Παρατηρώντας τα δημιουργήματα του «μεγαλύτερου αμερικανού αρχιτέκτονα όλων των εποχών», όπως αποφάνθηκε η Αμερικανική Αρχιτεκτονική Ένωση, τις φωτογραφίες, τις μακέτες, τα χειροποίητα σχέδια-έργα τέχνης και τις τρισδιάστατες αναπαραστάσεις κτηρίων που έχτισε ή επρόκειτο να χτίσει, αντιλαμβάνεται κανείς την έμπνευση του δημιουργού και τη σχέση των κτηρίων με τον περιβάλλοντα χώρο που αποτελεί μέρος του χαρακτήρα τους και συστατικό της φιλοσοφίας του αρχιτέκτονα.
Από τα χίλια περίπου έργα που σχεδίασε ο Frank Lloyd Wright, μόνο τα μισά απέκτησαν σάρκα και οστά. Κι απ’ αυτά, σώζονται λίγο περισσότερα από 300, διάσπαρτα σε όλη τη χώρα. Τα υπόλοιπα κατεδαφίστηκαν προτού το όνομά του γίνει παγκόσμιο «μπραντ» υψηλής αρχιτεκτονικής. Εξάλλου, τα σπίτια του Ράιτ, ακόμα και τα πιο ακριβά, είναι πολύ μικρά για τα γούστα των σημερινών πολυεκατομμυριούχων που θέλουν κατοικίες εκατοντάδων ή χιλιάδων τετραγωνικών.
Πάντως, τα τελευταία χρόνια, χάρη στην παγκόσμια αναγνώρισή του και τη δράση μη κερδοσκοπικών φορέων που ασχολούνται με τη διάσωση των έργων του, οι κατεδαφίσεις κτηρίων με την υπογραφή του έχουν σχεδόν σταματήσει.
Το Μουσείο Γκούγκενχαϊμ στη Νέα Υόρκη είναι το πιο γνωστό διεθνώς έργο του Ράιτ και από τα πιο επισκέψιμα στον κόσμο. Το κτήριο, που εξωτερικά θυμίζει μια λευκή κορδέλα σπιράλ, ολοκληρώθηκε 14 χρόνια από την ανάθεσή του και εγκαινιάστηκε το 1959, έξι μήνες μετά τον θάνατο του Ράιτ. Αρχικά προκάλεσε αντιδράσεις γιατί διατάρασσε τη σχετική ομοιομορφία της 5ης Λεωφόρου και στη συνέχεια γιατί ορισμένοι καλλιτέχνες διαμαρτυρήθηκαν για τον ανορθόδοξο τρόπο έκθεσης των έργων τους στις ασυνήθιστες εσωτερικές επιφάνειες. Και, βεβαίως, η μεγαλύτερη ένσταση ήταν ότι το ίδιο το κτίριο με την αισθητική του πρωτοτυπία έκλεβε την παράσταση από τα εκθέματά του, γεγονός που μέσα στα χρόνια επιβεβαιώθηκε, αλλά αποτέλεσε και το μεγαλύτερο ατού του μουσείου για την προσέλκυση επισκεπτών.
Οι μετρήσεις δείχνουν ότι η πλειοψηφία του ενός εκατομμυρίου επισκεπτών του μουσείου, ετησίως, ενδιαφέρονται πρωτίστως για το κτήριο και δευτερευόντως για τα πολύτιμα εκθέματά του που περιλαμβάνουν σπουδαία έργα του Σαγκάλ, του Καντίνσκι, του Πικάσο και όλων των σημαντικών δημιουργών του ιμπρεσιονισμού, του μοντερνισμού και της σύγχρονης τέχνης.
Σε αρμονία με τη φύση
Το ίδιο το κτήριο αποτελεί μια «εκτροπή» από το κυρίως σώμα των έργων του Ράιτ, ο οποίος είναι περισσότερο γνωστός για τα μικρά και μεσαίου μεγέθους κτίρια, τα οποία κατά προτίμηση έχτιζε στα προάστια των πόλεων, δίπλα σε ποτάμια, πάνω σε λόφους, μέσα σε δάση και έξω στα χωράφια.
Σε πολύ νεαρή ηλικία, από την αρχή του 20ού αιώνα, σχεδίαζε τα «Σπίτια των λιβαδιών» με τις χαμηλές οριζόντιες γραμμές σε αρμονία με τους κάμπους και στα οποία η ελευθερία του εσωτερικού χώρου είχε μεγαλύτερη σημασία από το εξωτερικό περίβλημα. Στη δύσκολη δεκαετία του ’30, αναζητώντας ποιοτικές και οικονομικές λύσεις για τη στέγαση της εργατικής τάξης και των μικρομεσαίων, ο Ράιτ εφάρμοσε ένα από τα πιο εμπνευσμένα σχέδιά του, τα σπίτια Usonian.
Το πρώτο υποδειγματικό σπίτι του δημοσιογράφου Χέρμπερτ Τζάκομπς, στο Μάντισον, κόστισε μόλις πέντε χιλιάδες δολάρια και ήταν ένα από τα εκατοντάδες ανόμοια σπίτια της ίδιας φιλοσοφίας. Αρμονική με το αμερικανικό τοπίο εξωτερική μορφή, ηλιακή θέρμανση, φυσικός εξαερισμός και φωτισμός, και ένας κήπος με λουλούδια και λαχανικά προστατευμένος από το σχήμα γάμα του σπιτιού.
Στις βραχώδεις περιοχές χρησιμοποιούσε τοπική πέτρα, στα δάση ξύλο και στις πόλεις τσιμέντο, τούβλα και μέταλλα. Ήθελε τα κτίσματα να είναι τόσο απλά που να μπορεί να τα χτίζει κανείς μόνος του. Προτιμούσε να σχεδιάζει και τον εξοπλισμό του σπιτιού: έπιπλα, χαλιά, πόρτες, φωτιστικά κ.λπ. Του άρεσε να σχεδιάζει ακόμα και τα ρούχα του. Αντιπαθούσε τα κλιματιστικά, τους εργολάβους, τους ακαδημαϊκούς και τα υπόγεια. Θαύμαζε την ιαπωνική τέχνη και την αρχιτεκτονική των Μάγια και πίστευε στην «οργανική αρχιτεκτονική» (όπως ο Γκαουντί, ο Ζέβι κ.ά.), η οποία ορίζεται από το περιβάλλον, τα υλικά, τον χαρακτήρα και τις συγκεκριμένες ανάγκες του χρήστη.
Το κτήριο είναι ένας ενιαίος οργανισμός όπου όλα είναι αλληλένδετα, όπως στη φύση. Το πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα του, το σπίτι του «Καταρράκτη» σε δασώδη περιοχή της Πενσιλβανίας, αποτελεί «αποθέωση του οριζοντίου» και το 2000 ανακηρύχθηκε σημαντικότερο κτίριο του 20ού αιώνα (Μόνο οι πιστοί του φενγκ σούι δεν συμφώνησαν, γιατί το νερό περνάει κάτω από το οίκημα!).
Διότι δεν συνεμορφώθη
Όμως, παρ’ όλο που συνεχώς σχεδίαζε και έχτιζε σπίτια, σχολεία, βιβλιοθήκες, εργασιακούς χώρους, εκκλησίες (και την ελληνική του Ευαγγελισμού στο Μιλγουόκι) κ.λπ., ο Ράιτ είχε σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Τρεις γάμοι, επτά παιδιά, μία υιοθετημένη κόρη, δύο διαζύγια, μεγάλες υλικές καταστροφές, το αρχιτεκτονικό φυτώριο στο Ταλιέσιν και μία προσωπική ζωή με ανέσεις, εξαντλούσαν τις αμοιβές του. Όμως, το βασικό του πρόβλημα ήταν ο διαρκής αποκλεισμός του από τα δημόσια έργα και τις κρατικές αναθέσεις λόγω των πολιτικών και κοινωνικών επιλογών του.
Προσωπικά ο Χούβερ, ο διαβόητος αρχηγός του FBI, είχε τον Ράιτ στη μαύρη λίστα και εμπόδιζε την ανάθεση σ’ αυτόν οποιουδήποτε έργου. Γι’ αυτό πολλά από τα πιο μεγαλόπνοα πολεοδομικά σχέδια του αρχιτέκτονα έμειναν στα χαρτιά.
Ο Ράιτ δεν τελείωσε το λύκειο ούτε το πανεπιστήμιο, αλλά έμαθε δίπλα στον Κονόβερ και τον Σάλιβαν. Από τα νεανικά του χρόνια πήγε κόντρα στην προτεσταντική ηθική δημιουργώντας ισχυρούς εξωσυζυγικούς δεσμούς με γυναίκες όπως η φεμινίστρια Μάμα Τσένι, ήρθε σε επαφή με τον αναρχικό Κροπότκιν στην κομμούνα του Σικάγου, όπου έκανε συχνά διαλέξεις, αντιστάθηκε ενεργά στη συμμετοχή των ΗΠΑ στον παγκόσμιο πόλεμο, κατάγγειλε την κακομεταχείριση των Αμερικανών ιαπωνικής καταγωγής κατά τη διάρκεια και μετά τη λήξη των εχθροπραξιών, αντιστάθηκε στις πολιτικές αποκλεισμού των μαύρων και των Εβραίων από την επιχορηγούμενη από τις τράπεζες στέγαση, θεωρούσε την αγγλική αρχιτεκτονική απαύγασμα του βρετανικού ιμπεριαλισμού κ.λπ. Δεν ήταν και λίγα αυτά για το FBI…
Σπίτια για όλους
«Τα σχέδια του Ράιτ να επαναστατικοποιήσει τον αμερικάνικο χώρο κατοικίας ήρθαν σε αντίθεση με τις απόψεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης» γράφει ο Τζέφρι Στ. Κλερ. «Σκεφθείτε μόνο αυτό: σε εβδομήντα χρόνια καριέρας δεν πήρε ούτε ένα συμβόλαιο για να χτίσει ένα ομοσπονδιακό κτίριο. Το θέμα ήταν καθαρά πολιτικό. Ήταν ειρηνιστής και η ανοιχτή αντίθεσή του στον πόλεμο, του στέρησε τις κρατικές επενδύσεις, που αποτελούσαν, ειδικά την εποχή της οικονομικής κρίσης της δεκαετίας του ’30 και του πολέμου, τη σανίδα σωτηρίας των αρχιτεκτόνων…
»Η Ομοσπονδιακή Στεγαστική Υπηρεσία απέρριπτε συστηματικά τις προτάσεις του με αβάσιμες αιτιολογίες και η Υπηρεσία Δανείων δεν ενέκρινε τα δάνεια για την αγορά κτιρίων του. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ράιτ έκανε το 50% των έργων του μετά τα 70 χρόνια του. Από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ώς το τέλος της ζωής του ήταν υπό παρακολούθηση και υφίστατο κάθε είδους οχλήσεις και εμπόδια από την κυβέρνηση… Οι άνθρωποι του Χούβερ κατέγραφαν όλες τις επαφές του με τους συνδικαλιστές, τους σοσιαλιστές και τις κυβερνήσεις του Τρίτου Κόσμου, ακόμα και τις σεξουαλικές του σχέσεις».
Η πανίσχυρη Υπηρεσία Εσωτερικών Εσόδων (IRS) τον οδήγησε στη χρεοκοπία με αναδρομικούς φόρους και μεγάλα πρόστιμα, ενώ η τράπεζα πούλησε τις κατασχεθείσες συλλογές του σε εξευτελιστικές τιμές. Ακόμα και μετά τον θάνατό του προσπάθησαν να κλείσουν το Ίδρυμα Ράιτ και τον όμιλο των σπουδαστών του στο Ταλιέσιν που, εκτός από την αρχιτεκτονική, ασχολούνταν με τη γεωργία, την κηπουρική, τη μαγειρική, τη μουσική, τις τέχνες και τον χορό. Προσπάθησαν να απελάσουν ακόμα και τη σύζυγό του Ολγα, πρώην χορεύτρια στα μπαλέτα του Πέτρογκραντ. Ευτυχώς, τους συμπαραστάθηκαν οι έντιμοι ΛαΦολέτ, ιδρυτές του Προοδευτικού Κόμματος, ειρηνιστές και αγωνιστές κατά της ασυδοσίας των μεγάλων εταιριών.
Ελευθερία και κοινοκτημοσύνη
Ο Ράιτ έγραψε είκοσι βιβλία και προωθούσε την ιδέα ενός παναμερικανικού σχεδίου αποκεντρωμένης, καλαίσθητης, προσιτής, χρηστικής και φιλικής προς το περιβάλλον στέγασης για όλους· με τη συνύπαρξη χωραφιού, σπιτιού και εργοστασίου. Πίστευε ότι κάθε αμερικανική οικογένεια δικαιούται τέσσερα στρέμματα γης και ένα αυτοκίνητο. Κάθε πόλη πρέπει να είναι αυτάρκης και ο βαθμός επιτρεπτής ανάπτυξής της να εξαρτάται από τους διαθέσιμους υδάτινους πόρους και την καλλιεργήσιμη γη.
Επίσης, έφτιαξε σχολεία για τα μαύρα παιδιά στον αγροτικό Νότο και σχεδίασε μικρές πειραματικές φάρμες στην εποχή της μεγάλης κρίσης στη δεκαετία του 1930.
Είχε πολλά φιλόδοξα σχέδια για την Ουάσιγκτον, το Πίτσμπουργκ, αλλά και τη Βαγδάτη!
Οι Simon and Garfunkel παρουσίασαν ένα τραγούδι για τον αρχιτέκτονα που ήταν φίλος του Garfunkel και η εταιρία Lego έχει στον κατάλογο των συναρμολογούμενων μοντέλων της έξι κτήρια σχεδιασμένα από τον Ράιτ.
Αυτάρεσκος, με επίγνωση της αξίας του, παρέμεινε ουτοπιστής ώς το τέλος. «Από νωρίς στη ζωή μου έπρεπε να διαλέξω ανάμεσα στην τίμια αλαζονεία και την υποκριτική ταπεινοφροσύνη» είχε πει. «Διάλεξα το πρώτο και δεν υπήρξε ποτέ λόγος για να αλλάξω».
Εμπνεόταν από τον Ουίτμαν και ονειρευόταν εφικτές πόλεις πάνω στις ιδέες του ποιητή Κόλριτζ, την αναρχική κομμούνα του Γουόρεν και τη σοσιαλιστική του Όουεν, που έφτιαχναν τις κοινωνίες του μέλλοντος χωρίς αστυνομία, με σεβασμό στη φύση, αυτάρκεια, ελευθερία στον έρωτα και κοινοκτημοσύνη. Ο Ράιτ έφυγε στα 92 του, τη χρονιά που ο Τσε και ο Κάστρο έμπαιναν νικητές στην Αβάνα.
Στέλιος Ελληνιάδης