Ο Δεκέμβρης, μια κραυγή ηθικής απέναντι στην αδικία

 …όσο κι αν οι μνήμες ξεθωριάζουν.

 

Η αλήθεια είναι πως 8 χρόνια μετά οι μνήμες έχουν κάπως ξεθωριάσει με στιγμιότυπα βέβαια που δύσκολα θα σβήσουν. Η στιγμή που έφτασε η είδηση της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου (τα άσχημα νέα ταξιδεύουν γρήγορα) και βγήκα χωρίς να το σκεφτώ και χωρίς να μπορώ, ακόμη και τώρα, να εξηγήσω το γιατί, στο δρόμο. Οι πρώτες μεγάλες διαδηλώσεις και το ετερόκλητο πλήθος. Το “κάτω η κυβέρνηση των δολοφόνων” που ακούστηκε, με δυσκολία είναι αλήθεια, αλλά κατάφερε να ορίσει την αντιπαράθεση με τους βασικούς υπεύθυνους. Η αλυσίδα, το ξεπέρασμα του φόβου. Οι συζητήσεις στα πηγαδάκια στις σχολές του ΑΠΘ. Η Ανοιχτή Συνέλευση Άνω Πόλης, μια απ’ τις λίγες και βραχύβιες, προσπάθειες να στηθεί μια διαδικασία διαλόγου μέσα στην εξέγερση. Μα κυρίως οι στιγμές ελευθερίας, που ένοιωθες (ακόμη κι αν ήταν ψευδαίσθηση), πως η πόλη (ή έστω το κέντρο) ανήκει σε μας.

Δεν μπορώ, όμως, με ευκολία να πω πως «ο Δεκέμβρης ζει» και να το εννοώ όπως εκείνους τους Δεκέμβρηδες. Ίσως να φταίει που φέτος για πρώτη φορά, στη Θεσσαλονίκη, δεν έγινε μαθητική πορεία και η όποια μνήμη έπρεπε κάπως να χωρέσει, είτε στην άμαζη (άνευ μπάχαλων) πορεία των αριστερών οργανώσεων, είτε στην κάπως μαζικότερη (μετά μπάχαλων) των αναρχικών. Ίσως να φταίει ότι οι μνήμες εκείνων των ημερών, κρύβονται καλά πίσω απ’ το θέαμα, τους καπνούς και τις σπασμένες βιτρίνες, τα οργισμένα συνθήματα, τη μυρωδιά δακρυγόνου, πίσω από έναν μηδενισμό που κυριάρχησε τα επόμενα χρόνια ως lifestyle εξεγερμένου νέου, και υπερκάλυψε άλλες ριζοσπαστικές και δημιουργικές φιγούρες της νεολαίας. Ίσως να φταίει τέλος, που ο Παυλόπουλος από υπουργός Δημόσιας Τάξης, ηθικός αυτουργός της κυβέρνησης των δολοφόνων, έγινε τώρα Πρόεδρος μιας κάποιας Δημοκρατίας.

Υπάρχουν οι άνθρωποι της εξέγερσης, ως ζωντανές μνήμες, και οι σχέσεις που δημιουργήθηκαν τότε. Όσοι φωνάξαμε μαζί τον Δεκέμβρη, στήσαμε μαζί μια προβολή ταινίας στη σχολή, συμμετείχαμε μαζί στα κινήματα, ήμασταν μαζί στις πλατείες προσπαθώντας να κάνουμε πράξη το «ήρθε η ώρα για τις δικές μας μέρες», είπαμε ΟΧΙ το καλοκαίρι του ’15 με μία φωνή όπως και τότε και τόσα άλλα. Οι τότε φοιτητές που τριανταρίζουμε, οι τότε 15χρονοι έφηβοι, που ενηλικιώθηκαν βίαια μέσα στην κρίση. Τώρα οι περισσότεροι από εμάς, άνεργοι ή με τρεις κι εξήντα, στα τελειώματα των σπουδών, ετοιμάζοντας βαλίτσες για εξωτερικό ή ήδη έξω.

Κρατάω ένα πράγμα για το τέλος. Εκείνες τις στιγμές οριστήκαμε, μια ολόκληρη γενιά, απέναντι στην αδικία. Τη διάχυτη κοινωνική αδικία που με τη δολοφονία του Αλέξανδρου αποκτούσε πρόσωπο. Ήταν αυτή μας η αυθόρμητη στάση, μια ηθική κατά βάση επιλογή, που μας έβαλε απέναντι στο σύστημα της αδικίας και σε όσους θα ισχυρίζονταν αργότερα πως «το νόμιμο είναι και ηθικό», για να διαλύσουν με τις αποφάσεις τους την κοινωνία. Και είναι αυτή η ηθική πλευρά που νομίζω πως μένει, ως ένστικτο, όσο κι αν ξεθωριάζουν οι μνήμες και μπορεί να κάνει ξανά την εμφάνιση της. Μια γενιά που μπορεί να μεγαλώνει, αλλά αρνείται πεισματικά (ή έτσι θέλω να πιστεύω), τον κυνισμό και το ρεαλισμό που της προσφέρονται σαν στάση ζωής.

 

Δημήτρης Γκάζης

 

alexis3

Οργή για δικαίωση

«Ένας μαθητής  σκοτώθηκε από αστυνομικό»

6/12/2008. Άλλο ένα τυπικό Σάββατο για την μαθητική κοινότητα του Ηρακλείου Κρήτης, με βόλτες από νωρίς το απόγευμα στο κέντρο της πόλης, παρέες, πειράγματα και η ξεγνοιασιά εφήβων που βρίσκονται στα πιο ανέμελά τους χρόνια.

Μια παρέα 3 αγοριών περπατάμε έξω από τη Βασιλική του Αγίου Μάρκου (περίπου στις 10 το βράδυ) και βλέπουμε κόσμο να συγκεντρώνεται, -όχι πολύ μεγάλο πλήθος πάντως, και κυρίως από τον ΑΑ χώρο. Αφήνω τους υπόλοιπους για να δω τι γίνεται, σταθερά περίεργος για τέτοια σκηνικά -είχα αρχίσει πρόσφατα τη συναναστροφή με πολιτικοποιημένους χώρους. Παραμερίζω τον κόσμο και θυμάμαι ανεξίτηλα στη μέση ενός κύκλου 10 ατόμων, ένα παιδί να γράφει με σπρέι σε ένα πανό. «15χρονος νεκρός από σφαίρα μπάτσου». Τόσο απλό και τόσο κατανοητό. Οι ερωτήσεις δεν ήταν της παρούσης, καθώς ο κόσμος που έμαθε αστραπιαία τα νέα δεν ενδιαφερόταν για το τι και το πώς. Το μήνυμα σαφές. Ένας μαθητής σκοτώθηκε από αστυνομικό.  Κανένα ενδιαφέρον για το πώς και το γιατί. Άμεσα ξεκίνησε πορεία από τα 50-60 άτομα που είχαν μαζευτεί. Εμείς ακολουθήσαμε την πορεία από το πλάι. Από τις ελάχιστες φορές που ένιωθες όλα τα άτομα σε μια πορεία να έχουν ένα και μόνο συναίσθημα. Μίσος. Μίσος και εκδίκηση. Τα επεισόδια δεν άργησαν να ξεκινήσουν παρά το μικρό μέγεθος της πορείας. Πάλι, από τις ελάχιστες φορές που ως νέοι που δεν ανήκουμε ιδεολογικά σε χώρους που τάσσονται υπέρ των «τυφλών» επεισοδίων, και χωρίς να ξέρουμε τι ακριβώς έχει συμβεί, νιώθαμε πως αυτό που γίνεται είναι δίκαιο. Νιώθαμε την οργή, νιώθαμε ότι σε μια χώρα που πλήττεται από το ένα σκάνδαλο μετά το άλλο, το να πεθάνει ένας συμμαθητής μας από σφαίρα αστυνομικού ξεπερνάει κάθε όριο.

Μια ολόκληρη Κυριακή αφιερώθηκε στην ενημέρωση για το γεγονός και στο συντονισμό των καταλήψεων όλων των σχολείων του νομού. Ήταν μάλλον η πρώτη μεγάλου βεληνεκούς χρήση των social networks για κινηματικούς σκοπούς.

Τα υπόλοιπα είναι ιστορία…

 

Μάνος Στρατάκης
Μαθητής, τότε, της 1ης Λυκείου στο 2ο ΓΕΛ Ηρακλείου

 

 

Σχεδόν κάλμα

 Και ήταν σαν σε μια μεγάλη νάρκη
Όλα σκοτεινά
Καπνός έβγαινε από ένα κοσμηματοπωλείο
Σηκωνόταν ψηλά στον ουρανό
Κουλουριαζόταν γύρω απ’ το φεγγάρι
Τα πεζοδρόμια ήταν γεμάτα δέντρα
Δεν είχαν καρπούς μα πέτρες
Πέφταν κάτω στο χώμα και σχηματίζαν σπίτια
Έρχονταν οι σκιές να ζήσουν
Σιγά σιγά αποκτούσαν σώμα
Δυο μάτια αιωρούνταν στο κενό
Και ήταν σαν σε όνειρο
Μια πολύβουη σιωπή
Και μια θάλασσα
Σχεδόν κάλμα

 

Ιάσονας Θεοδωρίδης
ποιητική συλλογή: «Σχεδόν κάλμα»
Εκδόσεις «Ταξιδευτής»

 

 

Η επίμονη ερώτηση του Δεκέμβρη

Σαν κάτι σφηνωμένο στο μυαλό σου που δε σ’ αφήνει να ησυχάσεις. Έτσι είναι μια ερώτηση που ζητάει επίμονα απάντηση. Και αυτό ακριβώς ήταν για μένα ο Δεκέμβρης του Αλέξανδρου. Όχι μόνο πορείες, κατάληψη του σχολείου, επεισόδια, συνελεύσεις-για πολλούς οι πρώτες μας. Αλλά περισσότερο, το σύνθημα Ο Δεκέμβρης δεν ήταν η απάντηση, ήταν η ερώτηση.

Η ερώτηση μιας γενιάς που της έβαλαν την ταμπέλα «χαμένη» και την έσπρωξαν στο περιθώριο και στα αδιέξοδα. Μια γενιά που τώρα την έχουν ωθήσει να γυρίζει την Ευρώπη και τον κόσμο με μια βαλίτσα στο χέρι ξεριζωμένη ή να είναι εγκλωβισμένη σε μια πατρίδα που καίγεται. Και είναι αυτή η ερώτηση που μένει ακόμα καθώς μεγαλώνεις σ’ αυτόν τον τόπο και σου καίει τα σωθικά. «Τα όνειρά μου κάτω από ποιον ουρανό θα χωρέσουν;».

Η σημασία αυτής της ερώτησης βρίσκεται στο ότι, ακόμα κι αν δεν καταφέρεις να δώσεις απάντηση, και μόνο που προσπαθείς, την τιμάς. Το να αγωνίζεσαι για την αξιοπρέπειά σου, να μη συνηθίζεις στο υπάρχον, να προσπαθείς «αλλιώς», είναι αξιοπρέπεια… Ακόμα κι αν δεν τα καταφέρουμε, θα «έχουμε δώσει έναν ωραίο αγώνα».

 

Χάμψας Γιώργος,
του 93′, όπως ο Αλέξανδρος

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!