Δεύρο έξω…
Είναι το σημείο όπου πραγματοποιούνται έξοδοι. Έξοδοι διαφόρων λογιών. Κάθομαι να τις υπολογίσω και τις βγάζω τρεις: 1. Έξοδος απ’ τη μαυρίλα του θανάτου στη ζωή. 2. Έξοδος απ’ τα πολιτικά γραφεία σε διαδήλωση. 3. Έξοδος από το σπίτι στις ψησταριές και σε καφέ. Είναι ένα σημείο που φωνάζει άφωνα, «δεύρο έξω!».
Το σημείο είναι η πλατεία Αγίου Λαζάρου στον Βύρωνα της Αττικής, στην πόλη στην οποία ζω, στην πόλη την οποία ζω. Στη δυτική άκρη της πλατείας βρίσκεται, από το 1923, το εκκλησάκι το οποίο και έδωσε το όνομά του στην πλατεία. Ο Άγιος Λάζαρος ήταν η πρώτη εκκλησία που έφτιαξαν οι πρόσφυγες κάτοικοι του Βύρωνα, και επί τρία χρόνια ήταν ο μόνος ναός του οικισμού. Ήταν και είναι μικρός, ίσα που χωρά καμιά τριανταριά άτομα στριμωχτά.
Ποιος ξέρει γιατί οι πρόσφυγες αφιέρωσαν το πρώτο εκκλησάκι τους στον φίλο του Χριστού; Να ’ταν, άραγε, δέηση για κάποιον Λάζαρο που χάθηκε στη Μικρασία; Να ’ταν απλώς το όνομα κάποιου δωρητή; Ή μήπως (πράγμα που ομολογουμένως θα μου άρεσε ιδιαίτερα) οι σπαραγμένοι διάλεξαν, με μια εμπειρική θεολογία, εκείνον τον άγιο που είναι με ιδιαίτερο τρόπο ξέχειλος από ελπίδα; Στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας η ανάσταση του Λαζάρου είναι τα προεόρτια της Ανάστασης του Χριστού, και η Ανάσταση σημαίνει πάντα λύτρωση κι απελευθέρωση. Και είναι τόσο νοτισμένο το περιστατικό στα ευαγγέλια! Δάκρυσε -λέει- ο Χριστός μόλις βρέθηκε μπροστά στον τάφο του φίλου του. Και δάκρυσε, παρ’ όλο που ήξερε πως σε λίγο θα τον ανάσταινε! Ένας Θεός που πενθεί την απώλεια, ένας Θεός που θα σταυρωθεί με όλους τους σταυρωμένους, ένας Θεός που θα αναστηθεί για να τους αναστήσει! Τέτοιος Θεός ήταν ο φίλος του Λαζάρου: παρεάκι των προσφύγων!
Η έξοδος του Λαζάρου από τον θάνατο στη ζωή είναι η πρώτη έξοδος με την οποία συνδέθηκε η πλατεία. Σαν την έξοδο των προσφύγων από τη συμφορά. Άλλωστε, τα κάλαντα του Λαζάρου ήθελαν τον Λάζαρο να περιγράφει τη νέκρωσή του με οδυνηρή, λακωνική ωμότητα: «Λάζαρε, πες μας, τι είδες / εις τον Άδη που επήγες; / Είδα φόβους, είδα τρόμους, / είδα βάσανα και πόνους». Δεν εξωραΐζεις τον πόνο, δεν καλοπιάνεις την αδικία. Ο φόβος σε πολιορκεί, ο φόβος δεν σε υποτάσσει. Είσαι αποφασισμένος για την Ανάσταση!
Περασμένες υποθέσεις; Αστείο πράγμα! Αδιάκοπα ανοιχτό το εκκλησάκι, αδιάκοπα λειτουργιέται κι αδιάκοπα ξεχειλίζουν τους δρόμους στη γιορτή του οι πανηγυριώτες. Δύσκολο να το πεις «μνημείο», έστω και με τη γλυκύτερη διατύπωση: «Μνημείο Πολιτισμού», «Μνημείο Ιστορίας» κ.ο.κ. Είναι ολοζώντανη παρουσία, με όλα τα συμφραζόμενά της, φανερά και αφανή.
Τα τελευταία χρόνια και ιδίως με την αποθράσυνση του νεοναζισμού στη χώρα, γίνονται στον Βύρωνα αντιφασιστικές κι αντιρατσιστικές πορείες. Το να γράφει, λοιπόν, η αφίσα ότι η συγκέντρωση θα ξεκινήσει από τον Άγιο Λάζαρο, μου λέει πολλά. Κορυφαία σημειολογία, φτιαγμένη με αληθινή ζωή, στον χειροπιαστό χώρο και στον πραγματικό χρόνο! Έξοδος στους δρόμους, έξοδος στη ζωή κατά των δυνάμεων του θανάτου! Οι αφίσες βρίσκονται σε κάποια άρρητη συγχορδία με το εκκλησάκι. Πρώτη παρουσία στην αντιφασιστική συγκέντρωση, ο Άγιος Λάζαρος αυτοπροσώπως! Αλλά η σημειολογία δεν αφορά μόνο συγχορδία. Αφορά και το αντίθετο, δηλαδή άσχετα σόλο! Αφορά, με άλλα λόγια, τον βαρύ δαλτωνισμό, που κάνει άγριο κουμάντο στις ματιές μας. Τι λέει για τους εκκλησιαζόμενους η πορεία; Τι λέει για τους διαδηλωτές το εκκλησάκι; Για την πλειονότητα αμφοτέρων, μάλλον τίποτα! Ζόρικο πρόβλημα ο δαλτωνισμός! Νομίζεις πως είσαι ανοιχτομάτης, μα στην πραγματικότητα δεν παίρνεις χαμπάρι όσα δεν χωρούν στη στενή παλέτα του ιδεολογικού βολβού σου!
Είναι, λοιπόν, νέο φαινόμενο οι αντιφασιστικές πορείες με ξεκίνημα την Πλατεία του Αγίου Λαζάρου; Και ναι και όχι. Στις 12 Οκτωβρίου του 1944 εκεί είχαν στήσει γιορτή οι Βυρωνιώτες για την απελευθέρωση της Αθήνας από τη ναζιστική κατοχή. Λίγους μήνες νωρίτερα, στις 7 Αυγούστου, την ημέρα του Μπλόκου του Βύρωνα, τα τάγματα του ΕΛΑΣ έδιναν μάχες στην πλατεία, μήπως κι έσπαγαν το μπλόκο κι άνοιγαν έξοδο στη ζωή… Κι από τότε άλλωστε, συγκεντρώσεις, συζητήσεις, εκδηλώσεις φιλοξενούνται κάθε τόσο στην πλατεία. Η πράξη (όχι κάθε πράξη· η πράξη με κριτήριο την έγνοια για μια ζωή με νόημα) διαπερνά τον χρόνο σαν σακοράφα. Δένει μεταξύ τους στιγμές, περιόδους, αλλαγές. Ο Βύρωνας άλλαξε, ο Βύρωνας αλλάζει, η πλατεία βρίσκεται εκεί, σαν σε άλλο μπλόκο, και το εκκλησάκι αγωνίζεται να σπάσει μιαν άλλη πολιορκία. Ποια;
Φλας μπακ: Την Παρασκευή που κλείνουν τα σχολεία για τις διακοπές του Πάσχα, δηλαδή παραμονή της γιορτής του Αγίου Λαζάρου, μέσα σε μια ανείπωτη διαπότιση της ύπαρξης ολόκορμης από τη γλυκιά άνοιξη, το ραντεβού μου ήταν στην Πλατεία του Αγίου Λαζάρου, νωρίς τ’ απόγευμα. Το 1976 οι επταώροφες πολυκατοικίες δεν ευδοκιμούσαν ακόμη στον Βύρωνα, κι έτσι ο ήλιος έφτανε στην πλατεία χωρίς ν’ αγκομαχά να σπάσει το τσιμεντένιο μπλόκο. Ήμουν στην Ε΄ Γυμνασίου, αραχτός με κοντομάνικο στο παγκάκι, με τα πόδια στο χώμα και με ένα εφημεριδάκι της ΕΔΑ στα χέρια, για πασατέμπο. Η πλατεία ήταν πλατεία, με δρόμους γύρω, από τους οποίους σήμερα έχει απομείνει ένας. Οι υπόλοιποι έγιναν πεζόδρομοι ή μάλλον τραπεζόδρομοι. Η πλατεία του Αγίου Λαζάρου είναι ιδεώδης για έξοδο και για συνάντηση με φίλους. Είναι πολύ σπουδαίο πράγμα, η πόλη να ’ναι χώρος αναψυχής και να μη χρειάζεται να δραπετεύσεις απ’ αυτήν για να αναψυχθείς! Οι καφετέριες και τα σουβλατζίδικα, λοιπόν, υπηρετούν την υπόθεση αυτή με εξαιρετική συνέπεια.
Μέσα σ’ αυτή την πραγματικότητα, λοιπόν, το εκκλησάκι φανερώνει τη ζωντάνια του με έναν άλλο τρόπο. Θέτει το θέμα του δημόσιου χώρου, της απλωσιάς, της πόλης που να μπορεί να περπατιέται. Γιατί όταν ανάμεσα στα τραπεζοκαθίσματα και στα ντουβάρια του ναού απομένει χώρος επαρκής μόνο για τη διέλευση γατιών, κι όταν ο ανοιχτός χώρος νοείται όχι ως χώρος πολύτιμος ως έχει, αλλά ως κενό για παραγέμισμα, τότε βλέπεις ότι για κάποιους το εκκλησάκι είναι απλώς όγκος που πιάνει τόπο.
Αυτά που συγκρούονται εδώ δεν είναι η πίστη και η απιστία! Είναι απόψεις περί πόλης. Και καμαρώνω για το γεγονός ότι η ηχηρότερη συνηγορία υπέρ του ναΐσκου, υπέρ του ανοιχτού χώρου γύρω του, υπέρ μιας πλατείας που να αντέχει το τρέξιμο των παιδιών, διατυπώνεται από φίλους μου που δηλώνουν άθεοι και έχουν έναν σεβασμό από τους σπάνιους. Κολλύριο πολύτιμο για τους δαλτωνισμούς μας! Και συγχορδία όσων καλούν σε έξοδο από τη αυτάρκειά μας: «Δεύρο έξω!».