Οι συγγενείς των θυμάτων του εγκλήματος των Τεμπών ζητούν δικαιοσύνη και τιμωρία των ενόχων όσο ψηλά και αν αυτοί βρίσκονται, ενώ κάνουν λόγο και για την ανάγκη κατάργησης της βουλευτικής ασυλίας όταν υπάρχουν ποινικά αδικήματα. Ωστόσο αυτά τα αιτήματα μοιάζει να θεωρούνται από ορισμένους λίγα, μικρά ή και εύκολα χειραγωγήσιμα. Επομένως, αυτό που αντιπροτείνεται είναι η υπερπολιτικοποίηση του ζητήματος μέσα από αναφορές στον καπιταλισμό που γενικώς παράγει διαφθορά και στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές στις οποίες οφείλεται η ιδιωτικοποίηση των τρένων.

Ωστόσο, παρότι αυτή η στοχοθεσία ίσως σε ορισμένους να μοιάζει πιο ριζοσπαστική και πιο «πολιτική», στην πραγματικότητα έχει λιγότερες αιχμές. Αυτό διότι τα αιτήματα του κινήματος των Τεμπών βρίσκονται σε πλήρη ρήξη με ολόκληρο το πολιτικό σύστημα, το οποίο μπαίνει στο στόχαστρο για τη συγκάλυψη του εγκλήματος και την παράλυση της δικαιοσύνης και της δημοκρατίας στη χώρα. Η ανάγκη για κάθαρση και τιμωρία των ενόχων σήμερα δεν προκύπτει ως ένα αίτημα ανοιχτό σε μια κυβερνητική εναλλαγή που θα ξεμπερδέψει κάνοντας κάποιες θυσίες πολιτικών προσώπων αλλά, αντίθετα, είναι ευρέως αντιληπτό ότι δεν μπορεί να υπάρξει αλλαγή χωρίς να σαρωθεί και να λογοδοτήσει αυτό το πολιτικό σύστημα. Επιπλέον τόσο η γενικόλογη ιδεολογικοποίηση των αιτημάτων όσο και η σκέψη ότι το κίνημα των Τεμπών είναι ο χώρος όπου θα λυθούν όλα τα ζητήματα, αντί να πολιτικοποιεί, στενεύει την απεύθυνση αυτού του αγώνα και παράγει τεχνητές οριοθετήσεις που είναι επιβλαβείς. Την ίδια στιγμή οι εξελίξεις που ενδεχομένως θα παρήγαγε και η συνείδηση που θα κατοχύρωνε η τιμωρία των ενόχων, δηλαδή η δίκη και πιθανά η καταδίκη κορυφαίων πολιτικών προσώπων, θα μπορούσαν να είναι μια σημαντική επένδυση για το μέλλον.

Ένας άλλος πολιτικός κίνδυνος τον οποίο αντιμετωπίζει το κίνημα των Τεμπών είναι αυτός της υπερπροβολής του ζητήματος. Από την 28η Φλεβάρη κι έπειτα, και ενώ τα συστημικά ΜΜΕ για δύο χρόνια αποσιωπούσαν συστηματικά όλες τις ειδήσεις σχετικά με τα Τέμπη, πλέον το ζήτημα του συστημικού εγκλήματος «παίζει» με κάθε πιθανό τρόπο. Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο· η υπερπροβολή ζητημάτων μέχρι το σημείο που παράγεται απευαισθητοποίηση για αυτά, μέχρι δηλαδή να συνηθίσουμε ή να «πήξουμε» στις θεωρίες και την περιπτωσιολογία, είναι κάτι που έχει δοκιμαστεί σε διάφορες στιγμές. Από εκεί λοιπόν που επικρατούσε σιωπή, τώρα κάθε κανάλι έχει και τον πραγματογνώμονά του, όλοι ψάχνουν το δήθεν χαμένο κόκπιτ (όρος για αεροπλάνα) της δεύτερης μηχανής και κάνουν εικασίες για λαθρεμπόριο σχετικό με τη νοθεία ποτών. Βέβαια ακόμη και τώρα, αυτά που προβάλλονται δεν είναι οι ουσιαστικές εξελίξεις, ούτε χώρο και βήμα έχουν όλοι οι πραγματογνώμονες ή οι γονείς και οι συγγενείς, ειδικά αν όσα υποστηρίζουν δεν συνάδουν με το αφήγημα που θέλουν να λανσάρουν τα συστημικά ΜΜΕ.

Αντίθετα, αυτό που στήνεται είναι ένα μεγάλο πλυντήριο όπου καθημερινά κάνουν παρέλαση πολιτικοί και δημοσιολόγοι που μέχρι χθες είτε δεν ασχολούνταν είτε χλεύαζαν τους συγγενείς και μιλούσαν για θεωρίες συνωμοσίας. Σήμερα όμως, που είναι αδύνατο το πολιτικό σύστημα να αγνοήσει τα Τέμπη, επιχειρείται μια υποχώρηση με σκοπό το μινιμάρισμα της ζημιάς που έχει ήδη προκληθεί στην αξιοπιστία του επίσημου πολιτικού κόσμου και το κόντεμα, όσο αυτό είναι δυνατόν, της κοινωνικής αντιπολίτευσης που έχει προκύψει.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!