Η δήθεν αθώα κάνναβις έχει αυξημένους κινδύνους πρόκλησης ψυχοσωματικών δυσλειτουργιών και σχιζοφρένειας. (Αλέκα Παπαρήγα, σε εκδήλωση της ΚΝΕ, 13/3/11)

Η κοινωνία κινδυνεύει από τους χρήστες ή από το αστυνομικό κράτος;
Με την ευρύτατη διάδοση των ναρκωτικών και τις διάφορες μεθόδους που δοκιμάστηκαν για την αντιμετώπισής της, συσσωρεύτηκε πλούσια εμπειρία σε κοινωνικό, πολιτισμικό, οικονομικό, ιατρικό, αλλά και πολιτικό επίπεδο, διεθνώς. Σήμερα, γίνεται κατανοητό ότι οι κοινωνίες δεν μπορούν πλέον να προσεγγίζουν μονοδιάστατα το φαινόμενο, είτε ως αποκλειστικά ψυχιατρικό είτε ως αποκλειστικά παραβατικό. Γιατί, ξέρουμε πια ότι συνδέεται με την αγχωτική και ανασφαλή ζωή, τις εντεινόμενες ανισότητες, τις κουλτούρες που διαμορφώνονται ως παράγωγα του σύγχρονου λάιφστάιλ, αλλά και της αντίθεσης σ’ αυτό. Και βεβαίως, με τη θεοποίηση του κέρδους και την επιδίωξή του με κάθε νόμιμο και παράνομο τρόπο, δηλαδή, σε τελευταία ανάλυση, με τη φύση της οικονομίας της αγοράς, που είναι άρρηκτα δεμένη με την αχαλίνωτη κερδοσκοπία, τη διαφθορά και την εγκληματικότητα. Επίσης, τα ναρκωτικά χρησιμοποιούνται ως πολιτικό μέσο για τη χειραγώγηση των κοινωνιών, αλλά και εργαλείο ψυχολογικής, ηθικής και φυσικής εξόντωσης των αντιπάλων του συστήματος, ως όπλο ατομικής και μαζικής καταστροφής. Το ζήτημα, λοιπόν, είναι κατ’ εξοχήν πολιτικό.
Συχνά, η ισοπεδωτική αντιμετώπιση του φαινομένου συγκαλύπτει μεγαλύτερα και σοβαρότερα προβλήματα από τη χρήση και την εξάρτηση. Η σωστή αντιμετώπισή του προϋποθέτει αφενός καλή γνώση των εσωτερικών χαρακτηριστικών του και αφετέρου σφαιρική θεώρησή του. Προϋποθέτει συνυπολογισμό των αλληλεπιδράσεων, αλλά και εξειδίκευση με βάση τις τοπικές διαστάσεις και ιδιαιτερότητες του προβλήματος, μέσα στο συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον. Μόνο έτσι μπορεί κανείς να εκτιμήσει το μέγεθος και τη φύση του προβλήματος προκειμένου να καθορίσει θέση και στάση έναντί του.
Οι ιδιαιτερότητες κατά τόπο και χρόνο, οι γεωπολιτικοί συντελεστές, τα νόμιμα και τα παράνομα ναρκωτικά και πολλοί άλλοι παράγοντες επιβάλλουν μία θεώρηση που δεν περιορίζεται στην τυπική περίπτωση χρήστης-βαποράκι-έμπορος. Το πρόβλημα είναι πολύ μεγαλύτερο και πολύ δυσκολότερο. Συνδέεται όχι μόνο με την εξάρτηση ενός αριθμού ανθρώπων, αλλά και με την ακεραιότητα του πολιτεύματος, τη διαφθορά των μηχανισμών του κράτους, την αναγόρευση σε παράλληλη εξουσία της μαφίας και του παρακράτους, τον αγώνα για δημοκρατία και σοσιαλισμό. Κι έτσι οφείλει να το προσεγγίζει η Αριστερά. Οι απλουστεύσεις και οι χονδροειδείς ερμηνείες βλάπτουν πολύ σοβαρά όχι μόνο την υγεία, αλλά και την κοινωνία ολόκληρη και το προοδευτικό κίνημα πρωτίστως.

Οι ναρκοσυμμορίες σε δράση
Για παράδειγμα, η εμπειρία του Μεξικού δείχνει ότι η εγκληματικότητα που συνδέεται με τα ναρκωτικά αποτελεί πρόβλημα εξαιρετικά μεγαλύτερο από το πρόβλημα της χρήσης των ναρκωτικών αφ’ εαυτού. Το κεντρικό πρόβλημα, στο Μεξικό, δεν είναι οι Μεξικανοί χρήστες. Το κεντρικό πρόβλημα είναι η ισχυροποίηση των καρτέλ. Η διαφθορά και κατάλυση του κράτους από τις ναρκοσυμμορίες, οι 40.000 νεκροί όχι από υπερβολική δόση, αλλά από σφαίρες, βασανιστήρια και αποκεφαλισμούς, μέσα στα τέσσερα τελευταία χρόνια και ο επακόλουθος ηθικός εξανδραποδισμός της κοινωνίας, αποτελούν το κατ’ εξοχήν πρόβλημα ζωής και θανάτου στο Μεξικό. Αντιθέτως, στο Αφγανιστάν, οι δυνάμεις κατοχής καταστρέφουν το μοναδικό τρόπο βιοπορισμού τού αγροτικού πληθυσμού επιφέροντας στις αγροτικές κοινότητες υποσιτισμό, θάνατο και μετανάστευση. Στην Κολομβία, όπως και στο Περού, τα καθεστώτα, σε συνεργασία με τους Αμερικανούς, χρησιμοποιούν τις ναρκοσυμμορίες για να περιορίσουν το ζωτικό χώρο των ανταρτικών δυνάμεων που εξορμούν από τις δασικές περιοχές. Στο Σαλβαδόρ και τη Γουατεμάλα, οι ναρκοσυμμορίες δολοφονούν καθημερινά συνδικαλιστές, δημοσιογράφους, δασκάλους και προοδευτικούς πολιτικούς εμποδίζοντας τη δημοκρατική ανασυγκρότηση των χωρών αυτών. Οι ναρκοσυμμορίες σχεδόν σε όλο τον κόσμο λειτουργούν, με την παρότρυνση ή όχι των καθεστώτων, σαν παρακρατικές ομάδες που εκκαθαρίζουν τις χώρες από τα δημοκρατικά και επαναστατικά στοιχεία.
Ας μην ξεχνάμε ότι στο παρελθόν η Αγγλία διέδιδε τα ναρκωτικά στην Κίνα, προκειμένου να καταστέλλει τις αντιδράσεις των Κινέζων και να εδραιώνει την κυριαρχία της. Προσφάτως, η CIA εμπορευόταν ηρωίνη προκειμένου να χρηματοδοτεί -παρακάμπτοντας τους περιορισμούς του αμερικανικού Κονγκρέσου- τις αντεπαναστατικές συμμορίες στη Νικαράγουα, όπως αποκαλύφθηκε με το σκάνδαλο Ιράν-Κόντρα. Αλλά, και στην καρδιά της Ευρώπης, στην Ιταλία, οι μαφίες αποτελούν κράτος εν κράτει, έχοντας ισχυρότατες διασυνδέσεις σε όλο τον κρατικό μηχανισμό, από την αστυνομία και τη Δικαιοσύνη ώς τα κόμματα, τους υπουργούς, ακόμα και πρωθυπουργούς και προέδρους, όπως επιβεβαιώθηκε από την αποδεδειγμένη σχέση του Αντρεότι και του Κράξι με την ιταλική μαφία.

Παράνομα και νόμιμα ναρκωτικά
Στην Ελλάδα, δεν υπήρχε σοβαρό πρόβλημα ναρκωτικών, παρ’ όλο που η χρήση του χασίς ήταν ανέκαθεν πλατιά διαδεδομένη. Αυτό το μαρτυρούν και τα εκατοντάδες ρεμπέτικα τραγούδια, τα λεγόμενα χασικλίδικα, τα οποία ήταν και παρέμειναν δημοφιλή όχι μόνο μεταξύ των «χασισοποτών», αλλά και του άκαπνου πληθυσμού, ο οποίος ακόμα κι αν ήταν αρνητικός στις ουσίες, θεωρούσε τη χρήση «μαύρου» ως περιθωριακή και όχι εγκληματική συμπεριφορά.
Το πρόβλημα δημιουργείται με την εμφάνιση της πρέζας στο κοινωνικό προσκήνιο, εξέλιξη που συνδέεται με το αμερικανικό λάιφστάιλ και την ισχυροποίηση των τεραστίων ναρκοτράστ, τα οποία την εμπορεύονται.
Όμως, ενώ γύρω από τα παράνομα ναρκωτικά αναπτύσσονται αντιδικίες και δράματα πάσης φύσεως, η παράλληλη ανάπτυξη των νόμιμων ναρκωτικών όχι μόνο μένει στο απυρόβλητο, αλλά επιβάλλεται σαν συμπληρωματικό στοιχείο του σύγχρονου τρόπου ζωής, παρ’ όλες τις καταστροφικές συνέπειές τους.
Στο δυτικό κόσμο, η βιομηχανία φαρμάκων ανέπτυξε σε τεράστια κλίμακα, ανεμπόδιστα, τη δική της αγορά ναρκωτικών, τη νόμιμη, για να εκμεταλλεύεται και να καλλιεργεί περαιτέρω τις ψυχικές αβαρίες και τις καταναλωτικές προτιμήσεις του σύγχρονου πολίτη καταναλωτή. Είναι, μάλιστα, γνωστό, ότι οι βιομηχανίες φαρμάκων αντιτίθενται στη νομιμοποίηση του χασίς, γιατί είναι ευκαιριακής χρήσης και όχι εξαρτησιογόνο όπως είναι όλα τα νόμιμα ναρκωτικά, από το βάλιουμ ώς το πρόζακ και όλη τη μεγάλη γκάμα ψυχοφαρμάκων. Και γιατί η οικονομική αξία του «χόρτου» σε συνθήκες νομιμότητας είναι ασήμαντη. Κοστίζει λιγότερο από ένα βασιλικό στη γλάστρα. Ενδιαφέρονται, όμως, οι πολυεθνικές για το χαρακτηρισμό και την πώλησή του ως «φάρμακο», ώστε να ελέγχουν τη διακίνησή του.

Το οργανωμένο έγκλημα
Στην Ελλάδα, πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται πολύ ανησυχητικά το ανύπαρκτο στο παρελθόν οργανωμένο έγκλημα, το οποίο διασυνδέεται με το εμπόριο ναρκωτικών (πορνεία, τζόγος, εκβιασμοί, ξέπλυμα μαύρου χρήματος, τοκογλυφία, ακόμα και συμβόλαια θανάτου).
Πρέπει, λοιπόν, το πρόβλημα με τα ναρκωτικά να ειδωθεί μέσα από όλες αυτές τις πτυχές. Πού βρισκόμαστε και πού πάμε, δηλαδή. Από τι κινδυνεύουμε περισσότερο και τι έχουν αποδώσει οι μέχρι σήμερα εφαρμοσμένες πρακτικές. Θα υποστηρίξουμε μόνο την αύξηση των θεραπευτικών κοινοτήτων που ποτέ δεν μπορούν να είναι επαρκείς σε αριθμό για να καλύψουν τις υπαρκτές ανάγκες νοσηλίας/φιλοξενίας των εξαρτημένων ατόμων ή θα πιέσουμε με μεγαλύτερη ένταση για μέτρα που θα αποδυναμώνουν τους εμπόρους ναρκωτικών οι οποίοι, μέρα με τη μέρα, εδραιώνουν την παρουσία τους συμπαρασύροντας όχι μόνο αθώους ανθρώπους στην εξαθλίωση και το θάνατο, αλλά διεισδύοντας και διαβρώνοντας σε βάθος την αστυνομία, τη διοίκηση, τη Δικαιοσύνη και την πολιτική; Θα μπορέσουμε, άραγε, να ξεφύγουμε από τη μονόπλευρη επίκληση των ανθρωπίνων δραμάτων που προκαλεί η εξάρτηση και να αντιμετωπίσουμε τις πραγματικές δυνάμεις του κακού, δηλαδή ναρκοσυμμορίες, ασυνείδητους γιατρούς, πολυεθνικές του φαρμάκου και κρατικούς συνεργούς, από τις οποίες κινδυνεύει σοβαρά και άμεσα ολόκληρη η κοινωνία;

ΚΚΕ και μητροπολίτης Κονίτσης
Θεωρώ ότι ούτε η Αριστερά έχει αντιληφθεί, πέρα από ατομικές περιπτώσεις, τον κίνδυνο που συνεπάγεται η ισχυροποίηση των ναρκοσυμμοριών. Η περίπτωση του Μεξικού, ενός αναπτυγμένου κράτους, θα έπρεπε να έχει προ πολλού κρούσει όχι τον κώδωνα, αλλά όλες τις μεγάλες καμπάνες του κινδύνου για το που μπορεί να οδηγήσει στην ακραία της μορφή η ισχυροποίηση των ναρκοσυμμοριών. Όπως έχει δείξει και η εμπειρία στις ΗΠΑ, όπου στήθηκε βιομηχανία φυλακών με 500.000 έγκλειστους με βαριές ποινές για υποθέσεις ναρκωτικών, το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται με ένταση της καταστολής, αύξηση των ποινών, εξομοίωση των ουσιών και πολλαπλασιασμό των κελιών. Στατιστικά, τα μεγάλα θύματα της καταστολής είναι φτωχοί και μαύροι. Και οι μεγαλύτεροι πολέμιοι της αποποινικοποίησης, μαζί με τη χριστιανική Δεξιά που στηρίζει τη δύναμή της στην άγνοια και τον εκφοβισμό, είναι οι μεγαλέμποροι ναρκωτικών που δεν θέλουν να χάσουν την πολυάριθμη πελατεία τους.
Αρκετές ευρωπαϊκές εναλλακτικές επιλογές έχουν αποδειχτεί περισσότερο αποτελεσματικές και πολύ πιο ήπιες στην εφαρμογή τους.
Η θέση του ΚΚΕ ότι η αποποινικοποίηση υποκρύπτει κάποιο σχέδιο του κράτους που θα κάνει όλη την κοινωνία να καπνίζει χασίς για να τη χειραγωγήσει, είναι μάλλον παιδαριώδης και ικανοποιεί κάποιους συντηρητικούς και αυταρχικούς θύλακες στην Αριστερά. Ουσιαστικά, αυτή η περιορισμένη οπτική αποκρύπτει τον πολύπτυχο χαρακτήρα του προβλήματος και διαφέρει από τη θέση του μητροπολίτη Κονίτσης ως προς το ότι ενδύεται μία τυποιημένη αντικαπιταλιστική ρητορία, ενώ ταυτίζεται με τις κυρίαρχες απόψεις του αμερικανικού κατεστημένου, ειδικά στο ζήτημα του μη διαχωρισμού των ουσιών και την ποινική διαχείριση του ζητήματος.
Οι παράνομες ναρκωτικές ουσίες αποτελούν άλλο ένα πρόσχημα για εδραίωση των κοινωνικών διακρίσεων, συρρίκνωση των πολιτικών ελευθεριών, γκετοποίηση των φτωχών, επέκταση του δικτύου των φυλακών και, εν ολίγοις, ισχυροποίηση του αστυνομικού κράτους. Επίσης, με πρόσχημα τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών, ενισχύεται η δράση του τεράστιου μιλιταριστικού συμπλέγματος που επιβάλλει τη δυτική κυριαρχία, ειδικά στον Τρίτο Κόσμο. Στο εσωτερικό των ΗΠΑ, από τις δεκαετίες του ’60 και ’70, το FBI χρησιμοποιούσε ναρκωτικά για να ενοχοποιεί και να φυλακίζει σημαντικούς ακτιβιστές της Αριστεράς που πρωτοστατούσαν στο αντιπολεμικό κίνημα, όπως τον John Sinclair.
Σε αντίθεση με την κρατούσα αντίληψη, τα ναρκωτικά που χρησιμοποιούνται από το κατεστημένο για τη χειραγώγηση της κοινωνίας μέσα από τη χρήση τους, είναι τα νόμιμα ναρκωτικά, τα οποία είναι άκρως εξαρτησιογόνα, παράγονται από πολυεθνικούς κολοσσούς, διατίθενται ελεύθερα στα φαρμακεία και απευθύνονται όχι σε περιθωριακές ομάδες, αλλά στη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών. Ναρκωτικά με ραγδαία διάδοση και στην Ελλάδα, που καταναλώνονται αφειδώς από μικρομεσαίους εργαζόμενους. Αυτά καταστέλλουν σε καθημερινή βάση τις ψυχικές αντιδράσεις που προκαλούνται από τις κρατικές πολιτικές, δημιουργώντας πειθήνιους πολίτες. Αν και είναι εξαιρετικά επικίνδυνα για το σύνολο της κοινωνίας, γι’ αυτά ποτέ δεν αντέδρασε δυναμικά και συστηματικά η Αριστερά. Αντί, λοιπόν, να στρέψει τα πυρά του στη μαζική πώληση και χρήση των νόμιμων ναρκωτικών ουσιών που αυξάνεται γεωμετρικά, το ΚΚΕ στρέφει την προσοχή τής κοινωνίας στην περιθωριακή χρήση της πρέζας και στην όχι περισσότερο επιβλαβή από το αλκοόλ χρήση του χασισιού, ταυτίζοντας το μεν με το δε και, ουσιαστικά, ενθαρρύνοντας την καταστολή. Επίσης, αντί για διάλογο, δαιμονοποιεί κάθε αντίθετη επιχειρηματολογία και στιγματίζει κάθε πολίτη με διαφορετική άποψη, όπως φαίνεται από την ασύμμετρη δήλωση της Αλέκας Παπαρήγα σε εκδήλωση της ΚΝΕ για τα ναρκωτικά: «Οι προπαγανδιστές της αθωότητας ορισμένων ναρκωτικών είναι εξίσου δήμιοι της νεολαίας με αυτούς που κάνουν οργανωμένη διακίνηση.»
Η Αριστερά έχει την υποχρέωση να ιεραρχεί τους κινδύνους και να βλέπει το πρόβλημα σε όλη την πολυπλοκότητά του, να παλεύει για να μη φυλακίζονται οι χρήστες και να τους παρέχονται οι απαραίτητες για την απεξάρτηση φροντίδες, να αφυπνίζει την κοινωνία για όλες τις απειλές που προέρχονται από τη χρήση, αλλά και από τον δήθεν «πόλεμο κατά των ναρκωτικών», να είναι ανυποχώρητη στον αγώνα ενάντια στη μαζική νάρκωση της κοινωνίας από τις πολυεθνικές και να πιέζει ασφυκτικά το κράτος για την αποδυνάμωση και διάλυση των ναρκοσυμμοριών. Τα ναρκωτικά δεν εξαφανίζονται σε συνθήκες καπιταλισμού. Όμως, πρέπει να δίνονται σκληρές μάχες κατά του πολυπλόκαμου κυκλώματος του ναρκεμπορίου και  ταυτόχρονα μέριμνας για χρήστες-θύματα και αποτροπής εγκλεισμού τους. Ούτε γενικόλογες καταγγελίες, ούτε παραπλανητικές θωπείες στ’ αφτιά των πολιτών. Ο λαός δεν κινδυνεύει από το «μαύρο», αλλά από τους «μαύρους» του κράτους και του παρακράτους!
Προσωπικά, δεν καπνίζω ούτε τσιγάρο. Το απεχθάνομαι. Αλλά δεν θα τολμούσα ποτέ να πω στους νέους που καπνίζουν κανένα τσιγαράκι ότι εξαιτίας του όχι μόνο δεν έχουν κοινωνική συνείδηση και δεν μάχονται πολιτικά, αλλά ότι είναι δήμιοι και σχιζοφρενείς! Γιατί, με το δίκιο τους, θα με περιγελούσαν.

Στέλιος Ελληνιάδης

Υ.Γ. Αναγνώστρια της Ελευθεροτυπίας, δημοκρατικών πεποιθήσεων εικάζω, εξομοιώνοντας την ηρωίνη με το χασίς και διαμαρτυρόμενη για την πιθανή αποποινικοποίηση της χρήσης της ινδικής κάνναβης, προτείνει με επιστολή της «η πολιτεία να οργανώνει επισκέψεις σε χώρους όπου βρίσκονται εξαρτημένοι χρήστες, ώστε το παιδί να βλέπει με τα ίδια του τα μάτια σε τι αθλιότητα οδηγούν τον άνθρωπο τα ναρκωτικά»! Κι εγώ, θα αντιπρότεινα επισκέψεις στο σπίτι της κυρίας για να δούμε με τα ίδια μας τα μάτια σε τι άθλιες σκέψεις οδηγούν τον άνθρωπο η άγνοια, ο φόβος και η βλακεία!

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!