του Απόστολου Αποστολόπουλου
Από όταν ξεκίνησε την κεραυνοβόλο πορεία του προς την εξουσία, το 2012, είναι η πρώτη φορά που ο κ. Τσίπρας έδειξε ένα δείγμα φόβου για την επόμενη μέρα, τις εκλογές, όποτε και αν γίνουν. Η αναφορά του στον Ανδρέα και η αναφανδόν διεκδίκηση της κληρονομιάς του ΠΑΣΟΚ, έδειξαν ότι ο πρωθυπουργός φοβάται πως από δω και πέρα τελείωσε ο περίπατος και άρχισε η κατηφόρα χωρίς επιστροφή. Ο κόσμος αποφασίζει τι θα ψηφίσει πολύ πριν στηθούν οι κάλπες. Ο κ. Τσίπρας π.χ. είχε ενημερωθεί από τον Γενάρη του 2012 ότι στις επερχόμενες εκλογές (του Μαΐου, πέντε μήνες αργότερα) ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπαιρνε 16%, αν και δεν το πίστεψε όταν του το είπαν. Τώρα, λοιπόν, ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές, τον έχει εγκαταλείψει. Ο κ. Τσίπρας, όμως, και το περιβάλλον του διατηρούσαν την ελπίδα ότι οι ψηφοφόροι στο δίλημμα «Μητσοτάκης ή Τσίπρας» θα γύριζαν στο μαντρί από φόβο για τα χειρότερα.
Ν.Δ. και «κεντροαριστερός χώρος»
Η ελπίδα αυτή δεν ήταν αδικαιολόγητη. Η Ν.Δ., για παράδειγμα, έπεσε πολύ εύκολα στην παγίδα να βγάλει από τη ναφθαλίνη τη σημαία του αντικομμουνισμού, απομακρύνοντας έτσι δημοκρατικούς ψηφοφόρους που έχουν μεν μπουχτίσει από τις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, την αμετροέπεια στελεχών του, την ασχετοσύνη ή την αλαζονεία άλλων, αλλά με τίποτα δεν θέλουν να ξαναγυρίσουμε στις παλιές έχθρες και διώξεις, ξεπερασμένες πια από τα πράγματα. Επιπρόσθετα ο ίδιος ο αρχηγός της Ν.Δ. επιδεικνύει έναν τυφλό νεοφιλελευθερισμό μιλώντας για μαζικές απολύσεις στο Δημόσιο εν ονόματι υποτίθεται της εξυγίανσης του Κράτους. Ο φόβος ότι μπορεί να χάσεις τη θέση σου για να «εξυγιανθεί το Δημόσιο» και ότι αν γλιτώσεις απ’ αυτό ίσως σε φάνε για φρονήματα (!) μπορεί να τρελάνει και τον πιο ψύχραιμο. Ο κ. Τσίπρας είχε λόγους να ελπίζει.
Ο άλλος λόγος ελπίδας ήταν ότι το λεγόμενο «πατριωτικό» ΠΑΣΟΚ, παραμένει άφωνο μεν, αλλά δεν δείχνει να μετακινείται προς άλλες κατευθύνσεις. Όχι ομαδικά, τουλάχιστον. Ο παλιός ΣΥΡΙΖΑ (του 3-4%) επέλεξε να κρατήσει εκτός κόμματος τους ξενόφερτους, π.χ. το, υποτίθεται, «πατριωτικό» ΠΑΣΟΚ, ή άλλους δημοκρατικούς πολίτες. Η καθαρότητα του κομματικού μηχανισμού εξασφάλιζε ότι οι λυσσαλέες μάχες για τις καρέκλες θα ήταν μεταξύ των γνωστών κομματικών στελεχών. Το μειονέκτημα είναι ότι αν πιάσει φωτιά, οι φιλοξενούμενοι αντί να παλέψουν για να σβήσουν την πυρκαγιά σε ένα σπίτι που δεν έγινε ποτέ δικό τους, τρέχουν να σωθούν. Αν έχουν που να πάνε.
Στον ΣΥΡΙΖΑ είχαν προσχωρήσει και οι πιο οξυδερκείς, καπάτσοι, εκσυγχρονιστές. Τέτοια έλεγε και ο Αντρέας, σκέφτηκαν, κι ο Τσίπρας δικός μας είναι. Αυτοί, όμως, με την «κεντροαριστερά» θα έχουν που να πάνε και θα δώσουν το καλό παράδειγμα σε όλους τους συντρόφους του Κινήματος. Κανονικό ξήλωμα.
Το σκορποχώρι των μικρών, μεγαλύτερων, μικρομέγαλων ηγετών του «κεντροαριστερού χώρου», των εντός-εκτός παιχνιδιού, των περιθωριακών, συγκατατέθηκε σε μια προσπάθεια συγκόλλησης. Για να σώσουν τον εαυτό τους εν ονόματι της χώρας. Είδε φως, και εμφανίστηκε κι ο Λαλιώτης, ο επιλεγόμενος και «θείο βρέφος», και με το θάρρος της ες αεί νεότητος ανέλαβε τον αγαπημένο ρόλο του ταλαντούχου συμβούλου για να πει το αυτονόητο, αλλά όχι απαραιτήτως κατανοητό από όλους, ότι οι έριδες πρέπει να εκλείψουν. Δηλαδή δεν εξέλιπαν; Ο διαπρεπής και αξιοπρεπής κ. Αλιβιζάτος (επικεφαλής της επιτροπής συμφιλίωσης) είχε εξομολογηθεί κάποτε ότι το πιο δύσκολο είναι να «τους» πείσεις να λένε ο ένας στον άλλον καλημέρα. Τα κατάφερε με την καλημέρα, ο ικανός κ. Αλιβιζάτος… αλλά τι; Θα χωρίσουν μαλωμένοι χωρίς να πουν καληνύχτα, φοβάται ο κ. Λαλιώτης; Αλήθεια είναι, ότι άλλο να διαφωνούν στην προδικτατορική «Ένωση Κέντρου» ο Γεώργιος Παπανδρέου με τον Τσιριμώκο και άλλο να τρώγονται σήμερα μεταξύ τους «οι μοιραίοι», μη ξέροντας αν φταίει το κεφάλι το κακό τους ή το κρασί. Ο κ. Παντελής Οικονόμου δεν αμφισβητεί απλώς τη δυνατότητα ομόνοιας αλλά και την ύπαρξη πολιτικής οπότε, λέει, ευχαριστώ δεν θα πάρω, επιβεβαιώνοντας ότι η ομάδα έχει πυρετό.
Ανησυχεί το Μαξίμου
Παρ’ όλα αυτά ο κ. Τσίπρας έδειξε να φοβάται. Προφανώς επειδή γνωρίζει άριστα ότι, με την υπογραφή του, τα χειρότερα μέτρα θα σκάσουν προ των εκλογών, του χρόνου και το μεθεπόμενο έτος. Δεν μπορεί παρά να εμφανιστεί πάλι αισιόδοξος γεμάτος υποσχέσεις, αλλά η ψυχούλα του το ξέρει ότι ένα λιτό, χαμηλό προφίλ τύπου Καμίνη, είναι πλεονέκτημα για ένα κόσμο μπαϊλντισμένο από τις σάλτσες. Οι πάσης φύσεως κεντροαριστεροί παρηγορούνται ακόμα με την αυταπάτη μιας λύσης ανώδυνης και προ παντός Ευρωπαϊκής. Αν, λοιπόν, οι ΣΥΡΙΖΑίοι δεν τους ήθελαν μια στο κόμμα, είναι ευκαιρία να τους απαντήσουν ότι αυτοί δεν τους θέλουν δέκα, δεν αντέχουν πια ούτε τη μυρωδιά τους. Αρκεί να βρουν μια απανεμιά, όχι ακρότητες και εξάψεις. Ασθενείς για ηγεσία, ελπίζουν σε ρόλο μπαλαντέρ, δεκτή και η στολή στρατηγού, στην υποδοχή. Για την πατρίδα ασφαλώς.
Ο Τσίπρας ανησυχεί και φοβάται. Δεν φρόντισε ούτε να συγκροτήσει με τον Καμένο σώμα πατριωτικό και συμπαγές ούτε, αντίστροφα, να ενσωματώσει τους οπαδούς της πολιτικής που εφάρμοσε, τους δεξιούς της παγκοσμιοποίησης, Σημιτικούς καθεστωτικούς, περιφερόμενους με το ιμάτιο της «κεντροαριστεράς». Ο κ. Μητσοτάκης δείχνει ατάραχος. Ποιος ξέρει γιατί…