ασκείται ήδη πάνω μας. Θα νομιμοποιήσουμε αυτό το κράτος; Θα είμαστε αυτοί οι πολίτες; Θα γίνουμε μέρος αυτού του σχεδίου; Οι πιο κρίσιμες απαντήσεις δε βρίσκονται στη θεωρία, είναι υπόθεση του καθενός μας αρκεί να μην τις δώσουμε μόνοι.
* Η Μαρία Μάρκου είναι αρχιτέκτονας, απόφοιτη του ΕΜΠ, με μεταπτυχιακές σπουδές Αστικής Γεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο της Ναντέρ. Διδάσκει Πολεοδομία-Χωροταξία στην Αρχιτεκτονική Σχολή του ΕΜΠ. Το ερευνητικό της έργο αφορά ζητήματα χωροθέτησης των παραγωγικών δραστηριοτήτων. Δημοσιεύσεις και ανακοινώσεις της αφορούν θέματα οικειοποίησης του χώρου, όπως και μεθόδων και πολιτικών διαχείρισης του χώρου της πόλης.