του Κώστα Γκιώνη
Ο αέρας μυρίζει ναφθαλίνη και πολυχρησιμοποιημένες κάλτσες παραλλαγής, στον κήπο απέναντι ένα πουλί με σηκωμένες τις φτερούγες αναφλέγεται, σπάω το κεφάλι μου να δω τι μου θυμίζει…
Οι σκελετοί βγήκαν από την ντουλάπα, τους ταΐζαμε με τα πετσιά μας εδώ και χρόνια, μέχρι που τους θρέψαμε, τους κάναμε κοτζάμ τέρατα κι άρχισαν να σεργιανούν καμαρωτοί, σιδεροστόλιστοι, ακούγοντας δυνατά στρατιωτικά εμβατήρια, βγάζοντας άναρθρες κραυγές, δείχνοντας τη σπηλαιοκαταγωγή τους.
Οι πλατείες γίναν προαύλια φυλακών, όπου οι προαυλιζόμενοι δεν έχουν το δικαίωμα στάσης αλλά μόνο μιας κυκλικής συνεχόμενης κίνησης, με τις ανάλογες αποστάσεις πάντα. Η οποιαδήποτε παρέκκλιση τιμωρείται από τους μουγκανίζοντες ανθρωποφύλακες που εμείς πληρώνουμε….
Τα μηχανοκίνητα τμήματα των νεομπουραντάδων σπέρνουν καντάρια φόβου, όχι πια μόνο απέναντι στα γνωστά μικρά απαίσια αντιεξουσιαστικά ανθρωπάκια, αλλά βάζοντας στο μενού τους νέα μεσοαστικά στρώματα. Γιατί; Επειδή μπορούν. Επειδή δεν κάνουν διακρίσεις στα κεφάλια: μπορούν και τα ανοίγουν όλα, εκτός αυτών που υπηρετούν. Κι αν κάποια στιγμή χρειαστεί να αιτιολογήσουν αυτόν τον «υπερβάλλοντα ζήλο», υπάρχουν οι πινοκιοεκπρόσωποι με τις δικαιολογίες, όπως: πέσαν 150 αόρατες μολότοφ, μας επιτέθηκαν 30 νίντζα φαντάσματα, προσπάθησαν να μας πάρουν τα όπλα ιπτάμενοι αναρχικοί, και άλλα τέτοια. Έτσι ώστε αναρωτιέσαι, ποιες ουσίες τους δημιουργούν τέτοιες εικόνες; Να μας δώσουν κι εμάς, μήπως και μπει λίγο χρώμα στην καταχνιά που μας έχουν στρογγυλοκαθίσει στα κεφάλια μας!
Τα μέσα και οι δημοσιοκαφρίζοντες, χωρίς καμία τσίπα, είναι πρόθυμοι (με το αζημίωτο, από τα δικά μας πάντα) να ξεπλύνουν τις κουτσουλιές από τις λερωμένες φωλιές των συνεταίρων τους, με τρόπο που θα ζήλευε και ο γνωστός προπαγανδιστής του παλιού Ράιχ…
Αρκετοί είναι αυτοί που τρίβουν τα μάτια τους και σκέφτονται, πότε κλείσανε τα μάτια και πότε τ’ ανοίξανε και η χρονομηχανή τους γύρισε τόσο πίσω, σ’ εποχές που κανείς δεν πίστευε ότι θα ξαναζήσουμε; Σαν να μην αντιλαμβάνονται ότι καμία από τις προηγούμενες φορές δεν κλείσαμε τους λογαριασμούς μας με το τέρας, που ποτέ δεν τιμωρήθηκε πραγματικά. Τουναντίον, επιβραβεύθηκε με κρατικές θέσεις και γέννησε κι άλλα τέρατα. Κι όταν τα τέρατα γίνονται αρκετά, ξεφεύγουν, δεν κρύβονται: οι μνήμες του παρελθόντος γίνονται πράξεις του τώρα…
Το σφαγείο μας άρχισε να μυρίζει θυμάρι, καλλιεργείται ένα κλίμα εμφυλιοπολεμικό, επιδιώκεται νεκρός-οί, η πλοκή της υπόθεσης έχει πολλές δραματικές σκηνές ακόμα. Η πραγματική πανδημία, η φτώχια, είναι πολύ κοντά, και καμιά πτυσσόμενη μεταλλική ράβδος δεν μπορεί να καλύψει το γουργουρητό του στομαχιού. Κυματοθραύστης στο τεχνητό τσουνάμι που προσπαθούν να δημιουργήσουν είναι μόνο ένα ενοποιητικό μαζικό κίνημα που θα πει ένα μεγάλο «Ως Εδώ»!