Ο Apichatpong  Weera-sethakul δεν είναι ξένος στο διεθνές φεστιβαλικό κύκλωμα.
Το 2002 συμμετείχε με την ταινία του Για Πάντα δικός σου (2002) στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης όπου και κέρδισε τον Χρυσό Αλέξανδρο.

Η ταινία του Σύνδρομα και ένας αιώνας (2006) εκτιμήθηκε σε πληθώρα διεθνών φεστιβάλ, παρακινώντας το ενδιαφέρον (και συχνά την αμηχανία) κοινού και κριτικών με την κατακερματισμένη της αφήγηση.
Ο θείος Μπούνμι (2010) αποτελεί τμήμα ενός πολυδιάστατου καλλιτεχνικού έργου, του Project Infinity, τo οποίο αποτελείται εκτός των άλλων, απο εγκαταστάσεις για γκαλερί και σύντομα βίντεο. O Weerasethakul ενώνει με αυτόν τον τρόπο το σύνολο του έργου του σε διάφορα εκφραστικά πεδία, με τον τρόπο που ο Μπαλζάκ είχε κάποτε ενώσει το σύνολο της λογοτεχνικής του παραγωγής κάτω απο την ομπρέλα της Ανθρώπινης Κωμωδίας.
Ο θείος Μπούνμι θα μπορούσε στη ρίζα του να έχει κοινή καταγωγή με το Big Fish του Tim Burton. Αναφέρεται και αυτό στην περίπτωση ενός ετοιμοθάνατου άντρα ο οποίος πάσχει απο οξεία νεφρική ανεπάρκεια και καθώς ετοιμάζεται να αφήσει τη ζωή, έρχεται σε επαφή με τη νεότητα του και τις προηγούμενες ζωές του. Ο Μπούνμι ζει στη βορειοανατολική Ταϊλάνδη, κοντά στα σύνορα με το Λάος. Είναι επιστάτης ενός μεγάλου κτήματος. Εκεί δέχεται την επίσκεψη της Jen, αδερφής της νεκρής συζύγου του και του Tong, του νεαρού που τη συνοδεύει. Σύντομα, τούς επισκέπτεται κατά τη διάρκεια του δείπνου η Huay, νεκρή σύζυγος του Μπούνμι, αλλά και ο χαμένος γιος του Boonsong, ο οποίος εξαφανίστηκε στη ζούγκλα κάποια χρόνια νωρίτερα και τώρα επιστρέφει υπό τη μορφή ενός αλλόκοτου πλάσματος. Από αυτό το σημείο και ύστερα η αφήγηση ξεστρατίζει, και βλέπουμε μια σειρά από επεισόδια τα οποία μοιάζουν να μη συνδέονται απόλυτα μεταξύ τους.
Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι είναι εμφανής στο πνεύμα της ταινίας η επίδραση του βουδισμού. Το ζήτημα της μεταθανάτιας ζωής θίγεται ανά διαστήματα, ιδίως επειδή ο Μπούνμι βρίσκεται τόσο κοντά στο θάνατο. Το ίδιο ισχύει και για τη μετενσάρκωση, από τη στιγμή που σε ένα (φαινομενικά) ασύνδετο επεισόδιο, μια πριγκίπισσα η οποία έχει εγκαταλειφθεί από τον νεαρό της υπηρέτη-αντικείμενο του πόθου, ζευγαρώνει με ένα γατόψαρο. Σε αυτή την περίπτωση υποθέτουμε ότι βλέπουμε μια προηγούμενη ζωή του θείου Μπούνμι, χωρίς όμως να μάς είναι σαφές ποιος από τα τρία πρόσωπα ήταν, με τη λογική πάντα της μετενσάρκωσης.
Η μεταφυσική υπόσταση του μυθοπλαστικού σύμπαντος της ταινίας είναι, άλλωστε, έντονη τόσο με την παρουσία πνευμάτων, όσο και με το γεγονός ότι συχνά καταστρατηγούνται κάποιες αρχές του χωροχρόνου, όπως έχουμε συνηθίσει να τον αντιλαμβανόμαστε. Δεν είναι τυχαίο ότι κάποιοι χαρακτήρες (η Jen και ο Tong) μπορούν να βρίσκονται σε δύο διαφορετικούς χώρους ταυτόχρονα κάνοντας διαφορετικές δραστηριότητες την ίδια χρονική στιγμή.
Σύμφωνα με τον ίδιο τον Weerasethakul η ταινία αποδίδει φόρο τιμής σε διάφορα κινηματογραφικά στυλ και είδη σε κάθε της ενότητα. Η σκηνή με την πριγκίπισσα και το γατόψαρο για παράδειγμα, παραπέμπει στον κλασικό λαϊκό κινηματογράφο της Ταϊλάνδης, πριν από την έλευση της σκληρής λογοκρισίας από την οποία δεν γλίτωσε και ο ίδιος ο σκηνοθέτης στο παρελθόν. Αυτή η διακριτική σχέση του φιλμ με τις πολιτικές εξελίξεις στην Ταϊλάνδη, όπως παρουσιάζονται εντονότερα αλλά σε πολύ διακριτικά πλαίσια στο φινάλε με τις ακίνητες εικόνες, σίγουρα έκανε ζωηρότερο το ενδιαφέρον της διεθνούς κινηματογραφικής κοινότητας με αποκορύφωμα την απονομή του Χρυσού Φοίνικα (2010) στην ταινία.
Σημαντικότερη όλων ίσως είναι η καταγραφή της κουλτούρας της Βορειοανατολικής Ταϊλάνδης, μιας κουλτούρας που ξεθωριάζει, και που ο Apichatpong Weerasethakul έχει βάλει σκοπό να διασώσει μέσω του Project Infinity.

Δημήτρης Κοτσέλης

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!