Αν ο Ερντογάν αποφασίσει να περάσει από τα απειλητικά λόγια στα έργα, διαθέτει την πλήρη πρωτοβουλία των κινήσεων
Του Απόστολου Αποστολόπουλου
Ο ρόλος των ξένων στη ζωή της χώρας ήταν απροκάλυπτος, συνεχής και σε κρίσιμες στιγμές, όπως στη Μικρασιατική καταστροφή ή στον Εμφύλιο, ο ξένος παράγων καθόρισε τη ζωή μας, την πορεία του Έθνους. Η Αριστερά κατηγορούσε τον ιμπεριαλισμό και την Αμερική για τα δεινά του τόπου και τη Δεξιά για την εξάρτησή της από τους Αμερικανούς. Η εξάρτηση της Αριστεράς από την ΕΣΣΔ, όμως, ήταν εξίσου ισχυρή. Το αποτέλεσμα ήταν ότι και οι ελίτ και οι λαϊκές δυνάμεις συνήθισαν να προσβλέπουν και να προστρέχουν στους ξένους για να λύσουν εκείνοι τα προβλήματά μας.
Η εθνική αυτοτέλεια, η ανεξαρτησία και η αξιοπρέπεια, δεν ήταν στις προτεραιότητες της πολιτικής ηγεσίας της χώρας, τόσο της μαρξιστικής όσο και της φιλελεύθερης. Στα Ίμια ο πρωθυπουργός Σημίτης και ο ΥΠΕΞ Πάγκαλος, ικέτευαν τους Αμερικανούς να παρέμβουν στους Τούρκους ώστε να λήξει η εισβολή.
Σήμερα είμαστε σε ακόμα χειρότερη θέση: στον ΣΥΡΙΖΑ κυριαρχεί, από χρόνια, η άποψη ότι «το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του», παραβλέποντας ότι κάθε χώρα έχει νόμιμα σύνορα, στη στεριά και τη θάλασσα, τα οποία οφείλει να υπερασπίζεται, χωρίς τα ψάρια να ενοχλούνται από αυτό. Η κυβέρνηση, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, μόλις που υποψιάζονται ότι αν κάτι πάει πολύ στραβά στα ελληνοτουρκικά θα καταλογιστούν ευθύνες για τις όποιες εθνικές ζημίες, αλλά και για τα συσσωρευμένα οικονομικά βάρη.
Οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών καυχώνται ότι η Ελλάδα είναι όαση ειρήνης και σταθερότητας. Ο κ. Κοτζιάς έδειξε στον Αμερικανό ΥΠΕΞ Τίλερσον, χάρτη που αναδεικνύει την Ελλάδα ως σημείο ηρεμίας στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Μ. Ανατολής. Καλώς. Τίθενται ωστόσο τρία ερωτήματα: Πρώτον αν η όαση ειρήνης είναι αμετακίνητη πραγματικότητα. Δεύτερον αν ισχυροί παίκτες στην περιοχή, πχ οι ΗΠΑ ή/και η Τουρκία, επιθυμούν να διατηρηθεί η ηρεμία στην περιοχή. Τρίτον αν η Ελλάδα όχι μόνο θέλει, αλλά και αν είναι αποφασισμένη να υπερασπιστεί την ειρήνη, πάση θυσία. Η απάντηση και στα τρία είναι κατηγορηματικά αρνητική.
Πρώτον, οι ΗΠΑ έχουν ήδη αποδείξει ότι πολιτική τους δεν είναι η διατήρηση της ειρήνης, αλλά η αναθεώρηση της ισορροπίας δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Μ. Ανατολής. Αν οι ΗΠΑ θέλουν εμπλοκή της Ελλάδας σε ανακατατάξεις στα Βαλκάνια είναι προφανώς αδύνατον να την αποφύγουμε.
Δεύτερον, η Τουρκία αμφισβητεί όλο και πιο έντονα το στάτους κβο τόσο στον Μεσανατολικό χώρο, όσο και στο Αιγαίο και τη Θράκη. Η Τουρκία, έως «προχθές», μιλούσε αορίστως για «γκρίζες ζώνες». Εδώ και λίγο καιρό, όσο πλησιάζει το δημοψήφισμα, ο Ερντογάν και ο πολιτικός κόσμος μιλούν συγκεκριμένα για 18 νησιά του Αιγαίου. Όταν ο στόχος γίνεται τόσο συγκεκριμένος, λογικό είναι να αναμένει κανείς δράση για την επίτευξή του.
Τρίτον, τίποτα δεν δείχνει ότι είμαστε διατεθειμένοι να αγωνιστούμε με όλες μας τις δυνάμεις για να διατηρηθεί το καθεστώς ειρήνης. Η κυβέρνηση δεν απευθύνεται προς τον κόσμο, ούτε αναπτύσσει κάποια διπλωματική δραστηριότητα στο διεθνές πεδίο. Ακόμα και στην πρόσφατη συνάντηση Τίλερσον-Κοτζιά, ο Έλληνας ΥΠΕΞ δήλωσε ότι δεν ενημέρωσε τον Αμερικανό ομόλογό του για έστω ένα από τα ζητήματα που μας απασχολούν. Ο κ. Κοτζιάς δεν επέδωσε καν, ως είθισται, ένα σύντομο γραπτό υπόμνημα με τις ελληνικές θέσεις στα κρίσιμα εθνικά θέματα. Η παράλειψη προκαλεί απορίες.
Αν ο Ερντογάν αποφασίσει να περάσει από τα απειλητικά λόγια στα έργα, διαθέτει την πλήρη πρωτοβουλία των κινήσεων. Πάντως συμπεριφέρεται σαν να θεωρεί αμελητέα την όποια ελληνική αντίδραση. Ούτε φαίνεται να υπολογίζει ότι θα σκοντάψει σε κάποια σθεναρή αντίδραση του ξένου παράγοντα. Εκτός της Υπερδύναμης, οι άλλες χώρες (πχ η Τουρκία), περιμένουν την ευνοϊκή στιγμή (οι αρμόδιοι το λένε «παράθυρο ευκαιρίας») για να κινηθούν. Ο Ερντογάν εκτιμά πιθανώς ότι οι σημερινοί κυβερνήτες των ΗΠΑ δεν θέλουν ή δεν μπορούν να έχουν μια συγκεκριμένη και σταθερή πολιτική απέναντί του, αξιολογώντας τον ρόλο του άμεσα και μεσο/μακροπρόθεσμα. Συνεπώς μπορεί να θεωρήσει ότι βρίσκεται σε ένα διαρκές «παράθυρο ευκαιρίας», το οποίο βέβαια κάποια στιγμή θα κλείσει, οπότε πρέπει να το προλάβει ανοιχτό.
Οι ιδεοληψίες του κυβερνώντος ΣΥΡΙΖΑ και οι υποτονικές αντιδράσεις των υπόλοιπων πολιτικών δυνάμεων, μπορεί να δημιουργούν στην Τουρκία την εντύπωση ότι το έδαφος είναι ευνοϊκό όχι μόνο για παράτολμες ενέργειες αλλά και ότι, εν συνεχεία, στην Αθήνα θα υπάρξουν φωνές ευνοϊκές για πολιτικές όπως αυτές που εφάρμοσε ο Βενιζέλος μετά την καταστροφή της Σμύρνης εν ονόματι της ελληνοτουρκικής φιλίας, με δεδομένη την ελληνική ήττα.
Το κεντρικό πρόβλημα της Τουρκίας είναι το Κουρδικό. Πηγή συνεχών ανησυχιών και προστριβών τόσο με τους Αμερικανούς όσο και με τους Ρώσους. Οι δυο ισχυροί παίκτες δεν φαίνονται διατεθειμένοι, σ’ αυτήν τη φάση, να χαριστούν στον Ερντογάν σε βάρος των Κούρδων. Ωστόσο είναι ασαφές αν οι Κούρδοι θα αποκομίσουν κάποια αξιόλογα κέρδη όταν έρθει η ώρα των συνομιλιών για τη διευθέτηση της κρίσης. Οι Κούρδοι δεν έχουν πετύχει, ως τώρα, τον στρατηγικό τους στόχο, να ενώσουν το ηρωικό Κομπάνι με τα άλλα δυο «κρατίδια» αποκτώντας πρόσβαση προς τη θάλασσα. Οι Μεγάλοι δεν θα είναι η πρώτη φορά που θα φανούν αγνώμονες.