Επιχειρείται η αναμόρφωση κράτους και πολιτικής. Του Γιάννη Τσούτσια.
Η περίοδος ΔΝΤ αξιοποιείται σήμερα απροκάλυπτα από την κυβέρνηση για να προωθηθούν σχεδιασμοί, που υπό άλλες συνθήκες θα συναντούσαν σοβαρές αντιδράσεις. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι ο «Καλλικράτης», ένα κομβικό νομοσχέδιο που ψηφίστηκε άρον-άρον και χωρίς καμία «διαβούλευση», αφήνοντας εκτός συζήτησης πολλές από τις πτυχές του. Βοήθησαν, βέβαια, σ’ αυτό οι διάφοροι προπαγανδιστές του, που επικεντρώθηκαν στην εξοικονόμηση πόρων από τη μείωση του αριθμού των αιρετών και άλλοι, που απλόχερα προσέφεραν την υποστήριξή τους. (βλ. άρθρο του Β. Νέτα, 11 Μαΐου, στην Ελευθεροτυπία, όπου ζητά από τον Ραγκούση «να μην υποκύψει στο μικροκομματισμό που θέλει να νοθεύσει και να αχρηστεύσει τον «Καλλικράτη» σήμερα, και αύριο το νέο εκλογικό νόμο»). Για να μείνει, πάντως, στα ρηχά η συζήτηση συνέβαλαν και πολλοί δήμαρχοι αλλά και η ΚΕΔΚΕ, που αντιδικούσε για το χωροταξικό ή τα οικονομικά, την ώρα που αναιρούνταν η ίδια η αυτοδιοίκηση.
Η Aριστερά αντέδρασε αποσπασματικά απέναντι σε όλα αυτά. Εγκλωβισμένη ανάμεσα στην καταγγελία και το διεκδικητισμό (που δεν ευνοούν μια συνολική οπτική), δεν μπόρεσε να αντιτάξει μια συνεκτική και αξιόπιστη κριτική. Εξάλλου, πολλά από όσα ζητούσε η ίδια στα προγράμματά της (μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και πόρων στην αυτοδιοίκηση) τα δρομολογεί τώρα το νομοσχέδιο. Παρ’ όλα αυτά, οι επιμέρους επισημάνσεις της ήταν εποικοδομητικές και αποκαλυπτικές (για την κατάργηση της λαϊκής συμμετοχής, την αποδόμηση των δημοτικών υπηρεσιών, την εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα, την επικείμενη απόλυση εργαζομένων κ.λπ.). Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, η μάχη του Κορτζίδη στο Ελληνικό σχηματοποιεί και συμβολίζει όλες τις αντιστάσεις απέναντι στον «Καλλικράτη». Και για όσα ειπώθηκαν και για όσα –περισσότερα– δεν έχουν ειπωθεί…
Το κεντρικό νήμα
Η έκταση της μεταρρύθμισης είναι πολύ μεγάλη. Αλλάζουν οι διαδρομές των αποφάσεων σε κάθε επίπεδο διοίκησης, σε κάθε βαθμίδα προσωπικού. Το βάθος και η σημασία αυτών των αλλαγών μέλλει να αποτιμηθεί. Όμως, η «νέα αρχιτεκτονική» για τρεις τουλάχιστον λόγους έρχεται να εφαρμοστεί σε φάση ευνοϊκή για αλλαγές στο κράτος: Πρώτον, ο εξαναγκασμός της Ε.Ε. να εφαρμοστεί η πολιτική της είναι δεδομένος και ισχυρός. (Τη διασύνδεση αυτοδιοίκησης και ευρωπαϊκής πολιτικής συμβολίζει και η απόφαση της ταυτόχρονης διεξαγωγής δημοτικών εκλογών και ευρωεκλογών). Δεύτερον, επιτακτική καταγράφεται η απαίτηση για αναδιοργάνωση του κράτους στo πλαίσιo μιας θολής, αλλά υπαρκτής κοινωνικής συναίνεσης γύρω από αυτό το ζήτημα. Και τρίτον, η ανάγκη τροποποίησης του πολιτικού συστήματος, όπως αυτή είχε σχεδιαστεί (για τους δικούς του λόγους) από τον Παπανδρέου, γίνεται τώρα επείγουσα εν μέσω κρίσης.
Σ’ αυτό το σκηνικό, ο «Καλλικράτης» έρχεται να τοποθετήσει την αυτοδιοίκηση στους σχεδιασμούς της πολιτικής εξουσίας. Κράτος και αυτοδιοίκηση γίνονται ένα, στo πλαίσιo μιας πιο αποκεντρωμένης κρατικής δομής. Συγκλίνουν αποφασιστικά, για να υπηρετήσουν τις αλλαγές στο πολιτικό σύστημα, ώστε αυτό να γίνει πιο ανθεκτικό, πιο προβλέψιμο και χειραγωγήσιμο.
Περιφέρειες
Η μεγάλη παρέμβαση του νομοσχεδίου αφορά στη μετατροπή του ενιαίου εθνικού χώρου σε ένα άθροισμα περιφερειών. Η δεσπόζουσα πολιτική της Ε.Ε. υλοποιείται: Διαμελισμός και αποδυνάμωση των κεντρικών κρατών, παράκαμψή τους μέσω της διαμόρφωσης απευθείας σχέσεων με τις περιφέρειες και έλεγχος των οικονομικών ροών. Οι περιφέρειες και οι δήμοι γίνονται ο δίαυλος, που θα φέρει το ευρωπαϊκό υπερκράτος σε κάθε γειτονιά. Ο περιφερειάρχης γίνεται μικρός πρωθυπουργός και η χώρα –κατά την πολυδιαφημιζόμενη συμβατική λογική– χωρίζεται σε «αυτοδιοίκητα» καντόνια, ωστόσο εξαρτημένα και εύκολα χειραγωγήσιμα.
Τοπικισμοί, αποσχιστικές τάσεις και ιδιορρυθμίες, τοποθετούνται σε προτεραιότητα στην ημερήσια διάταξη, συνθέτοντας ένα μίγμα εκρηκτικό. Το νόημα της δημοκρατίας ως διαδικασίας χειραφέτησης διαστρέφεται, και εκπίπτει στο πεδίο διαχείρισης του τοπικισμού. Παράλληλα και αντίθετα με ό,τι εικάζεται, οι περιφερειακές ανισότητες συνεχώς διευρύνονται. Οι αναπτυγμένες περιφέρειες εξακολουθούν να διαθέτουν προνομιακή προσπέλαση στις πηγές πλουτισμού. Κράτη ολόκληρα λίγο έλειψε να τιναχτούν στον αέρα, όταν ο ανταγωνισμός για πόρους μεταφέρθηκε στο εσωτερικό τους. Όσο για την Ελλάδα, εδώ συντρέχουν και ειδικότεροι παράγοντες αποσταθεροποίησης στις συνοριακές περιοχές και το Αιγαίο.
Ένταση κομματοποίησης στην αυτοδιοίκηση
Ένα διοικητικό σύστημα με μεγάλους δήμους, σαν νομαρχίες, αναιρεί κάθε έννοια τοπικού. Οι δημοτικές εκλογές χάνουν το νόημά τους και η ψήφος διαστρέφεται σε κομματική κατεύθυνση, ανακόπτοντας κάθε δυνατότητα κοινωνικής αυτονόμησης ή έκφρασης κάποιων επιμέρους μηνυμάτων. Το κράτος του «Καλλικράτη» γίνεται ένα κράτος κομματικών αντιπροσώπων. Προϋποθέτει απαραίτητα τη διάλυση όλων των τοπικών μικροσυμφερόντων και την επανασύστασή τους μέσω κεντρικής διευθέτησης, δηλαδή απευθείας από το πρωθυπουργικό περιβάλλον.
Οι δήμαρχοι θα εμφυτεύονται, ως εκ των προτέρων αναγνωρίσιμοι, και ο ρόλος τους θα πιστοποιείται από την πρόσβασή τους στον κύκλο εξουσίας. Χώρος για ανεξέλεγκτες υποψηφιότητες και ανοχή σε φαινόμενα ανταρσίας δεν θα υπάρχει. Τα στελέχη της αυτοδιοίκησης γίνονται οι άνθρωποι του κόμματος. (Αν βεβαίως η πορεία των πραγμάτων επιβεβαιώσει τους σχεδιασμούς και δεν τα σαρώσει όλα η εξελισσόμενη πολιτική κρίση).
Δήμαρχοι και βουλευτές
Ο επερχόμενος εκλογικός νόμος θα προβλέπει λίστα και μονοεδρικότητα, δηλαδή πλήρη υποταγή στον αρχηγό. Η ιδιότητα του βουλευτή υποβαθμίζεται υπέρ του δημάρχου, ακολουθώντας την υποβάθμιση των κεντρικών θεσμών αντιπροσώπευσης και λαϊκής κυριαρχίας. (Άλλο βουλευτής Β’ Αθήνας, άλλο βουλευτής Χαλανδρίου). Δήμαρχος και βουλευτής θα εκλέγονται στην ίδια εκλογική περιφέρεια, θα αλληλοεξαρτώνται σε υποχρεώσεις και ανταγωνισμούς, θα εναλλάσσουν ρόλους. Έτσι, οι δήμαρχοι θα αποκτήσουν κι αυτοί πρόσβαση στην κορυφή της πυραμίδας, ενώ η αυτοδιοίκηση θα διαχυθεί στις προτεραιότητες του πολιτικού συστήματος. Το μεταπολιτευτικό μοντέλο, όπου τα συμφέροντα εδραιώνονται και επιβάλλονται μέσα από τη σχέση τους με το κράτος, θα περιλάβει πλέον και τους αυτοδιοικητικούς.
Το σύστημα τοπικής διακυβέρνησης
Την κυριαρχία των κομμάτων εξουσίας ενισχύουν οι εκλογικές διατάξεις του «Καλλικράτη». Για να συγκροτηθεί συνδυασμός σε κάποιους δήμους, θα πρέπει να διαθέτει εκατοντάδες υποψηφίων για να καλύψουν τις εκλόγιμες θέσεις, τόσο για το νέο δήμο όσο και για τα τοπικά συμβούλια κάθε πρώην δήμου ή κοινότητας, που έχει συνενωθεί! Διαμορφώνονται, έτσι, τα αναχώματα απέναντι σε κάθε είδους ανεξέλεγκτες παρουσίες, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και για τη μεγάλη Αριστερά. Όσο για τις αυθεντικές πρωτοβουλίες βάσης, αυτές επιχειρείται να αποκλειστούν από την εκπροσώπηση, σε μια προσπάθεια να εξαλειφθούν και από την τοπική κοινωνία.
Αν, παρά ταύτα, κάποιος μη-διαπιστευμένος περάσει την πόρτα του δημοτικού συμβουλίου, θα προσκρούσει στο σύστημα του «πρωινού καφέ», όπου δήμαρχος και αντιδήμαρχοι διαχειρίζονται μόνοι τους τις υποθέσεις του δήμου και μετατρέπουν σε διακοσμητικό το δημοτικό συμβούλιο. Δημιουργείται εκτελεστική επιτροπή, που ασκεί τις κύριες αρμοδιότητες και επαφίεται στη θέληση της πλειοψηφίας, αν θα μεταβιβάσει και τα υπόλοιπα στις λεγόμενες «θεματικές επιτροπές». Σ’ αυτό το σχήμα, ο δήμαρχος και τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα του Δήμου αυτονομούνται από την παράταξή τους και από τους άλλους αιρετούς και όλοι μαζί από το λαό. Κανένας ρόλος για τους δημότες, ούτε συνελεύσεις, ούτε διαδικασίες κριτικής, ούτε έδαφος για πρωτοβουλίες, ούτε γειτονιά.
Δεν επαρκούν όμως αυτά… «Ιδρύεται στην έδρα κάθε δήμου Αυτοτελής Υπηρεσία Εποπτείας, υπαγόμενη στον Υπουργό Εσωτερικών, αρμόδια για τον έλεγχο νομιμότητας των πράξεων των ΟΤΑ και για τον πειθαρχικό έλεγχο των αιρετών. Ο Ελεγκτής Νομιμότητας μπορεί αυτεπαγγέλτως να ακυρώσει οποιαδήποτε απόφαση των συλλογικών οργάνων. Όλα τα όργανα έχουν υποχρέωση συμμόρφωσης χωρίς καθυστέρηση προς τις αποφάσεις του»! Με το πρόσχημα, δηλαδή, της αντιμετώπισης της διαφθοράς (που, άλλωστε, δεν επιδιώκεται να αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο του πολιτικού συστήματος, γι’ αυτό η διαχείρισή της μετατοπίζεται στα υψηλότερα κλιμάκια), θεσπίζεται εξωτερικός παντεπόπτης εξοπλισμένος με αρμοδιότητες ελέγχου και κολασμού, οριστικοποιώντας την παράδοση της αυτοδιοίκησης στους εξωθεσμικούς παράγοντες.
Η ελληνική διοίκηση
Γιατί απέτυχαν οι Νομαρχίες που, ενώ συστάθηκαν με τα ίδια επιχειρήματα, τώρα απαλείφονται από το χάρτη της χώρας; Γιατί η ενιαία ελληνική γραφειοκρατική δομή θα αναιρεθεί, αν κατασκευάσουμε 13 μικρές «Ελλάδες» σαν τη σημερινή; Αντί να τεθεί «επί τάπητος» η έλλειψη αποτελεσματικότητας της κεντρικής διοίκησης, μεταγράφεται αυτούσιο στις περιφέρειες. Το κράτος, που αδυνατεί να υλοποιήσει οποιοδήποτε σχεδιασμό, που θα περιλάμβανε εκτός από «κάθετες» και «οριζόντιες» διασυνδέσεις, μεταφέρει τώρα τις προβληματικές δομές του στην ολότελα αποτυχημένη σε τέτοιους ρόλους, αυτοδιοίκηση.
Καταργεί, βεβαίως, ταυτόχρονα δήμους και κοινότητες, υλοποιώντας τη μεγάλη νεοφιλελεύθερη στρατηγική, που περιλαμβάνει την κοινωνική αποδιάρθρωση κρίσιμων τομέων, τη θραυσματοποίηση της κοινωνίας και τη μετατροπή των πολιτών σε υπηκόους στερημένους από κάθε δυνατότητα συλλογικής οργάνωσης. Έτσι, το αίτημα για αυτοδιοίκηση, δημοκρατία, συμμετοχή –ενταγμένο σε μια λαϊκή προοπτική– παραμένει επίκαιρο, ζωντανό και πρωτεύον. Αυτό συνδέει την αυτοδιοίκηση ως μακροχρόνιο θεσμό της νεοελληνικής ιστορικής παράδοσης και ως έκφραση της ελληνικής ιδιοσυστασίας (στο επίκεντρο κάθε φορά των φάσεων της κοινωνικής οργάνωσης και αναδιοργάνωσης), με το σημερινό τοπικό κίνημα, αυτό που έχει μεγάλα αποθέματα αυθεντικότητας και ριζοσπαστισμού για να επιστρατεύσει.
* Ο Γιάννης Τσούτσιας είναι δημοτικός σύμβουλος στα Βριλήσσια με τη «Δράση για μια Άλλη πόλη».