Η Νικολέτα Καπίλλα στο μυθιστόρημα «Η χρονιά που όλα έγιναν γκρι» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος με εικόνες της Δήμητρας Παπαδημητρίου, καταφέρνει να μας δείξει πώς βλέπει τον κόσμο μας ένα δεκατριάχρονο κορίτσι –όπως η ηρωίδα της η Δήμητρα– που παλεύει με την κατάθλιψη, χωρίς –τουλάχιστον αρχικά– να μοιράζεται με κάποιον τα όσα σκοτεινά συμβαίνουν μέσα της και κάνουν τον κόσμο να φαίνεται γκρίζος.
Το βιβλίο βραβεύτηκε από τον Κυπριακό Σύνδεσμο Παιδικού-Νεανικού Βιβλίου το 2021 με το Α΄ βραβείο Ανέκδοτου Παιδικού/Εφηβικού Μυθιστορήματος. Αν και καταπιάνεται με ένα δύσκολο και ακανθώδες θέμα που οι ενήλικες συχνά στέκονται απέναντί του χωρίς να το κατανοούν καταφέρνει να το διαπραγματευθεί με μεγάλη επιτυχία. Χωρίς να «χρυσώνει το χάπι» λειτουργεί μάλλον αισιόδοξα, δείχνοντάς τους δρόμους που ανοίγονται ώστε να αναζητηθούν οι λύσεις.
Από πολλούς υποτιμάται η λογοτεχνία για παιδιά και νέους κι αντιμετωπίζεται σαν να μην είναι… λογοτεχνία! Τέτοια μυθιστορήματα είναι η καλύτερη απάντηση, σε όσους νομίζουν πως είναι εύκολο να γράφεις για παιδιά.
Καταπιάνεστε με το δύσκολο θέμα της κατάθλιψης και μάλιστα στην εφηβική ηλικία. Πώς αποφασίσατε να γράψετε τέτοιο μυθιστόρημα;
Η Κάρεν Μπλίξεν, Δανή συγγραφέας, έχει γράψει ότι «όλες οι λύπες αντέχονται αν μπορείς να τις βάλεις σε μια ιστορία ή να πεις μια ιστορία γύρω από αυτές». Το μυθιστόρημα γράφτηκε σε μια χρονική περίοδο που βίωνα μια προσωπική δυσκολία. Με αφορμή αυτό το γεγονός, άρχισα να γράφω για τη Δήμητρα, μια έφηβη που συνέβαιναν στη ζωή της θλιβερά γεγονότα. Ίσως ακουστεί κλισέ, αλλά η Δήμητρα ήταν λες κι ήρθε και με βρήκε για να πούμε μαζί την ιστορία της και να πορευτούμε από τη λύπη στη χαρά, από το σκοτάδι στο φως. Επίσης, θέλησα να φέρω αυτό το θέμα στο προσκήνιο και να απευθυνθώ στους έφηβους που βιώνουν δυσκολίες κι αισθάνονται θλίψη κι απογοήτευση, με την ελπίδα να βρουν το σθένος και τη θέληση να μιλήσουν.
Θεωρείτε πως κρύβουμε τα προβλήματα κάτω από το χαλί γονείς και ευρύτερη οικογένεια;
Ναι, πιστεύω ότι αυτό συμβαίνει συχνά. Υπάρχει ο φόβος του κοινωνικού στιγματισμού. Τι θα πει ο κόσμος αν μαθευτεί ότι το παιδί μας έχει κατάθλιψη ή παίρνει ναρκωτικά ή έχει μια αναπηρία; Ακόμη και για πιο απλά θέματα, όπως μια δυσκολία στο σχολείο, αρκετοί γονείς παρουσιάζουν μια άρνηση στο να αποδεχτούν την κατάσταση με αποτέλεσμα να μην ανοίγει ο δρόμος για την αντιμετώπισή της και το παιδί να μένει αβοήθητο. Ίσως όμως μερικές φορές οι γονείς έχουν άγνοια για το τι πραγματικά συμβαίνει στο παιδί τους για δύο λόγους: είτε δεν έχουν τον χρόνο να επικοινωνήσουν ουσιαστικά μαζί του και να εντοπίσουν τα προβλήματα, είτε δεν μπορούν να αναγνωρίσουν τα σημάδια. Ιδιαίτερα η κατάθλιψη, είναι ένα δύσκολο θέμα και δυστυχώς ακόμη θεωρείται ταμπού. Αρκετοί συνάνθρωποί μας βρίσκονται αντιμέτωποι με αυτήν τη σιωπηλή και ύπουλη ασθένεια και είτε αργούν να το αντιληφθούν είτε ντρέπονται να μιλήσουν για αυτό. Γι’ αυτό και η εφηβική κατάθλιψη θεωρείται από τους ψυχολόγους ως μια αόρατη απειλή.
«Μερικές φορές οι γονείς έχουν άγνοια για το τι πραγματικά συμβαίνει στο παιδί τους για δύο λόγους: είτε δεν έχουν τον χρόνο να επικοινωνήσουν ουσιαστικά μαζί του και να εντοπίσουν τα προβλήματα, είτε δεν μπορούν να αναγνωρίσουν τα σημάδια»
Τα πρόσωπά σας είναι αληθινά παιδιά – δεν ισχύει αυτό για όλα τα αντίστοιχα μυθιστορήματα. Πώς καταφέρετε να μπείτε στον κόσμο των εφήβων;
Σίγουρα αυτό είναι ένα μεγάλο στοίχημα για κάθε συγγραφέα που καταπιάνεται με την εφηβική λογοτεχνία. Θεωρώ πως με βοηθά το ότι έρχομαι καθημερινά σε επαφή με παιδιά λόγω επαγγέλματος καθώς και το ότι μου αρέσει να διαβάζω εφηβική λογοτεχνία. Κι ίσως κάπως να συνέβαλε το γεγονός ότι κατά βάθος μέσα μου αισθάνομαι (και συχνά αντιδρώ ως) έφηβη.
Σε ποια σημεία ταυτίζεστε με την ηρωίδα σας;
Έχω αγαπήσει τη Δήμητρα και έχω ταυτιστεί πολύ μαζί της. Μέσα στη Δήμητρα κρύβεται η έφηβη Νικολέτα με τις ανασφάλειές και την παρορμητικότητά της, την αγάπη της για την αντισφαίριση και τη μουσική. Υπάρχουν αρκετά δικά μου βιώματα μέσα στην ιστορία, για παράδειγμα, όταν είχα έναν αγώνα αντισφαίρισης, έμπαινα στο γήπεδο και ένιωθα ότι θα χάσω, όπως η Δήμητρα. Ακόμη και όταν ήμουνα μπροστά στο σκορ, έβλεπα το ποτήρι μισοάδειο. Επίσης, όταν ήμουν λυπημένη, μου άρεσε να ακούω τραγούδια που με έκαναν να αισθάνομαι ακόμα πιο χάλια, σαν να «έτρεφα» κατά κάποιο τρόπο τη θλίψη μου. Έχουμε αρκετά κοινά με τη Δήμητρα αλλά και αρκετές διαφορές όπως το ότι δεν είχα σκυλάκι ούτε έβγαινα με τις φίλες μου, ενώ δεν άφηνα τις δυσκολίες ή τις αποτυχίες μου σε άλλους τομείς να επηρεάζουν τις επιδόσεις μου στο σχολείο.
Γράφετε για ένα δύσκολο κοινό – παιδιά από 12 ετών. Πώς θα μπορέσουμε να κάνουμε τα παιδιά αυτής της ηλικίας, σε αυτή την εποχή να «ανακαλύψουν» το βιβλίο;
Αυτό είναι ένα ακόμη μεγαλύτερο στοίχημα όχι μόνο για τους συγγραφείς αλλά και για όσους ασχολούνται με τα παιδιά και το βιβλίο. Όλα χτίζονται πολύ νωρίς, από τη νηπιακή ηλικία, μην πω και τη βρεφική. Ένα παιδί που έρχεται σε επαφή με τα βιβλία από μωρό, που μέχρι να πάει στο δημοτικό είναι ήδη αναγνώστης με τον δικό του τρόπο, τότε έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να συνεχίσει να είναι αναγνώστης και στην εφηβική ηλικία. Όπως έχει χιλιοειπωθεί, μεγάλο ρόλο παίζει το παράδειγμα που δίνουμε εμείς οι ίδιοι στα παιδιά, γιατί μας αντιγράφουν. Μας βλέπουν να κρατάμε ένα βιβλίο πού και πού ή μήπως είμαστε με το τηλεκοντρόλ ή το κινητό στο χέρι την περισσότερη ώρα;
Από την άλλη, είναι γεγονός ότι καθώς μεγαλώνουν τα παιδιά και μπαίνουν στην εφηβεία, απομακρύνονται από το βιβλίο, όσο λάτρεις του βιβλίου και να είναι όταν είναι μικρά. Επομένως, πρέπει από τη μια οι άνθρωποι του βιβλίου να βρουν τρόπους να έρθουν κοντά στους εφήβους, να τους δείξουν ότι μέσα στα βιβλία υπάρχουν παιδιά της ηλικίας τους, παιδιά με τα οποία θα μπορούσαν να ταυτιστούν, ήρωες που θα μπορούσαν να γίνουν φίλοι τους ή αντιήρωες που θα τους τσαντίσουν και θα νιώσουν ότι θα ήθελαν να τους τα πουν ένα χεράκι.
Ας τους δώσουμε πρώτα αναγνώσματα που είναι πιο κοντά στην ηλικία τους και στο σήμερα κι ύστερα, άμα τους κερδίσουμε, ας τους δώσουμε και πιο κλασσική λογοτεχνία. Να αρχίσουμε από το ορεκτικό, να μην πάμε κατευθείαν στο κυρίως πιάτο. Και φυσικά, ουσιαστικός και καταλυτικός είναι ο ρόλος των εκπαιδευτικών οι οποίοι λόγω του χρόνου που έχουν με τα παιδιά, μπορούν να τους φέρουν σε επαφή με τον κόσμο του βιβλίου, αφιερώνοντας/κλέβοντας λίγο χρόνο από το μάθημα για να τους διαβάσουν μεγαλόφωνα στην τάξη (ακόμη και στους εφήβους αρέσει αυτό), προσκαλώντας συγγραφείς στα σχολεία, δίνοντας κίνητρα στα παιδιά να διαβάσουν.