Στις 6 Φεβρουαρίου του 2013 «άγνωστοι» δολοφόνησαν τον βουλευτή του Λαϊκού Μετώπου της Τυνησίας Σούκρι Μπελαΐντ. Στην κυβέρνηση βρισκόταν τότε ένας ετερόκλητος συνασπισμός με βασικό κορμό το ισλαμικό κόμμα Ενάχντα και συμμάχους δύο «κεντροαριστερά» κόμματα. Από την πρώτη στιγμή το Λαϊκό Μέτωπο και ο ηγέτης του Χαμά Χαμαμί κατηγόρησαν την κυβέρνηση ως συνένοχο των Τζιχαντιστών, που είχαν βάλει στο στόχαστρο τον Μπελαΐντ εξαιτίας της αγωνιστικής στάσης του. Εκατοντάδες χιλιάδες Τυνήσιοι βγήκαν στους δρόμους με συνθήματα υπέρ της πραγματικής δημοκρατίας και ενάντια στο καθεστώς ατιμωρησίας που απολάμβαναν οι Τζιχαντιστές. Λίγους μήνες αργότερα, στις 25 Ιουλίου του ίδιου χρόνου, οι παρακρατικοί Τζιχαντιστές δολοφόνησαν έναν ακόμη βουλευτή του Λαϊκού Μετώπου, τον Μοχάμεντ Μπραμί…
Σε ένα τέτοιο κλίμα απόπειρας τρομοκράτησης της Αριστεράς, αλλά και σπουδαίας λαϊκής αντίστασης, κορυφώθηκε η πολιτική κρίση στην Τυνησία. Η ισλαμική κυβέρνηση παρέπαιε και ήταν εμφανής πλέον ο κίνδυνος γενικευμένης αιματοχυσίας. Τότε, με την υποστήριξη και του Λαϊκού Μετώπου, μια σειρά κοινωνικές οργανώσεις πήραν την πρωτοβουλία να προτείνουν εθνικό διάλογο, με στόχο μια μεταβατική κυβέρνηση κοινής αποδοχής που θα διοργάνωνε τις επόμενες εκλογές. Κάτω από τη διαρκή λαϊκή πίεση και παρά τις αρχικά βίαιες αντιδράσεις της, η απονομιμοποιημένη ισλαμική κυβέρνηση και οι σύμμαχοί της αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν το Δεκέμβριο του 2013, και να δώσουν τη θέση τους σε μεταβατική κυβέρνηση υπό τον τεχνοκράτη Μεχντί Τζομάα. Για πρώτη φορά μετά το σύντομο διάλειμμα ελευθερίας που ακολούθησε τη λαϊκή εξέγερση του 2011, η οποία έδιωξε τον μισητό δικτάτορα Μπεν Αλί, η Αριστερά μπόρεσε να λειτουργήσει σε στοιχειωδώς δημοκρατικές συνθήκες – και το Λαϊκό Μέτωπο να αναδειχτεί σε τρίτο πολιτικό πόλο της χώρας στις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές που έγιναν στα τέλη του 2014.
Οι τυνησιακές κοινωνικές οργανώσεις που πήραν την πρωτοβουλία για τον εθνικό διάλογο που απέτρεψε τη γενικευμένη αιματοχυσία ήταν η εργατική συνομοσπονδία UGTT, η ομοσπονδία των εργοδοτών UTICA και δύο ακόμη οργανώσεις με μεγάλη αγωνιστική ιστορία: η Τυνησιακή Ένωση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (LTDH) και ο Εθνικός Σύλλογος Δικηγόρων (ONA). Αυτό ήταν το Κουαρτέτο που βραβεύθηκε χθες με το Νόμπελ Ειρήνης, και την προϊστορία του οποίου δεν θα διαβάσουμε στα «μεγάλα» ΜΜΕ. Η επιτροπή απονομής του Νόμπελ, για να αποφύγει να δυσαρεστήσει κάποιον από τους επιφανείς υποψήφιους, βράβευσε το αουτσάιντερ και έριξε έτσι τα φώτα της προσοχής στην πολύπαθη Τυνησία. Ίσως ήταν αυτή η τελευταία, μετά θάνατον, υπηρεσία των δύο δολοφονημένων βουλευτών του Λαϊκού Μετώπου στο λαό τους…
Κ.Ρ.