Ανοιχτό εργαστήρι για την ταυτότητα των νέων
Μέσα απ’ τις σελίδες του Δρόμου αλλά και από το site της Πανελλαδικής Συνάντησης Νέων (https://neolaia.e-dromos.gr/) έχουμε ανοίξει τη συζήτηση για την ταυτότητα της νεολαίας: τι σκεφτόμαστε, σε τι ελπίζουμε οι νέοι σήμερα. Η συζήτηση αυτή αποτελεί βασικό θέμα της συνάντησης στις 12, 13 και 14 Δεκέμβρη και θα απασχολήσει τη μια απ’ τις συνελεύσεις-συζητήσεις του τριημέρου.
Γιατί έχει νόημα να συζητήσει κάποιος σήμερα για την ταυτότητα του νέου; Σ’ αυτό το ερώτημα πρέπει να απαντήσουμε, ξεκινώντας μια τέτοια συζήτηση. Μια απάντηση θα μπορούσε να είναι, π.χ., για να περιγράψουμε και να αναγνωρίσουμε μια κατάσταση που υπάρχει. Αυτό, όμως, ίσως και να μην είναι αρκετό. Και αν ο λόγος που συναντιόμαστε και συζητάμε σε όλη την Ελλάδα είναι να βρούμε κοινούς τρόπους για να τα καταφέρουμε, για να μπορέσουμε να κερδίσουμε πίσω τις ζωές μας, τότε σίγουρα δεν είναι αρκετό.
Πολλά έχουν ακουστεί και ακούγονται για εμάς, τη σημερινή νεολαία. Έχουμε κατηγορηθεί, στο παρελθόν, ως «η γενιά του φραπέ» ή αυτοί που τα «βρήκαν έτοιμα». Το σίγουρο είναι πως είμαστε μια γενιά που αυτή τη στιγμή ζει μια καταστροφή. Καταρρέουν όχι μόνο η οικονομία, οι πολιτικές, η χώρα ολόκληρη αλλά και διάφορα κοινωνικά πρότυπα και ιδεολογήματα που είχαν χτιστεί όταν ακόμα η «ανάπτυξη» και η ευφορία δέσποζε στα τηλεοπτικά πάνελ και στην καταναλωτική Ελλάδα. Πώς, όμως, αυτή η νεολαία, που της τα παίρνουν τελικά όλα, υλικά και αύλα, θα καταφέρει μέσα στο γενικότερο χάος να ορθοποδήσει και να αποτελέσει κυρίαρχο ρόλο στην ανοικοδόμηση της χώρας μας;
Χρειάζεται να κάνουμε μια συζήτηση για να βρούμε τι είναι αυτό που μας κρατά καθηλωμένους ώστε να μπορέσουμε να το αλλάξουμε. Να μιλήσουμε για την ταυτότητα του νέου, όχι γενικά και αφηρημένα, αλλά με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορέσουμε να την κατανοήσουμε, για να την μετασχηματίσουμε. Για να αρχίσουμε να περιγράφουμε το συλλογικό όραμα που μπορεί να ενώσει και να εμπνεύσει τη γενιά μας. Τι κρατάμε από εμάς και τι διώχνουμε «πακέτο» με το γερασμένο πολιτικό σύστημα;
Ποια στοιχεία, ποιες συνθήκες συνθέτουν και ορίζουν την ταυτότητα της νεολαίας σήμερα;
Ξεκινώντας, λοιπόν, μια αδρή ανάλυση και καταγραφή του παρόντος θα λέγαμε πως στη νεολαία παρατηρείται, σε μεγάλο βαθμό, το στοιχείο του ατομισμού σε ένα περιβάλλον κατακερματισμού του ατόμου ως προς την κοινωνία, το χώρο και το χρόνο. Την ίδια ώρα θραυσματοποιούνται διάφορα ερμηνευτικά σχήματα, κοινές αφηγήσεις και κατοχυρωμένες αλήθειες Αντί αυτών, υπάρχουν απόψεις-γνώμες, όσα τα άτομα τόσες και οι αλήθειες. Πόσες φορές έχουμε ακούσει το «όπως το βλέπει ο καθένας». Κατάργείται η αντικειμενικότητα και αποθεώνεται ο υποκειμενισμός. Το άτομο και οι εμπειρίες του αποτελούν το μόνο μέσο για την προσέγγιση της γνώσης. Είναι μια περίοδος πολλαπλής αλλοτρίωσης όσων γνωρίσαμε και μάθαμε μεγαλώνοντας, μια ιδιόμορφη κατάρρευση εκείνων που μας παρέδωσαν οι προηγούμενες γενιές, εκείνων που μας παρέδωσε η ίδια η Ιστορία. Ας δούμε, όμως, λίγο πιο απλά και αναλυτικά τι σημαίνουν και πώς προκύπτουν τα παραπάνω.
Ατομισμός
Πώς εννοείται για τον καθένα από εμάς ο ατομισμός; Είναι ο ίδιος με αυτόν που επικρατούσε κάποια χρόνια πριν; Θα λέγαμε, λοιπόν, ότι χαρακτηρίζεται από το «πώς θα τα βγάλω πέρα, πώς θα βρω μια άκρη μόνος μου». Να σημειωθεί ότι ο ατομισμός σήμερα εκφράζεται με ένα διαφορετικό τρόπο από ό,τι στη δεκαετία του ’90. Τότε προέκυπτε μέσα από την κατάρρευση ιδεολογιών, οραμάτων, συλλογικοτήτων και συνδυαζόταν με την επιδίωξη υλοποίησης μεγάλων προσωπικών βλέψεων (π.χ. καριέρα, λεφτά, δόξα). Σήμερα, όμως, υπάρχει ένα φοβερό αδιέξοδο που κάνει τον ατομισμό να φαντάζει σαν μονόδρομος προκειμένου να μπορέσει κάποιος να βρει μια διέξοδο. Στο μυαλό πολλών η ατομική αφήγηση είναι η μόνη που υπάρχει ώστε κάποιος να τα κουτσοβολέψει. Είμαστε σε μια φάση που, λίγο-πολύ, οι περισσότεροι νέοι δεν βλέπουν ένα συλλογικό όραμα για το οποίο αξίζει να παλέψουν, επειδή δεν τους συγκινεί κάτι, αλλά και επειδή δεν νιώθουν πως είναι εφικτό.
Ακόμα και σε επίπεδο ανθρώπων-προτύπων, η συνεισφορά σε κοινωνικό επίπεδο είναι ατομική. Για παράδειγμα, διάφορες προσωπικότητες (διανόηση, καλλιτέχνες κ.ά.) έχουν δώσει από το χρόνο τους ή έχουν σταθεί δίπλα, υπερασπίζοντας πολλά κοινωνικά ζητήματα. Μπορεί αυτοί οι άνθρωποι να εκθειάζονται, την ίδια στιγμή που εκείνο που προτείνουν ή αντιπροσωπεύουν με τη στάση και τη πορεία ζωής τους είναι ένας αξιοθαύμαστος μεν, ατομικός δρόμος, δε.
Με βάση τα παραπάνω, μπορεί να πει κανείς ότι δομείται ένας ιδιόμορφος ατομισμός στις μέρες μας. Δηλαδή, η νεολαία βρίσκεται σε μια σπασμωδική εναλλαγή, ανάμεσα στο βάλτωμα και στο άρπαγμα της κάθε ευκαιρίας με οποιοδήποτε κόστος. Χαρακτηρίζεται από το συναίσθημα της ανημπόριας, αφού από τον νέο στερούν το δικαίωμα να ονειρεύεται και να σχεδιάζει τη ζωή του, ακυρώνοντάς του συνεχώς και με κάθε ευκαιρία οτιδήποτε τολμήσει να σκεφτεί. Ορισμένες φορές, μάλιστα, για να κάνει κάτι από όσα θέλει, από αυτά που ήδη φυσικά του έχουν πετσοκόψει, ο νέος αναιρεί ακόμα και κάποιες από τις βασικές αξίες του. Έτσι, μπορεί ένας νέος να είναι κριτικός απέναντι στα ρουσφέτια και την ίδια στιγμή αν μπορούσε να πιαστεί από ένα «γνωστό» για να έχει μια ευκαιρία θα το έκανε, αφού «έτσι κι αλλιώς το αξίζει».
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει, όμως, να σημειώσουμε ότι τα τελευταία χρόνια υπήρξαν λαμπρές, αξιοσημείωτες στιγμές στις οποίες έγιναν απόπειρες συλλογικής αντιμετώπισης του αδιεξόδου. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ο Δεκέμβρης του 2008 και οι πλατείες του 2011, στιγμές που όμως θα παρατηρούσε κανείς ότι δεν άφησαν κάποιους πιο μόνιμους δεσμούς αναλογικούς της κλίμακας στην οποία εξελίχθηκαν και του πλήθους του κόσμου που αφορούσαν.
Κατακερματισμός του ατόμου στο χρόνο – Το «μη μέλλον»
Ας δούμε, όμως, τώρα καλύτερα το ζήτημα του κατακερματισμού του ατόμου στο χρόνο. Είναι μια περίεργη διαπίστωση το γεγονός ότι δεν υπάρχει ένα χρονικό συνεχές παρελθόν-παρόν-μέλλον, Ιστορία κ.λπ. Υπάρχει μόνο το παρόν, μόνο το σήμερα, μόνο η στιγμή χωρίς όλα αυτά να συναντούν κάπου το αύριο. Καθοριστικό ρόλο σε όλο αυτό παίζει και μια έντονη αίσθηση μη μέλλοντος. Από πολύ μικρή ηλικία συνηθίζεις να ζεις σε μία καταστροφή. Υπάρχει η ματαιότητα στην όλη ιστορία. Διαβάζεις να περάσεις στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, τελειώνεις μια σχολή, γνωρίζοντας ότι δεν υπάρχουν εργασιακές προοπτικές. Πολύς κόπος για το τίποτα.
Εδώ, ως ιδιαίτερη κατηγορία υπάρχει ο νέος κάτω των 18, ο οποίος δεν ορίζει ο ίδιος ούτε καν αυτό το παρόν, αφού το μεγαλύτερο μέρος της μέρας του αφιερώνεται σε δραστηριότητες που δεν τις επέλεξε, αλλά ούτε και τις επιθυμεί. Αυτή η καταπιεστική και ψυχοφθόρα επιβολή αφενός καθιστά το άτομο παθητικό, στερώντας του και τη παραμικρή δυνατότητα δημιουργικότητας και αφετέρου διαμορφώνει μια αντίληψη γύρω από το ζήτημα της ευθύνης και των υποχρεώσεων. Ο νέος μένει αδιάφορος μπροστά στην Ιστορία, την αγνοεί και αδυνατεί να κατανοήσει τις αντανακλάσεις της στο παρόν.
Με άλλα λόγια, υπάρχει κόντεμα της ελπίδας, των φιλοδοξιών σε όλα τα επίπεδα. Και όλο αυτό οδηγεί σε μια αίσθηση ανημπόριας που εκφράζεται με την αδυναμία να ορίσει κανείς το μέλλον του, να πάρει αποφάσεις για να επιτύχει μικρούς στόχους. Ελάχιστος κόσμος μπορεί να πει τι σκέφτεται ότι θα κάνει σε μια πενταετία-δεκαετία, αφού κυριαρχεί η αβεβαιότητα και η πιθανή κατάρρευση του όποιου πλάνου ζωής. Είναι σαν να περνάμε μια παρατεταμένη φάση ενηλικίωσης, αφού δεν μπορούμε εμείς οι ίδιοι να καθορίσουμε το παρόν και το μέλλον μας.
Κατακερματισμός του ατόμου στο χώρο
Η έκφραση των παραπάνω στοιχείων προκύπτει, επίσης, και ως αλλοτρίωση σε σχέση με το χώρο. Ο νέος δεν αναπτύσσει σταθερούς δεσμούς με τον τόπο, φιλίες, σχέσεις κ.λπ. Είναι σε μια διαρκή κινητικότητα, με μια βαλίτσα στο χέρι. Τη ζωή του διαποτίζει η προσωρινότητα. Προσωρινά μένω στην τάδε πόλη, για μια προσωρινή δουλειά, κάνω προσωρινές παρέες, προσωρινά ερωτεύομαι και φτου κι απ’ την αρχή σε μια νέα προσωρινότητα στον ακαθόριστο χωρόχρονο.
Ο τόπος βιώνεται αποκλειστικά ως χώρος που είτε περιορίζει είτε επιτρέπει το ξεδίπλωμα των εκάστοτε «δυνατοτήτων». Όλο αυτό διαμορφώνει μια ιδιότυπη ηθική. Ο νέος δεν συλλογικοποιεί, δεν οργανώνεται για να διεκδικήσει κάτι εκεί που ζει, παρά φεύγει αναζητώντας αυτό το «κάτι» σε έναν άλλον προορισμό. Με ευκολία κάποιος φεύγει από τη χώρα, προκειμένου να εφαρμόσει αυτά που σπούδασε. Εύκολα αφήνει πίσω φίλους και οικογένεια, ακόμα κι αν ο ίδιος τα αξιολογεί όλα αυτά ως πολύ σημαντικά. Αλλά ακόμα και για κάποιον να είναι δύσκολα, καλλιεργείται και κυριαρχεί το πρότυπο του νέου που ξεφεύγει από τη χώρα που «τρώει τα παιδιά της» πηγαίνοντας να πάρει ό,τι του αξίζει σε μια από τις ισχυρές χώρες του εξωτερικού που καλοδέχονται το φρέσκο δυναμικό για το οποίο, μάλιστα, δεν έχουν δώσει δεκάρα στις κοστοβόρες σπουδές του.
Πολλαπλή αλλοτρίωση
Τα παραπάνω, συνδυαζόμενα με το πρότυπο της μαζικής δημοκρατίας, επιτείνουν μιαν αίσθηση ασημαντότητας, με τον νέο να σκέφτεται «είμαι πολύ μικρός για να τ’ αλλάξω». Με την έκφραση μαζική δημοκρατία εννοούμε αυτό που περιλαμβάνει τη μαζική κατανάλωση και την αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Εννοούμε αυτό που συγκροτεί ένα πλέγμα γιγαντιαίων δομών και μηχανισμών εντός των οποίων τοποθετείται το άτομο. Έτσι, λοιπόν, η αίσθηση της ασημαντότητας και της ανημπόριας πολλαπλασιάζεται στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Το άτομο μετατρέπεται σε σχολιαστή του κοινωνικού γίγνεσθαι και όχι δρων-ενεργητικό συστατικό του.
Τα πάντα υπάγονται σε μια ατομικιστική αντίληψη κόστους-οφέλους. Η γνώση, ο άνθρωπος, η φύση, ο πολιτισμός αντιμετώπιζονται ως μέσα προς εκμετάλλευση και όχι ως αυταξίες. Η αντίληψη αυτή υπάρχει σε όλα τα επίπεδα: «Θα σου δώσω κάτι αλλά κάτι πρέπει και να πάρω», ακόμα κι αν αυτό είναι απλά χρόνος. Με αποτέλεσμα ακόμα και η συμμετοχή σε μια προσπάθεια, σε μια κίνηση, σε μια συλλογικότητα κοστολογείται από το νέο με βάση την υλική ανταπόδοση που θα αποφέρει στον ίδιο. Είναι αυτό που ακούμε συχνά: «τι ασχολείσαι μ’ αυτά; Εσύ τι έχεις να κερδίσεις;». Δεν υπάρχει σε κανένα επίπεδο η έννοια της βαθύτερης επένδυσης ακόμα και στο χτίσιμο του ίδιου μας του εαυτού. Επιφανειακότητα, ανταποδοτικότητα και αμεσότητα μερικές λέξεις που μας έρχονται στο μυαλό.
Χρησιμοθηρική-εργαλειακή αντιμετώπιση της γνώσης ως ιδιαίτερη και κομβική εκδήλωση του παραπάνω. Για παράδειγμα: «γιατί να μάθω έκθεση; Εγώ μάγειρας θέλω να γίνω…», γεγονός που οδηγεί στον κατακερματισμό της σκέψης και στην ανυπαρξία συνθετικής ικανότητας. Επιβάλλεται από πολύ νωρίς η εξειδίκευση που έχει επέλθει με την ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας. Ταυτόχρονα, ο νέος αδυνατεί και αρνείται να συνδέσει τις διάφορες γνώσεις. Μαθαίνουμε ό,τι μας χρησιμεύει στην παρούσα στιγμή. Τη μια δίνουμε Πανελλήνιες, την άλλη κάποια ξένη γλώσσα, ένα μάθημα στη σχολή κ.λπ. Ειδικά στις σημερινές συνθήκες με την υπερεξειδίκευση και την έκρηξη της πληροφορίας δεν υπάρχουν γνώσεις παρά μόνο πληροφορίες ετερόκλητες και ασύνδετες μεταξύ τους. Ακόμα και στα Social Μedia τσιμπάει κανείς άρθρα από δω κι από κει, ένα ωραίο στίχο από κάποιο ποίημα, ένα αστείο βίντεο, μια τραγική συνέντευξη, απόψεις, δηλώσεις κ.ά., σκόρπια πράγματα σαν λαμπάκια που αναβοσβήνουν μέσα στο κεφάλι μας. Ο χρόνος που ξοδεύει ο νέος στην ανάγνωση μιας εφημερίδας, ενός βιβλίου, στο να δει μια ταινία και γενικότερα σε οτιδήποτε θα του προσφέρει μια σχετικά ολοκληρωμένη γνώση, ελαχιστοποιείται.
Τι κρατάμε από μας…
Η νεολαία σήμερα αναζητά αξιοπρέπεια, σεβασμό, αξιοκρατία. Νιώθει ότι έχει μοχθήσει και απαιτεί οι κόποι της να ανταμειφθούν. Μπορεί αυτό να διοχετεύεται σε ατομικές λύσεις, αλλά το γεγονός ότι υπάρχει μια γενιά που αναγνωρίζει ότι της αξίζει κάτι καλύτερο και δεν θέλει να ζήσει σαν είλωτας είναι θετικό.
Γνώση, εργατικότητα και διάθεση για δημιουργικότητα: Υπάρχει ένα πολύ μεγάλο καταρτισμένο δυναμικό που θέλει να ασχοληθεί με αυτό που έχει σπουδάσει και έχει την τεχνογνωσία. Έχει όρεξη για δουλειά και δημιουργία και νιώθει όλα αυτά να συνθλίβονται λόγω της ανεργίας. Το ζητούμενο είναι να κατανοήσουμε πως ο μόνος τρόπος για να μπορέσουν όλες αυτές οι δυνατότητες να ανθίσουν και να ξεδιπλωθούν πραγματικά, είναι όταν θα εντάσσονται σε ένα συνολικότερο όραμα, σε μια συλλογική προσπάθεια για το κοινό καλό. Η ανοικοδόμηση του μέλλοντός μας σήμερα είναι αιτούμενο να περάσει μέσα από την ανοικοδόμηση του τόπου μας.
Απαξίωση του πολιτικού συστήματος και θυμός για την κατάσταση που μας παραδόθηκε: Δεν είμαστε στη φάση που η νεολαία της χώρας στηρίζει τις μνημονιακές κυβερνήσεις. Μπορεί οι περισσότεροι να απέχουν από την πολιτική και να μη θέλουν να τη συζητάνε, αλλά την ίδια στιγμή όλοι καταλαβαίνουν ότι η πολιτική, έτσι όπως είναι διαμορφωμένη, δεν μας χωράει. Η νεολαία θα στήριζε μόνο κάτι που δεν θα θυμίζει σε τίποτα το μεταπολιτευτικό μοντέλο της ρεμούλας και της μίζας.
Υπάρχει ανάγκη για μια άλλου τύπου συλλογικότητα. Η νεολαία, ίσως κι εξαιτίας ενός εγωισμού, δεν θα μπορούσε να συμμετέχει σε τίποτα που να την καπελώνει. Θέλει να είναι διακριτή η προσφορά της. Αυτό το στοιχείο είναι θετικό, γιατί αν αξιοποιηθεί σωστά μπορεί να βάλει τον κάθε νέο να δουλέψει για ένα σκοπό, αρκεί να έχει ρόλο. Δεν ανέχεται η νεολαία την ισοπεδωτική συλλογικότητα. Απαιτεί δημοκρατία, ισότιμη συμμετοχή και συνευθύνη.