Αλήθεια, πού αρχίζει και πού σταματάει το δικαίωμα της καλλιτεχνικής έκφρασης; Η περιβόητη Μαύρη Φωτιά που κάλυψε δύο όψεις του ιστορικού κτιρίου του Πολυτεχνείου Αθήνας, αυτό το γκράφιτι που δίχασε για λίγες μέρες πλείστους δημοσιολογούντες, τι ακριβώς είναι; Αυτή η επιβλητική όσο και καταθλιπτική Μαύρη Φωτιά είναι καλύτερη ή χειρότερη από την ακριβώς προηγούμενη εικόνα του κτιρίου με τις μισοσκισμένες αφίσες και τα συνθήματα επί παντός θέματος; Και ποιος έχει περισσότερο δικαίωμα και καλύτερο κριτήριο για να διακοσμεί τις προσόψεις κτιρίων με καλαίσθητα ή ακαλαίσθητα σχέδια: το κράτος, οι πολιτικές νεολαίες ή οι γκραφιτάδες;
Είναι μια συζήτηση που ασφαλώς δεν θα τελειώσει ποτέ. Όλοι, όμως, μπορούν να συμβάλουν σε αυτήν. Διάβαζα τις προάλλες ένα άρθρο του δημοσιογράφου Απόστολου Λυκεσά, που ανοίγει από πολλές πλευρές το ζήτημα. «Η υπόθεση έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον» λέει ο Λυκεσάς και σημειώνει: «Aναντίρρητα πάντως, η επέμβαση της ομάδας έχει μέσα της το στοιχείο της αυθαιρεσίας. Η αυθαιρεσία ενοχλεί περισσότερο από την ποιότητα του έργου. Κανείς δεν τους ανέθεσε να βάψουν τις όψεις του Πολυτεχνείου. Κανένας δεν ενέκρινε το σχεδιαζόμενο εικαστικό αποτέλεσμα. Παρά το επικάλυμμα ελευθεριότητας που έχει η πράξη, είναι κατά βάση αντιδημοκρατική, αφού θέλει να επιβάλει με το έτσι θέλω αισθητικά κριτήρια. Είναι, ακόμη, βυθισμένη σε καλλιτεχνικό ναρκισσισμό, από τον οποίο αναδύεται υπεροψία και περιφρόνηση για τις υφιστάμενες κοινωνικές προδιαγραφές. Δικαίως, βέβαια, θα αναρωτηθεί κάποιος για την ποιότητα των αρχιτεκτονημάτων ή των καλλιτεχνημάτων που έχουν την άδεια και τη νομιμοποίηση των θεσμών και τα οποία απαρτίζουν τον περιβάλλοντα κόσμο μας. Άθλιες πολυκατοικίες, αθλιότερα δημόσια κτίρια, αγάλματα που προσβάλουν στα πάρκα και τις πλατείες την τέχνη της γλυπτικής. Αθλιότητες που η νομιμοποίηση τα κρατά ακόμη όρθια. Το παρήγορο όμως είναι πως σε ό,τι αφορά την τέχνη, τα κριτήρια χώρια που αλλάζουν, κρίνονται από την αντοχή τους στον χρόνο.
[…] Στους νεαρούς που προχώρησαν στην καταδρομική καλλιτεχνική πράξη έχω να πω μια ιστορία. Περισσότερο για να θυμίσω -και όχι μόνο στους νεαρούς- ότι παρτιζάνικη είναι μεν η πράξη τους, δεν βλέπω όμως τίποτα πρωτοποριακό στο έργο τους, τίποτα παρθένο, κι ας στραβομουτσουνιάσουν αν θέλουν. Πριν από 26 χρόνια, ένα καλοκαίρι που έβραζε από υψηλές θερμοκρασίες και εμφύλια πολιτικά γεγονότα, ένας καλλιτέχνης στη Θεσσαλονίκη βάλθηκε να ζωγραφίσει -με όλες τις επίσημες βούλες και την τήρηση των γραφειοκρατικών νομιμοποιητικών διαδικασιών- και έφερε σε πέρας το έργο, να ζωγραφίσει την εξωτερική πλευρά του αμφιθεάτρου στο Πολυτεχνείο Θεσσαλονίκης. Το αποτέλεσμα της δουλειάς του, μια γαλαξιακού επιπέδου έκρηξη χρωμάτων, το πρώτο και μοναδικό στην Ελλάδα γκράφιτι σε δημόσιο κτίριο έχει σήμερα κυριολεκτικά βανδαλιστεί και εξαφανιστεί κάτω από επιστρώσεις ασβέστη και οι διαμαρτυρίες του Απόστολου Κιλεσσόπουλου ούτε καν ακούστηκαν. Ούτε υπουργοί έκαναν δηλώσεις, ούτε το Πολυτεχνείο καταδέχτηκε να ασχοληθεί με το θέμα, ούτε οι άλλοι καλλιτέχνες έγραψαν έστω μια αράδα, υπέρ ή κατά. Τι λένε, άραγε, για το θέμα οι καλλιτέχνες του δρόμου οι οποίοι ενδέχεται να μην είχαν γεννηθεί καν τότε;».
Δείτε ολόκληρο το άρθρο του Λυκεσά, στο alterthess.gr
Θητεία τυμβωρύχου
εκτελεί ο Ιοβόλος