Πληθαίνουν οι ενδείξεις και τα σημάδια ότι επέρχονται πολιτικές εξελίξεις, και όλες οι διεργασίες επιταχύνονται. Δεν είναι μόνο ο ερχομός της νέας πρέσβειρας που κουβαλά και ένα μπαγκάζι το οποίο αφορά τις πολιτικές διεργασίες –κι αυτό δεν είναι διόλου λίγο– αλλά και όλες οι επιχειρηματικές ελίτ, οι ολιγάρχες, οι συσπειρώσεις και οι αντισυσπειρώσεις εντός του σε κρίση πολιτικού συστήματος (κόμματα, δημόσια διοίκηση, οργανισμοί, δικαστική εξουσία κ.λπ.) σαν να προετοιμάζονται για την επόμενη μέρα. Επειδή πλησιάζουν και μέρες Πολυτεχνείου, θυμήθηκα ένα σύνθημα που φωνάζονταν τότε για τη Χούντα: «Έξι χρόνια είν’ αρκετά, δεν θα γίνουνε εφτά». Συνειρμικά, διερχόμαστε τον 6ο χρόνο Μητσοτακικής διακυβέρνησης…

Ο Κανένας και η υλική του βάση

Μέχρι σήμερα σε όλες τις δημοσκοπήσεις, στην ερώτηση ποιος είναι καταλληλότερος για πρωθυπουργός, ο Κανένας είχε σταθερά την πρωτιά με περίπου 40%, ακολουθούμενος από τον κ. Μητσοτάκη σε απόσταση περίπου 10 μονάδων. Το γεγονός αυτό αντισταθμίζονταν από την απουσία οποιουδήποτε άλλου διεκδικητή της πρωθυπουργίας και από τη μεγάλη απόσταση που είχε το πρώτο κόμμα (Ν.Δ.) από τα υπόλοιπα. Σαν να έπαιζε μόνος του ο Μητσοτάκης, δηλαδή χωρίς κανέναν αντίπαλο. Το τελευταίο διάστημα η εικόνα άλλαξε διότι είναι ορατή η φθορά της Ν.Δ. αλλά και του ίδιου του Μητσοτάκη. Η φθορά αυτή επιτείνεται με το ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποσπάσει μια τρίτη τετραετία στις επόμενες εκλογές, όποτε αυτές γίνουν.

Ακόμα περισσότερο, η γενική κρίση του πολιτικού συστήματος και η απονομιμοποίησή του μέσα στον ελληνικό λαό, με ακρίβεια που καλπάζει, δικαιοσύνη που δεν υπάρχει, με προκλητικό ακαταδίωκτο στις υποθέσεις Τέμπη και ΟΠΕΚΕΠΕ, καθώς και η «πόρτα» που έχει φάει ο ίδιος ο Μητσοτάκης από την τραμπική διοίκηση, συν οι πιέσεις των Ευρωπαίων για εισδοχή της Τουρκίας στο ευρωπαϊκό «αμυντικό» πρόγραμμα, όλα αυτά μαζί καταγράφουν εντελώς δυσμενείς όρους για τον Μητσοτάκη. Ακόμα κι αν τρέξει μόνος του στην κούρσα ταχύτητας, δεν θα τερματίσει νικητής. Μάλλον έχει έρθει η ώρα της αντικατάστασής του. Αμύνεται μεν χρησιμοποιώντας κάθε μέσο (κάποιοι κάνουν λόγο και για μαφιόζικες πρακτικές), αλλά ο χρόνος έχει τελειώσει. Το καταγράφουν και οι δημοσκοπήσεις: Ερώτηση: Αξίζει η Ν.Δ. τρίτη κυβερνητική θητεία; Ναι 26%, Όχι 70%.

Ο Κανένας εκφράζεται και με άλλους τρόπους στις έρευνες. Στο ερώτημα «ποια τα κυρίαρχα συναισθήματα» οι απαντήσεις είναι: Ευτυχία 5%, Ικανοποίηση 11%, Δικαιοσύνη 3%, Ελπίδα-Αισιοδοξία 23%, Ανησυχία-Άγχος-Απαισιοδοξία 54%, Αδικία 37%, Απογοήτευση 54%, Θυμός 45%… Μάλιστα έρευνα με τίτλο «Πολίτες και πολιτεία: Εμπιστοσύνη, ανισότητα ευκαιριών, πολιτική συμμετοχή», της Kapa Research για λογαριασμό του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ, καταλήγει στα ακόλουθα συμπεράσματα:

«1. Φαίνεται να παγιώνεται η καταβαράθρωση της εμπιστοσύνης στους θεσμούς –εύρημα όλων των δημοσκοπήσεων των τελευταίων ετών– όπως και η έλλειψη συσχέτισης ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα και τους πολίτες.

  1. Αναδύονται οικονομικές αλλά και χωρικές ανισότητες, καθώς και τα συναισθήματα της απογοήτευσης, του φόβου, του θυμού και για πρώτη ίσως φορά τόσο έντονα της αδικίας.
  2. Διάχυτη είναι η διαπίστωση πως αν κάποιος δεν διαθέτει οικονομικές δυνατότητες, αντιμετωπίζει τεράστια εμπόδια σε κάθε επίπεδο, και ότι η παροχή μιας δημοκρατικής και ισότιμης πρόσβασης σε ευκαιρίες είναι κάτι που η πολιτεία αδυνατεί ή δεν θέλει να κάνει».

Επίσης πενιχρή εμπιστοσύνη δείχνουν οι πολίτες γενικά για Βουλή, τράπεζες, κόμματα, συνδικάτα και ΜΜΕ. Ενώ καταγράφεται εντελώς αρνητική γνώμη για την πολιτική σε τομείς όπως οι υποδομές, η ενέργεια, η υγεία, η οικονομία, η παιδεία, το μεταναστευτικό, η στέγαση και το δημογραφικό.

Μητσοτάκης ή χάος; Χάος!

Σε πρόσφατη δημοσκόπηση τέθηκε η εξής ερώτηση: Μητσοτάκης, χάος ή άλλο; Η απάντηση ήταν: Χάος 42%, Μητσοτάκης 30%, Άλλο 28%. Στην κατηγορία «Άλλο» περιλαμβάνονταν καταστάσεις όπως συνασπισμός κομμάτων, οικουμενική κυβέρνηση, κυβέρνηση συνεργασίας ή αλλαγή πολιτικών αρχηγών. Έχει, νομίζω, κάποια σημασία να αποκωδικοποιήσουμε αυτήν την εικόνα. Πρώτα απ’ όλα το ίδιο το ερώτημα «Μητσοτάκης ή χάος;», που παραπέμπει στον κίνδυνο της ακυβερνησίας, της έλλειψης σταθερότητας. Μπροστά στο δίλημμα αυτό, που σε μια προηγούμενη περίοδο ίσως το αποτέλεσμα να έδινε προβάδισμα (έστω ανοχής) στον Μητσοτάκη, τώρα η επιλογή «Χάος» υποδηλώνει ότι οποιαδήποτε άλλη κατάσταση διαδεχθεί τον Μητσοτάκη μάλλον θα είναι καλύτερη από το καθεστώς που αυτός έχει επιβάλει. Πως δεν περιμένει κανείς ούτε καν τη διατήρηση της κατάστασης ως έχει. Και ότι υπάρχει η βεβαιότητα πως με καθεστώς Μαξίμου-Μητσοτάκη όλα θα χειροτερέψουν. Αν προστεθεί το «χάος» μαζί με το «άλλο» προκύπτει μια εκφρασμένη διάθεση αλλαγής, και τουλάχιστον απαλλαγής από τον Μητσοτακισμό. Απαλλαγή και αλλαγή για να μείνει ίδια η ουσία; Μάλλον όχι: για να μπει ένα φρένο, να σταματήσει μια κατηφόρα και μια υπαρξιακή κρίση της χώρας.

Είναι πολύ καθαρό ότι οδηγούμαστε σε μια μείζονα πολιτική κρίση και ότι αργά ή γρήγορα θα υπάρξει μια κοινωνική έκρηξη ή βαθιά κοινωνική κρίση στο βαθμό που δεν αλλάξουν κάποια πράγματα. Όπως είναι φανερό πως η ανισομετρία που διαπερνά το πολιτικό σκηνικό (μεγάλη φθορά της κυβέρνησης, πτώση των ποσοστών της, αλλά ταυτόχρονη καθήλωση και της αντιπολίτευσης), δημιουργείται ένα πρόβλημα ομαλής διακυβέρνησης της χώρας (εντός συστημικών ορίων και πλαισίου), και αυτό χαλάει από ένα σημείο και ύστερα ακόμα και τις «μοιρασιές» όπως πρέπει να γίνονται ανάμεσα στις εγχώριες ελίτ. Τι λοιπόν μένει στον ορίζοντα; Μια απόσυρση-απομάκρυνση του Κ. Μητσοτάκη. Μόνο αυτό; Φυσικά όχι. Το άμεσο ζητούμενο είναι, πόσο έτοιμη είναι μια διάδοχη κατάσταση, και ποιας «χημείας». Πότε θα συμβούν αυτά; Σχετικά γρήγορα: όλα δείχνουν ότι οι μηχανισμοί έχουν ενεργοποιηθεί, και μάλιστα πολλαπλά.

Αυτό που χρειάζεται η χώρα είναι μια πραγματική «αλλαγή φρουράς», τέτοια που να εγγυάται την αλλαγή κατεύθυνσης υπέρ της εθνικής κυριαρχίας και μιας πραγματικής κοινωνικής αλλαγής

Κεντροδεξιές και κεντροαριστερές διεργασίες

Το πολιτικό ζήτημα στις σημερινές συνθήκες παρουσιάζει παράδοξα. Το κυριότερο από αυτά είναι ότι δεν υπάρχει εμφανής διάδοχη κατάσταση. Π.χ. δεν φτάνει μια αλλαγή ηγεσίας στη Ν.Δ., ούτε η προσφυγή σε εκλογές δημιουργεί όρους επίλυσής του. Το κεντρικό ζήτημα μάλλον είναι ότι πρέπει να συγκροτηθούν δύο πόλοι, που δεν θα είναι ανταγωνιστικοί, αλλά θα έχουν την ικανότητα από κοινού να εγκλωβίζουν ένα εκλογικό ποσοστό 50-60%. Ακόμα κι αν δεν συγκυβερνήσουν, θα μπορούν να εναλλάσσονται και να λειτουργεί ένα διπολικό σύστημα με σχετική άνεση και με πρόθυμους συμμάχους. Σε συνθήκες πολιτικής κρίσης και κατακερματισμού όπως είναι αυτή που ζούμε σήμερα, κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο. Αλλά, όπως λένε, ακόμα και στη… δημοκρατορία δεν υπάρχουν αδιέξοδα – φτάνει ο λαϊκός παράγοντας να είναι ανενεργός και στο περιθώριο.

Γι’ αυτό και έχει τεθεί σε κίνηση μια διπλή διεργασία: σημαντικές κινήσεις για παραμερισμό του Μητσοτάκη εντός του δεξιού στρατοπέδου, και από την άλλη «σπρώξιμο» του Τσίπρα να συμμαζέψει κομμάτια και θρύψαλα, μήπως και εκφράσει έναν άλλο πόλο. Αυτή η διπλή διεργασία προωθείται και στηρίζεται και στα δύο στρατόπεδα από τους ίδιους ολιγάρχες και από τις Πρεσβείες. Δηλαδή εξαρχής είναι συμπληρωματικού χαρακτήρα. Μια αλλαγή ηγεσίας στη Ν.Δ. μετά από εκλογές ή μέσα από τα σκάνδαλα που θα ενταθούν, μπορεί κάλλιστα να συμβαδίζει με μια υποστήριξη των κινήσεων Τσίπρα να συγκεντρώσει ό,τι περισσότερο μπορεί. Πίσω από αυτό, από αμερικάνικη πλευρά, υπάρχει η διάθεση να απομονωθούν ή και να αδυνατίσουν φορείς των ευρωπαϊκών συμφερόντων μέσα στη χώρα. Υπάρχει και αυτή η μεταβλητή. Από εδώ ξεκινά η μεγάλη πίεση που δέχεται το ΠΑΣΟΚ και προσωπικά ο Ανδρουλάκης. Το ΠΑΣΟΚ θα περάσει άλλη μια κρίση επειδή δεν είναι εντελώς ευθυγραμμισμένο με την πολιτική των ΗΠΑ (σε αντίθεση με παράγοντες της Ν.Δ. και του Τσίπρα), οπότε θα συμπιεστεί πάρα πολύ.

Στον χώρο της Ν.Δ. ξεπροβάλλει ως ισχυρός δελφίνος ο Δένδιας, που το τελευταίο διάστημα έκανε βήματα για να ξεχωρίσει και να στείλει μηνύματα. Παράλληλα στη «μάχη» απαλλαγής από τον Μητσοτάκη έχουν μπει ο Α. Σαμαράς, ο Κ. Καραμανλής και από ό,τι φαίνεται και ο Π. Παυλόπουλος, ο οποίος δέχθηκε ισχυρότατα πυρά από την εφημερίδα «Μανιφέστο» που χρεώνεται στην επιρροή του Μητσοτάκη.

To knowhow και οι δυσκολίες

Ο Α. Τσίπρας επιταχύνει με την ίδρυση του Ινστιτούτου, την παραίτησή του από βουλευτής, το βιβλίο που θα κυκλοφορήσει, το «επιστημονικό συμβούλιο» που ανακοίνωσε πρόσφατα. Παράλληλα η απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ να συμπορευτεί με ό,τι κάνει ο Τσίπρας είναι πρωτοφανής για πολιτικό κόμμα απέναντι σε έναν μέχρι χθες βουλευτή του που αποχώρησε με σκοπό να ιδρύσει κάτι άλλο, διαφορετικό από τον ΣΥΡΙΖΑ (αφού τον διέλυσε στην ουσία). Γενικά, μέσα σε ένα κλίμα αμοραλισμού, φαίνεται ότι η διάλυση και η αποτυχία ενός χώρου ψάχνει εναγωνίως ένα σωσίβιο. Το πιο κραυγαλέο είναι η στήριξη και προβολή του Τσίπρα από κύκλους ολιγαρχών και ΜΜΕ. Ήδη τόσο ο κ. Μαρινάκης όσο και ο κ. Μελισσανίδης, ως ένα βαθμό και ο κ. Αλαφούζος, σπρώχνουν τη φόρμουλα Τσίπρα, ενώ δεν έχουν φανεί αντιδράσεις από τον όμιλο Βαρδινογιάννη.

Ο «δημοκρατικός καπιταλισμός» που προπαγανδίζει ο Τσίπρας μπορεί να κολλήσει μια χαρά στην αλλαγή φρουράς που ετοιμάζεται για το επόμενο διάστημα. Ο Τσίπρας άλλωστε έχει δώσει εξετάσεις για λύσεις και φόρμουλες «Πρεσπών» παντός καιρού και χώρου, άρα είναι χρήσιμο εργαλείο στις διευθετήσεις που μπορεί να προωθήσει και μια κυβέρνηση «ειδικού σκοπού». Αν έγιναν το 1989-90 συγκυβερνήσεις Δεξιάς και Αριστεράς στην Ελλάδα (τότε πειραματόζωο), αν όλοι στήριξαν μαζί το 3ο Μνημόνιο και θεωρούν «σωτηρία» τη μετατροπή του «Όχι» σε «Ναι» το 2015, γιατί όχι και τώρα, αφού πιθανόν θα κληθούν να πουν και άλλα «Ναι» (και μάλιστα υπό τραμπική μπακέτα) σε Αιγαίο, θαλάσσια οικόπεδα και Κύπρο; Έχουν άλλωστε το know-how…

Αυτές οι διεργασίες αφορούν έναν οιονεί συστημικό διπολικό χώρο που από κοινού θα σηκώσει το βάρος μετά την «αλλαγή φρουράς». Πρόκειται για ένα αρκετά πιθανό σενάριο και εξέλιξη. Δεν είναι όμως όλη η εικόνα του πολιτικού σκηνικού. Αυτή μπορεί να διαταραχθεί και από άλλες κινήσεις, ή να χρειαστεί χρόνος για να καταλήξουν σε κάποια φόρμουλα που να μπορεί να προχωρήσει. Γι’ αυτό γίνεται πολύς λόγος για διπλές εκλογές, αλλά ακόμα και για ένα δίχρονο ρευστότητας στη χώρα μας, μέχρι να βρεθούν φόρμουλες που να περπατούν καλύτερα.

Σκιώδη ή πιθανολογούμενα κόμματα

Τα όσα περιγράφονται παραπάνω υπονοούν ότι ο Τσίπρας θα δημιουργήσει ένα νέο κόμμα: αυτό θεωρείται δεδομένο με τα μέχρι στιγμής στοιχεία και τη συμπεριφορά του. Δεν συμβαίνει το ίδιο και με δύο άλλες περιπτώσεις που συζητούνται, εκτιμιούνται, μέχρι και υπολογίζονται από τις δημοσκοπήσεις. Πρόκειται για το αν θα προχωρήσουν σε δημιουργία κόμματος ή θα εμφανιστούν στις εκλογές ο κ. Σαμαράς και η κα Καρυστιανού. Κανείς δεν ξέρει με σιγουριά ποια θα είναι η επιρροή τους έτσι και εμφανιστούν. Κατ’ αρχάς ο Α. Σαμαράς θα εστιάσει σε θέματα κυρίως εξωτερικής πολιτικής, αλλά και εκεί υπάρχει ένα όριο που λέγεται Τραμπ και τι στάση θα κρατήσει αυτός απέναντι στον φίλο του Ερντογάν. Δεύτερον, δεν είναι φανερό ως ποιο βαθμό θα έχει δίπλα του τον Κ. Καραμανλή κι αν ο τελευταίος θελήσει να παίξει ενεργό ρόλο. Λέγεται ότι αν ο κ. Σαμαράς εμφανιστεί στις εκλογές, η Ν.Δ. σίγουρα δεν θα έχει αυτοδυναμία, άρα θα πάμε σε δεύτερες εκλογές. Στις οποίες ο Σαμαράς, έχοντας μια έστω μικρή κοινοβουλευτική δύναμη, θα θέσει την πρόταση να ενισχυθεί αποφασιστικά στις νέες εκλογές για να σχηματισθεί κυβέρνηση ειδικού σκοπού με πρωθυπουργό τον Κ. Καραμανλή. Εκτιμάται έτσι, από κύκλους που θέλουν μια τέτοια εξέλιξη, ότι ο σχηματισμός του κ. Σαμαρά θα εκτιναχθεί εκλογικά. Αυτά μέλλει να επαληθευτούν, διότι το «κόμμα Σαμαρά» αναμένονταν τον Σεπτέμβριο και έχουμε ήδη φθάσει Νοέμβριο.

Η παρουσία της κας Καρυστιανού, εφόσον αυτή υπάρξει, θα τροποποιήσει σε έναν βαθμό (που κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει επακριβώς) την πολιτική γεωγραφία πρόσκαιρα, ενώ θα πυροδοτήσει, αμέσως μόλις αναγγελθεί κάτι τέτοιο, μια δριμύτατη επίθεσή εναντίον της – και από τα μικρά κόμματα και από τα συστημικά. Εδώ το πιο σημαντικό ζήτημα είναι πως το ρήγμα των Τεμπών –ό,τι και να γίνει– θα συνεχίσει να επηρεάζει την πολιτική ζωή και τις εξελίξεις στον τόπο, και πιθανά να παράγει και πολιτικά αποτελέσματα.

Η κονιορτοποίηση, ο κατακερματισμός του πολιτικού σκηνικού, η γενική δυσπιστία, η δύναμη και ανάγκη αλλαγής, η ρευστότητα, οι συνεχόμενες διεργασίες και παρεμβάσεις, τα γεωπολιτικά θέματα και διλήμματα που θα θέσουν, και η παρουσία πολλών ψηφοδελτίων, μπορεί να μειώσουν κατά τι την αποχή που είχε εκφραστεί στις ευρωεκλογές – αλλά η πολιτική κρίση αντιπροσώπευσης δεν θα επιλυθεί εύκολα.

Σύνοψη

Υπάρχουν πολλά σημάδια και διεργασίες που οδηγούν λογικά σε μια «αλλαγή φρουράς» και σε προσπάθειες να συμμαζευτεί η βαθύτατη κρίση εμπιστοσύνης σε θεσμούς, όπως και η κρίση εκπροσώπησης. Να μπει ένα τέλος στην ανισομετρία έως και ανωμαλία του πολιτικού σκηνικού. Κι όλα αυτά σε συνθήκες γεωπολιτικού αναδασμού και εξελίξεων. Η «αλλαγή φρουράς» που ετοιμάζεται δεν θα είναι σε προοδευτική κατεύθυνση, αλλά σε κατεύθυνση περαιτέρω εμπέδωσης μιας νεοαποικιακής κατάστασης όσον αφορά την υπόσταση της χώρας, και μιας πιο προωθημένης κατάστασης ανισότητας στο εσωτερικό μέσα από την εκποίηση-ιδιωτικοποίηση και πλήρη αφελληνισμό οικονομίας, θεσμών, δημόσιας διοίκησης, κράτους και υποδομών.

Μόλις χθες ανακοινώθηκε ότι κλείνουν 200 καταστήματα των ΕΛΤΑ σε όλη τη χώρα, και 4 εταιρείες (ιδιωτικές) εκδήλωσαν ενδιαφέρον να καθαρίσουν στη Φιλιππιάδα τα σάπια ψάρια και κρέατα που αντί να καούν θάφτηκαν και μόλυναν τον υδάτινο ορίζοντα. Συνεχίζεται η υπονόμευση του πρωτογενούς τομέα, και ήδη κτηνοτρόφοι και αγρότες είναι σε αναβρασμό, ενώ οι υπεύθυνοι για την κλοπή του ΟΠΕΚΕΠΕ τελούν υπό προστασία… Διάλυση υποδομών, ιδιωτικό ενδιαφέρον μετά από κάθε «καταστροφή», γενική ατιμωρησία, γενικό πάρτι συμφερόντων γύρω από ενέργεια και εξοπλιστικά (εφοπλιστές, όμιλοι, ΜΜΕ κ.λπ. – βλέπε και Μυτιληναίος για… στόλισμα Υπουργείου Αμύνης με μεγάλο αντίδωρο παραγγελίες εξοπλιστικών προγραμμάτων). Και φυσικά πάρτι, γκαλά, τουαλέτες πολυτελείας, σμόκιν και βαθύτατες υποκλίσεις στην κυρία Κίμπερλυ.

Αυτό που χρειάζεται η χώρα είναι μια πραγματική «αλλαγή φρουράς». Τέτοια που να εγγυάται την αλλαγή κατεύθυνσης υπέρ της εθνικής κυριαρχίας και μιας πραγματικής κοινωνικής αλλαγής – πραγματικής ανακούφισης της κοινωνίας και ανασυγκρότησης της οικονομίας σε ενδογενή ανάπτυξη. Ένα ισοδύναμο μιας μεταπολίτευσης του λαού. Γύρω από αυτή τη μεγάλη ανάγκη θα έπρεπε να στραφεί το ενδιαφέρον, να ανοίξει μια τίμια και τολμηρή συζήτηση, να ενωθούν και να συσπειρωθούν δυνάμεις, να δημιουργηθούν προϋποθέσεις και δυνατότητες μιας εναλλακτικής, συνεκτικής και ρεαλιστικής πρότασης που να απαντά στο Υπαρξιακό Πρόβλημα της Ελλάδας.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!