Της Νόρας Ράλλη. «Είμαστε ποιητές που προσπαθούν να βρουν στο χρόνο και τον τόπο, αληθινά αποτυπώματα των ανθρώπων».
Η φράση ανήκει στον Patricio Gusmán, έναν σπουδαίο ντοκιμαντερίστα, στο έργο του οποίου πραγματοποίησε αφιέρωμα το φετινό, 15ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Ο Gusmán κατέγραψε κινηματογραφικά όλη την ιστορία της Χιλής από το 1971 και έπειτα.
Κατέγραψε πώς στις τελευταίες δημοκρατικές εκλογές της κυβέρνησης Λαϊκής Ενότητας, τον Μάρτιο του 1973, οι υποστηρικτές του Αλιέντε συγκέντρωσαν το 43,4% των ψήφων. Πώς ο ίδιος ο Αλιέντε κατέκτησε αυτό το εκπληκτικό αποτέλεσμα, την ώρα που στη Χιλή δεν υπήρχαν ζάχαρη, αλεύρι, λάδι, ζυμαρικά, κρέας, ρύζι, δεν υπήρχε γκάζι, ούτε θέρμανση ούτε και Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, πρώτες ύλες κ.λπ. Κατέγραψε πώς ο Αλιέντε έπρεπε να αντιμετωπίσει άγριο μποϊκοτάζ τόσο από τους μεγαλοεπιχειρηματίες όσο και από ένα μεγάλο κομμάτι της μεσαίας τάξης. Πώς το 80% του Τύπου ήταν ενάντια στην κυβέρνησή του. Πώς οι αντίπαλοί του τον προσέβαλλαν, σχεδόν σε καθημερινή βάση. Κι όμως, εκείνος δεν απαγόρευε κανένα μέσο επικοινωνίας. Κατέγραψε σε εξαιρετικές ταινίες τεκμηρίωσης πως ο Αλιέντε ήταν ο μοναδικός δημοκρατικά εκλεγμένος μαρξιστής ηγέτης στην Ιστορία, που πίστευε στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Πώς όλος ο κόσμος που στήριζε τον Αλιέντε ήξερε τι συνέβαινε: ήξερε ότι ο Νίξον και ο Κίσινγκερ ήταν οι πραγματικοί υπεύθυνοι για την κρίση στη Χιλή (μήπως σας θυμίζουν κάτι όλα αυτά;). Πώς το τελευταίο καταφύγιο που είχε, εντέλει, η Δεξιά για να κερδίσει -αφού εξάντλησε κάθε άλλο μέσο!- ήταν μόνο η στρατιωτική βία. Εκατομμύρια έχασε η αμερικανική κυβέρνηση για να διαφθείρει μέσω των μυστικών υπηρεσιών το χιλιανό λαό, αλλά τελικά δεν τα κατάφερε. Χρειάστηκαν τα τανκς. Ο ίδιος ο Gusmán δίνει απάντηση στο γιατί: «Ένας λαός ενεργός γνωρίζει τι συμβαίνει, ενώ μια κοινωνία που μένει αμέτοχη ξεγελιέται πολύ εύκολα…» (Μετά από κάτι τέτοιες δηλώσεις, όποιος δεν ακούει καμπαναριά ολόκληρα να χτυπάνε -όχι απλοί κώδωνες- πάσχει από βαρηκοΐα. De facto διάγνωση!).
Αυτά λένε αυτοί που ξέρουν. Και αυτοί ξέρουν, γιατί θυμούνται. Και θυμούνται γιατί είναι τεχνίτες. Και ξέρετε τι κάνουν οι τεχνίτες;
Οι τεχνίτες χτίζουν. Οι καλοί τεχνίτες, δε, χτίζουν γερά. Και όπως μας δίδαξαν εμάς τα PIGS της Ευρώπης από πολύ νωρίς οι Ευρωπαίοι φίλοι μας, το πιο γερό σπιτάκι είναι το πέτρινο. Αυτό ακριβώς κάνουν οι καλοί τεχνίτες: παίρνουν τη λίθινη λήθη και τη μετατρέπουν σε επίμονη μνήμη.
Και όταν δεν ξεχνάμε, παρά τις προβοκάτσιες και τις πιέσεις, παρά τις προσωπικές μας επιδιώξεις και ανασφάλειες, παρά τα διλήμματα και κυρίως παρά την τεράστια ματαιοδοξία μας πως είμαστε οι μεγαλοκυβερνήτες στο μικρόκοσμό μας… όταν δεν ξεχνάμε, τότε ρωτάμε. Τότε δεν υπάρχει τυφλή αποδοχή, αλλά δημιουργική αμφισβήτηση. Και φυσικά, υπάρχει και απάντηση: «Ουδείς, κύριε Πρόεδρε!»
Αυτή ήταν η απάντηση που δόθηκε στον Πρόεδρο της Κυπριακής Βουλής όταν ρώτησε πόσοι ψηφίζουν υπέρ των αντίστοιχων των δικών μας σε σκληρότητα και ανοησία μνημονίων που ετοίμασαν και για την Κύπρο. Αν ήταν σκηνή σε ντοκιμαντέρ θα γράφαμε: μεστή, ακέραια, λιτή και καίρια. Σε στυλ… «να μην ξεχνιόμαστε»!
– Πόσοι ψηφίζουν υπέρ των άρθρων;
– Ουδείς, κύριε Πρόεδρε.
Cut! Η σκηνή αποτυπώθηκε. Στη μνήμη.