του Γιάννη Σχίζα
Μπορεί να είναι μέτρο, μπορεί να είναι και μετρό – με την έννοια ότι είναι σε θέση να μας φέρνει υπογείως και ασυνειδήτως στις περιοχές της φαντασίας… Ας υποθέσουμε όμως ότι είναι το πρώτο: Χρειαζόμαστε το μέτρο, έστω και αν είμαστε μελλοθάνατοι, γιατί αυτό που μας χαρακτηρίζει σ’ αυτή την περίπτωση δεν είναι η απουσία μέλλοντος – το μέλλον μπορεί να υπάρχει έως δέκατα του δευτερολέπτου.
Υπάρχει μια σαγηνευτική ιδέα του Λατίνου Αγίου Αυγουστίνου που αξίζει να την έχουμε υπόψη: «Υπάρχουν τρεις χρόνοι, το παρόν του παρόντος, το παρόν του παρελθόντος, το παρόν του μέλλοντος». Διαθέτουμε και τους τρεις χρόνους, είτε είμαστε βρέφη, είτε εσχατόγηροι.
Χρειαζόμαστε το μέτρο, αποκλίνουμε από το μέτρο, χάνουμε το μέτρο, ξαναβρίσκουμε το μέτρο… Σαν τον Καίσαρα, δεν διαβάζουμε τα «φοβερά γραφόμενα του Αρτεμιδώρου», που έλεγε ο Καβάφης: Όμως σε μια παρελθούσα περίοδο έχουμε λάβει υπόψη τα κελεύσματα των καιρών και έχουμε απαντήσει alea jacta est, o κύβος ερρίφθη, όταν έχει έλθει η ώρα του να ριφθεί…
Το μέτρο είναι η μεγάλη υπόδειξη που δεν σεβάστηκε στο παρελθόν η Μήδεια – αν υποθέσουμε ότι αυτό δεν ήταν ένα κόλπο του Ευριπίδη για να ενισχύσει τη δραματική ένταση του έργου του. Αν δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, τότε η παραβίαση του μέτρου έγκειται στην καταδυνάστευση του μητρικού φίλτρου: Μια ερωτευμένη μέχρι πάθους γυναίκα δεν μπορεί να είναι μια γυναίκα που ξεχνάει τα άλλα της πάθη. Αλλά και ο καλλιτέχνης, είτε είναι εικαστικός είτε λογοτέχνης, δεν μπορεί να ξεχνάει τα άλλα πάθη, και κυρίως το primum vivere deinde philosofare – πρώτα να ζει με πάθος και αλήθεια τη ζωή του, κι έπειτα να φιλοσοφεί.
Το μέτρο μιας ζωγραφικής είναι το αδιαχώρητό της μέσα στον πίνακα. Πρέπει να είναι έτσι, για να μπορεί η φαντασία να ξεχειλώνει το μήνυμα, να το πάει παντού.
Το μέτρο μιας γλυπτικής είναι η πίστη στην ενδότερη ζωή του γλυπτού. Οι Αμερικανοί λάξευσαν στο όρος Ράσμορ τις μορφές τεσσάρων προέδρων, η Ελλάδα έδωσε την απεικόνιση του Ζαλόγγου μέσα από το έργο του Ζογγολόπουλου: Μόρφωμα που ήταν καλλιτεχνικότερο και περιεκτικότερο μέσα στην αοριστία του – για να κάνει τον θεατή να θυμάται και να ελπίζει.
Το μέτρο της Αρχιτεκτονικής είναι η ιδιότητά της να θαμπώνει το βλέμμα με το παλιό, το σύγχρονο, το μελλοντικό: Εν φαντασία και λόγω.
Το μέτρο μιας αρχιτεκτονικής φωτισμών είναι η ιδιότητά της να προαναγγέλλει σιγά-σιγά τον ερχομό της σε μια ειδική περιοχή του 24ωρου, κι έπειτα το ίδιο σιγά να φεύγει.
Τα μέτρα που παίρνονται για μια πολιτική σωτηρίας είναι πολλές φορές αμφίβολα. Ο κατευνασμός σημερινών αντιθέσεων και η απάλειψη μελανών σημείων για την εξυπηρέτηση της τρέχουσας πολιτικής δεν είναι μέτρο.
Χρειαζόμαστε μέτρα, άλλως αντίμετρα – εφόσον έχουν αποτύχει τα πρώτα. Μέτρο είναι το να μην έχουμε ανάγκη από έπαρση ή από ταπείνωση. Μέτρο είναι να ξοδεύουμε την καρδιά μας – γιατί όσο την ξοδεύουμε αυτή γίνεται μεγαλύτερη, κατά τον ποιητή Μόντη.
Μέτρο είναι το να γινόμαστε πιλότοι ή, στη χειρότερη περίπτωση, ποδοσφαιριστές που σε ώρα θριάμβου θα επιβεβαιώνουμε ότι η ομάδα πετάει!