Του Λεωνίδα Χέλη. Καθώς ο προσυνεδριακός διάλογος για το ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ τις πρώτες μέρες του Ιούνη είχε ανοίξει για τα καλά ήταν φανερό πως κάναμε το λάθος να συζητάμε δημόσια, πρωτίστως, για το θεσμικό-οργανωτικό μας πλαίσιο παρά για το ουσιαστικό ζήτημα της πολιτικής μας πρότασης και των προγραμματικών μας στόχων.

Και ήταν πραγματικά κρίμα, σχεδόν αυτοκαταστροφικό, τη στιγμή που είχαμε καταφέρει η κοινωνία να στρέφει με ενδιαφέρον και αγωνία το βλέμμα της στο Συνέδριό μας εμείς να κουβεντιάζουμε και να πολωνόμαστε για λίστες και συνιστώσες, ζητήματα που «ενδιέφεραν» τον κ. Κεδίκογλου και μερικά από τα μέλη μας, αλλά ελάχιστα απασχολούσαν την κοινωνία.
Ευτυχώς, όμως, γιατί «ουδέν κακόν αμιγές καλού», ήρθε η ανακοίνωση αυτού του άθλιου υπουργού αυτής της ελεεινής κυβέρνησης που έριχνε «μαύρο» στη Δημοκρατία και στις οθόνες μας για να μας (ξανά)θυμίσει πως ο εχθρός είναι εκτός των τειχών και δεν βρίσκεται φυσικά ούτε στη «μειοψηφία που απειλεί την ενότητα και αμφισβητεί τον πρόεδρο» αλλά ούτε και στην «πλειοψηφία που τα έχει κάνει πλακάκια με το κατεστημένο και απεργάζεται τη δεξιά στροφή του κόμματος». Η εξελισσόμενη κρίση της ΕΡΤ είναι εξόχως αποκαλυπτική, αφενός γιατί αποκαλύπτει τον αυταρχισμό των κυβερνώντων, την αποτυχία του success story τους και την αναλγησία των δανειστών που απαιτούν «ανθρωποθυσίες», αφετέρου γιατί αναδεικνύει την τεράστια δυναμική του λαϊκού παράγοντα και της ενωτικής δράσης της Αριστεράς αλλά και γιατί μας βοηθάει να κοιταχτούμε στον καθρέφτη της κοινωνίας και να δούμε τις πραγματικές μας αδυναμίες ώστε να τις βελτιώσουμε.
Δεν είναι στα αλήθεια περίεργο πως ακόμα και αυτή τη στιγμή που η κυβέρνηση τελεί υπό κατάρρευση, που η επικοινωνιακή της πολιτική έχει καθολικά ακυρωθεί, που τα συνεταιράκια του Σαμαρά βυθίζονται στα τάρταρα της πολιτικής ανυποληψίας -σχεδόν εκτός Βουλής-, το δικό μας κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ να μην καταφέρνει να κερδίσει ένα ξεκάθαρο, ένα συντριπτικό προβάδισμα που θα δίνει το τελειωτικό χτύπημα στην κυβέρνηση και θα βάζει τη σφραγίδα της ανατροπής; Όσο «πειραγμένες» και εάν είναι οι μετρήσεις, άλλωστε το βλέπουμε και στην καθημερινή μας επαφή με τους πολίτες, απέχουμε πολύ από αυτό το ποιοτικό άλμα. Συνεπώς κάτι δεν κάνουμε σωστά…
Θεωρώ πως ενώ οι πολίτες συμφωνούν με τις βασικές μας θέσεις (ακύρωση μνημονίων-εφαρμοστικών νόμων, επαναδιαπραγμάτευση δανειακών συμβάσεων, εθνικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης κ.λπ.) δεν πιστεύουν πως αυτές είναι εφικτές χωρίς μια καθολική σύγκρουση με τους δανειστές και την Ευρωζώνη. Με λίγα λόγια μας λένε «πως είναι πολύ καλά για να είναι αληθινά» όλα αυτά . Άλλωστε το μήνυμα της άλλης πλευράς, όπως ξεκάθαρα φάνηκε και στην Κύπρο, δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες και για ελπίδες πως θα υπαναχωρήσουν. Το κλειδί λοιπόν βρίσκεται σε αυτή τη σύγκρουση με την Ε.Ε. την οποία από τη μια το μεγαλύτερο μέρος των πολιτών τη φοβάται, γιατί πιστεύει ότι οδηγεί εκτός ευρώ και συνεπώς στην «καταστροφή» και από την άλλη ένα διόλου ευκαταφρόνητο τμήμα των πολιτών δεν πιστεύει πως είμαστε ικανοί και αποφασισμένοι να την πάμε μέχρι το τέλος. Και εμείς πώς απαντάμε απέναντι στο απολύτως πραγματικό ενδεχόμενο αυτής της σύγκρουσης και των απειλών από την πλευρά των δανειστών; Τι απαντάμε δηλαδή στο τι θα κάνουμε εάν συμβεί αυτή η ρήξη; Αντιγράφω από τις Θέσεις μας (Μέρος Β, παράγραφος 6 «οι προγραμματικοί μας στόχοι», σημείο 3):
«Κατά συνέπεια, δεσμευόμαστε ότι θα αντιμετωπίσουμε το ενδεχόμενο τέτοιων απειλών ή εκβιασμών με όλα ανεξαιρέτως τα όπλα που μπορούμε να επιστρατεύσουμε ενώ είμαστε ήδη έτοιμοι να αναμετρηθούμε ακόμη και με τη χειρότερη έκβαση. Είμαστε βέβαιοι ότι σε μια τέτοια απευκταία περίπτωση ο ελληνικός λαός θα μας στηρίξει ανεπιφύλακτα.»
Πιστεύω πως ακριβώς σε αυτήν την αντίληψη βρίσκεται η αιτία της στασιμότητάς μας. Από τη μια δεσμευόμαστε πως θα χρησιμοποιήσουμε κάθε όπλο σε ενδεχόμενη σύγκρουση, αλλά από την άλλη φροντίζουμε να φορτίσουμε με έντονα αρνητικό πρόσημο (χειρότερη+απευκταία) αυτό το ενδεχόμενο. Ουσιαστικά, δηλαδή, συμβάλλουμε και εμείς άθελά μας στην καλλιέργεια ενός κλίματος καταστροφολογίας! Η χειρότερη και η πλέον απευκταία έκβαση για τη χώρα είναι η συνέχιση αυτής της βάρβαρης λιτότητας! Αυτό, άλλωστε, λέμε σε κάθε δημόσια τοποθέτησή μας και με αυτό συμφωνούν όλα τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ! Οποιαδήποτε πολιτική λύση οδηγεί στην ανατροπή αυτής της λιτότητας είναι σαφώς προτιμότερη.
Θεωρώ πως ο λαός μας μπορεί να κερδίσει τη μάχη της επιβίωσής του και με τους δύο δρόμους: Είτε με τον ευκολότερο δρόμο της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές και την ακύρωση των μνημονίων εντός Ευρωζώνης (όπως σωστά προτείνουμε!) είτε εάν χρειαστεί με το δύσβατο δρόμο της ρήξης με την Ευρωζώνη και της εξόδου από αυτήν. Με βάση τα παραπάνω προτείνω μια μικρή αλλά πολύ ουσιαστική αλλαγή στην παραπάνω διατύπωση:
«Κατά συνέπεια, δεσμευόμαστε ότι θα αντιμετωπίσουμε το ενδεχόμενο τέτοιων απειλών ή εκβιασμών με όλα ανεξαιρέτως τα όπλα που μπορούμε να επιστρατεύσουμε ενώ είμαστε ήδη έτοιμοι να αναμετρηθούμε με οποιαδήποτε έκβαση. Είμαστε βέβαιοι ότι σε κάθε περίπτωση ο ελληνικός λαός θα μας στηρίξει ανεπιφύλακτα.»
Ας αναλογιστούμε τι θα κερδίσουμε υιοθετώντας αυτή τη διατύπωση που, πρακτικά, αφήνει ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα:
α) Ισχυρότερη διαπραγματευτική θέση έναντι των δανειστών. Όταν ο σύντροφος πρόεδρος θα πάει να διαπραγματευθεί ως επικεφαλής της κυβέρνησης της Αριστεράς με την τρόικα, η πίεση που θα δεχθεί θα είναι τεράστια και πιθανόν πρωτοφανής. Εάν εμείς οι ίδιοι ονοματίζουμε, εκ των προτέρων, «απευκταίο» το σενάριο της ρήξης μαζί τους, τότε είναι σίγουρο πως θα μας πιέσουν προς τα εκεί για να μας απομονώσουν και να μας ισοπεδώσουν επικοινωνιακά.
β) Θα στερήσουμε επικοινωνιακά επιχειρήματα από τους εγχώριους αντιπάλους μας. Είναι σίγουρο πως εάν δώσουμε τη μάχη των εκλογών, χωρίς να αλλάξουμε αυτή τη θέση, τότε η «μονταζιέρα» της Ν.Δ. θα την αξιοποιήσει στο έπακρο. Αλήθεια, ποιος θέλει να ψηφίσει ένα κόμμα που όταν βρεθεί στο τιμόνι της χώρας τότε μπορεί και να οδηγήσει τον τόπο στα «χειρότερα»
;
γ) Θα τελειώσουμε με την εσωστρέφεια. Με αυτή τη μικρή αλλαγή, χωρίς να αλλάζουμε το πρόγραμμα και το πολιτικό μας σχέδιο, υιοθετούμε μια γραμμή που μπορεί να μας χωρέσει και να μας ενώσει όλους, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα αποτελεσματικότητα στο λόγο μας.
δ) Δυνατότητα συσπείρωσης-συνεργασίας πάνω στη δράση με τις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς. Με αυτή την αλλαγή η πρότασή μας για κοινή δράση και συμπαράταξη θα γίνει ακόμα πιο πειστική και μπορεί να χρησιμεύσει ως βάση πάνω στην οποία μπορεί να γίνουν ευρύτερες προγραμματικές συγκλίσεις. Όσο για το τι μπορεί να πετύχει συμβολικά αλλά και πρακτικά η κοινή πάλη των δυνάμεων της Αριστεράς, δεν έχουμε παρά να ξαναδούμε το ισχυρό σήμα ενότητας που εξέπεμπαν οι σημαίες του ΣΥΡΙΖΑ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ΠΑΜΕ καθώς κυμάτιζαν δίπλα-δίπλα στο Ραδιομέγαρο.
ε) Θα ανακτήσουμε την αξιοπιστία μας. Τη στιγμή που αρκετοί πολίτες θεωρούν πως έχουμε «στρογγυλέψει» το λόγο μας, προκειμένου να γίνουμε κυβέρνηση, θα μπορέσουμε να τους ξανακοιτάξουμε στα μάτια ξεκαθαρίζοντας πως δεν γίναμε ξαφνικά «συστημικά υπεύθυνοι» και πως έχουμε τη βούληση να πάμε τη σύγκρουση μέχρι το τέλος. Ταυτόχρονα, θα μπορέσουμε να επικοινωνήσουμε καλύτερα με ένα διαρκώς ογκούμενο ακροατήριο που στέκεται αντιπαραθετικά στην Ευρωζώνη και το «κοινό» μας νόμισμα (που, φυσικά, ούτε φετίχ είναι αλλά ούτε και θα πεθάνουμε γι’ αυτό!).
Υπάρχει κάτι που μπορεί να χάσουμε με αυτή την αλλαγή; Θα πουν ότι εάν οι πολίτες επιλέξουν τον ΣΥΡΙΖΑ, τότε μπορεί και να οδηγηθούμε σε ρήξη με την ευρωζώνη… Ε και; Μήπως δεν είναι αλήθεια αυτό; Εάν θέλουν οι πολίτες πολιτική μνημονίων, προκειμένου να μην τα χαλάσουν με την Ε.Ε., τότε καλύτερα να επιλέξουν άλλες δυνάμεις και όχι τον ΣΥΡΙΖΑ. Υπάρχει και κάτι ακόμα: Κάποιοι μπορεί να πουν πως έτσι κλείνουμε την πόρτα της συνεργασίας στους Βενιζέλους, τους Ψαριανούς και στους Μπίστηδες. Υπάρχει, αλήθεια, έστω και ένας μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ που θέλει να κρατήσουμε την πόρτα μας ανοιχτή για αυτούς;
Γνωρίζω καλά ότι όποιος προσπαθεί να συνθέσει αντικρουόμενες απόψεις κινδυνεύει να γίνει αντιπαθής σε όλους. Ας είναι… Δεν θα με ενοχλήσει αυτό. Θα με ενοχλήσει, όμως, πολύ εάν φτιάξουμε ένα κόμμα κλειστό, φοβικό, μακριά από τις κοινές συνθετικές μας παραδόσεις και ακόμα περισσότερο θα με ενοχλήσει εάν η Αριστερά χάσει τη μεγάλη ευκαιρία να ανοίξει το δρόμο της ανατροπής στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη. Μονάχα με μία ουσιαστική και σε βάθος σύνθεση θα μπορέσουμε να νοηματοδοτήσουμε το ιδρυτικό μας Συνέδριο και να το καταστήσουμε αφετηρία ελπίδας για το λαό μας.

* Ο Λεωνίδας Χέλης είναι μέλος της απερχόμενης Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ, Συντονιστής της Οργάνωσης Αλεξανδρούπολης

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!