του Νίκου Σταθόπουλου

Η λέξη «Πάσχα» προέρχεται από το εβραϊκό «πεσάχ» που σημαίνει «πέρασμα», και συμπυκνώνει τη μνήμη της διάβασης της Ερυθράς Θάλασσας. Αυτό το «πέρασμα» από τη στασιμότητα της σκλαβιάς στους Φαραώ στην ζωογόνο κίνηση της ελευθερίας είναι μνήμη απελευθέρωσης, ταυτισμένη με όλη την ιουδαϊκή σημειολογία της Εξόδου, γενέθλια εθνοφυλετική μνήμη του «Ισραήλ». Το «πεσάχ» εμπεριέχει μια θρησκευτική σημασία, αλλά αυτό δεν αρκεί για να αποτελέσει «απαραβίαστη έννοια». Οι ιστορικοί λαοί με «αντιστασιακό φρόνημα» δεν φετιχοποιούν τις μορφές!

Ο «ΕΞΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ» του Χριστιανισμού και η «βλάσφημη» πρόσληψή του από τον «κάτω λαό», επενδύουν τις παραστάσεις με την ελληνική ιδιοπροσωπία που ερχόμενη από τη βαθιά αρχαιότητα «ανασκευάζει» τη χριστιανική μεταφυσική με όρους κοσμικού συγκλονισμού : δεν είναι το Πάσχα, είναι η Λαμπρή! Δεν είναι η σωτηρία από μια καταδίωξη, αλλά η έκρηξη του φωτός, δηλαδή ο θρίαμβος της ζωής ως αυτόνομο γεγονός, ως «θέαμα» για το «θανάτω θάνατον πατήσας». Κατά μια έννοια, ο σχηματισμός του Νέου Ελληνισμού είναι η μετάβαση από το Πάσχα στη Λαμπρή!

Όλη η ελληνική παγανιστική λατρεία της ζωής, με ανανεωμένους τους συμβολισμούς της (άρα και με ανατροφοδοτούμενη την πλατύτερη πολιτισμική της σημασιοδότηση), όλο το πάθος οργασμικής αρμονίας με την κοσμική υλικότητα, έρχονται και συναντούν τη θλιμμένη θριαμβικότητα του Ιησού σε ένα πανηγύρι όπου μετέχουν ισοδύναμα ο Θεός, η Φύση, ο ‘Ανθρωπος. Η λαϊκή ποίηση θα μιλήσει για «μέρα Λαμπρή, μέρα γιορτή, μέρα λουλουδιασμένη», τονίζοντας το ακατανίκητο της γενικής ανθοφορίας, την επικράτηση της γονιμότητας, την υποταγή του θανάτου στον ασταμάτητο κύκλο του χρόνου και της ζωής Στο κλασικό πια «Ένας όμηρος» θα ακουστεί το εμβατηριακό «Ποιος δε μιλάει για τη Λαμπρή, γιορτή ξανανιωμού». Ναι, γιορτή ξανανιωμού, όπου συγχωνεύονται οι ορμές και τα οράματα, η συνείδηση και η πολιτική, η τέχνη και η επανάσταση.

Ο σύγχρονος κόσμος της απόλυτης τεχνολογικής διαμεσολάβησης καταργεί αυτές τις παραστάσεις ως αποτέλεσμα μιας επίπεδης Θεαμα-τικής εμπειρικότητας όπου τα πάντα συντελούνται στην οθόνη, το φυσικό εκλείπει, όλα μεταφέρονται στη σφαίρα των εννοιών, κυριαρχεί η αφαίρεση με την πιο ύπουλη μορφή της πνευματικά απονεκρωμένης απτότητας. Από τη θρησκευτική μεταφυσική στην απόλυτα παρανοϊκή εκκοσμίκευση! Οι πατρίδες μπαίνουν στον κλίβανο υπό τις ψευδαισθήσεις μιας εργαστηριακής εικονικότητας. Έχει προηγηθεί μια ύπουλη αντιθρησκευτική προπαγάνδα που μέσα από αυτή στοχοποιείται κυρίως η πνευματική αυτονομία, η αυτοσυνειδησία με όρους βιωματικής μεταφυσικής προέκτασης του εαυτού, άρα με μια αναγωγή που δεν υποτάσσει το υποκείμενο στις πολιτικές προδιαγραφές της ιστορίας. Δεν καταστρέφονται αλλιώς οι γενέθλιες δομές!

Το κυρίαρχο στοιχείο είναι το φως, είναι η ζωή που κομματιάζει τις αλυσίδες του θανάτου και λάμπει ανακαινισμένη. Στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη το φως είναι η αρχετυπική συμβολική παράσταση του Καλού, και οι όντως πιστοί είναι «τέκνα του φωτός». Αυτή η λόγια μεταφυσική (απόηχος των γνωστικιστικών επιρροών) μετεμφυτεύεται στην απλή θετικότητα της λαϊκής σκέψης ως «λαμπερός Χριστός», ο κατάφωτος Θεάνθρωπος. Είναι η ανοιξιάτικη φαντασμαγορία της ξαναγεννημένης ζωής, είναι η επιστροφή του ήλιου που ξαναχρωματίζει ακτινοβόλα τον κόσμο, είναι η Λαμπρή! Στην εθνική λαϊκή συνείδηση όλα μετουσιώνονται σε φωτεινές ουτοπίες που νικούν τον θάνατο, δηλαδή αντέχουν στη σκλαβιά και αποτρέπουν την ιστορική εξαφάνιση.

Η Λαμπρή της Ρωμιοσύνης προτάσει την «απλουστευτική» λαϊκότητα έναντι μιας βαθιά συστημικής «πνευματικότητας» που καθιστά την αφαίρεση γενικό περιεχόμενο της Γιορτής, αφαιρώντας από τη βίωση του Πάθους το έσχατο πάθος για μια ανατρεπτική χαρά!

Στα κατάμαυρα χρόνια της Τουρκοκρατίας, η Λαμπρή δυναμώνει σαν τελετουργική επίκληση, εντείνεται ως κορύφωση της ορθόδοξης θρησκευτικότητας όχι μόνο γιατί τα Πάθη είναι η κατεξοχήν εστίαση του ανατολικού Χριστιανισμού αλλά και γιατί η Ανάσταση είναι το απόλυτο και υπεράνω πάσης υποψίας σύμβολο της εθνικής ανάστασης, της επαναστατικής απελευθέρωσης. Ο Γ. Βαλέτας στο –ξεχασμένο– «Το προδομένο ‘21» παρουσιάζει τις ανοιχτές μαζικές θρησκευτικές τελετές επί Τουρκοκρατίας σαν «λαϊκές διαδηλώσεις», και έτσι ήταν αφού η πολιτιστική ταυτοποίηση –άρα και η ανάδειξη της αντίθεσης– συντελούνταν και μέσω της διαφορετικής θρησκευτικής ταυτότητας. Στο ελληνικό ορθόδοξο φρόνημα η θρησκευτικότητα και ο εθνισμός ενώνονται σε μια σύνθετη πολιτισμικότητα που αντανακλά, με μια πρωτοφανή φυσικότητα, τη διαλεκτική της ιστορικής προέλευσης του Νέου Ελληνισμού και, παραπέρα, προσδίδει στην πολιτική (το γίγνεσθαι της εθνικοαπελευθερωτικής δυναμικής) το ανώτατο ηθικό μεγαλείο του σταυρικού προτύπου: Όταν στις εκκλησίες αντηχεί το «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια», η Λαμπρή βιώνεται από το εκκλησίασμα σαν «εθνική παλιγγενεσία», σαν νικηφόρα κάθοδος εις τον Άδην της οθωμανικής δεσποτείας.

ΤΟ ΕΚΚΩΦΑΝΤΙΚΟ πανδαιμόνιο την ώρα του «Χριστός Ανέστη» σημαίνει: Και τον έξαλλο πανηγυρισμό για την κατατρόπωση του θανάτου, και τον οργιώδη σαματά για να τρομάξουν τα «δαιμόνια», να λουφάξουν στα μνήματα. Παράλληλα, όμως, με αυτό διαδηλώνεται η βεβαιότητα της «μέλλουσας κρίσης» ως προς την εθνική μοίρα: Για τους ραγιάδες, είναι η αμετάκλητη προφητεία της τελικής νίκης επί του «θανάτου» – αλλόπιστου κατακτητή, είναι μια σωτηριολογική παρηγοριά που εκφράζεται σαν νικητήρια ιαχή. Μια μυριόστομη ιαχή, με τα κεριά στο χέρι σαν φλεγόμενες ρομφαίες, που διώχνει το Κακό – Οθωμανό δυνάστη! Ναι, οι συμβολισμοί δεν είναι τυπικό προνόμιο των «ειδικών της σκέψης», είναι επινοήσεις των καταπιεσμένων μαζών που πάντα βρίσκουν τρόπους να αρδεύουν την ίδια τους την ελπίδα.

«Αναστάσεως ημέρα λαμπρυνθώμεν λαοί…» εκτινάσσεται στο σύμπαν η αναστάσιμη ωδή : τίποτα το ατομικιστικό, το περιορισμένο, το στενό, μα μια απόλυτη συλλογικότητα ορίζει το θαυμαστό. Αυτή η αναφορά στους «λαούς» : και με ανθρωπολογική καθολικότητα, αλλά και με θεμιτό υπαινιγμό για τη ριζική ταπεινότητα που προϋποτίθεται στην αλήθεια της βασικής χριστιανικής πίστης. Μπορεί, βάσιμα, με την ωραιότερη εφαρμογή του «ποιητική αδεία», να καυχηθεί ο απλός λαός ότι είναι ο δικός του θεός, ο θεός των «κάτω», άρα είναι η δική του ανάσταση! Και σε μια εντέχνως αλλοτριωμένη και αλλοτριωτική εποχή, αυτή η αναστάσιμη αυτοπεποίθηση, αυτή η «λόξα», παγιώνει μια συνείδηση διάκρισης και μια κουλτούρα «παρακατιανής μεγαλοπρέπειας» που συναθροίζεται δυναμικά στους παράγοντες που ακυρώνουν τη χειραγώγηση μέσω των πιο δραστικών τομών της μαζικής κουλτούρας.

Η Λαμπρή της Ρωμιοσύνης, αενάως επικαιροποιούμενη μέσα στον εξοντωτικό σάλαγο των αποδομητικών «θορύβων» του επελαύνοντος παγκοσμιοποιητικού εθνομηδενισμού: Προτάσσει την «απλουστευτική» λαϊκότητα έναντι μιας βαθιά συστημικής «πνευματικότητας» που καθιστά την αφαίρεση γενικό περιεχόμενο της Γιορτής, αφαιρώντας από τη βίωση του Πάθους το έσχατο πάθος για μια ανατρεπτική χαρά! Λαμπρή, γιατί είναι η χαρά της ζωής, η χαρά της ελευθερίας, είναι η φυσική χαρά γι’ αυτό που είσαι και με το οποίο μετέχεις στη ζωή, είναι η χαρά να υπάρχεις απολαμβάνοντας το θαύμα της κτίσης με τα εντελώς ξεχωριστά σου μέσα, αφού κάθε υποκατάσταση του εαυτού σου είναι απλώς θλίψη και έλλειμμα και άγχος.

Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ, στο ποίημά του με ξεκάθαρο τίτλο «Η ημέρα της Λαμπρής», θα γράψει «γλυκιά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα»: Η πίστη δεν έχει κύρος και προοπτική, αν δεν ανταποκρίνεται σε όλο το φάσμα των ανθρώπινων αναγκών, δηλαδή αν δεν συντείνει άμεσα και καθαρά στη νίκη της ζωής, στην έμπρακτη άρνηση του θανάτου, αν δεν εμπνέει το λαό σε δράσεις απαλλαγής από κάθε «κάτεργο», από κάθε τυραννία…η ελληνική Λαμπρή είναι από τα σημαντικότερα οχυρά της πολιτισμικής συνείδησης που επιμένει να συντηρεί τη ριζοσπαστική διαλεκτική του μερικού και του ολικού, του τόπου μας και του κόσμου όλου, του «συντηρητισμού» της έγνοιας για την ψυχή με τη βαθιά επαναστατικότητα της αφοσίωσης στον πάσχοντα συνάνθρωπο!

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!