Tης Rose Elizabeth Smith
Υπάρχουν ενενήντα και εννιά που δουλεύουν και πεθαίνουν,
Από πείνα, έλλειψη και παγωνιά,
Ενώ ένας ίσως ζει στην πολυτέλεια,
Τυλιγμένος σε μεταξένια φωλιά∙
Και ενενήντα και εννιά βρίσκεις σε τρώγλες γυμνούς,
Και έναν σε παλάτια με σπάνιους θησαυρούς.
Από πείνα, έλλειψη και παγωνιά,
Ενώ ένας ίσως ζει στην πολυτέλεια,
Τυλιγμένος σε μεταξένια φωλιά∙
Και ενενήντα και εννιά βρίσκεις σε τρώγλες γυμνούς,
Και έναν σε παλάτια με σπάνιους θησαυρούς.
Από τον ιδρώτα του προσώπου τους ανθίζει η έρημος και μπροστά τους παραδίνονται τα δάση∙
Ο κόπος τους έχτισε ταπεινά σπιτικά,
Και ψηλά μέγαρα στο άστυ∙
Και στον ένα ανήκουν πόλεις και γαίες και σπίτια,
Και οι εννενήντα και εννιά έχουν άδεια χέρια.
Αλλά η νύχτα τόσο μουντή και μεγάλη και σκοτεινή
Επιτέλους θα φέρει το πρωί∙
Και πάνω από τη γή το τραγούδι του νικητή
Από τους ενενήντα και εννιά θα ακουστεί,
Και θα αντηχήσει από μακριά, όλος ο τόπος:
«Χαρείτε, θα πάρει το αίμα του πίσω ο μόχθος.»
Σχόλια