Ο Δρόμος έχει ήδη επισημάνει ότι το Βερολίνο «δεν καταλαβαίνει από πανδημία, και μάλιστα την εκλαμβάνει ως ευκαιρία ανάκτησης της κυριαρχίας του επί των λοιπών “εταίρων”». Τα κυνικά παζάρια που δίνουν και παίρνουν στους διαδρόμους της ευρωκρατίας αυτές τις εβδομάδες επιβεβαιώνουν αυτή την υπόθεση. Οι αποφάσεις που έχουν ληφθεί και αυτές που μαγειρεύονται [βλ. σχετικά και το άρθρο του Κ. Μελά] σύντομα θα ξαναθυμίσουν στους λαούς της Γηραιάς Ηπείρου το «άρωμα Σόιμπλε». Διότι είναι σαφές ότι η Γερμανία έχει ξαναπάρει την μπαγκέτα του μαέστρου και, παρά τη γενικευμένη απονομιμοποίησή της, επιχειρεί να είναι πάλι αυτή που θα διευθύνει την ορχήστρα της Ε.Ε. – όσο κι αν τα όργανα έχουν ξεχαρβαλωθεί και οι παραφωνίες έχουν πολλαπλασιαστεί.

Σύμμαχος του Βερολίνου σε αυτήν την απόπειρα ηγεμονικής επιστροφής του είναι ακριβώς το γεγονός ότι τα υπόλοιπα υπολογίσιμα κράτη μέλη της Ε.Ε. αντιμετωπίζουν προβλήματα μεγαλύτερα από την πολιτική αστάθεια της Γερμανίας – εξάλλου η γερμανική ελίτ και το πολιτικό προσωπικό της ελπίζει ακριβώς ότι θα ξανακερδίσει κάποιο κύρος στο εσωτερικό της χώρας αν καταφέρει να ξαναβρεθεί καβάλα στην Ευρώπη. Ήδη τα μεγάλα κράτη του ευρωπαϊκού Νότου, η Ισπανία και η Ιταλία, έχουν βγει εκτός κούρσας, καθώς εξακολουθούν να μετράνε εκατόμβες από την πανδημία, σε ανθρώπινους και οικονομικούς όρους, ενώ οι κυβερνήσεις τους κάθε άλλο παρά έχουν σταθεροποιηθεί. Ακόμη περισσότερο, η λεγόμενη αναβίωση του γαλλογερμανικού άξονα (που υπαγορεύει στην Κομισιόν τι είδους μέτρα να πάρει για να αντιμετωπιστεί η βαθιά κρίση, η οποία επιτάθηκε λόγω πανδημίας) αφορά μάλλον μετάλλαξη σε… γερμανογαλλικό άξονα.

Ο Μακρόν μπορεί να γλίτωσε προσωρινά, χάρη στο σοκ του κορωνοϊού, από το τσουνάμι των Κίτρινων Γιλέκων και των μαζικών απεργιακών κινητοποιήσεων, αλλά όλοι –και πρώτοι οι άρχοντες του Βερολίνου– καταλαβαίνουν ότι η επιρροή του έχει μειωθεί δραματικά. Χαρακτηριστικό δείγμα είναι ότι οι συνεχείς διαρροές βουλευτών του, που διαφοροποιούνται από το αντικοινωνικό του πρόγραμμα μη θέλοντας να χάσουν την επαφή με τους θυμωμένους ψηφοφόρους τους, έγιναν τόσες που πλέον έχασε την απόλυτη πλειοψηφία που ελέω εκλογικού νόμου είχε στη γαλλική βουλή. Έτσι η κυβέρνησή του εξαρτάται πια από τη στήριξη των βουλευτών του «κεντρώου» Μπαϊρού. Οπότε το γαλλογερμανικό (ή καλύτερα να μονιμοποιήσουμε τη χρήση του όρου «γερμανογαλλικό»;) σχέδιο για ένα Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε. είναι περισσότερο συμβατό με τον βερολινέζικο ορντοφιλελευθερισμό παρά με τα ήδη φυλλοροούντα παριζιάνικα όνειρα για «αυξημένο και αυτόνομο γαλλικό ρόλο στο ευρωπαϊκό και διεθνές γίγνεσθαι».

Γ.Α.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!