Τον Γ. Κυρίτση οι περισσότεροι τον έμαθαν όταν είχε δηλώσει ότι ψηφίζοντας το 3ο Μνημόνιο ένιωσε σαν παιδάκι που ντρέπεται επειδή κατουρήθηκε στο νηπιαγωγείο. Λιγότεροι τον ήξεραν και από την εκπομπή που έκανε Στο Κόκκινο μαζί με τον Αγ. Τσέκερη. Σήμερα ο ίδιος είναι και πάλι βουλευτής μετά την παραίτηση Κατριβάνου (τον Αύγουστο πάλι είχε μπει στη θέση του Χουντή που έφευγε για Βρυξέλλες, προλαβαίνοντας στο τσακ να σηκώσει το χέρι του), ενώ ο άλλοτε ραδιοφωνικός συνεργάτης του διορίστηκε να γράφει λόγους και non paper για το Μαξίμου.
Αυτές τις μέρες συζητιέται μόνο η δήλωσή του ότι η κυβέρνηση φορολογεί τους «μενουμευρωπαίους» αλλά κατουρημένος μάλλον, αυτή τη φορά από τη χαρά του που ξαναμπήκε στο ναό της Δημοκρατίας, είπε κι άλλα καλά που πέρασαν, αδίκως, στο ντούκου.
Δήλωσε στρατιώτης σε ένα «ειδικού τύπου κόμμα, λίγο σαν στρατός» που είναι σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ. Και σαν πειθαρχημένος στρατιώτης θα μπει μέσα και θα ψηφίζει τα πάντα, θα λέει «ναι σε όλα» δυνατά, όπως στην αναφορά, ξεχνώντας τις καλοκαιρινές του συστολές. «Όσο αντέχει ο καθένας και συναισθηματικά και ψυχολογικά το τραβάει το κάρο» δήλωσε και ο ίδιος είναι πλέον σκληρό καρύδι και αντέχει πολλά.
Το «ειδικού τύπου» βέβαια, σωστό είναι. Ειδικού τύπου είναι και το κόμμα, αλλά και η Βουλή, η κυβέρνηση, το κράτος, το καθεστώς. Μπορεί ο Γ. Κυρίτσης να φαντασιώνεται ότι κάνει «ό,τι πει το κόμμα», ξέρει κατά βάθος ότι όλοι μαζί κάνουν ό,τι πει ο Σόιμπλε, ό,τι αποφασιστεί στο Hilton.
Είπε κι άλλο καλό ο νέος βουλευτής. Ότι η Αριστερά είχε από τη Βάρκιζα και μετά μια «αναμενόμενη, μονοκόμματη και ευκόλως αντιμετωπίσιμη μετωπική προσέγγιση των πραγμάτων» και πάντα έχανε ηρωικά. Ενώ σήμερα προφανώς ξέρει να αιφνιδιάζει, να ξαφνιάζει τους πάντες, ακόμα και να μεταμορφώνεται σε δούλο του αντίπαλου, βραχυκυκλώνοντάς τον. Να μην παραδέχεται ποτέ την ήττα, πανηγυρίζοντας ότι «νικάμε!», ακόμα κι όταν όλοι (οι άσχετοι) βλέπουν ότι έχει συντριβεί.
Και βεβαίως , η κυβέρνηση διεξάγει «έναν ακήρυκτο ταξικό πόλεμο υπέρ των χαμηλότερων στρωμάτων και εις βάρος των ευπορότερων», μετακυλύει τα βάρη στους «μενουμευρωπαίους». Εκεί βεβαίως ο καλός στρατιώτης το τερμάτισε. Ξέχασε ξαφνικά ότι από το καλοκαίρι η κυβέρνηση έκανε «Ναι» το «Όχι» και έγινε «μενουμευρωπαία» αποδεχόμενη τα πάντα «γιατί αλλιώς θα μας διώξουν από το ευρώ», διέψευσε ακόμα και τον ίδιο τον Τσακαλώτο που στο τέλος-τέλος αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι τα μέτρα είναι άδικα και πλήττουν τα χαμηλά στρώματα, ξέχασε τα 99 χρόνια ξεπούλημα και φαντασιώθηκε ότι ρίχνεται στον σκληρό ταξικό πόλεμο με το μαχαίρι στα δόντια. Εδώ βέβαια, για να μείνουμε στο ίδιο κλίμα, κολλάει το «κατούρα και λίγο».