Η περίπτωση του Κωνσταντίνου Σακκά είναι η τελευταία σε μια σειρά κρούσματα.
Προφυλακισμένος ήδη πάνω από 18 μήνες, από τον Δεκέμβρη του 2010, αφού η Δικαιοσύνη εξάντλησε την αυστηρότητά της με την κράτηση, χωρίς δίκη, για 30μηνο, ο Κ. Σακκάς βρίσκεται σε απεργία πείνας εδώ και τέσσερις εβδομάδες, έχοντας πλέον υπερβεί και αυτό το 30μηνο προφυλάκισης σε μια κυνική παραβίαση του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Η εκδικητικότητα του κράτους και εξάντληση κάθε αυστηρότητας στις ποινές και την όλη ποινική αντιμετώπιση της «Συνωμοσίας των Πυρήνων της Φωτιάς», αν και πρόκειται για σχετικά μικρής ηλικίας νέους του Δεκέμβρη του 2008 και ενώ η συγκεκριμένη οργάνωση έχει αποφύγει τους φόνους, έρχεται έτσι κι αλλιώς σε οξεία αντίθεση με την ανοχή του συστήματος προς τις αποδεδειγμένα βαριά εγκληματικές επιθέσεις –μεταξύ αυτών και τους φόνους– από μέλη και υποστηρικτές της Χρυσής Αυγής ενάντια σε μετανάστες και όχι μόνο. Αλλά εδώ έχουμε κάτι παραπάνω από αυτό.
Με τη μεγαλύτερη ευκολία, σχεδόν επιδεικτικά, το «έκτακτο κράτος» των μνημονιακών κυβερνήσεων, αυτά τα τελευταία χρόνια, λειτουργεί ακριβώς «έκτακτα», δεν υπολογίζει δηλαδή νόμους, νομιμότητα και Σύνταγμα, τα καταπατά με έναν τρόπο που δεν έχει όμοιό του στη μεταπολίτευση. Σε αυτό το έκτακτο καθεστώς η κυβέρνηση βρίσκει, κατά το μάλλον αρωγό, το δικαστικό κόσμο. Η περίπτωση της πρόσφατης αντιμετώπισης από την κυβέρνηση της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας σχετικά με την ΕΡΤ, όπου ακόμα δεν έχουν ανοίξει οι συχνότητες που έπρεπε «άμεσα» να επαναλειτουργήσουν, είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική περίπτωση περιφρόνησης της νομιμότητας. Στο ίδιο πλαίσιο οι «απολύσεις», που στέλνονται τώρα ταχυδρομικά από το υπουργείο Οικονομικών, στερούνται στοιχειώδους τυπικότητας.
Η λίστα Λαγκάρντ, η διαχείρισή της από τους υπεύθυνους τότε υπουργούς και πρωθυπουργό, η σημερινή διαχείριση της σχετικής Προανακριτικής Επιτροπής από τα πρώην τρία κόμματα της κυβέρνησης (η ΔΗΜΑΡ συναίνεσε να μην ξανακληθεί ο Βενιζέλος, αφού είχε ήδη φύγει από την κυβέρνηση), διαχείριση όπου η τρικομματική συμπαιγνία συγκάλυψης δεν μπορεί να συγκαλυφθεί με κανέναν τρόπο για όσους παρακολουθούν την υπόθεση και όπου ο –αντικειμενικά– ενεχόμενος Βενιζέλος περιφρονεί με τη μέγιστη προκλητικότητα το έργο της Επιτροπής, έχοντας την τρικομματική κάλυψη, είναι ένα διαρκές κρούσμα αυτού του έκτακτου καθεστώτος.
Θα κάνουμε ό,τι θέλουμε, λογαριασμό δεν θα δίνουμε σε κανέναν, θα χτυπάμε με τον πιο παραδειγματικό τρόπο όποιον πάει να κουνηθεί, θα καταπατάμε τους νόμους αν χρειάζεται, θα ανεχόμαστε όμως ταυτόχρονα την εφεδρεία της Χρυσής Αυγής. Υπεράνω της νομιμότητας βρίσκεται το μνημονιακό συμβόλαιο. Κι αν για την εκτέλεσή του απαιτείται καθεστώς έκτακτης ανάγκης, αυτό επιβάλλουμε.
Πόσο μακριά βρισκόμαστε από ένα –και τυπικά– εξαγγελμένο καθεστώς έκτακτης ανάγκης;