Σημειώσεις για μια πολιτική γραμμή σήμερα

 

«Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο,
το κατανοείν συνιστά γίγνεσθαι και παράγει ιστορία»

 

Ύστερα από ένα «στυφό» καλοκαίρι, κατά το όποιο έγιναν πάρα πολλά και πολύ γρήγορα, υπάρχει ανάγκη να προσδιοριστεί η φάση στην οποία βρισκόμαστε. Ιδιαίτερα μετά τις εκλογές, έχει, δειλά μεν, ανοίξει μια συζήτηση και υπάρχουν διεργασίες στην προσπάθεια να ερμηνευτεί η πραγματικότητα. Θέλοντας να συμβάλουμε στη συζήτηση αυτή, καταθέτουμε προς κρίση κάποιες βασικές εκτιμήσεις και σκέψεις.

 

Ένας νέος κύκλος

Κλείνει ένας πεντάχρονος κύκλος που στο επίκεντρο είχε τον αγώνα, την επιθυμία, την ελπίδα, την προσδοκία για αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό. Προσδοκία που συνόδευε το αίτημα για «κατάργηση των μνημονίων». Ο κύκλος αυτός κλείνει με μια ήττα του αντιμνημονιακού κινήματος, όπως το γνωρίσαμε μέχρι σήμερα σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Δεν κλείνει με ευνοϊκούς όρους για το λαϊκό κίνημα και όποιος ενδιαφέρεται γι’ αυτό, οφείλει να λάβει σοβαρά υπ’ όψιν την αλλαγή της φάσης και τους νέους κοινωνικούς όρους που θα δημιουργηθούν, όπως και όλα τα ζητήματα συνείδησης-συγκρότησης που τη συνοδεύουν. Σήμερα, που κινούμαστε με σχήματα λιγότερο στέρεα, πρέπει να αφουγκραστούμε μερικά βασικά ζητήματα που σχετίζονται με τη νέα φάση.

Είμαστε στην πέμπτη χρονιά μνημονίων μέσα σε ανθρωπιστική κρίση, ενώ η χώρα εκπίπτει σε «χώρο». Η Ελλάδα αποτελεί πεδίο πάνω στο οποίο ανταγωνίζονται μεγάλες δυνάμεις και φαίνεται ότι οι εξελίξεις θα καθοριστούν από τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς και όχι από τις εσωτερικές πολιτικές ανακατατάξεις. Η απροκάλυπτα φιλοαμερικανική και τυχοδιωκτική στάση της κυβέρνησης δεσμεύει την χώρα σε ποικίλα ανταλλάγματα και οδηγεί με ακρίβεια σε νέες εθνικές περιπέτειες. Ο άξονας Κυπριακό-Αιγαίο και η διαπραγμάτευση για το χρέος, σε συνάρτηση με τα ανοιχτά «μέτωπα», συνιστούν κρίσιμες «ουρές» που δεν θα διευθετηθούν από κάποιες κοινωνικές δυνάμεις που αγωνίζονται αλλά από συμφωνίες και ανταλλάγματα μεταξύ των δυνάμεων που δρουν ή έχουν συμφέροντα στην περιοχή. Παράλληλα, το σχέδιο περιλαμβάνει την μετατροπή της χώρας σε φράχτη-υποδοχέα τεράστιων προσφυγικών ρευμάτων για να μη φτάσουν στην Ευρώπη.

 

Κεντροαριστερά και αναδιπλώσεις

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αναδεικνύεται πολύ χρήσιμη ως πυλώνας σταθερότητας και κυματοθραύστης του λαϊκού ριζοσπαστισμού, έστω προσωρινά. «Σαν έτοιμοι από καιρό», προχωρούν στην υλοποίηση του πιο ατιμωτικού μνημονίου, πράγμα που δεν θα τολμούσε να φανταστεί καμία προηγούμενη κυβέρνηση. Δεν πρέπει, όμως, να ξεχνάμε ότι ο άξονας της πολιτικής σκηνής στη χώρα είναι κεντροαριστερός, καθώς η σταθερότητα και οι βασικές συστημικές επιλογές μπορούν να περάσουν πιο εύκολα και πιο ανώδυνα μέσα από κεντροαριστερές φόρμουλες και προτάσεις, παρά μέσα από σκληρά νεοφιλελεύθερη ή ακροδεξιά ρητορική, ακόμα κι αν τα περιεχόμενα της οικονομικής πολιτικής δεν διαφέρουν.

Είμαστε ήδη αντιμέτωποι με έναν αχταρμά «αριστεροδεξιών» λόγων και πράξεων που συμβάλλουν στη γενικευμένη σύγχυση και στην αποδόμηση, ειδικά αριστερών, κριτηρίων. Η ενορχήστρωση του αποπροσανατολισμού καλά κρατεί, αφού καταπίνονται κάμηλοι, ενώ οι κώνωπες διυλίζονται συστηματικά. Η χώρα διαλύεται και μετατρέπεται σε αποικία χρέους για τις επόμενες δεκαετίες, αλλά με μπόλικες δόσεις «ανθρωπισμού» και «δικαιωματισμού», ίσα-ίσα για να κρατιέται μία επαφή με κάποια ακροατήρια. Καθόλου λοιπόν δεν αρκεί η κριτική που περιορίζεται στη μνημονιακή ή «προδοτική» φύση του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης, αγνοώντας την ειδική (κεντροαριστερή) φύση της πολιτικής της.

Η Αριστερά όλων των αποχρώσεων, δυστυχώς δεν αντιλαμβάνεται καθόλου την κοινωνική ατμόσφαιρα, τις αντιθέσεις και τις διεργασίες που γίνονται αυτήν την περίοδο, εγκλωβισμένη στα στερεότυπά της. Αυτή, πέραν της εκδοχής που κυβερνά και έχει μεταλλαχθεί σε κάτι άλλο, βλέπει την πολιτική ως καταγγελία και όχι ως εναλλακτική πρόταση που απευθύνεται σε εκατομμύρια ανθρώπων κι όχι εντός των τειχών. Επιτέθηκε στην αποχή προεκλογικά, περιχαρακώθηκε ως κάστρο και μετράει τα πάντα μέσα από ποσοστά και βουλευτικές έδρες, αντιμετωπίζοντας στην ουσία την κοινωνία ως ψηφοφόρους, ως ποσοστό.

Είναι λυπηρό που μέσα σε κύκλους της Αριστεράς, μετά την ήττα και τη διακήρυξη της νέας ΤΙΝΑ από τον Τσίπρα, επιλέγεται η ιδεολογική αναδίπλωση ως στάση και η επιστροφή σε μία καθαρή «ταξικότητα» ως ξεκαθάρισμα λογαριασμών με τον εν γένει «λαϊκίστικο» ριζοσπαστισμό και πολύ περισσότερο με κάθε είδους ιδέα υπεράσπισης της εθνικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας σε σύγκρουση με την αποικιοποίηση της χώρας.

Ο αποπροσανατολισμός και η σύγχυση κυριαρχούν σε ευρύτατα τμήματα της κοινωνίας, ενώ τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογών πιστοποιούν την επανεμφάνιση του Κανένα. Το χάσμα ανάμεσα στους εκπροσώπους και τους εκπροσωπούμενους βαθαίνει. Έτσι, ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας είτε γυρνάει την πλάτη στο στημένο κομματικό-πολιτικό σκηνικό, είτε απωθείται από τους διάφορους μηχανισμούς στην περιφέρεια της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Δεν υπάρχει ενεργό υποκείμενο και δεν περιμένει το όποιο «υποκείμενο» κάποιον να το εκπροσωπήσει. Το «62%», απ’ όπου όλοι ήλπιζαν κάτι να «πάρουν», αποστρέφεται τα κόμματα και το πολιτικό σύστημα, θέλει να είναι ακηδεμόνευτο. Απεχθάνεται τα «καπέλα», τους μηχανισμούς και τους πολιτικάντηδες κάθε λογής. Η συγκρότηση του «Κανένα» σε «Καθένα» και μετά σε «Εμείς» είναι μια πιο σύνθετη διαδικασία.

Διανύουμε, λοιπόν, μια περίοδο που καθορίζεται από όσα έχουν συμβεί, την ήττα και τη ματαίωση, ενώ κυρίαρχο στοιχείο είναι η έλλειψη κεντρικής πρότασης που θα μπορούσε να συμβάλει στην ανασυγκρότηση της κοινωνίας, σε νέες όμως βάσεις, λειτουργώντας «απελευθερωτικά» και «ψυχοκινητικά».

 

Τρεις σημαντικοί όροι

Όροι για τη διαμόρφωση μιας τέτοιας πρότασης είναι o αγώνας ενάντια στο ξεπούλημα της χώρας, ώστε να μπορεί να έχει υπόσταση, να μην «μοιραστεί», διαμελισθεί από τους δανειστές-τοκογλύφους και o αγώνας για την επιβίωση, να υπερασπιστούμε ως λαός το δικαίωμα στην επιβίωση. Να μπορέσει δηλαδή η κοινωνία να αντέξει και η χώρα να μη σβήσει.

Ακόμα, χρειάζεται να βρεθούν ξανά τρόποι να εκφραστεί η λαϊκή βούληση και οι κοινωνικές ανάγκες, δικαίωμα που αφαιρέθηκε με βίαιο τρόπο μετά το δημοψήφισμα και τις εκλογές από τον -μέχρι πρότινος υπερασπιστή της δημοκρατίας- ΣΥΡΙΖΑ, θέτοντας την κoινωνία στο περιθώριο, αποκλείοντάς την από την πολιτική.

Το αίτημα για «Δημοκρατία παντού» πρέπει να ειδωθεί και ως μέθοδος, αντίληψη και τρόπος συνύπαρξης και συσχέτισης των ανθρώπων. Αυτό προϋποθέτει τη σύγκρουση με παθογένειες, στερεότυπα (πρωτοπορίες, καθαρότητες, μοναδικότητες, παραγοντισμοί και πoλιτικαντισμoί) με σεβασμό στην ανάγκη για ακηδεμόνευτη έκφραση.

Και οι τρεις όροι (αποτροπή του ξεπουλήματος, επιβίωση λαού και χώρας, δημοκρατία) απαιτούν τη σύγκρουση με το πολιτικό σύστημα, εφόσον αυτό λειτουργεί ως εισπράκτορας και κλητήρας των δανειστών στην καλύτερη, μαυραγορίτης στη χειρότερη στο ξεπούλημα της χώρας, φέρνει προαπαιτούμενα και μέτρα που οδηγούν σε ακόμα μεγαλύτερη εξαθλίωση και μετατρέπει τη Βουλή σε Υπηρεσία Πρωτοκόλλου των «θεσμών».

Βρισκόμαστε σε μια αμυντική φάση, στην οποία είναι κρίσιμο να ξεπεραστεί η σύγχυση και o αποπροσανατολισμός και να αρχίσουν βήματα ανασυγκρότησης της κοινωνίας σε επαναπροσδιορισμένους, με βάση τα νέα δεδομένα, στόχους. Η πολιτική διεξόδου της χώρας και o τρόπος δημιουργίας ενός κινήματος με αυτό τον στόχο αναζητείται εκ νέου. Η συζήτηση μόλις άρχισε και πρέπει να συνεχιστεί και να βαθύνει, παράλληλα με τις αναγκαίες παρεμβάσεις που κι αυτές δεν μπορούν να θυμίζουν τα «παλιά».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!