Ο Λουκάς Αξελός με το βιβλίο του «Γεώργιος Σκληρός – Η Ελλάδα στα χρόνια από την ένωση των Επτανήσων έως τη Συνθήκη των Σεβρών», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Στοχαστής, μας χάρισε ένα ακόμη βιβλίο αναφοράς και βαθιάς γνώσης του έργου ενός μεγάλου διανοητή, καταφέρνοντας με τον δικό του μοναδικό τρόπο να εντάξει αυτό το έργο μέσα στο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον όπου γεννήθηκε.
Με αυτόν τον τρόπο μάς βοηθά να το κατανοήσουμε εις βάθος και να το τοποθετήσουμε στις σωστές του διαστάσεις.
Τα βιβλία του συγγραφέα χαρακτηρίζονται από αυτή την πρόσκληση στον αναγνώστη να μελετήσει, να ανακαλύψει και να σχηματίσει τέλος τη δική του άποψη, αφού του έχουν δοθεί όλα τα αναγκαία στοιχεία, όλα ελεγμένα σε κάθε λεπτομέρεια και με παραπομπές που ανοίγουν πολλές πόρτες στη γνώση της Ιστορίας…
Τι είναι αυτό που σε κάνει να ασχοληθείς ξανά με το έργο του Γεώργιου Σκληρού;
Από το 1968 που ως αντίδραση στο καθεστώς της χούντας ίδρυσα τις «Εκδόσεις Στοχαστής», βασική, αφετηριακή μου, φιλοδοξία υπήρξε: Να συμβάλω σε μιαν εκ νέου ανάγνωση της νεότερης ιστορίας μας (γεγονός που προϋπέθετε την αναγκαστική μου σύγκρουση με τον αναθεωρητισμό, τον μεταπρατισμό και την ιδεολογική χρήση της ιστορίας) και να επιδιώξω να φέρω στο φως και να αναδείξω τη ζωή και το έργο αυτών που εγώ και οι σύντροφοί μου θεωρούσαμε ότι αποτελούσαν τον ριζοσπαστικό πόλο της εθνικής και κοινωνικής μας ζωής.
Σε αυτό μου το εγχείρημα κεντρικές φιγούρες υπήρξαν, εκτός από τον κατ’ εμέ πατέρα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας, Ρήγα Βελεστινλή, οι Γ. Σκληρός, Δ. Γληνός, Σ. Μάξιμος, Αλ. Σβώλος και Γ. Κορδάτος και σε αυτό το εγχείρημα έδωσα τον γενικό τίτλο: Σταθμοί και όρια στη διαμόρφωση της εθνικής και κοινωνικής συνείδησης στην Ελλάδα.
Η ενασχόλησή μου με τον Σκληρό είχε ως πρόθεση να φέρει στο φως έναν σπουδαίο Έλληνα Πόντιο στοχαστή, βυθισμένο επί μισόν αιώνα στο απόλυτο σκοτάδι, και να αναδείξει το έργο και τη συμβολή του στις πραγματικές του διαστάσεις, μακριά από αγιογραφίες.
Η αρχική μου προσπάθεια κράτησε από το 1971 έως το 1976, οπότε δημοσιεύτηκε με επιμέλειά μου από τις εκδόσεις «Επικαιρότητα» το σύνολο του έργου του και ένα δοκίμιό μου για τον ίδιο και το έργο του από τις εκδόσεις «Στοχαστής». Αυτό ήταν ένα πρώτο, φυσικά, βήμα. Γνώριζα, λοιπόν, ότι το εγχείρημα ήθελε ακόμα πολύ δουλειά για να ολοκληρωθεί, γι’ αυτό και εξακολούθησα να ερευνώ και να συγκεντρώνω στοιχεία έκτοτε.
Παράλληλα η βαθύτατη κρίση της κοινωνίας μας σε συνδυασμό με τη δομική κρίση της Αριστεράς, αλλά και του ίδιου του μαρξισμού, ενίσχυαν την πεποίθησή μου για την ανάγνωση της ιστορίας μας εκ νέου και στο πεδίο της ανάγνωσης αυτής, σημαντική θέση κατείχε ο Σκληρός ως ο μακρινός-αφετηριακός εισηγητής των μαρξικών, σοσιαλιστικών και ευρύτερα αριστερών-πατριωτικών και δημοκρατικών απόψεων στην Ελλάδα.
Ιδού, λοιπόν, είπα που με όχημα τον Σκληρό μπορώ καλύτερα να δω κριτικά όχι μόνο τον 20ό αλλά και τον 21ο αιώνα. Προφανώς από τη μεριά μου είχα ένα ισχυρό άλλοθι γι’ αυτήν την ενασχόληση.
Ως προσωπικότητα τι είναι αυτό που κρατάς από εκείνον;
Έχοντας ως πολικό αστέρα στη ζωή μου τη ρήση του Δημήτρη Γληνού, ότι «ο μόνος τρόπος για να ζήσει και να πεθάνει κανείς σαν άνθρωπος, είναι να ζήσει και να πεθάνει για ένα ιδανικό», θεωρούσα πάντα το σημείο αυτό ως βασικό κριτήριο για κάθε περίπτωση που κινούσε ιστορικά το ενδιαφέρον μου.
Διόλου, λοιπόν, τυχαίο δεν είναι ότι οι «αγαπημένοι μου ήρωες» είναι ο Ρήγας και ο Γκράμσι, ως αγωνιστές-στοχαστές, που την κριτικά θεμελιωμένη βούλησή τους για την αναγκαιότητα ταύτισης λόγου και έργου την εξέφρασαν με υποδειγματική συνέπεια και με τίμημα τη ζωή τους.
Αυτόν τον αξιακό κόσμο εξέφραζε και ο Σκληρός στον σύντομο και λιτό του βίο. Κρατώ από αυτόν ως προσωπικότητα, πέραν της επιμέρους συγκεκριμένης συμβολής του στα ιδεολογικά μας δρώμενα, τη σταθερή αρνητική σχέση του με το χρήμα και τη στάση του ως ιδεολόγου που διέτρεξε πάντα την ίδια γραμμή με αφετηρία και τέρμα τον σοσιαλισμό, καταλήγοντας στο σύντομο πέρασμά του από τη ζωή να είναι σταθερός ταξιδιώτης στην ίδια γραμμή, με ένα τρένο αρκετά διαφορετικό όμως από την αμαξοστοιχία του 1907, όπως εξαντλητικά αναλύω στη μελέτη μου.
Δέχθηκε συχνά σκληρή κριτική για τις απόψεις του• πού υπήρξε δίκαια και πού άδικη αυτή η κριτική;
Όπως προανέφερα, όταν εγώ το 1971 θέλησα να ανιχνεύσω τη ζωή και το έργο του, το σκοτάδι ήταν βαθύ. Οι αναφορές ήταν ελάχιστες έως ανύπαρκτες και αν μετά την έκδοση του έργου του το 1976 υπήρξε κάποια περιορισμένη κινητικότητα, αυτό δεν αναιρεί τη γενική εικόνα μιας Σαχάρας στην οποία έχουν προστεθεί μερικές οάσεις πραγματικής σπουδής.
Ποιοι λοιπόν είναι οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα; «Το ασήμαντο και άνευ σημασίας περιεχόμενο των απόψεών του», θα ήταν, προφανώς, ένας εξαιρετικά σημαντικός λόγος, εάν τα πράγματα ήταν όντως έτσι.
Όμως όπως συγκεκριμένα φρονώ ότι αποδεικνύω, οι απόψεις του ή μάλλον μέρος των απόψεών του, τόσο τότε όσο και τώρα παραμένουν εντυπωσιακά επίκαιρες, ιδιαίτερα στο πεδίο του σφοδρού αντιλαϊκισμού του.
Γιατί συνέβη αυτό και επικράτησε αυτή η απαξιωτική κριτική εναντίον του που κατέληξε σε ανιστόρητη και τελικά άδικη στάση και αυτό αφορά μόνον τον Σκληρό;
Η απάντηση είναι «Όχι» και δεν αφορά μόνον τον Σκληρό, αλλά ένα μεγάλο και κατά τη γνώμη μου σημαντικό κομμάτι της αριστερής ελληνικής διανόησης, που δεν ταυτίστηκε ή δεν θέλησε να ταυτιστεί με τη μονοδιάστατη, μονολιθική και αθεράπευτα μεταπρατική αντίληψη που κυριάρχησε στην ελληνική Αριστερά. Η περίπτωση λ.χ. του Σεραφείμ Μάξιμου, που συστηματικά έχω αναλύσει, είναι, ίσως, η πιο χαρακτηριστική.
Σε αυτές τις Συμπληγάδες συνεθλίβη και ο Σκληρός και το γεγονός αυτό σκίασε και σκιάζει τόσο τις ουσιαστικά δίκαιες αρνητικές κριτικές, για τη γραμμική ντετερμινιστική του άποψη περί ιστορικής κίνησης, την έλλειψη βαθύτερου ιδεολογικού υποβάθρου, την ελλιπή γνώση της νεοελληνικής ιστορίας, αλλά και τον άκριτο εν πολλοίς φιλοευρωπαϊσμό του, όσο και τους δίκαιους εκείνους επαίνους για το γεγονός ότι πρώτος αυτός έφερε τις μαρξικές ιδέες στην Ελλάδα, αλλά και πρώτος αυτός προσπάθησε να συνδέσει το δημοτικιστικό με το σοσιαλιστικό κίνημα.
«Θα στεκόμουν στην αξία του Σκληρού ως σπορέα των μαρξικών ιδεών, ως αδιάλλακτου αντιλαϊκιστή και απαράμιλλου στηλιτευτή των αρνητικών χαρακτηριστικών μας ως λαού και τέλος ως παράδειγμα ιδεολόγου-στοχαστή που έζησε και πέθανε για ένα ιδανικό, αμετακίνητος ως το τέλος στις αρχές του»
Τι ξεχωρίζεις από τη συνεισφορά του;
Αν ρωτούσαμε τον ίδιο τον Σκληρό πώς αξιολογεί και ξεχωρίζει τη συνεισφορά του, η απάντηση είναι: «Τις μαρξιστικές ιδέες, πρώτοι εμείς κηρύξαμε στην Ελλάδα και ένα από τα άμεσα αυτών αποτελέσματα είναι και η διοργάνωση των εργατικών τάξεων σε ιδιαίτερο πολιτικό κόμμα. Αντικειμενική κοινωνιολογία, μαρξιστική προπαγάνδα και επίδραση στην εργατική κίνηση της Ελλάδος, είναι τρεις υπηρεσίες που προσφέραμε στην κοινωνία μας, και που πιστεύουμε δεν θα μας τις αρνηθούν ούτε αυτοί οι εχθροί μας.»
Από πλευράς μου, χωρίς να αμφισβητήσω ουσιαστικά τα παραπάνω, θα στεκόμουν στην αξία του ως σπορέα των μαρξικών ιδεών, ως αδιάλλακτου αντιλαϊκιστή και απαράμιλλου στηλιτευτή των αρνητικών χαρακτηριστικών μας ως λαού και τέλος ως παράδειγμα ιδεολόγου-στοχαστή που έζησε και πέθανε για ένα ιδανικό, αμετακίνητος ως το τέλος στις αρχές του.
Ποια από τα ερωτήματα που έθεσε με το έργο του παραμένουν σήμερα επίκαιρα;
Σε πλήρη αντίθεση με την αιδήμονα σιωπή της συντριπτικής πλειοψηφίας των τότε αριστερών ομοϊδεατών του, αλλά και των σημερινών αριστερών (ή τάχα μου;) που συμμερίζονται(;) τις αξίες της Αριστεράς, αλλά και όλων όσοι είναι θιασιώτες της άποψης ότι «για όλα τα κακά ευθύνονται οι άλλοι», ο Σκληρός με σαφήνεια διατυπώνει ότι: «Η κύρια αιτία του κακού βρίσκεται μέσα στην ίδια την κοινωνία μας, στον ίδιο τον λαό μας.»
Τα λόγια του μαστίγωσαν την εποχή του, αλλά ατόφια εκτινάσσονται και στο σήμερα: «Καλά, λαέ, όλα αυτά που λες είναι άγια, αλλά πώς συμβαίνει ώστε όλοι οι βουλευταί, που εσύ ο ίδιος τους εκλέγεις, και που βέβαια δεν είναι τα χειρότερα στοιχεία της κοινωνίας, να είναι συμφεροντολόγοι, ατομικισταί, αριβίστες, ρουσφετολόγοι, ελαστικοί στις ιδέες και τα καθήκοντά τους, μικρολόγοι, μικροφιλότιμοι, επιπόλαιοι και ανίκανοι για δημιουργική εργασία; Από πού βγήκαν αυτοί; Πέσανε από τον ουρανό ή είναι σαρξ εκ της σαρκός και οστούν εκ των οστών σου;»
Νομίζω ότι και μόνο αυτό το απόσπασμα θέτει όχι μόνον το ζήτημα της επικαιρότητας αλλά και της ξεχωριστής ποιότητάς του. Προσωπικά πίστευα και πιστεύω στο εξ όνυχος τον λέοντα.