της Αφροδίτης Κατσαδούρη
Ένα μωρό κλαίει εξαγριωμένο στην μπανιέρα και δίνει το σύνθημα έναρξης στα γειτονικά οικοδομικά τετράγωνα για εκπυρσοκρότηση υπαρξιακής θλίψης.
Από μακρυά ακούγονται εξαγριωμένες κόρνες μισοκαμμένων οδηγών που τους κατάπιε αμασητί η ζέστη.
Ο Ιούλιος πάντοτε στη μέση. Ανάμεσα από το άγχος της ανυπομονησίας του καλοκαιριού και την πρόνοια σκέψη του κύκνειου περάσματός του.
Η άσφαλτος φλέγεται χωρίς να βλέπεις ή να μυρίζεις τη φωτιά —είμαστε ή δεν είμαστε στον εικοστό πρώτο αιώνα;!
Όπως περνάω ανάμεσα από τα αυτοκίνητα με το μηχανάκι, δαγκώνω στα γρήγορα ένα χέρι ταξιτζή. Αδέξια το φτύνω έξω από το στόχο της άσπρης πορσελάνης, που εσύ τοποθετείς με συμμετρία τα κουκούτσια του καρπουζιού καθώς με περιμένεις.
Τα πάλλευκα κορμιά μας —περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά— κυκλοφορούν χωρίς σκοπό στην πόλη. Κάποτε μεταλάμβαναν την εγκυμονούσα ηδονή τ’ Αυγούστου.
Τώρα, μοντέρνες συνθλιμμένες Αντιγόνες ψάχνουμε εναλλακτικούς τρόπους εκταφής λίγων δανεικών από καμιά ξεχασμένη τσέπη.
Οι τέντες, μόνο οι τέντες μαυρίζουν το φετινό καλοκαίρι και μας γλυκοφιλούν, σκεπάζοντας μας στοργικά, να μη φαινόμαστε στους περαστικούς όταν κλαίμε.
Το ύψος των λογαριασμών, θα μου πεις, δεν κρύβεται — ακόμα και αν νοικιάζεις το ρετιρέ του 5ου.
Τουλάχιστον, θα σου γράψω κι εγώ, αν μύριζε λιγάκι η πόλη νυχτολούλουδο και γιασεμί, θα άνθιζαν λίγοι σπόροι αναμνηστικής παιδικής χαράς κι ίσως να μας έπαιρνε γλυκά ο ύπνος κάποιο βράδυ.
Τώρα όμως, μόνο μια μυρωδιά καμμένης μπαταρίας υπολογιστή αναδύεται από φωταγωγό σε φωταγωγό.
Απ’ παράθυρο των xp μυρίζεις μονάχα κουπόνια για διακοπές από τον πανωλέθριο αστικό ζόφο, λυπόθυμες ρήτρες φρόνιμης αναπροσαρμογής στην αναπόδραστη τοξική χοάνη, πάσες βενζίνης μιας διαδρομής για να πας ως το σπίτι εκείνου και εκείνης που αγαπάς — να ξεχαστεις λιγάκι, καινούργιες συσκευές για να συντηρείς για μήνες ολόφρεσκια την εφταμηνίτικη απαισιοδοξία που αφειδώς γεννάμε.
Το laptop καίει ακόμα ανοιχτό. Έφτασα αισίως στην πίστα “τουρισμός για όλους” και ο ανεμιστήρας στο δωμάτιο δεν καταφέρνει να διώξει τις υπόλοιπες αιτήσεις.
Το βράδυ θα βγω μαζί σου για ποτό. Θα παραγγείλω ούζο, τσίπουρο, κοκτέιλ κι ύστερα μπίρα.
Προτιμώ να χάσω το λογαριασμό παρά να συμπληρώνω κάθιδρη στο παιδικό μου δωμάτιο 33 χρόνων, ξανά και ξανά, το αμαρτωλό ΑΦΜ μου.