του Νίκου Προγούλη
Ελάχιστοι, ακόμη και μεταξύ των ειδικών, είναι σε θέση να παρακολουθήσουν τη «σκληρή επιστημονική συζήτηση» που διεξάγεται μέσα από μελέτες, ανακοινώσεις, δημοσιεύσεις και να αξιολογήσουν τα νέα στοιχεία που διαρκώς έρχονται στο φως σχετικά με την «πανδημία», τον τρόπο αντιμετώπισής της κι ακόμα ειδικότερα σχετικά με τις επιδόσεις των εμβολίων. Από την άλλη πλευρά όλοι, ή τουλάχιστον όλοι όσοι ήταν στοιχειωδώς νηφάλιοι, είχαν τη δυνατότητα να αντιληφθούν ότι οι πολιτικές ηγεσίες και τα πιστά σε αυτές ΜΜΕ, από την αρχή και σαν «έτοιμες από καιρό», τρομοκράτησαν και παραπλάνησαν συστηματικά την κοινή γνώμη σχετικά με την επικινδυνότητα της επιδημίας: υιοθετήθηκαν μοντέλα που προέβλεπαν εκατόμβες θυμάτων και, παρότι αυτά δεν επαληθεύονταν, οι προβλέψεις συνεχίζονταν με τα ίδια μοντέλα χωρίς τροποποιήσεις, η υπερκαταγραφή των θυμάτων γινόταν με κεντρική εντολή, κ.ο.κ. Πώς συνέβη λοιπόν κι ένα τόσο μεγάλο, συγκριτικά, μέρος της κοινωνίας και ειδικά της Αριστεράς (με ή χωρίς εισαγωγικά), επί της ουσίας συντάχθηκε με τις κυβερνητικές πολιτικές κι αποδέχτηκε την ακραία θέση των, άμεσα ή έμμεσα, υποχρεωτικών εμβολιασμών; Το ερώτημα δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, θα μπορούσε να τεθεί σε πολύ ευρύτερο, αν όχι σε παγκόσμιο, επίπεδο.
Εννοείται ότι δεν μας ενδιαφέρουν οι περιπτώσεις όσων έχουν απτά συμφέροντα, οικονομικά ή άλλα, ούτε όσων θεώρησαν ότι είναι πιο ασφαλείς αν συμπλεύσουν με το ρεύμα, ούτε όσων τρομοκρατήθηκαν ή ζαλίστηκαν από τον βομβαρδισμό των ΜΜΕ. Μας ενδιαφέρει το πιο σκεπτόμενο και καλοπροαίρετο κομμάτι της κοινωνίας που, αν και αναγνώρισε ίσως μια υπερβολική βιασύνη ή αυταρχικότητα στον «άνωθεν» χειρισμό, αυτό που κατανόησε ήταν ότι, κατά βάθος, εδώ υπάρχει η εξής σύγκρουση: οι δυνάμεις του ορθού λόγου, της επιστήμης και της προόδου συγκρούονται με το ανορθολογικό, το οπισθοδρομικό, το ξεπερασμένο. Ο κόσμος, τελικά, πρέπει να πάει μπροστά!
Όμως η «πρόοδος», αυτή η γενική και αφηρημένη πορεία προς το «καλύτερο», έχει πολύ συγκεκριμένες επί μέρους διαδρομές εντός των συγκεκριμένων κλάδων. Ποιες δυνάμεις καθόρισαν την κατεύθυνση που πήρε στο συγκεκριμένο ζήτημα, όπου κάθε άλλη δυνατή λύση παραμερίστηκε και επιλέχθηκε ως μονόδρομος η πιο high-tech (και high-risk) λύση των DNA ή mRNA εμβολίων; Γιατί η «πρόοδος» πήρε αυτή κι όχι κάποια άλλη κατεύθυνση;
Η κατεύθυνση της «προόδου» έχει επιλεγεί εκ των πραγμάτων εδώ και αρκετές δεκαετίες, όχι με κριτήρια επιστημονικά, κοινωνικής ωφέλειας ή αποτελεσματικότητας, αλλά με κριτήρια καθαρά κερδοσκοπικά, όταν μετά από λυσσώδεις δικαστικές διεκδικήσεις, ιδιωτικές εταιρίες κατάφεραν να κατοχυρώσουν πνευματικά δικαιώματα (πατέντες) σε ζώντες οργανισμούς
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΘΑ υποστηρίξουμε είναι ότι η κατεύθυνση έχει επιλεγεί εκ των πραγμάτων εδώ και αρκετές δεκαετίες, όχι με κριτήρια επιστημονικά, κοινωνικής ωφέλειας ή αποτελεσματικότητας, αλλά με κριτήρια καθαρά κερδοσκοπικά, όταν μετά από λυσσώδεις δικαστικές διεκδικήσεις, ιδιωτικές εταιρίες κατάφεραν να κατοχυρώσουν πνευματικά δικαιώματα (πατέντες) σε ζώντες οργανισμούς. Στο σημείο αυτό, χάριν μιας πιο συνεκτικής εικόνας χρειάζεται να πάμε για λίγο πίσω στο παρελθόν.
Αν και η ατομική ιδιοκτησία υπάρχει εδώ και χιλιετίες, μόνο τους τελευταίους αιώνες εγκαταλείφθηκε η κοινοτική αντίληψη για πολλά αγαθά. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η «περίφραξη της γης», η ιδιωτικοποίησή της δηλαδή, που συνόδεψε τον καπιταλισμό από τα πρώτα του βήματα. Αυτή η διαδικασία της «περίφραξης» κοινών πραγμάτων έπαιρνε διαρκώς μεγαλύτερες κι απρόσμενες διαστάσεις, αφού κατάφερε να περιλάβει το νερό (ακόμη και της βροχής σε πολλές περιπτώσεις), τη θάλασσα, τον αέρα (με αεροδιαδρόμους για πτήσεις,) τις συχνότητες (για ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές), κ.λπ.· ωστόσο, έφτασε στο αποκορύφωμά της με την ιδιωτικοποίηση της ανθρώπινης γνώσης και ειδικότερα με τις πατέντες σε έμβια όντα. Η ιστορία ξεκίνησε το 1971 όταν η General Electric μέσω ενός υπαλλήλου της (στις ΗΠΑ οι πατέντες κατοχυρώνονται μόνο σε φυσικά πρόσωπα, τα οποία εν συνεχεία μπορούν πωλήσουν σε εταιρείες τα δικαιώματα), ζήτησε να κατοχυρώσει μια ευρεσιτεχνία για έναν γενετικά κατασκευασμένο μικροοργανισμό που κατανάλωνε το πετρέλαιο που χύνεται στους ωκεανούς. Αρχικά η αίτηση απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι δεν πατεντάρονται ζώντες οργανισμοί. Ωστόσο με συνεχείς δικαστικές προσπάθειες, 10 χρόνια αργότερα, η General Electric κατάφερε να απεμπλέξει την πατέντα από το φαινόμενο της ζωής και να πάει τη συζήτηση σε ένα άλλο πεδίο, στο αν πρόκειται ή όχι για ανθρώπινη εφεύρεση.
Για να κατοχυρωθεί μια πατέντα πρέπει να πρόκειται για κάτι που είναι α) καινούργιο·β) μη προφανές· γ) χρήσιμο· και δ) δεν πρέπει να είναι «ανακάλυψη», δεν πρέπει δηλαδή να το έχει φτιάξει η φύση αλλά να είναι ανθρώπινη εφεύρεση. Το πρόβλημα με τις πατέντες σε ζώντες οργανισμούς είναι ότι κανείς δεν έχει συνθέσει ζωή στο εργαστήριο. Έχουν απλώς τροποποιηθεί (πολλές φορές ανεπαίσθητα) ήδη υπαρκτές μορφές ζωής. Ωστόσο, το 1987 μια απόφαση θεώρησε ότι η ζωή μπορεί να θεωρηθεί εφεύρεση και ιδιοκτησία. Ειδικότερα, η ανθρώπινη ζωή δεν εξαιρέθηκε, αλλά αφέθηκε να προστατευτεί από το σύνταγμα που απαγορεύει την δουλεία! Για πρώτη φορά είχαμε μια δικαστική απόφαση που για εμπορικούς λόγους δεν έκανε διάκριση ανάμεσα σε ζωντανές υπάρξεις και άψυχα αντικείμενα. Σήμερα, ως γνωστόν, υπάρχουν πατέντες όχι μόνο σε σπόρους, αλλά και σε διάφορα είδη ζώων όπως γουρούνια, πρόβατα, κοτόπουλα, ποντίκια, κ.λπ. Παράλληλα, σε πείσμα της απαίτησης για διάκριση ανάμεσα σε ανακάλυψη κι εφεύρεση, πατεντάρονται πλέον ακόμη και αυτούσιες ουσίες που κάποιος ερευνητής απλώς διέβλεψε μία πιθανή χρήση τους ή κατάφερε να τις απομονώσει.
Στην Ευρώπη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 1995 απέρριψε τη δυνατότητα πατέντας σε ζώντες οργανισμούς με την αιτιολογία ότι το γενετικό υλικό είναι της φύσης και άρα θεωρείται ανακάλυψη και όχι εφεύρεση, για να υποχωρήσει 1997 μετά από μια πρωτοφανούς έντασης καμπάνια που έκαναν οι γνωστές μας «ομάδες συμφερόντων». Παρότι το χρονικό των νομικών αντιπαραθέσεων είναι μακρύ, περίπλοκο και οπωσδήποτε όχι γραμμικό όπως σχηματικά παρατέθηκε πιο πάνω, σημασία έχει το αποτέλεσμα, κι αυτό είναι ότι μέσα από την πίεση που άσκησαν παγκόσμιοι οργανισμοί σαν τον ΠΟΕ και την GATT η εξάπλωση ήταν ραγδαία κι έχει δημιουργηθεί ένα νέο είδος παγκόσμιου εμπορίου όπου αγοράζονται και πωλούνται ζωντανά «προϊόντα» κάθε είδους. Οι εταιρείες του κλάδου κατανόησαν ότι μπροστά τους υπάρχει ένας τεράστιος θησαυρός χωρίς ιδιοκτήτη και μπήκαν σε μια κούρσα παντενταρίσματος κάθε είδους γενετικού υλικού χωρίς να γνωρίζουν ακόμη με ποιον συγκεκριμένο τρόπο θα τους χρησιμεύσει.
ΦΥΣΙΚΑ ΕΧΕΙ αρθρωθεί έντονος αντίλογος σε αυτή την εξέλιξη από διάφορες σκοπιές: ηθική, οικολογική, φιλοσοφική, θεολογική, αλλά επίσης από οικονομική και κοινωνική, που στο παρόν μας αφορούν περισσότερο. Ένα γνωστό παράδειγμα που κατανόησε και καταδίκασε ένα μεγάλο μέρος του κόσμου και της αριστεράς ειδικότερα, είναι η καταστροφή που βίωσε ο παγκόσμιος αγροτικός πληθυσμός από τη χρήση των γενετικά τροποποιημένων και ιδιωτικοποιημένων σπόρων. Οι σπόροι αυτοί, στα χαρτιά, υπόσχονται αύξηση της παραγωγής και αντοχή σε ασθένειες· αλλά η πράξη έδειξε ότι εξαντλούν το έδαφος, επομένως χρειάζονται πολλά λιπάσματα, χρειάζονται επίσης ειδικά ζιζανιοκτόνα που τα μονοπωλούν οι εταιρείες των σπόρων, οι ίδιοι οι σπόροι είναι «στείροι» και πρέπει να αγοράζονται σε «βελτιωμένες» εκδόσεις κάθε χρόνο, χρειάζονται περισσότερα ποτίσματα, ενώ οι αποδόσεις της γης φθίνουν έντονα χρόνο με τον χρόνο. Εν ολίγοις, η «πρόοδος» σε αυτό τον τομέα, ενώ εκτόξευσε τα κέρδη και την ισχύ των εταιρειών οι οποίες αύξησαν τον έλεγχό τους στην παγκόσμια διατροφή, κατέστρεψε μεγάλους αγροτικούς πληθυσμούς ειδικά στις χώρες του Τρίτου Κόσμου.
Περιέργως, μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης, και της αριστεράς ειδικότερα, δείχνει να ελπίζει ότι με τα εμβόλια τα πράγματα θα είναι διαφορετικά και ότι αυτή τη φορά η «πρόοδος» θα είναι υπέρ της ανθρωπότητας. Όμως, αντίθετα με τη γενικευμένη εντύπωση, οι εταιρείες βιοτεχνολογίας και οι big pharma δεν κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν έναν καινούργιο ιό, τον Sars-CoV-2, στις αρχές του 2020, διότι ο ιός αυτός ήταν πατενταρισμένος δεκαετίες νωρίτερα! Η πρώτη αίτηση για πατέντα εμβολίου κατά του κορονοϊού με «ακίδα πρωτεΐνης» (S-spikeprotein) όπως και ο σημερινός κορονοϊός ήταν της Pfizer την 28/1/2000 (1). Το 2003 κατοχυρώθηκε μια σειρά από «προβληματικές» πατέντες που κάλυπταν όχι μόνο έναν κορονοϊό αλλά και το τεστ ανίχνευσής του, το RT-PCR (2). Αυτό είναι πρόβλημα διότι δίνει τον απόλυτο επιστημονικό έλεγχο σε έναν «παίκτη». 73 πατέντες που εκδόθηκαν μεταξύ 2008 και 2019 κατοχυρώνουν τα ακριβή χαρακτηριστικά που υποτίθεται ότι ήταν «καινούργια» και «μοναδικά» στον Sars-CoV-2 (3) με τις παραλλαγές των ακίδων S1, S2, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις κατοχυρώθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα και οι αντιικοί παράγοντες θεραπείας τους (4).
Οι εταιρείες βιοτεχνολογίας και οι big pharma δεν κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν έναν καινούργιο ιό, τον Sars-CoV-2, στις αρχές του 2020, διότι ο ιός αυτός ήταν πατενταρισμένος δεκαετίες νωρίτερα! Η πρώτη αίτηση για πατέντα εμβολίου κατά του κορονοϊού με «ακίδα πρωτεΐνης» (S-spikeprotein) όπως και ο σημερινός κορονοϊός ήταν της Pfizer την 28/1/2000
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναρωτηθεί κάποιος το εξής: για ποιον λόγο μπορεί μια εταιρεία να θέλει να πατεντάρει έναν ιό; Ας δεχτούμε, χάριν της συζήτησης, ότι ένας μεταλλαγμένος σπόρος είναι χρήσιμος γιατί αυξάνει την παραγωγή. Ένας ιός όμως μόνο βλαβερός μπορεί να είναι, άρα, γιατί να επενδύσει κανείς σε αυτόν; Η ανησυχητική απάντηση είναι ότι ο ιός μπορεί να αποφέρει κέρδη μόνο με αρνητικό τρόπο, αν δηλαδή ξεσπάσει μια επιδημία κι εκείνοι που ελέγχουν τις πατέντες μπορούν τώρα να προσφέρουν και τη “λύση”. Με αυτόν μόνο τον τρόπο «παίρνουν τα όνειρα εκδίκηση» και μπορούν οι εταιρείες να καταγράψουν κέρδη αξιοποιώντας τις επενδύσεις δεκαετιών.
ΠΟΙΟΣ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ την πορεία της τεχνικής προόδου; οι κοινωνικές ανάγκες όπως τις εκφράζουν οι πολίτες/ψηφοφόροι; Η ανεξάρτητη επιστήμη; Μάλλον όχι. Από τη μία πλευρά την καθορίζουν οι μεγάλες επενδύσεις – γι’ αυτό και από μιαν αριστερή οπτική οι κοινωνίες θα έπρεπε να έχουν λόγο για το πού κατευθύνονται οι μεγάλες επενδύσεις. Από την άλλη πλευρά καθορίζεται από το κατά πόσον τα εταιρικά συμφέροντα συμβαδίζουν με τις ανάγκες της διακυβέρνησης, και αυτό σήμερα συμβαίνει σε πεδία όπως η βιοτεχνολογία, η νανοτεχνολογία, η ρομποτική, η τεχνητή νοημοσύνη, τα big data, τα δίκτυα τηλεπικοινωνιών πέμπτης γενιάς και ό,τι άλλο υποστηρίζει τη δημιουργία μιας «κοινωνίας της επιτήρησης». Στο βαθμό λοιπόν που κάποιος αποδέχεται τα εμβόλια χωρίς κάποια δική του έρευνα (που έτσι κι αλλιώς είναι δύσκολη) αλλά με τη γενική πεποίθηση ότι αποτελούν μέρος της προόδου, ας αναλογιστεί αν η πρόοδος αυτή είναι προς το συμφέρον του.
Παραπομπές
1) patents.justia.com/patent/6372224
2) pubchem.ncbi.nlm.nih.gov/patent/US-7776521-B1, επίσης: pubchem.ncbi.nlm.nih.gov/patent/US-7776521-B1, επίσης: patentimages.storage.googleapis.com/6b/c3/21/a62eb55a0e678c/US7220852.pdf
3) Ενδεικτικά: patents.justia.com/patent/9193780
4) pubchem.ncbi.nlm.nih.gov/patent/US-7151163-B2